Αρχική » Αμυντικές βιομηχανίες Τουρκίας και Ελλάδας

Αμυντικές βιομηχανίες Τουρκίας και Ελλάδας

από Αναδημοσιεύσεις

Οι εξαγγελίες του προέδρου Τραμπ για το αμυντικό δόγμα των ΗΠΑ, που ουσιαστικά αλλάζουν προσανατολισμό προς ένα περισσότερο εθνοκεντρικό και αυτόνομο σύστημα, ετεροκαθορίζουν την αμυντική πολιτική της Ε.Ε. όσον αφορά τον στρατηγικό της σχεδιασμό και την παραγωγική της δομή. Ουδέν κακόν αμιγές καλού

του Γιώργου Στούμπου* από την Καθημερινή

Οι εξαγγελίες του προέδρου Τραμπ για το αμυντικό δόγμα των ΗΠΑ, που ουσιαστικά αλλάζουν προσανατολισμό προς ένα περισσότερο εθνοκεντρικό και αυτόνομο σύστημα, ετεροκαθορίζουν την αμυντική πολιτική της Ε.Ε. όσον αφορά τον στρατηγικό της σχεδιασμό και την παραγωγική της δομή. Ουδέν κακόν αμιγές καλού.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τα τελευταία τρία χρόνια, στη σκιά του πολέμου στην Ουκρανία (Διακήρυξη των Βερσαλλιών, Μάρτιος 2022), τονίζει με συνέπεια την ανάγκη η Ε.Ε. να ελαχιστοποιήσει τη στρατηγική της εξάρτηση από τις ΗΠΑ και να γίνει κυρίαρχη και υπεύθυνη για τη δική της άμυνα, διασφαλίζοντας τον αναγκαίο εξοπλισμό που θα της παρέχει σχετική αυτονομία και επάρκεια. Αυτό προϋποθέτει την εισαγωγή νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, που ανακοινώθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 19 Μαρτίου με την παρουσίαση της Λευκής Βίβλου για το «Σχέδιο Επανεξοπλισμού της Ευρώπης – Ετοιμότητα 2030». Το σχέδιο προβλέπει δαπάνες άνω των 800 δισ. ευρώ μέχρι το 2030. Ταυτόχρονα απελευθερώνει τη χρήση της δημόσιας χρηματοδότησης σε εθνικό επίπεδο, δίνοντας τη δυνατότητα σε κράτη-μέλη να ενεργοποιήσουν τη ρήτρα εθνικής διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η Επιτροπή σκοπεύει, επιπρόσθετα, μέσω του προγράμματος SAFE να συγκεντρώσει έως και 150 δισ. ευρώ από την κεφαλαιαγορά, προκειμένου οι ενδιαφερόμενες χώρες να κλιμακώσουν άμεσα τις αμυντικές/αναπτυξιακές τους επενδύσεις μέσω κοινών προμηθειών πρώτων υλών και τεχνολογίας. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και ο ιδιωτικός τομέας θα ενθαρρυνθούν, επίσης, να συμμετάσχουν. Απώτερος στόχος του Προγράμματος Επανεξοπλισμού της Ευρώπης είναι η επίτευξη συμβατότητας των οπλικών συστημάτων, η διαλειτουργικότητά τους και ο επιμερισμός προμηθειών ανάμεσα στα κράτη-μέλη, με σκοπό τη μείωση του κόστους παραγωγής και την ενίσχυση της επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας των «ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων». Η Ελλάδα αλλά και η Τουρκία, που αποφασίστηκε να συμμετάσχει στα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα με ποσοστό που δεν μπορεί να υπερβαίνει το 35%, βλέπουν την ευκαιρία και τις προοπτικές της. Είναι όμως αυτό που φαίνεται η αλήθεια; Είναι μια ευκαιρία για τη χώρα μας που σχεδόν έχει ήδη χαθεί, ενώ για την Τουρκία αποτελεί επιβεβαίωση ότι καθίσταται ένας εκ των κυρίων προμηθευτών πολεμικού υλικού της Ε.Ε.;

