του Ρ. Ντεσάι, από το Άρδην τ. 56, Οκτώβριος – Νοέμβριος 2005
«Κάποια μέρα κάποιος πρέπει να δώσει στους Αμερικάνους μια πλήρη έκθεση των δραστηριοτήτων του Ιδρύματος Φορντ στην Ινδία. Τα εκατομμύρια δολάρια των συνολικών δαπανών του Ιδρύματος στη χώρα δεν αντιπροσωπεύουν παρά το ένα δέκατο της πραγματικής ιστορίας»
Τσέστερ Μπόουλς
(πρώην Αμερικανός πρέσβης στην Ινδία)
Το Ίδρυμα Φορντ στην Ινδία
Η επίσημη ιστοσελίδα των γραφείων του Ιδρύματος ισχυρίζεται πως «μετά από πρόσκληση του πρωθυπουργού Γιαβαχαρλαλάλ Νεχρού, το ίδρυμα ίδρυσε ένα γραφείο στην Ινδία το 1952». Στην πραγματικότητα, ο Τσέστερ Μπόουλς, πρέσβης των Η.Π.Α. στην Ινδία από το 1951, ήταν εκείνος που καθοδήγησε την διαδικασία. Όπως και το σύνολο του κατεστημένου της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ο Μπόουλς συγκλονίστηκε βαθιά με την «απώλεια» της Κίνας (δηλαδή την άνοδο των κομμουνιστών στην εξουσία το 1949). Η μεγάλη ανησυχία του τροφοδοτήθηκε ακόμα περισσότερο από την ανικανότητα του ινδικού στρατού να καταστείλει την καθοδηγούμενη από τους κομμουνιστές ένοπλη εξέγερση στην Τελανγκάνα (1946 – 1951) η οποία έλαβε τέλος μόνο όταν «οι ίδιοι οι κομμουνιστές αποφάσισαν να μεταβάλουν την βίαιη στρατηγική τους» (1). Οι Ινδοί αγρότες πίστευαν πώς, μετά την αποχώρηση των Άγγλων, το μακροχρόνιο αίτημά τους για γη θα εισακούονταν και η πίεση αυτή συνεχίστηκε παντού στην Ινδία ακόμα και μετά το τέλος της εξέγερσης της Τελανγκάνα.
O Μπόουλς έγραφε στον Πωλ Χόφμαν, κατοπινό πρόεδρο του Ιδρύματος Φόρντ: «Οι συνθήκες μπορούν να βελτιωθούν στην Κίνα ενώ στην Ινδία η κατάσταση παραμένει στάσιμη… Εάν αυτή η κατάσταση συνεχίσει να εξελίσσεται κατ’ αυτό τον τρόπο κατά τα επόμενα τεσσάρα ή πέντε έτη και εάν οι Κινέζοι συνεχίσουν την ήπια προσέγγιση δίχως να απειλούν τα βόρεια ινδικά σύνορα, η άνοδος του κομμουνισμού στην Ινδία θα είναι πολύ μεγάλη. Ο θάνατος ή η αποχώρηση του Νεχρού μπορεί να σηματοδοτήσει μια χαοτική κατάσταση μέσα από την οποία μπορεί να γεννηθεί ένα ακόμα κομμουνιστικό έθνος». Ο Χόφμαν μοιραζόταν τις ίδιες ανησυχίες και τόνισε την ανάγκη για ένα ισχυρό ινδικό κράτος. «Πρέπει να οργανωθεί μια ισχυρή κεντρική κυβέρνηση… οι σκληροπυρηνικοί κομμουνιστές πρέπει να τεθούν υπό έλεγχο… Ο πρωθυπουργός Παντίτ Νεχρού έχει πολύ μεγάλη ανάγκη από την κατανόηση, την αλληλεγγύη και την βοήθεια από τους λαούς και τις κυβερνήσεις των υπολοίπων ελευθέρων κρατών» (2).
Το γραφείο του Νέου Δελχί ιδρύθηκε σύντομα, και, όπως σημειώνει και το ίδιο το Ίδρυμα Φόρντ «επρόκειτο για το πρώτο πρόγραμμα του Ιδρύματος εκτός αμερικανικών συνόρων, ενώ παραμένει το γραφείο με τις περισσότερες δραστηριότητες στον κόσμο». Τα γραφεία του Νέου Δελχί καλύπτουν σήμερα και τις δραστηριότητες στο Νεπάλ και την Σρι Λάνκα.
