Συνέντευξη του Χρύσανθου Λαζαρίδη στο Άρδην τ. 22
Ερώτημα πρώτο: Πόσο «φυσιολογική» ήταν η διόρθωση που έγινε τον τελευταίο μήνα στο ελληνικό Χρηματιστήριο;
Απάντηση: Κατ’ αρχήν ΔΕΝ ήταν «διόρθωση»! Οι φυσιολογικές διορθώσεις γίνονται αργά, σταδιακά, χωρίς πανικό, με δυνατότητες αγοράς και πώλησης, και με αρκετές μετοχές να βελτιώνουν τη θέση τους παρά την μείωση του Γενικού Δείκτη. Η φυσιολογική διόρθωση γίνεται από την ίδια την αγορά -από τις δικές της δυνάμεις και με τους δικούς της ρυθμούς.
Αυτό που έγινε δύο φορές τον τελευταίο μήνα -στα τέλη Σεπτεμβρίου και στις αρχές Οκτωβρίου- δεν ήταν «φυσιολογική» διόρθωση. Το ελληνικό Χρηματιστήριο έπεσε απότομα, μέσα σε κλίμα πανικού, έπεσε βίαια -κατά 18% την πρώτη φορά και κατά 16% τη δεύτερη- ενώ ανέκαμψε το ίδιο «βίαια», όταν παρήλθαν οι λόγοι που προκάλεσαν τον πανικό.
Επρόκειτο, όχι βέβαια για «διόρθωση» αλλά για κύμα πανικού -που συστηματικά καλλιεργήθηκε και σκόπιμα προκλήθηκε για λόγους χειραγώγησης της αγοράς. Που, όμως, έχει πλέον πολύ μεγάλο μέγεθος για να χειραγωγείται (ο ημερήσιος τζίρος της Σοφοκλέους έχει εξισωθεί με αυτόν του χρηματιστηρίου του Παρισιού και είναι μεγαλύτερος του χρηματιστηρίου της Φραγκφούρτης!).
Ερώτημα Δεύτερο: Ποιοι και γιατί έρριξαν το ελληνικό Χρηματιστήριο σκόπιμα;
Απάντηση: Κατά βάσιν εκείνοι που είχαν συμφέρον να πέσει, για να μπουν «στα χαμηλά» ή για να μπάσουν τους πελάτες τους «στα χαμηλά»:
Κατά κύριο λόγο ισχυροί χρηματιστηριακοί παράγοντες της ημεδαπής, που θέλουν να μπάσουν μεγάλους ξένους θεσμικούς – οι οποίο, ωστόσο, κατά πάγια τακτική, δίνουν εντολή αγορών σε επίπδα που απέχουν από τα ιστορικά υψηλά. Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο – κυρίως όλο τον Αύγουστο και το πρώτο μισό του Σεπτέμβρη, η Σοφοκλέους έκανε κάθε μέρα ιστορικά υψηλά!
Συνεπώς, ήταν αδύνατο να εκτελεστούν οι εντολές ξένων θεσμικών, οι οποίες ήταν σημαντικές και επρόκειτο να γίνουν σημαντικότερες, καθώς η Ελλάδα τις μέρες εκείνες αναβαθμιζόταν από τους διεθνείς οίκους σε «ώριμη» αγορά.
Αυτή η κατάσταση οδήγησε κάποιους να σκεφθούν και να οργανώσουν σκόπιμη «κατάρριψη» του Χρηματιστηρίου: Να δημιουργήσουν πανικό, ώστε να πουλήσουν οι έλληνες επενδυτές τα χαρτιά τους όσο-όσο και να τα αγοράσουν μετά οι «εντολοδόχοι» των ξένων, καθώς και όσοι έλληνες θεσμικοί ήταν στο «κόλπο», είχαν ξεπουλήσει προ καιρού, είχαν ρευστότητα, αλλά έβλεπαν το Χρηματιστήριο να «καλπάζει» κι οι ίδιοι ήταν απ’έξω.
Η «συμμαχία της καταστροφής»
Ερώτημα τρίτο: Πώς κάποιοι χρηματιστηριακοί παράγοντες κατάφεραν να ρίξουν τη Σοφοκλέους, που – όπως ήδη επισημάναμε – έχει πλέον τεράστια μεγέθη;
Απάντηση: Δημιουργώντας συμμαχίες με τις ίδιες τις αρχές (νομισματικές και, εν μέρει, κυβερνητικές) καθώς και με μερίδα του Τύπου – διαπλεκόμενου και μή.