Η Τουρκία την τελευταία εικοσαετία έχει συνάψει συμφωνίες συμπαραγωγής με τις ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ολλανδίας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας, της Αγγλίας, ακόμη και της Νότιας Κορέας, για τη συμπαραγωγή αρμάτων μάχης, υποβρυχίων, φρεγατών και μιας πλειάδας άλλων συστημάτων και πολεμοφοδίων. Η συμφωνία για τη συμπαραγωγή με τις ΗΠΑ των F-35, του πιο σύγχρονου μαχητικού αεροσκάφους 5ης γενιάς, που είχε ανασταλεί προ πενταετίας, φαίνεται να ενεργοποιείται και πάλι από την προεδρία Τραμπ. Ταυτόχρονα, η γειτονική χώρα έχει αναπτύξει την αμιγώς εγχώρια παραγωγή –πάντα με την εισαγωγή ξένων τεχνολογιών– για μια ευρύτατη γκάμα πολεμικού εξοπλισμού, με αιχμή του δόρατος το Bayraktar TB2, το μη επανδρωμένο εναέριο όχημα (UAV) που έχει χρησιμοποιηθεί σε σχεδόν όλες τις πολεμικές συρράξεις την τελευταία πενταετία, και το δικό της μαχητικό αεροσκάφος, το CAAN. Τον τελευταίο χρόνο η Αγκυρα συνήψε σύμφωνο συνεργασίας με τον ιταλικό αμυντικό κολοσσό Leonardo και τον περασμένο Δεκέμβριο η εταιρεία Bayraktar εξαγόρασε την Piaggio Aerospace, που κατασκευάζει αεροσκάφη και κινητήρες για στρατιωτικές, και όχι μόνο, εφαρμογές. Oι εταιρείες ΒΜC και Otokar παράγουν δεκάδες τύπους τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού και μάχης. Η εταιρεία αεροδιαστημικής ΤΑΙ θα συνεργαστεί με την Airbus για τη συμπαραγωγή του εκπαιδευτικού αεροσκάφους Ηurkus. Να υπογραμμιστεί εδώ ότι στη μεγάλη πλειονότητά τους οι εταιρείες αυτές είναι ιδιωτικές, ακολουθώντας τα πρότυπα των δυτικών οικονομιών.

Στον μακρύ και διαρκώς επεκτεινόμενο κατάλογο συνεργασιών και συμπαραγωγής πρέπει να προσθέσουμε και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας. Η πλειονότητα των παραγωγικών μονάδων και των προϊόντων που παράγουν έχουν πιστοποιηθεί με βάση τα πιο υψηλά διεθνή πρότυπα, γεγονός που σημαίνει ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τις πλέον ανεπτυγμένες και τεχνολογικά εξελιγμένες ένοπλες δυνάμεις παγκοσμίως. Εξίσου σημαντική είναι μια σειρά άλλων πλεονεκτημάτων, όπως το χαμηλότερο κόστος παραγωγής, η υψηλή ποιότητα, το μεγάλο παραγωγικό δυναμικό και η ταχεία παράδοση. Ολα τα ανωτέρω διασφαλίζουν την αυτάρκεια των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων σε ποσοστό άνω του 70% και τη διαρκή διεύρυνση των εξαγωγών πολεμικού υλικού, ιδιαίτερα προς τις χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (Κατάρ, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) και του Κέρατος της Αφρικής. Η αγορά μη επανδρωμένων μαχητικών αεροσκαφών αξίας 3 δισ. δολ. από τη Σαουδική Αραβία το 2024 είναι η μεγαλύτερη συμφωνία πώλησης πολεμικού υλικού στην ιστορία της Τουρκίας.

Η Ελλάδα, μετά από μία σχεδόν δεκαετία οικονομικής ανέχειας από το 2010 μέχρι το 2019, είναι πλέον σε θέση να επανεξοπλίσει τις Ενοπλες Δυνάμεις της. Την τελευταία πενταετία έχει προμηθευτεί φρεγάτες και μαχητικά αεροσκάφη από τη Γαλλία, έχει συμφωνήσει στον εκσυγχρονισμό των F-16, έχει διαπραγματευτεί την αγορά F-35 από τις ΗΠΑ, και προμηθεύεται κάθε είδους οπλικά συστήματα, πολεμικό υλικό και ανταλλακτικά από Ευρωπαίους και Αμερικανούς παραγωγούς για να διατηρήσει την απαραίτητη ανασχετική πολεμική ισχύ της.