«Τα πεδία της δραστηριότητας που προτείνονται (από το Υπουργείο Εξωτερικών των Η.Π.Α.) στο Ίδρυμα Φορντ», γράφει ο Τζωρτζ Ρόζεν, «θεωρήθηκαν πάρα πολύ ευαίσθητα για να αναληφθούν απ’ ευθείας από μια ξένη (αμερικανική) κυβερνητική αντιπροσωπεία… Η Νότιος Ασία ανέκυψε σύντομα στο προσκήνιο ως μια περιοχή που χρειαζόταν την δραστηριοποίηση του ιδρύματος… Τόσο η Ινδία όσο και το Πακιστάν, βρίσκονταν στην περίμετρο της Κίνας και έμοιαζαν να απειλούνται από τον κομμουνισμό. Γι’ αυτό το λόγο επρόκειτο για μια πολύ σημαντική περιοχή για την αμερικανική πολιτική…»(3). Το Ίδρυμα Φόρντ παρείχε ασυνήθιστα υψηλούς πόρους για τα ινδικά προγράμματα. O Ρόζεν λέει ότι, «από το 1950 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο ξένος ειδικός είχε πολύ μεγαλύτερη εξουσία από τον αντίστοιχο Ινδό» και το Ι.Φ. και το (χρηματοδοτούμενο από το Ι.Φ. και την C.I.A.) Κέντρο Διεθνών Σπουδών του ΜΙΤ δρούσαν ως «ημιεπίσημοι σύμβουλοι στην Επιτροπή Προγραμματισμού». Ο Μπόουλς γράφει ότι, «κάτω από την ηγεσία του Ντάγκλας Ενσμίνγκερ, το προσωπικό του Ι.Φ. στην Ινδία συνεργαζόταν στενά με την Επιτροπή Προγραμματισμού που διαχειριζόταν το Πενταετές Σχέδιο. Οπουδήποτε υπήρχε ένα κενό, το κάλυπταν, είτε αφορούσε τη γεωργία, είτε την εκπαίδευση, την ιατρική ή τη διοίκηση. Ανέλαβαν, για παράδειγμα, την χρηματοδότηση και τη διεύθυνση του κρίσιμου προγράμματος για την ίδρυση των τεχνικών σχολείων στα χωριά»(4).
Η επέμβαση του Ιδρύματος Φορντ στην ινδική γεωργία
Δεδομένου του προηγούμενου της κινεζικής επανάστασης και των αγώνων της Τελανγκάνα, οι Αμερικανοί θεώρησαν ως προτεραιότητα στην Ινδία να ανεβρεθούν οι κατάλληλες πολιτικές που θα απέτρεπαν την αγροτική εξέγερση. Κατά συνέπεια, ο πρώτος κύκλος εργασιών του Ι.Φ. αφορούσε την «αγροτική ανάπτυξη». Το Ι.Φ. ενεπλάκη σοβαρά στο κυβερνητικό πρόγραμμα κοινοτικής ανάπτυξης, το οποίο ο Νεχρού χαρακτήρισε «ως ένα μοντέλο που αποκρούει τις επαναστατικές απειλές από την αριστερά και τον κομμουνισμό, ικανοποιώντας τα βασικά αιτήματα για γεωργικές μεταρρυθμίσεις». Η λογική του σχεδίου ήταν να τροφοδοτηθεί η γεωργική ανάπτυξη με μερικά κεφάλαια από το Πρόγραμμα αλλά και με την εθελοντική εργασία του χωριού, προκαλώντας αυτό που ο Νεχρού απεκάλεσε «μια ειρηνική επανάσταση». Έπειτα από πρόσκληση της ινδικής κυβέρνησης, το Ι.Φ. βοήθησε στην εκπαίδευση 35.000 τεχνικών που θα απασχολούνταν στο πρόγραμμα (5). Μέχρι το 1960, το Ι.Φ. και το Ίδρυμα Ροκφέλλερ είχαν συνεισφέρει στο συγκεκριμένο πρόγραμμα πόρους ύψους 50 εκατομμυρίων δολαρίων. Μέχρι το 1971, η Ινδία αποτελούσε την χώρα με τις περισσότερες χρηματοδοτήσεις από το Ίδρυμα Φορντ, λαμβάνοντας ποσά που έφταναν τα 104 εκατομμύρια δολάρια (6). Εντούτοις, τέτοιες διαρθρωτικές προσπάθειες ούτε οδήγησαν στην ανάπτυξη αλλά ούτε και μπόρεσαν να κατασιγάσουν τη δυσαρέσκεια των αγροτών.