Γιατί οι αρχές συμμάχησαν, έστω και προσωρινά, με όσους ήθελαν να γκρεμίσουν το χρηματιστήριο; Εδώ υπάρχουν πολλοί λόγοι: Πρώτον, κάποιοι όντως -και ειλικρινώς- εφοβούντο ότι η Σοφοκλέους είναι «φουσκωμένη», κι έπρεπε να προσγειωθεί, έστω και ανώμαλα, το γρηγορότερο, πριν ανέβει κι άλλο – οπότε η προσγείωσή της θα ήταν πολύ πιο οδυνηρή για την κοινωνία, αλλά και πολύ πιο επιζήμια για την κυβέρνηση. Ιδιαίτερα αν η Σοφοκλέους «ξεφούσκωνε» κοντά στις επικείμενες εκλογές.
Τέλος, μερίδα του Τύπου συμμάχησε στην προσπάθεια βίαιης κατάρριψης του Χρηματιστηρίου, είτε διότι, λόγω «διαπλοκής», «ενορχηστρώθηκαν» στο εγχείρημα, είτε διότι εκπροσωπούν εκείνο το μέρος της κοινωνίας, και της «νομενκλατούρας», που βλέπει το χρηματιστήριο με «καχυποψία» (και την αθρόα εισροή μικροεπενδυτών με απέχθεια). Βλέπουμε, λοιπόν, ότι οι συμμαχίες που έγιναν για να πέσει με ΜΗ φυσιολογικό τρόπο η Σοφοκλέους ήταν ευρύτατες και τα αίτιά τους ανομοιογενή και πολύπλοκα – εξηγήσιμα πάντως.
«Ορθόδοξες» και «ανορθόδοξες» μέθοδοι
Ερώτημα τέταρτο: Πώς κατάφερε αυτή η συμμαχία να επιτύχει το στόχο της, έστω και προσωρινά;
Απάντηση: Χρησιμοποιώντας επικοινωνιακές μεθόδους -«ορθόδοξες» και «ανορθόδοξες»- για να «σπάσει το ηθικό» και να καταστρέψει την ψυχολογία της αγοράς.
Στις «ορθόδοξες» μεθόδους συγκαταλέγουμε τις συνεντεύξεις Παπαδήμου. Ο οποίος μπορεί να είπε την άποψη του, ο άνθρωπος, αλλά το αξίωμα που φέρει του επιβάλει να προστατεύει την αγορά, όχι να την δυναμιτίζει.
Κι αν υπάρχουν «φούσκες», όπως κατήγγειλε, όφειλε αντί να βγει στα μπαλκόνια και να το φωνάζει, να συνεργαστεί με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τη δραστική αντιμετώπιση του φαινομένου. Και μάλιστα έγκαιρα, όχι με πολλούς μήνες καθυστέρηση.
