Η πολιτεία του υπουργού Παιδείας
Το ακυβέρνητο καράβι του ελληνικού σχολείου
Του Γιώργου Τασιόπουλου* από την Ρήξη φ. 126
Το υπουργείο, την περσινή σχολική περίοδο, νομοθέτησε για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση τη μείωση των ωρών διδασκαλίας και έδωσε τη δυνατότητα μια σειρά μαθημάτων (θέατρο, μουσική, εικαστικά) να μπορούν να γίνονται από εκπαιδευτικούς που δεν είναι το επιστημονικό τους πεδίο. Αντίστοιχες προσπάθειες τεχνητής δημιουργίας περισσεύματος διδακτικών ωρών (διπλή ειδικότητα-κατάργηση εργαστηρίων) έγιναν και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να λειτουργήσει όπως όπως το σχολείο, με λιγότερο εκπαιδευτικό προσωπικό, με περικοπή των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών, αδιαφορώντας για τις αναγκαίες παιδαγωγικές συνθήκες οργάνωσης ενός σχολείου. Ευαγγέλιό της το μνημόνιο, η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ και οι επιταγές της Ε.Ε.! Έτσι, επιβάλλει την ευέλικτη χρήση του εκπαιδευτικού προσωπικού για να καλύπτει τρύπες, αν και γνωρίζει πως πρόκειται για μια βαθιά αντιπαιδαγωγική και αντιεκπαιδευτική ενέργεια. Αδιαφορεί αν η πολιτική της υπονομεύει τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών, ειδικά των φτωχών λαϊκών περιοχών, όπως της Δυτικής Αθήνας.
Το πρώτο διήμερο ανοίγματος των σχολείων, οι σύλλογοι διδασκόντων και τα υπηρεσιακά τους συμβούλια καλούνται να αποφασίσουν για τους υπεράριθμους εκπαιδευτικούς και το σχολείο που θα κατευθυνθούν. Ο υπουργός περικόπτει το ωρολόγιο πρόγραμμα και η «δημοκρατική ευαισθησία» παραχωρεί το «δημοκρατικό δικαίωμα» στους εκπαιδευτικούς να αποφασίσουν σε ποιον θα πέσει ο κλήρος της υπεραρυθμίας. Θέλει το υπουργείο να μεταφέρει κατ’ αυτόν τον τρόπο τη συζήτηση, από τα χρόνια προβλήματα και τη ζοφερή κατάσταση στην Παιδεία μας, σε μια εσωτερική σύγκρουση ομάδων εκπαιδευτικών, με το διακύβευμα της οικονομικής και κοινωνικής τους επιβίωσης. Μόνιμοι εναντίον αναπληρωτών, δάσκαλοι εναντίον ειδικοτήτων, πρωτοβάθμιοι εκπαιδευτικοί εναντίον δευτεροβάθμιων.
Η φτώχεια σε εκπαιδευτικούς, αναλυτικά προγράμματα και βιβλία, σε υλικοτεχνική υποδομή, οι συνεχείς περικοπές στις επιχορηγήσεις των σχολικών επιτροπών μένουν έξω από τον διάλογο. Η κοινωνία δεν πρέπει να μάθει ότι το υπουργείο με τις νέες, περισσότερες αποσπάσεις, ακόμη και λίγων ωρών, σε άλλη βαθμίδα εκπαίδευσης, δημιουργεί συνθήκες προσωρινότητας στις δομές λειτουργίας του σχολείου. Δεκάδες χρόνια οι ίδιοι, χιλιάδες εκπαιδευτικοί, μεσήλικες πια, κάθε φθινόπωρο αναχωρούν για άλλη εκπαιδευτική περιφέρεια. Οι δεκάδες χιλιάδες θέσεις που παραμένουν κενές, χωρίς να στελεχωθούν από μόνιμους εκπαιδευτικούς, αφήνουν αδιάφορο τον υπουργό. Οι μαθητές θα γνωρίσουν τον Οκτώβριο, τον Νοέμβριο, τον Δεκέμβριο κάποιο νέο αναπληρωτή. Κάποιες χιλιάδες μαθητές, όπως πέρσι, θα μείνουν χωρίς δάσκαλο.