Το 1959, μια ομάδα, καθοδηγούμενη από έναν οικονομολόγο του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ, συνέταξε την περίφημη έκθεση του Ιδρύματος για την έλλειψη τροφής στην Ινδία και τα βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν για την αντιμετώπισή της. Αντί της θεσμικής αλλαγής (δηλ. αναδιανομή της γης και των λοιπών αγροτικών πόρων) ως του θεμελίου για τη γεωργική ανάπτυξη, αυτή η έκθεση προωθούσε τις τεχνολογικές καινοτομίες (βελτιωμένους σπόρους, χημικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα) σε μικρές, ήδη αρδευόμενες, εκτάσεις. Αυτή ήταν η στρατηγική της «πράσινης επαναστάσης». Το Ι.Φ. χρηματοδότησε ακόμη και το Πρόγραμμα Εντατικής Γεωργικής Ανάπτυξης (IADP) ως μια πιλοτική εφαρμογή αυτής της στρατηγικής, που περιλάμβανε ανάμεσα σε άλλα την παροχή σπόρων, ευνοϊκών πιστώσεων, ειδικών τιμών στους πλούσιους αγρότες των αρδευόμενων περιοχών. Η Παγκόσμια Τράπεζα προωθούσε παράλληλα την ίδια στρατηγική7.
Σύντομα, η λογική αυτή υιοθετήθηκε από την ινδική κυβέρνηση, με τα γνωστά εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η γεωργική παραγωγή του ρυζιού και του σιταριού στις περιοχές όπου εφαρμόστηκαν αυτά τα μέτρα αυξήθηκε αμέσως. Η συζήτηση σχετικά με τις αγροτικές μεταρρυθμίσεις, την αναδιανομή της γης, τη βελτίωση των μισθών και την κατάργηση της τοκογλυφίας υποχώρησε από την ημερήσια διάταξη για να μην επανέλθει ποτέ ξανά. Αλλά τα θεαματικά ποσοστά αύξησης, που επιτεύχθηκαν αρχικά, εν τέλει επιβραδύνθηκαν. Στον μέσο όρο της γεωργικής παραγωγής σε πανεθνικό επίπεδο, η Ινδία αναπτυσσόταν πιο αργά μετά από την πράσινη επανάσταση απ’ ό,τι πιο πριν, και σε ένα μεγάλο μέρος της χώρας η κατά κεφαλήν γεωργική παραγωγή παρέμενε σταθερή ή μειώθηκε. Σήμερα, ακόμη και οι ευνοημένες από την πράσινη επανάσταση περιοχές αντιμετωπίζουν στασιμότητα στην παραγωγή.
Παρόλα αυτά, η πράσινη επανάσταση ήταν επιτυχής υπό μια άλλη έννοια: διαμόρφωσε μια μεγάλη αγορά για τις ξένες εταιρείες που πωλούν είτε τα προϊόντα είτε την τεχνολογία που απαιτεί.