Πέρα από τις επίσημες δηλώσεις Παπαδήμου, υπήρξαν και οι ανορθόδοξες μέθοδοι: τα …αγρίως κινδυνολογικά δημοσιεύματα σε πραγματική ομοβροντία, την Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου. Ασφαλώς και ο Τύπος έχει δικαίωμα να καταγράφει την άποψή του για το Χρηματιστήριο και τους κινδύνους που ενδεχομένως αντιμετωπίζει λόγω «υπερβολικής ευφορίας». Αλλά αυτό που είδαμε την μέρα εκείνη από τις σελίδες του Τύπου ήταν κάτι πολύ διαφορετικό…
Παρατηρήθηκαν, λοιπόν, πολύ ενδιαφέροντα φαινόμενα: Το ΒΗΜΑ, γιο παράδειγμα, προανήγγειλε την ημέρα εκείνη το… «επερχόμενο κραχ» – και μάλιστα με άρθρο ανώνυμου Ειδικού Συνεργάτη – ενώ η ίδια εφημερίδα, μια εβδομάδα νωρίτερα, απαριθμούσε μια σειρά λόγους για τους οποίους η Σοφοκλέους είχε πολύ δρόμο μπροστά της να ανέβει. Το φαινόμενο της «φούσκας» δεν το είχαν αντιληφθεί μιαν εβδομάδα νωρίτερα;
Το άλλο πολύ ενδιαφέρον, είναι ότι την επομένη της κινδυνολογικής ομοβροντίας από το ΒΗΜΑ, η άλλη εφημερίδα του ίδιου εκδοτικού Συγκροτήματος, έβγαινε με κύριο άρθρο της, ότι ο Γενικός Δείκτης θα πάει στις 7.000 (ενώ την ίδια μέρα έπεφτε 5%)! Η μία εφημερίδα του Συγκροτήματος προανήγγειλε «κραχ» και η άλλη, την επομένη προανήγγειλε καλπασμό 1000 μονάδων και πλέον…
Αλλά, ακόμα και εφημερίδες που δεν πρόσκεινται στην Κυβέρνηση (και δεν θεωρούνται «διαπλεκόμενες») προεξοφλούσαν – προφανώς για λόγους αντιπολιτευτικούς – ότι ο… Σόρρος επέβαλε στην Ελληνική κυβέρνηση να ρίξει το Ελληνικό Χρηματιστήριο ως τις 4500 μονάδες! Κι έτσι συνέβαλαν και ενίσχυαν το κλίμα της καταστροφολογίας.
Βέβαια, όσοι γνωρίζουν το μέγεθος της ρευστότητας που μπορεί ο κ. Σόρρος να ρίξει στην Ελληνική αγορά, αντιλαμβάνονται ότι δεν φτάνει ούτε το…20% του ημερήσιου τζίρου της Σοφοκλέους. Συνεπώς, οι «γνωρίζοντες» αγνόησαν αυτά τα δημοσιεύματα. Αλλά οι «γνωρίζοντες» είναι λίγοι, και οι ψύχραιμοι, σε στιγμές πανικού, πολύ λιγότεροι…
Συμπέρασμα: Δεν ήταν το σύνολο αυτού που ονομάζεται «διαπλεκόμενος τύπος» συνένοχος στην κατάρριψη της Σοφοκλέους. Και δεν ήταν «διαπλεκόμενοι» όλοι όσοι συνέβαλαν στη δημιουργία του σχετικού κλίματος εκείνες τις ημέρες.
Πέρα από τα δημοσιεύματα, οι αρχές επιστράτευσαν και δύο ακόμα μέσα για να ρίξουν το Γενικό Δείκτη ακόμα πιο χαμηλά – ιδιαίτερα όταν, κάτω από τα επίπεδα των 5700 μονάδων, άρχισαν να υπάρχουν κάποιες τάσεις ανάκαμψης:
Διέρρευσαν στα ΜΜΕ ότι υπάρχει λίστα 15, τουλάχιστον, εισηγμένων εταιριών οι οποίες «επρόκειτο να τεθούν εκτός διαπραγμάτευσης». Τελικώς, μόνο 5 ετέθησαν – όχι εκτός διαπράγματευσης, αλλά απλώς υπό επιτήρηση. Κι αυτές δεν άργησαν να ανακάμψουν δυναμικά.
Το να μιλάν, όμως, οι αρχές για κίνδυνο από «φούσκες» και τελικώς να αποκαλύπτουν ότι οι υποτιθέμενες «φούσκες» αντιπροσωπεύουν μόλις το 0,20% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του ΧΑ Α, και για να μας «προφυλάξουν» από αυτό το αμαρτωλό 0,20% γκρεμίζουν ολόκληρο το χρηματιστήριο, δεν είναι ούτε «ορθόδοξη» ούτε «ανορθόδοξη» πρακτική. Είναι, απλώς, ανοησία.
Το τελευταίο και πιο αποτελεσματικό όπλο που χρησιμοποίησαν οι αρχές ήταν να διατάξουν ξαφνικά να κλείσει όλος ο χρηματιστηριακός «αέρας». Κι έτσι πολλοί που είχαν αγοράσει χωρίς να βάλουν λεφτά – «εγκλωβίστηκαν» στην πτώση και περίμεναν να σηκωθεί κάπως το Χρηματιστήριο για να πουλήσουν ελαχιστοποιώντας τις ζημίες τους – αναγκάστηκαν άρον-άρον να πουλήσουν μαζικά. Οπότε ο πανικός γενικεύτηκε.
