Αρχική » Τσε και Πάμπλο

Τσε και Πάμπλο

από Θέμος Στοφορόπουλος

του Θ. Στοφορόπουλου, από το Άρδην τ. 13, Απρίλιος-Μάιος 1998

Η αναβίωση του ενδιαφέροντος για τη ζωή και το θάνατο του Τσε Γκεβάρα έδωσε αφορμή σε συζητήσεις σχετικά με τις ιδέες του. Έτσι, στο τεύχος του Νοεμβρίου 1998, η Μαρξιστική Επιθεώ­ρηση, που εκδίδεται στο Λονδίνο με τον υπότιτλο «μηνιαίο διεθνές περιοδικό τροτσκισμού», δημοσιεύεται κριτική του Τζιμ Γκράχαμ για τη βιογραφία του Τσε από τον Τζον Δη Αντερσον (Jon Lee Anderson, Che Guevara: A Revolutionary Life, Bantam Press).

Αφού επισημάνει ότι το βιβλίο αυτό είναι μάλλον το πληρέστερο που έχει γραφεί για τον Αργεντινό επαναστάτη, ο Γκράχαμ παρατη­ρεί ότι δεν αποτελεί όμως μαρξιστική ανάλυση άξια του βιογραφούμενου.

Κατά τη βιβλιοκρισία, ο Αντερσον δεν τονίζει το λανθασμένο χαρακτήρα των θεωριών του Τσε σχετικά με τη φύση της σοσιαλι­στικής επανάστασης σε ημι-αποικιοκρατούμενες χώρες κατά την ιμπεριαλιστική εποχή. Ο Γκράχαμ (προφανώς και το περιοδικό) θεωρεί ότι το σφάλμα του Γκεβάρα συνίσταται στην απόρριψη του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης και στην εντύπωση ότι μία μικρή ομάδα αφοσιωμένων ανταρτών θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία αφού θα έπειθε τους χωρικούς να επαναστατήσουν.

Την άποψη αυτή ο κριτικός αποκαλεί μικροαστική. Έτσι χαρα­κτηρίζει και την ηγετική ομάδα του Φιντέλ Κάστρο, προσάπτοντας της ότι δεν κατέστρεψε τον προεπαναστατικό κρατικό μηχανισμό στην Κούβα, ότι τον κράτησε γραφειοκρατικά ανεξάρτητο από τα όποια όργανα εξουσίας των εργατών και ότι ασπάσθηκε τελικά την ιδεολογία του σοβιετικού σταλινισμού, υιοθετώντας και αντιτροτσκιστικές θέσεις.

Ο Γκράχαμ ονομάζει «αστούς εθνικιστές» τον Κάστρο, τον Γκε­βάρα αλλά και τον Μπεν Μπελλά. Και βρίσκει την ευκαιρία να προ­σθέσει πως το ζήτημα της Κούβας και της επανάστασής της συνε­τέλεσε αποφασιστικά στη διάσπαση του διεθνούς τροτσκισπκού κι­νήματος, όταν το αμερικανικό τμήμα της Διεθνούς Επιτροπής της Τετάρτης Διεθνούς (ICFI) «παραβίασε τις αρχές του και ενώθηκε με τους εκτελεστές του τροτσκισμού, τους οπαδούς του Μιχάλη Πάμπλο στη Γαλλία».

Τις επικρίσεις αυτές συμπληρώνουν οι ισχυρισμοί ότι, κατά τη δεκαετία του ’50, οι Παμπλιστές «είχαν αποστατήσει από τον τροτσκισμό, υποστηρίζοντας πως ο σταλινισμός είχε τη δυνατότητα να αυτομεταρρυθμισθεί υπό την πίεση των γεγονότων» και ότι, με α­φορμή τις εξελίξεις στην Κούβα, ο Πάμπλο και οι σύντροφοι του δέχτηκαν με ενθουσιασμό τις ιδέες του Τσε και διατύπωσαν την εκτίμηση ότι είχε πλέον αποδειχθεί πως την ηγεσία της σοσιαλιστι­κής επανάστασης μπορούσαν να αναλάβουν «αστοί εθνικιστές» και ότι, συνεπώς, δεν υπήρχε ανάγκη δημιουργίας τροτσκιστικών επα­ναστατικών κομμάτων. Ο Γκράχαμ γράφει πως οι αποτυχίες του Τσε στο Κονγκό και τη Βολιβία και το τραγικό του τέλος οφείλονται στη λανθασμένη αυτή θεωρία, «που θαύμασαν οι Παμπλιστές».

Τα μεταφέρουμε αυτά όχι βέβαια για να τα συνοδεύσουμε από κάποια υπεράσπιση του Μιχάλη Ράπτη. Δεν την έχει ανάγκη. Θελή­σαμε όμως να δώσουμε ένα παράδειγμα του ενδιαφέροντος που η σκέψη και η δράση του Πάμπλο εξακολουθούν να προκαλούν διε­θνώς, ενώ η πατρίδα του, όπου έφερε και κατέθεσε τα συμπερά­σματα της ιστορικής διαδρομής του, μοιάζει να τον ξεχνά.

Το ΑΡΔΗΝ είχε την τιμή να μετάσχει ο Μιχάλης Ράπτης στην πρώτη συντακτική του επιτροπή. Στο παρόν αφιέρωμα κατά τη συ­μπλήρωση δύο ετών από το θάνατο του μεγάλου αγωνιστή και στοχα­στή αναδημοσιεύουμε από το περιοδικό Convoy ένα σημαντικό κείμενο του για τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