Του Νικόλα Δημητριάδη
Σήμερα ο Πρωθυπουργός παρέστη στην τελετή παραλαβής των νέων ελικοπτέρων του Πολεμικού Ναυτικού. Τα 7 νέα ελικόπτερα τύπου MH-60R Seahawk θα πλαισιώσουν τα 11 υπάρχοντα ελικόπτερα S-70 Aegean Hawk, τα οποία επανέρχονται σταδιακά σε υπηρεσία, μετά από χρόνια εγκατάλειψης και έλλειψης ανταλλακτικών.
Σε παλαιότερο σχετικό άρθρο μας[1], είχαμε αναφερθεί εκτενώς στη «συλλογή» ελικοπτέρων της χώρας μας, η οποία είχε οδηγήσει σε μία πανάκριβη και μη λειτουργική πανσπερμία διαφορετικών τύπων. Γράφαμε τότε πως: «Η Ελλάδα, μέσα σε δύο δεκαετίες, αγόρασε από το εξωτερικό 64 ελικόπτερα, 8 (!) διαφορετικών τύπων. Τα καταφέραμε έτσι, ώστε κάθε κλάδος των Ενόπλων Δυνάμεων και κάθε δημόσια υπηρεσία να διαθέτει ξεχωριστό τύπο ελικοπτέρου, διαφορετικό από όλους τους άλλους! … Η πολυτυπία κόστισε χρήματα στους φορολογούμενους, στέρησε τη χώρα από βιομηχανικό έργο και θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης και φόρτωσε το δημόσιο με ένα τιτάνιο (και κοστοβόρο) έργο υποστήριξης.»
Πράγματι, η υπάρχουσα συλλογή ελικοπτέρων του ελληνικού κράτους συνεχίζει να λειτουργεί με τον αναμενόμενο προβληματικό τρόπο: Ελικόπτερα σαπίζουν στα υπόστεγα και τους διαδρόμους των αεροδρομίων και τα εκατοντάδες εκατομμύρια που δόθηκαν για την αγορά τους πετιόνται στον κάλαθο των αχρήστων. Ακινητοποιημένα ελικόπτερα που έχουν «κανιβαλιστεί» σε τέτοιο βαθμό που είναι πλέον ασύμφορη η επαναφορά τους σε λειτουργία, τα Dauphin του Λιμενικού πετάνε αραιά και πού, ενώ των περίφημων NH-90 του Στρατού δεν έχει καν ολοκληρωθεί η παραλαβή, καθώς ορισμένα εξακολουθούν να μαζεύουν σκόνη στη… Γαλλία, 20 χρόνια μετά την παραγγελία τους! Η παρούσα κυβέρνηση, προσπαθεί, ομολογουμένως, να επαναφέρει το σύνολο του στόλου σε πτητική κατάσταση, όμως η προσπάθεια αυτή δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, καθώς είναι τεράστια τα προβλήματα διοικητικής μέριμνας, συντήρησης και υποστήριξης ενός τόσο ετερόκλητου στόλου.
Έχοντας αυτή την κατάσταση ως δεδομένο, μας προκάλεσε μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι η συλλογή ελικοπτέρων, αντί να περιορίζεται, συνεχίζει να διευρύνεται! Σε μία παράλληλη εξέλιξη, λοιπόν, η Πολεμική Αεροπορία επιζητά αυτόν τον καιρό την αγορά νέων ελικοπτέρων για έρευνα και διάσωση. Κι αυτό τη στιγμή που παλεύει ακόμη να επαναφέρει σε λειτουργική κατάσταση τον απαξιωμένο στόλο των Super Puma που ήδη διαθέτει, ο οποίος ήταν σε μεγάλο βαθμό καθηλωμένος από την έλλειψη ανταλλακτικών. Το ίδιο, όμως, κάνει και ο Ελληνικός Στρατός, που έχει εκπονήσει (και αυτός) ένα ξεχωριστό, δικό του πρόγραμμα αγοράς 35 μεταφορικών ελικοπτέρων Blackhawk, με τον κ. Δένδια να δηλώνει σήμερα ότι η υπογραφή του είναι θέμα ημερών. Όπως, δε, έγινε πρόσφατα γνωστό, αντίστοιχα ελικόπτερα μεσαίου τύπου, και μάλιστα 10, αναζητά και το Πυροσβεστικό Σώμα! Και εδώ, φυσικά, η κυβέρνηση προχωρά τη σχετική ανάγκη ως ξεχωριστό πρόγραμμα, χωρίς να το συνδέει με τα άλλα τρία.
Η προσφιλής τακτική των αποσπασματικών αγορών συνεχίζεται. Και, όπως είθισται σε όλα τα μείζονα εξοπλιστικά προγράμματα, δεν γίνονται διεθνείς διαγωνισμοί, αλλά απ’ ευθείας αναθέσεις, με τα ανάλογα δυσμενή οικονομικά και βιομηχανικά αποτελέσματα. Αντιθέτως, διεθνείς διαγωνισμοί γίνονται μόνον όταν έρχεται η ώρα να συντηρηθούν αυτά τα οπλικά συστήματα και τότε η σχετική νομοθεσία κάνει το θαύμα της: Έτσι, π.χ., στις 21 Δεκεμβρίου 2023 υπεγράφη η σύμβαση υποστήριξης των Super Puma της Πολεμικής Αεροπορίας μετά από… 7 χρόνια, καθώς ο σχετικός διαγωνισμός είχε προκηρυχθεί τον Ιούνιο του 2017!
Η όλη κατάσταση δεν φαίνεται να ανησυχεί κανέναν και έτσι η κυβέρνηση συνεχίζει στα εξοπλιστικά τις ίδιες πρακτικές με τους προκατόχους της. Έτσι, αντί να επιχειρήσει ένα συμμάζεμα της όλης κατάστασης, προτιμά να προχωρήσει σε τέσσερις ξεχωριστές παραγγελίες/αναθέσεις, χωρίς να θεραπεύει το ζήτημα της πολυτυπίας, χωρίς να φροντίζει για τη δημιουργία οικονομίας κλίμακας και χωρίς φυσικά να μεριμνά για την απόδοση κάποιων ψίχουλων στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία…
Η Τουρκία, από την άλλη, αγνοώντας τις περίτεχνες διεργασίες των ελληνικών επιτελείων, προχώρησε το 2016 σε μία μαζική παραγγελία Blackhawk για όλους τους κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων (Στρατό, Ειδικές Δυνάμεις, Αεροπορία, Χωροφυλακή), αποσπώντας από την κατασκευάστρια εταιρεία την μεταφορά τεχνογνωσίας και την εγχώρια παραγωγή τόσο των ελικοπτέρων όσο και των κινητήρων τους στην Τουρκία. Στην Ελλάδα, βέβαια, παρόμοιες πρακτικές αποφεύγονται επί της αρχής. Άλλωστε, με λίγη ώθηση στο ρήαλ εστέητ και τα ερ-μπι-εν-μπι, η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι θα τουμπάρει στο τέλος και τη δύστροπη Moody’s και θα αποκτήσει την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, χωρίς να χρειαστεί να αλλάξει το οικονομικό μοντέλο και χωρίς να υποχρεωθεί να ασχοληθεί με την τόσο ενοχλητική βιομηχανική παραγωγή. Η Ταϊλάνδη της Ευρώπης δεν χρειάζεται εργοστάσια.
[1] Νικόλας Δημητριάδης, «Case Study: Γιατί δεν έχει η Ελλάδα βιομηχανία;», 27 Απριλίου 2020.