Τη στιγμή εκείνη οι αρχές κατάλαβαν ότι η Σοφοκλέους θα έπεφτε πολύ περισσότερο και πολύ πιο άσχημα απ’ όσο περίμεναν – ενώ θα ήταν στο εξής πολύ δύσκολο να ξανασηκωθεί. Οπότε αναγκάστηκαν, το βράδυ της Δευτέρας 27 Σεπτεμβρίου, σε στροφή πολιτικής 180 μοιρών. Ανακοίνωσαν ότι όχι μόνο επιτρεπόταν ο «αέρας», αλλά οι τράπεζες θα τον… πιστοδοτούσαν κι όλα, σε επίπεδα τριπλάσια απ’ ότι προηγουμένως! Κι έτσι, αντί να περιοριστεί ένα φαινόμενο, που όντως είχε πάρει νοσηρέςδιαστάσεις πριν από την κρίση, το φαινόμενο αυτό νομιμοποιήθηκε, μονιμοποιήθηκε και επεκτάθηκε…
Στο σημείο αυτό, όμως, κάπου έσπασε και η «συμμαχία της καταστροφής». Οι αρχές αντελήφθησαν το σφάλμα τους και άρχισαν, έκτοτε, διακριτικά, να στηρίζουν το Χρηματιστήριο. Στην επόμενη κρίση, που προκλήθηκε πλέον, από «μικρότερη» συμμαχία χρηματιστηριακών παραγόντων και Ελλήνων θεσμικών, χωρίς τη συμμετοχή της πολιτικής εξουσίας, ήταν οι αρχές που σταμάτησαν την πτώση: Αναγγέλλοντας την πρόωρη μείωση των παρεμβατικών επιτοκίων της Τραπέζης Ελλάδος, που άλλαξε το κλίμα.
Μπορεί η κίνηση αυτή από τεχνική άποψη να μην είναι ορθή, μπορεί να μην ωφέλησε τις τραπεζικές μετοχές, αλλά έστειλε το σωστό μήνυμα στην αγορά: Ότι οι αρχές είναι έξω και αντίθετες προς αυτά τα παιγνίδια. Και η ψυχολογία των επενδυτών, που είχε σοβαρά κλωνιστεί από όλες αυτές τις «περιπέτειες», άρχισε να βελτιώνεται.
ΥΠΕΡτιμημένο τώρα ή ΥΠΟτιμημένο παλαιότερα;
Ερώτημα πέμπτο: Παρά τα κερδοσκοπικά παίγνια, ωστόσο, μήπως είναι όντως «παραφουσκωμένο» το Ελληνικό Χρηματιστήριο; Το οποίο πρόπερσι ανέβηκε κατά 50%, πέρσι ανέβηκε κατά 85%, ενώ φέτος, μετά από δύο αλλεπάλληλες κρίσεις, εξακολουθεί να ανεβαίνει πάνω από 100%; Ως που θα φτάσει; Και πόσο δικαιολογούν τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας τέτοιαν άνοδο-ή, πολύ περισσότερο- τη συνέχισή της;
Απάντηση: Το ερώτημα αυτό είναι πολύ δύσκολο και πολύ σύνθετο. Επιφυλασσόμαστε για μιαν επόμενη φορά. Για την ώρα να επισημάνουμε μόνο ότι «φούσκες» υπάρχουν ασφαλώς κατά σύμπτωση πρόκειται για χαρτιά που συνδέονται στενά με το σύστημα των «διαπλεκομένων» και των κρατικά ελεγχομένων χαρτοφυλακίων που τα «φουσκώνουν συστηματικά». Υπάρχουν, όμως, και χαρτιά υποτιμημένα.
