Η υφαλοκρηπίδα, ο Ερντογάν, η Βρετανία, τα Βαρώσια και το εσωτερικό μέτωπο
του Αλέκου Μιχαηλίδη από την Ρήξη φ. 153
Δεν είναι υπερβολή το ότι η Κύπρος βρίσκεται ενώπιον μιας νέας τουρκικής εισβολής. Αυτή τη φορά στη θάλασσα, η Τουρκία επιχειρεί να επιβάλει τετελεσμένα και να καταστήσει αμφισβητούμενη την κυπριακή υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Το γεωτρύπανο «Πορθητής» ξεκίνησε ήδη τις εργασίες για γεώτρηση, 36,6 ναυτικά μίλια δυτικά του Ακάμα, με το έτερο γεωτρύπανο, «Γιαβούζ», να πλησιάζει τον κόλπο της κατεχόμενης Καρπασίας και το σεισμογραφικό «Μπαρμπαρός» να μη σταματά τις έρευνες στις νότιες και άλλες περιοχές, η Κύπρος, η Κυπριακή Δημοκρατία μάλλον, ψάχνει για αποκούμπια.
Επί τούτου, η (κυρίως) φραστική υποστήριξη των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ελλάδας και των ΗΠΑ, αν και δεν κατάφεραν να τρομάξουν τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, προσφέρουν πεδίο δράσης για την ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η προσπάθεια επιβολής κυρώσεων είναι πολυμέτωπη και δύσκολη, καθώς οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν τιμωρούν την Τουρκία τόσο εύκολα όσο τη Ρωσία ή, ας πούμε, τη Βενεζουέλα.
Στην πραγματικότητα, η λήψη μέτρων από την ΕΕ, μετά τη φραστική αλληλεγγύη που επέδειξε η Σύνοδος Κορυφής της προηγούμενης εβδομάδας, φαίνεται να είναι πολύχρονη διαδικασία και, δυστυχώς, η Κύπρος δεν έχει χρόνο. Μπροστά στη σοβαρότερη κρίση μετά την εισβολή του 1974, το νησί βρίσκεται υπό ασφυκτικό κλοιό και η διέξοδος μοιάζει αβέβαιη και σκοτεινή.
Κι αυτό, διότι πέραν της Τουρκίας και των πειρατικών πρακτικών της, η Κύπρος έχει να αντιμετωπίσει τον περιβόητο βρετανικό δάκτυλο. Όπως έγινε γνωστό, Βρετανία και Τουρκία προσπάθησαν παρασκηνιακά να επιβάλουν «non paper» στα κράτη-μέλη της ΕΕ, καλώντας τα να μείνουν αμέτοχα στις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Μια υπό κατάρρευση Βρετανία επιχειρεί να εξυπηρετήσει ξανά την Άγκυρα εις βάρος της Λευκωσίας και ουδείς τολμάει να ψελλίσει το αληθές.
Μέσα σ’ όλα αυτά, το εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου μοιάζει ναρκοθετημένο. Ο πρόεδρος Αναστασιάδης αμφισβητείται από τη λεγόμενη αντιπολίτευση, το ΑΚΕΛ, όχι επειδή με την ενδοτική πολιτική των τελευταίων έντεκα ετών (Χριστόφιας-Αναστασιάδης) η Τουρκία έφθασε μέχρι τη… Λεμεσό, μα γιατί δεν πείθει ότι θέλει τάχα επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Το ΑΚΕΛ, λοιπόν, την ώρα που η Τουρκία διενεργεί θαλάσσια εισβολή και οι Τουρκοκύπριοι «εταίροι» μας διατηρούν απαράδεκτες αξιώσεις για κοινή επιτροπή φυσικού αερίου πριν τη λύση –σάμπως και είναι αναγνωρισμένο κράτος–, θέλει να καθίσουμε στο τραπέζι των συνομιλιών.