Συνεχιστής του έργου των προκατόχων του, ο υπουργός πολιτεύεται με βάση τη λογιστική και αδιαφορεί για την αντιπαιδαγωγικότητα της συνεχούς εναλλαγής προσώπων, όταν μάλιστα αυτοί δεν έχουν εκπαιδευτεί και δεν έχουν την πείρα να προσεγγίσουν μικρές ευαίσθητες ηλικίες. Όλοι τα κάνουν όλα! Γιατί ο εκπαιδευτικός που θα διδάξει θέατρο να γνώρισε και να αγάπησε τον Αισχύλο; Γιατί τα εικαστικά να τα διδάξει κάποιος που ερωτεύτηκε τις καλές τέχνες; Γιατί ο μουσικός να οδηγήσει τους μαθητές του σε νέες ακουστικές εμπειρίες; Ο ουμανισμός, η ποιότητα του πολιτισμού, ο έρωτας σε τέχνες που οδηγούν τον μαθητή πέρα από τον εθισμό του στη κατανάλωση του εφήμερου, που δεν τον καθιστούν ευέλικτο υπήκοο της νεοφιλελεύθερης αγοράς, είναι επικίνδυνα. Το υπουργείο του υπόσχεται με τις δεξιότητες που θα του διδάξει στο παιδοφυλακτήριο, που παλιότερα το έλεγαν σχολείο, να προσαρμοστεί σε όσα ο ΟΟΣΑ, η PISA και άλλα ευαγή ιδρύματα της εσπερίας επιτάσσουν. Αυτό που επιχειρείται στο ελληνικό σχολείο, μόνο η διατύπωση, όπως την εμπνεύστηκε ο Ρομπέρ Ζωλίν, μπορεί να το εκφράσει. Εθνοκτονία!!! Κατά τον εθνολόγο, ο όρος δηλώνει κάτι διαφορετικό από τη γενοκτονία, όπου δολοφονούνται άνθρωποι σωματικά, στην Εθνοκτονία επιχειρείται η πνευματική εξόντωση ενός λαού και την επέβαλαν οι αποικιοκράτες σε όλους τους αποικιοκρατούμενους λαούς τους.1 Είναι αυτό που επί της ουσίας επιχειρεί το υπουργείο Παιδείας, ως εντολοδόχος των «δανειστών», αποικιοκρατών: Να σκοτώσει πνευματικά τον λαό μας.
Η κοινωνία, βέβαια, έχοντας τα μνημονιακά της ζητήματα και την οικονομική στενωπό, προσγειωμένη άλλωστε από χρόνια στην πληροφοριακή κατανάλωση του εφήμερου, είτε αδιαφορεί, είτε δεν αντιλαμβάνεται τα τεκταινόμενα και το διακύβευμα των αλλαγών στην εκπαίδευση που επιχειρείται από το 2010. Από την κυρία Διαμαντοπούλου, που οραματίσθηκε τα αγγλικά ως πρώτη επίσημη γλώσσα μας, έως σήμερα, διαδοχικές κυβερνήσεις υπηρετούν και ξεθεμελιώνουν στην εκπαίδευση κάθε τι που αφορά το «μέλλον και τη ψυχή αυτού του τόπου», όπως θα έλεγε ο Δελμούζος. Ο υπουργός μας όμως, εκτός από καλός «λογιστής», είναι και άριστος «επικοινωνιολόγος», ως πρώην δημοσιογράφος. Έτσι, για να μη φανούν οι άδειες αίθουσες διδασκαλίας στον αγιασμό και μέχρι να αναλάβουν το έργο τους οι «Εσκομπάρ των ΜΜΕ», κατά τον κ. Χρυσόγονο, τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, ανέλαβε ο ίδιος, μεταφέροντας τον διάλογο στα γνωστά του πεδία της διδασκαλίας των θρησκευτικών και των «λευκών σελίδων» της ιστορίας. Ίσως αύριο να θέσει το ζήτημα της πρωινής προσευχής και μεθαύριο των παρελάσεων προσδοκώντας να διχάσει τον εκπαιδευτικό κόσμο και την κοινωνία σε αντίπαλες συγκρουόμενες κοινωνικές ομάδες, αφήνοντας τη μνημονιακή του πολιτική στο απυρόβλητο.