Το ενδιαφέρον ερώτημα εδώ, είναι αν η Σοφοκλέους συνολικά είναι «παραφουσκωμένη». Κι ευθεία απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν υπάρχει. Κάθε σοβαρή απάντηση στηρίζεται σε κάποιες υποθέσεις εργασίας, σε κάποια «Αν»…
Αν, λοιπόν, υποθέσουμε ότι η Ελληνική οικονομία τώρα μόλις ανακαλύπτει τα «συγκριτικά της πλεονεκτήματα», οι εταιρίες τώρα μόλις ανακαλύπτουν τις ευκαιρίες να επενδύσουν ανταγωνιστικά και η αγορά τώρα μόλις ανακαλύπτει, μέσω Χρηματιστηρίου, τις εταιρίες που μπορούν να γίνουν ανταγωνιστικές, τότε δεν είμαστε τώρα ΥΠΕΡτιμημένοι. Απλώς παλαιότερα ήμασταν πολύ ΥΠΟτιμημένοι.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια, όλες οι ελληνικές επιχειρήσεις (πέραν των κρατικών που συντηρούντο εμμέσως ή αμέσως από επιδοτήσεις του Δημοσίου) ασφυκτιούσαν υπό το βάρος της τοκογλυφίας -νόμιμης και παράνομης, τραπεζικής και «γκρίζας»- και μέσα σε ένα περιβάλλον στρεβλώσεων, καταναγκασμών, συντεχνιακών πιέσεων και γραφειοκρατικών λαβυρίνθων.
Τους «βρόγχους» αυτούς τώρα μόλις αρχίζουν να τους χαλαρώνουν γύρω από το λαιμό τους, κυρίως βρίσκοντας πολύ φθηνό χρήμα στη Σοφοκλέους. Ενώ, από την άλλη πλευρά εκατομμύρια επενδυτές τώρα μόλις μπορούν να αξιοποιήσουν αδρανή περιουσιακά τους στοιχεία, ρευστά και μή, εγχώρια ή εκπατρισμένα.
Η «συνάντηση» όλης αυτής της άφθονης αλλά αδρανούς ρευστότητας που υπήρχε, με τις επιχειρήσεις που την είχαν ανάγκη αλλά δεν την εύρισκαν σε ανταγωνιστικές τιμές, προκάλεσε όλη αυτή την «έκρηξη» της Σοφοκλέους.
Σε «ονομαστικές τιμές» μέχρι τώρα. Δηλαδή σε τιμές «χαρτιών». Αλλά όλη αυτή η ρευστότητα, αν απορροφηθεί έστω και μερικά σε παραγωγικές επενδύσεις θα προκαλέσει αληθινή έκρηξη πραγματικής ανάπτυξης. Κοιτάτε η ονομαστική αύξηση τιμών θα ανταποκρίνεται σε πραγματική αύξηση αξιών.
Άλλωστε, το Χρηματιστήριο αντανακλά μόνο αποτελέσματα παρελθουσών χρήσεων. Προεξοφλεί και αποτελέσματα μελλοντικά. Αν η πραγματικότητα δικαιώσει αυτές τις προσδοκίες, τότε το Χρηματιστήριο θα αποδειχθεί «τόπος θαυμάτων». Αν όχι, θα αποδειχθεί «φούσκα». Σε κάθε περίπτωση, η επαλήθευση είτε η διάψευση σημερινών προσδοκιών θα κριθεί στο μέλλον. Δεν έχει κριθεί σήμερα. Κι αν η αγορά, παρά τα «χτυπήματα κάτω από τη μέση» επιμένει στις προσδοκίες της ανόδου, κάτι θα ξέρει. Γιατί ουδείς είναι σοφότερος της αγοράς! Κι όποιος πιστεύει ότι είναι σοφότερος, είναι είτε ανόητος είτε αλαζών είτε και τα δύο.
Να μην ξεχνάμε, ότι ο Πρόεδρος της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας Άλαν Γκρίνσπαν, είχε καταγγείλει το φαινόμενο της «φούσκας» για το αμερικανικό Χρηματιστήριο το Δεκέμβριο του 1996. Όταν ο Δείκτης Dow Jones βρισκόταν στις 5.500 μονάδες. Έκτοτε πέρασαν 3 χρόνια, ο Δείκτης αυτός ξεπέρασε της 10.000 μονάδες, ήδη βρίσκεται κοντά στις 10.500 κι έφτασε ως τις 11.350 και ο κ. Γκρίνσπαν κατάλαβε ότι κάτι λάθος έκανε τότε. Μερικοί δικοί μας δεν το έχουν καταλάβει ακόμα…
*0 Χρύσανθος Λαζαρίδης είναι δημοσιογράφος και εργάζεται σε χρηματιστηριακή εταιρία