Του Αλέκου Μιχαηλίδη από τον Φιλέλευθερο
Το αριστουργηματικό «I Soliti Ignoti» (ελληνική απόδοση: «Ο κλέψας του κλέψαντος») του Μάριο Μονιτσέλι προβλήθηκε το 1958 με πρωταγωνιστές τους Βιτόριο Γκάσμαν, Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Κλαούντια Καρντινάλε και Ρενάτο Σαλβατόρι. Πρόκειται για μια ιδιοφυέστατη ιταλική κωμωδία κατά την οποία μια συμμορία μικροαπατεώνων προσπαθεί να κλέψει ένα ενεχυροδανειστήριο. Οι διάλογοι είναι εξαιρετικοί, το γέλιο άφθονο και οι σκηνές τραγελαφικές καθώς οι μικροαπατεώνες του Μονιτσέλι δυσκολεύονται στους υπολογισμούς και καταλήγουν σε μια κουζίνα – αντί στο ενεχυροδανειστήριο.
Εν πάση περιπτώσει, ο Μονιτσέλι θα ξαναέγραφε το αριστουργηματικό «Ο κλέψας του κλέψαντος» στην Κύπρο του 21ου αιώνα. Οι μικροαπατεώνες θα γίνονταν μεγάλοι, η ληστεία θα πετύχαινε και σε μεταγενέστερο στάδιο, θα αναζητούσε το λάθος. Σαν την πραγματικότητα του μικρού μας νησιού, που είναι αρκετά πιο χυδαία και ανυπόφορη. Ούτως ή άλλως, ο Πέπε, ο Τιβέριο, η Καρμελίνα, ο Μάριο και ο Κοσίμο (ο καημένος) δεν ορκίστηκαν να υπηρετήσουν τον λαό και την πατρίδα, ούτε ήταν πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα ή ηγέτες της Εκκλησίας, υπουργοί, πρόεδροι, τραπεζίτες κοκ.
Στο διά ταύτα, όσα εξάγονται από τις συνεδριάσεις της Ερευνητικής Επιτροπής για τις πολιτογραφήσεις, μπορεί να μην προκαλούν λαϊκή οργή (τουλάχιστον εκτός διαδικτύου) αλλά είναι, μεταξύ άλλων, και ένα καλό μάθημα για την κοινωνία. Μια κοινωνία που αντιλαμβάνεται την αδικία με βάση την ιδεολογική ή πολιτική ταύτιση τη στιγμή που γίνεται, μια κοινωνία που εναποθέτει τις ελπίδες της στο σαθρό κομματικό σκηνικό (πάσης αποχρώσεως). Μια κοινωνία που λησμόνησε ακαριαία το κούρεμα για να προχωρήσουν οι συνομιλίες στο Κυπριακό και ξάφνου ανακάλυψε πως το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα είναι πεδίο δράσης για τους κλέφτες και τους απατεώνες. Μια κοινωνία που ξέχασε ήδη ότι μαζί με τον Συλλούρη (κι αυτός ξεχάστηκε) έδρασε και ο Τζιοβάννης και θα το θυμηθεί σε καμιά δεκαετία, όταν το ΑΚΕΛ αποτύχει σε κάποια διακυβέρνηση –τώρα ζητείται ελπίς. Μια κοινωνία που ξεχνά –ώρες, ώρες– πως ο ΔΗΣΥ είναι κυβέρνηση και αναζητεί συμπαθείς κομματικούς για να δικαιολογήσει κάποια ψήφο.
Είναι δε νηπιακού επιπέδου οι αντιδράσεις για όσα καταθέτουν ο Χάρης, ο Αρχιεπίσκοπος, ο Χάσικος, ο Πετρίδης, διότι δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται –αυτοί οι άνθρωποι– ως απλοί μάρτυρες και να αξιώνουν χειροκροτήματα. Γιατί, λοιπόν, δεν έβγαλε άχνα ο Χάσικος όταν ήταν υπουργός Εσωτερικών; Γιατί δεν μίλησε ο Πετρίδης όταν προωθούσαν (άλλοι) πολιτογράφηση ιδιοκτήτη καζίνο στα κατεχόμενα; Γιατί δεν είπε κουβέντα ο Χάρης όταν αμφιβόλου ποιότητος πράξεις περνούσαν από το Υπουργικό Συμβούλιο; Γιατί δεν εξεμάνη ο Αρχιεπίσκοπος, όταν οι προύχοντες έκλεβαν εις βάρος του λαού; «Ου, ου, μύλος γίνεται στον οργανισμό: Ο κλέψας, του κλέψαντος, τω κλέψαντι, ω παλιοκλέψαντες και παλιοκλεφταρέοι», που θα έλεγε κι ο Ηλιόπουλος. Πώς να μην κλέψουν, όταν το όραμα μιας κοινωνίας είναι ένα κατά φαντασίαν υψηλό βιοτικό επίπεδο και ένα μέλλον με θεμέλια τα καζίνο (ένθεν και ένθεν των οδοφραγμάτων) και τους πύργους; Πώς να μην κλέψουν όταν γνωρίζουν πως η μνήμη του λαού φτάνει μέχρι την (όποια) επόμενη εξέλιξη και θεωρεί πιο σημαντική την (κινηματογραφική) ατάκα περί συμμετοχής στην κλεψιά Αρχιεπισκόπου από την προώθηση της πολιτογράφησης ενός απατεώνα που έχει καζίνο στα κατεχόμενα;