Μετατόπιση της χρηματοδότησης προς τον «ακτιβισμό» των ΜΚΟ
Από το 1972 κι έπειτα, έχει παρατηρηθεί μια μετατόπιση στις δραστηριότητες του Ι.Φ. στην Ινδία. Πριν από το 1972, το Ι.Φ. είχε πολυάριθμο προσωπικό και οι δραστηριότητές του εστιάζονταν στη γεωργία, την αγροτική ανάπτυξη, την παροχή τεχνικής βοήθειας και την άμεση εφαρμογή των διαφόρων προγραμμάτων. Τώρα, οι αναπτυξιακές δραστηριότητές του επικεντρώνονται κυρίως στην «εξασφάλιση κεφαλαίων και την κοινοτική ανάπτυξη». (Το Ι.Φ. ισχυρίζεται ότι είναι εκείνο που εισήγαγε πρώτο το πρόγραμμα των μικρο-πιστώσεων στην Ινδία, το οποίο τώρα το έχει ενστερνιστεί η Αποθεματική Τράπεζα.) Στις δραστηριότητές του εντάσσονται δυο ακόμα πεδία, η «ειρήνη και η κοινωνική δικαιοσύνη» και η «εκπαίδευση, τα ΜΜΕ και ο πολιτισμός». Αυτή η αλλαγή συνάδει με τη συνολική μεταβολή της πολιτικής του ιδρύματος παγκοσμίως, που πραγματοποιήθηκε κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1970, και που στρέφεται τώρα σε μια νέα γενιά Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε κοινωνικά και πολιτικά θέματα. Ανάμεσα στους στόχους υπέρ της «ειρήνης και της κοινωνικής δικαιοσύνης» συγκαταλέγεται και η προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ειδικότερα των γυναικών, η διασφάλιση «ανοιχτών» και υπεύθυνων κυβερνητικών θεσμών, ενισχύοντας την «κοινωνία των πολιτών μέσω της διεύρυνσης της συμμετοχής των ατόμων και των κοινωνικών οργανώσεων στον σχεδιασμό του μέλλοντος» αλλά και την ενίσχυση της περιφερειακής και της διεθνούς συνεργασίας.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1952-2002, το γραφείο του Ι.Φ. στο Νέο Δελχί, το πρώτο και παλαιότερο από τα 13 υπερπόντια γραφείων του Ι.Φ., έχει διανείμει $450 δισεκατομμύρια σε επιχορηγήσεις8. Σε μια εορταστική συνέντευξη τύπου για τα 50α γενέθλια της παρουσίας του Ι.Φ. στην Ινδία, ο εκπρόσωπος του ιδρύματος στη χώρα ανακοίνωσε την έναρξη ενός νέου προγράμματος χρηματοδοτήσεων ύψους 45 εκατομμυρίων δολαρίων –περίπου το διπλάσιο των αντιστοίχων ετησίων κυβερνητικών– δεσμεύοντας κεφάλαια για την επιχορήγηση των κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων όπως είναι οι παρίες, τα μέλη των μειονοτήτων και οι γυναίκες. «Σε ερώτηση που του έγινε για το εάν η αλλαγή στις πολιτικές του ιδρύματος (από τις παραδοσιακές δραστηριότητες του Ι.Φ. που αφορούσαν την αγροτική ανάπτυξη) προκλήθηκε από τις ανισότητες που επέφεραν οι παγκοσμιοποιητικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές της ινδικής κυβέρνησης, απάντησε πως δεν υπάρχει καμία πρόθεση απομάκρυνσης από την παγκοσμιοποίηση αλλά εξέφρασε επίσης και κάποια ανησυχία. Γι’ αυτόν τον λόγο, τα προγράμματα μπορούν να λειτουργήσουν ως διορθωτικά μέτρα έτσι ώστε να αντισταθμιστεί ο δυσμενής αντίκτυπος των ανεξέλεγκτων δυνάμεων της αγοράς»9.
Αυτή είναι ακριβώς η γλώσσα της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ: η απάντησή τους στις “ανεξέλεγκτες δυνάμεις της αγοράς” δεν είναι να τις ελέγξουν, αλλά να οργανώσουν τα μικροσκοπικά, και πολυδιαφημισμένα από τα ΜΜΕ, δίκτυα ασφαλείας που θα πιάσουν μόνο μια χούφτα ανθρώπων από τις μάζες που πετιούνται στο περιθώριο από τις δυνάμεις της αγοράς.
Περαιτέρω, το Ι.Φ. ενδιαφέρεται να εξασφαλίσει ότι τα κοινωνικά κινήματα δεν θα πάρουν αντικυβερνητικό χαρακτήρα: αναγνωρίζοντας ότι αρκετές από τις εθελοντικές οργανώσεις που χρηματοδοτούνται, κάλλιστα θα μπορούσαν να εναντιωθούν στην κυβέρνηση, όταν δρουν σε ζητήματα όπως αυτό των παριών, ο εκπρόσωπος του Φορντ στην Ινδία δήλωσε ότι δεν επιθυμεί την σύγκρουση με την κυβέρνηση: «Οι προσπάθειες του ιδρύματος επικεντρώνονται στο να συνεργαστεί με την κυβέρνηση συμπληρώνοντας τις προσπάθειές της»10.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Aspects of India’s Economy,
No 35 Σεπτέμβριος 2003