Το «παιχνίδι» που λέγεται άνοιγμα των Βαρωσίων
Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, την τελευταία εβδομάδα το κατοχικό καθεστώς επανέφερε στη συζήτηση το άνοιγμα της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων στην Αμμόχωστο. Με σαφή πρόθεση για εποικισμό της πόλης-φάντασμα, οι Τουρκοκύπριοι –με πρώτο βιολί τον «ΥΠΕΞ» Κουντρέτ Οζερσάι, εν δυνάμει διάδοχο του Ακιντζί και κατοχικό ηγέτη– ανακοίνωσαν ότι εμπειρογνώμονες θα μελετήσουν τις περιουσίες και θα εκπονήσουν σχέδιο για άνοιγμα, καλώντας τους Ελληνοκύπριους να ζήσουν υπό «τουρκοκυπριακή διοίκηση». Είναι προφανές πως πρόκειται για προσπάθεια επιβολής νέων τετελεσμένων, μετά τη θάλασσα και στη στεριά, ώστε να κλείσει το Κυπριακό με μια ημιδιχοτόμηση, η οποία θα καθιστά την Τουρκία κυρίαρχη στον βορρά και συγκυρίαρχη στον νότο.
Τι κάνουν Αθήνα και Λευκωσία;
Προφανώς, δεν έγιναν όσα έπρεπε. Αθήνα και Λευκωσία τρέχουν να προλάβουν τις εξελίξεις και –πέραν της προσπάθειας μερικών ανθρώπων– να κερδίσουν μερικές ανακοινώσεις. Τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά και, δυστυχώς, η μόνιμη σταθερά της τουρκικής προκλητικότητας επί γης, αέρα και θάλασσας, δεν κινητοποιεί τις ηγεσίες μας.
Η Κυπριακή Δημοκρατία δείχνει να ελπίζει σε κινητοποίηση των εταιρειών –είδαμε τι συνέβη με την ιταλική ΕΝΙ στο οικόπεδο 3– και δεν προβαίνει σε ουσιαστικές αποτρεπτικές κινήσεις: Κλείσιμο οδοφραγμάτων, απομόνωση του ψευδοκράτους, επαναπροσδιορισμό της πολιτικής έναντι της Τουρκίας, τοποθέτησή της στο εδώλιο ως κατοχική δύναμη και αντιμετώπισή της σε όλα τα επίπεδα.
Η Αθήνα, δυστυχώς, αποδεικνύεται ξανά εκκωφαντικά απούσα. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, που δήλωσε προχθές ότι η Ελλάδα έχει σχέδιο να αποτρέψει ενδεχόμενη τουρκική γεώτρηση στο Καστελόριζο, απέφυγε (ούτε ο Αναστασιάδης θα το σκέφθηκε) να επισκεφθεί τη Λευκωσία και να συμμετάσχει σε μια πανεθνική διάσκεψη ή να στείλει μηνύματα διά της παρουσίας του εδώ. Δεν κινητοποίησε δε ούτε μια φρεγάτα του ελληνικού πολεμικού ναυτικού, έστω αποτρεπτικά, ό,τι και αν δηλώνει ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος για την… ελληνική ΑΟΖ. Εδώ σημειώνεται και η αδυναμία ή η μη βούληση όλων των ελληνικών κυβερνήσεων να οριοθετήσουν υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ στα δυτικά της Κύπρου, αφήνοντας την Άγκυρα να αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα του νησιού.
Τι περιμένουμε;
Επί της ουσίας, δεν ιδρώνει το αυτί του Ταγίπ Ερντογάν. Διατηρεί ακόμα πιστούς συμμάχους εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Τη Γερμανία, τη Βρετανία και άλλες χώρες, οι οποίες για εμπορικά ή μεταναστευτικά ζητήματα δεν θα συγκρουστούν με την Τουρκία για χατήρι του Αναστασιάδη και της Κύπρου. Οι πανηγυρισμοί, λοιπόν, για επιβολή κυρώσεων ή κάποιων μέτρων μπορούν να περιμένουν, καθώς κι η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι στα καλύτερά της, αφού ψάχνει διαδόχους του Γιουνκέρ, του Τουσκ και άλλων υψηλά ιστάμενων. Όσο η Λευκωσία, όμως, περιμένει από την ΕΕ να προφυλάξει τα δικά της θαλάσσια σύνορα και δεν προνοεί για ένα πανεθνικό σχέδιο αντίδρασης, ο Πορθητής και το Γιαβούζ θα τρυπήσουν, επιβάλλοντας διά θαλάσσης τετελεσμένα που δεν θα ανατρέπονται ούτε με την όποια λύση του Κυπριακού.