Αρχική » Φυσικό Αέριο: Η ‘τέλεια καταιγίδα’

Φυσικό Αέριο: Η ‘τέλεια καταιγίδα’

από Άρδην - Ρήξη

Αντί για ενεργειακή μετάβαση, η Ευρώπη και η Ελλάδα περιμένει αυτόν τον Χειμώνα ένα ενεργειακό… σοκ. Τουλάχιστον αυτό δήλωσε ο Ευάγγελος Μυτιλιναίος, του γνωστού ενεργειακού κολοσσού, πριν λίγες μέρες, αναφερόμενος στην μεγάλη αύξηση των τιμών: «αν θέλει κανείς να αντιστοιχήσει την αύξηση της σημερινής τρέχουσας τιμής στο φυσικό αέριο με την τιμή της βενζίνης είναι σαν να έχει αυξηθεί η βενζίνη από τα 1,6 ευρώ στα 7 ευρώ το λίτρο…».

«Πέρυσι το Σεπτέμβρη, για την ετήσια θέρμανση ενός μέσου σπιτιού στην Ευρώπη, η ποσότητα του φυσικού αερίου που απαιτούνταν κόστιζε 119€, ενώ οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης του καυσίμου ήταν γεμάτες. Σήμερα, η ίδια ποσότητα κοστίζει 738€, και τα αποθέματα είναι λιγοστά», γράφει ο Εκόνομιστ.

Η έγκυρη εβδομαδιαία επιθεώρηση παρουσιάζεται ιδιαίτερα ανήσυχη για τις εξελίξεις. Η ‘τέλεια καταιγίδα’, υπήρξε προϊόν ενός συνδυασμού εξελίξεων –ταυτόχρονα γεωπολιτικές, οικολογικές, και οικονομικές:

«Μια κρύα ευρωπαϊκή άνοιξη και ένα ζεστό ασιατικό καλοκαίρι οδήγησαν σε αύξηση της ενεργειακής ζήτησης. Η ανάκαμψη της βιομηχανικής παραγωγής άνοιξε την όρεξη για τη ζήτηση υγροποιημένου φυσικού αερίου. Η Ρωσία, διοχετεύει λιγότερο φυσικό αέριο στην Ευρώπη, με κάποιους να πιστεύουν ότι το κάνει για να διασφαλίσει την ολοκλήρωση του Nord Stream 2 [ο οποίος καθυστέρησε χαρακτηριστικά έπειτα από απόφαση του πρώην προέδρου, Ντοναλντ Τραμπ να επιβάλει κυρώσεις στο έργο. Εφόσον λειτουργούσε, σήμερα, σύμφωνα με τους αναλυτές, θα εξισορροπούσε σημαντικά τις ελλείψεις της αγοράς σ.τ.μετ].

Το αέριο συμπλήρωνε τα κενά από την παραγωγή ηλεκτρισμού από άλλες πηγές. Το φετινό καλοκαίρι στην Ευρώπη, οι ανέμοι υπήρξαν ασθενείς, ενώ η ξηρασία συρρίκνωσε και την υδροηλεκτρική παραγωγή. H αύξηση των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, κατέστησε την παραγωγή ηλεκτρισμού από άνθρακα ακόμα πιο ασύμφορη, και έτσι, απουσιάζουν οι εναλλακτικές στο φυσικό αέριο, για την παραγωγή ηλεκτρισμού, αλλά και την θέρμανση των σπιτιών
»

Οι αυξήσεις στο φυσικό αέριο, αναμένεται να πλήξουν οριζόντια τους καταναλωτές, και την αγορά. Εύκολο να το αντιληφθεί κανείς, καθώς η ακρίβεια θα χτυπήσει όχι μόνον τα νοικοκυριά, αλλά και την παραγωγή, καθώς και την διάθεση των προϊόντων.

Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια μίνι ενεργειακή κρίση, ανέλπιστη για τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, και της Ε.Ε., που πίστευε ότι στην περίπτωση του φυσικού αερίου έχει βρει το καλύτερο «καύσιμο μετάβασης», μια πηγή ενέργειας που είναι ικανή να υποκαταστήσει το πετρέλαιο και τον γαιάνθρακα, να καλύψει τα κενά των ΑΠΕ, έως ότου η τεχνολογία να δώσει την δυνατότητα για ένα καθαρότερο ενεργειακό μείγμα.

Ιδίως η κυβέρνηση, έρχεται να ανακαλύψει ότι το ενεργειακό τοπίο είναι πολύ πιο πολύπλοκο απ’ ό,τι είχε στο νου του ο πρωθυπουργός, όταν εξήγγειλε την επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης στην Ελλάδα. «Πρόωρη» την χαρακτηρίζει τώρα ακόμα και ο Ευ. Μυτιλιναίος, ο οποίος υπενθυμίζει πως «δεν είναι μόνο περιβαλλοντικό το θέμα αλλά και ζήτημα security of supply (σ.σ. ασφάλειας εφοδιασμού και επάρκειας του ηλεκτρικού συστήματος)». Πέραν αυτού, όμως, υπάρχουν και ζητήματα εθνικής ασφάλειας καθώς και ενεργειακού ισοζυγίου: Η υπερβολική εξάρτηση από το φυσικό αέριο ‘δένει’ προς το παρόν την Ελλάδα με αγωγούς που ελέγχει η Τουρκία –για να μην μιλήσουμε για τις εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος από την ίδια, την Βουλγαρία και τα Σκόπια.

Το παζλ, επομένως, της πράσινης πολιτικής δεν είναι τόσο εύκολο όσο αρχικώς νόμιζαν στην κυβέρνηση.Ήδη στην Ε.Ε. σκέφτονται την μείωση των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων για το λιγνίτη, ως μια άμεση απάντηση στην κρίση. Οι σκέψεις αυτές, αποτελούν και μια σιωπηρή παραδοχή, για το ότι η περίφημη ‘ενεργειακή μετάβαση’ θα μπορούσε να γίνει πιο ομαλά.

Χώρες που έχουν καταφέρει με διάφορους τρόπους να διαφοροποιήσουν το ενεργειακό τους μείγμα από τον λιγνίτη και το φυσικό αέριο, βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα –και αυτό, ανεξάρτητα αν κανείς συμφωνεί ή διαφωνεί με την πυρηνική ενέργεια (βλ. Γαλλία) ή με τα υδροηλεκτρικά φράγματα.

Άλλες, όπως η Ελλάδα, που χαρακτηρίζεται από σχεδιασμό αντιφατικό, που δεν λαμβάνει υπόψη του το ζήτημα της εθνικής ενεργειακής ανθεκτικότητας, θα νοιώσουν βαθύτερα τις αναταράξεις της κρίσης.

Ήρθε η ώρα να ασχοληθούμε σοβαρά, λοιπόν, με το ενεργειακό ζήτημα της Ελλάδας.  Ιδίως φέτος, που θα πάψει να αποτελεί ένα εν πολλοίς ακαδημαϊκό ζήτημα, μεταξύ περιβαλλοντιστών, ειδικών της ενέργειας, και οπαδών του ‘εθνικού καυσίμου’. Φέτος, αντίθετα, θα το νοιώσουν πολύ βαθιά οι πολίτες και οι επιχειρήσεις στην… τσέπη τους. 

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