Προαναγγέλλει από εφέτος την ένταξη της θρησκειολογίας στα σχολεία. Βαπτίζει το μέχρι σήμερα αναλυτικό πρόγραμμα του μαθήματος των Θρησκευτικών «κατηχητικό» και «ομολογιακό». Ενώ η αλήθεια είναι ότι πρόκειται, κατά βάση, για Ορθόδοξη Χριστιανική Αγωγή, με διδακτικές ενότητες και στοιχεία από τις χριστιανικές ομολογίες και τις θρησκείες (στη Β΄ Λυκείου το μάθημα είναι καθαρά θρησκειολογικό). Ο ίδιος κόπτεται για τη διδασκαλία των θρησκευτικών, ενώ πρόσφατα είχε χαρακτηρίσει το μάθημα, απαξιωτικά, «η ώρα του παιδιού» και προχώρησε στην περικοπή των ωρών διδασκαλίας στην Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού, όταν κατά τους συγγραφείς του νέου αναλυτικού προγράμματος2 «το συνεχόμενο δίωρο για τη διδασκαλία των θεματικών ενοτήτων αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες του». Όλα αυτά, όμως, αφήνουν αδιάφορο τον υπουργό, που βαπτίζει τη διαπολιτισμική διάσταση, του νέου Προγράμματος Σπουδών, θρησκειολογία, αδιαφορώντας για το περιεχόμενο και εκθέτοντας τους συγγραφείς σε κακόβουλους αρνητές της ανάγκης για εφαρμογή του. Τώρα, αν ο αρνητής της Ποντιακής Γενοκτονίας αγωνιά για τις «λευκές σελίδες» της σχολικής ιστορίας, ας μην το σχολιάσουμε.
Στα σχολεία καθημερινά ηχεί στ’ αφτιά μας το τραγούδι των παιδικών μας χρόνων, «ήταν ένα μικρό καράβι που ήταν αταξίδευτο…» και οι στίχοι «και τότε ρίξανε το κλήρο να δούνε ποιος θα φαγωθεί…» δεν μας αφήνουν ασυγκίνητους, κύριε υπουργέ, γιατί τα ναυτάκια του μικρού καραβιού του σχολείου μας είναι πρόσωπα, έχουν όνομα, Αναστασία η θεατρολόγος μας, Γιώργος ο εικαστικός μας, Δημήτρης της πληροφορικής μας, Ακριβή η μουσικός μας, Κατερίνα και Μαριάννα και Αγγελική των αγγλικών μας, Γωγώ, Δέσποινα και Θοδωρής οι γυμναστές μας.
Κύριε υπουργέ, σε λίγο χρόνο όχι μόνο τους μοιάσατε, αλλά και ξεπεράσατε το «έργο» των προκατόχων σας. Από υπουργός Παιδείας του ελληνικού κράτους, δείχνετε ιεραπόστολος των πολιτικών της νεοφιλελεύθερης αγοράς, των τροϊκανών, του ΟΟΣΑ.
*Ο Γιώργος Τασιόπουλος είναι δάσκαλος, αιρετός του ΠΥΣΠΕ Δυτικής Αττικής
Σημειώσεις:
1. Pierre Clastres, Για την εθνοκτονία, Ελευθεριακή Κουλτούρα 2014.
2. http://www.kairosnet.gr/joomla/index.php/2010-12-13-21-46-06/431-2015-11-21-17-13-29.html