Η συμμετοχή της Τουρκίας στα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα επιβεβαιώνει ότι καθίσταται ένας εκ των κυρίων προμηθευτών πολεμικού υλικού της Ε.Ε.

Η εγχώρια συνεισφορά είναι σχεδόν αμελητέα. Παρά το γεγονός ότι οι εγγεγραμμένες εταιρείες-μέλη του Συνδέσμου Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού (ΣΕΚΠΥ) και της Ενωσης Ελληνικών Εταιρειών Αεροδυναμικής (ΕΕΛΕΑΑ) ανέρχονται σε 248, μόνο 22 δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στην παραγωγή αμυντικού υλικού ή την παροχή υπηρεσιών άμυνας και ασφάλειας, με σημαντικότερες τις ΕΑΒ, EFA VENTURES, ELMON, HED ENGINEERING, INTRACOM DEFENSE – IDE, MILTECH, SCYTALYS, THEON SENSORS, DEFEA – ROTA. Η συμμετοχή των ελληνικών εταιρειών στα εν εξελίξει εξοπλιστικά προγράμματα είναι κάτω από 5%, ενώ η συμβολή της αμυντικής βιομηχανίας στο ΑΕΠ της χώρας κυμαίνεται στο ίδιο ποσοστό.

Το σχέδιο επανεξοπλισμού της Ευρώπης, τυπικά και ουσιαστικά, παρουσιάζει μια νέα αναπτυξιακή ευκαιρία. Τα αναλογούντα στην Ελλάδα κεφάλαια μαζί με τους διαθέσιμους εθνικούς πόρους (άνω του 3% του ΑΕΠ ετησίως) θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη χρυσή –έστω και μικρή– ευκαιρία για ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, και αυτό υπό προϋποθέσεις. Πρώτον, οι κυβερνητικές επιλογές πρέπει να είναι απαλλαγμένες από ανώφελους εθνικισμούς για την ανάπτυξη αυτόνομης πολεμικής βιομηχανίας. Η τεχνολογική εξέλιξη, το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας και τα κεφάλαια που απαιτούνται μακροπρόθεσμα είναι απαγορευτικά για τέτοιου είδους υπερβολές. Δεύτερον, η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει τη συμμετοχή της στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας και παραγωγής για προϊόντα στα οποία μπορεί να ανταποκριθεί η ελληνική αγορά εργασίας και η διαθέσιμη τεχνολογική εξειδίκευση. Τρίτον, πρέπει να εφαρμοστούν μέτρα αναγκαία και απαραίτητα για τον αναπροσανατολισμό της τεχνικής και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Η παραγωγή απαιτεί πρακτική εξειδίκευση. Τέταρτον, πόσο διατεθειμένοι είμαστε ως κοινωνία και πολιτεία να ακολουθήσουμε τη διεθνή εμπειρία και να ηγηθεί ο ιδιωτικός τομέας στην ανάπτυξη της αμυντικής μας βιομηχανίας; Ολες οι χώρες της Ε.Ε., αλλά και η Τουρκία, έχουν επιλέξει αυτό το μοντέλο. Αυτό απαιτούν οι νέες τεχνολογίες, οι διαρκείς καινοτομίες και ο διεθνής ανταγωνισμός. Η Ελλάδα θα μείνει προσηλωμένη στο μοντέλο της κρατικής αμυντικής βιομηχανίας μετά από πενήντα και πλέον χρόνια αναξιόπιστης λειτουργίας;

Οπως είχε πει ο Μίλτον Μπερλ, «αν η ευκαιρία δεν σου χτυπάει την πόρτα, σκέψου αν έχεις πόρτα να χτυπήσει». Η νέα αμυντική αρχιτεκτονική της Ε.Ε. μας παρέχει αυτή τη δυνατότητα. Θα ακούσουμε τον χτύπο;

*Ο κ. Γιώργος Στούμπος διετέλεσε καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και στέλεχος της Τράπεζας της Ελλάδος.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