Για να μην καταστούμε μέσα για τους αλλότριους και αλλοτριωτικούς σκοπούς τρίτων.
του Κώστα Θεολόγου*
Οι άνθρωποι σχεδιάζουν, κατασκευάζουν και χρησιμοποιούν εργαλεία με τρόπο ιδιοφυή. Το έμφυτο ανθρώπινο ταλέντο για τεχνολογική καινοτομία είναι κύριο χαρακτηριστικό που μας ξεχωρίζει από τα άλλα είδη και ένας από τους βασικούς λόγους που έχουμε κατακυριεύσει τον πλανήτη μας με τέτοιον τρόπο, ώστε να διακυβεύεται και η μοίρα μας πάνω του. Αλλά, αν η ικανότητά μας να βλέπουμε τον κόσμο ως πρώτη ύλη, ως κάτι που μπορούμε να μεταβάλλουμε και να χειριστούμε έτσι, ώστε να εναρμονιστεί με τους σκοπούς μας, μολονότι μας δίνει τεράστια δύναμη, συνάμα περιέχει και σοβαρούς κινδύνους.
Μια διακύβευση που ελλοχεύει χωρίς να την αντιλαμβανόμαστε αφορά στο ότι έχουμε καταλήξει να εκλαμβάνουμε τους εαυτούς μας ως εργαλεία, ως όργανα πρόσφορα για μηχανική επεξεργασία, βελτιστοποίηση και προγραμματισμό, λες και τα μυαλά και τα σώματά μας δεν αποτελούσαν καθεαυτά τίποτε άλλο παρά «τεχνολογίες». Οφείλουμε να συζητήσουμε περισσότερο υπό φιλοσοφικό πρίσμα αυτό το αναπόδραστο υβριδικό μόρφωμα, το μπέρδεμα του εργαλείου με τον κατασκευαστή του.
Οι ανησυχίες για τις δυνατότητες ή τις πιθανότητες των μηχανών να απομυζήσουν τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά μας έχουν, ασφαλώς, απασχολήσει τις σκέψεις μας από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκαν οι μηχανές. Στη νεότερη εποχή, στοχαστές όπως ο Μαξ Βέμπερ και ο Μάρτιν Χάιντεγκερ έχουν περιγράψει, συχνά με περισσή λεπτομέρεια και οξυδέρκεια, πώς μια περιορισμένη εργαλειοκρατική άποψη της ανθρώπινης ύπαρξης προάγει την κατανόηση του εαυτού μας καθεαυτόν και διαμορφώνει το είδος των κοινωνιών που συγκροτούμε. Ο κίνδυνος, ωστόσο, από την κοινωνία που διαμορφώσαμε σαφώς στις μέρες μας είναι υψηλός.
Χάρη στα πανταχού παρόντα δίπλα μας ευφυά τηλέφωνα (smartphones) και στις άλλες ψηφιακές συσκευές, οι περισσότεροι από μας είμαστε συνδεδεμένοι με ένα πανίσχυρο υπολογιστικό δίκτυο σε όλη τη διάρκεια της εγρήγορης καθημερινότητάς μας. Οι εταιρείες που ελέγχουν το δίκτυο επιθυμούν διακαώς να αποκτήσουν μια διαρκώς ισχυρότερη αγοραστική ικανότητα των αισθήσεων και των σκέψεών μας, μέσα από τις εφαρμογές (apps), τους ιστότοπους (sites) και τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους. Συνάμα, η ραγδαία εξάπλωση των αντικειμένων, μηχανών και συσκευών, που βρίσκονται σε δικτυακή σύνδεση στους εργασιακούς χώρους και στις κατοικίες μας καταφέρνει να μας εμπλέξει εντέλει ακόμη περισσότερο σε ένα ψηφιακό περιβάλλον σχεδιασμένο να ανταποκρίνεται αυτομάτως στις ανάγκες μας. Απολαμβάνουμε πολλά οφέλη από την ολοένα και σε μεγαλύτερο βαθμό διαμεσολαβημένη ύπαρξή μας. Δραστηριότητες και εργασίες που κάποτε ήταν επαχθείς και δύσκολες ή χρονοβόρες έχουν γίνει ευκολότερες και απαιτούν λιγότερη προσπάθεια και σκέψη. Η διακύβευση αφορά στον κίνδυνο που διατρέχουμε να απολέσουμε την προσωπική αυτουργία (agency) μας και την αίσθηση της πραγμάτωσης και της ένταξής μας στον κόσμο που προέρχεται από τις χαρισματικές και εμπρόθετες ενέργειές μας σε αυτόν.
Καθώς μεταφέρουμε την αυτουργία μας στους υπολογιστές και στα λογισμικά, ταυτόχρονα εκχωρούμε τον έλεγχο επί των επιθυμιών και των αποφάσεών μας. Αρχίζουμε, δηλαδή, να αναθέτουμε σε τρίτους, σαν outsourcing, την ευθύνη για τις ενδόμυχες, αυτό-προσδιοριζόμενες αξιολογήσεις και κρίσεις μας σε προγραμματιστές και σε εταιρείες που τους απασχολούν. Πολλοί άνθρωποι, ήδη, έχουν μάθει να αποδέχονται αλγορίθμους, όταν επιλέγουν να παρακολουθήσουν κάποιο κινηματογραφικό φιλμ, κάποια συνταγή να μαγειρέψουν, από πού να ενημερώνονται, αλλά και με ποιο ταίρι να βγουν ραντεβού. Γιατί να σκέφτεσαι, πράγματι, όταν απλώς μπορείς να κάνεις ένα κλικ; Παραχωρώντας, λοιπόν, τέτοιες επιλογές σε τρίτους, αναπόφευκτα τους επιτρέπουμε να μας χειριστούν.
Με δεδομένο ότι ουδέποτε σχεδόν έχουμε γνώση περί τον σχεδιασμό και την επεξεργασία των αλγορίθμων, μπορεί να είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να γνωρίζουμε κατά πόσο οι επιλογές που γίνονται για λογαριασμό μας αντικατοπτρίζουν τα δικά μας ενδιαφέροντα ή εκείνα των εταιρειών, των κυβερνήσεων και άλλων εξωτερικών παραγόντων. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η τεχνολογία ενισχύει τη δυνατότητά μας να ελέγχουμε τον βίο μας και τις περιστάσεις που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, αλλά αν χρησιμοποιείται αλόγιστα, είναι πολύ πιθανόν απλώς να μας μετατρέψει σε όντα που τα κηδεμονεύει ο χειριστής της τεχνολογίας. Συνεπώς, με φρόνηση και ψυχραιμία οφείλουμε να στοχαστούμε κριτικά αυτήν την κατάσταση και ίσως να αναλάβουμε τη δέουσα δράση.
Η «τεχνολογική στροφορμή» (technological momentum), όπως την αποκάλεσε ο Thomas P. Hughes ήδη από το 1969, διαθέτει δύναμη πανίσχυρη που μπορεί να μας παρασύρει ανεπαίσθητα αλλά και απερίσκεπτα στη ολισθηρή ροή και στην αφομοιωτική δίνη της. Μπορούμε να αντιταχθούμε σε αυτήν τη δύναμη, αλλά προαπαιτείται συνειδητή αποδοχή της ευθύνης για τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζονται και εφαρμόζονται (δηλαδή χρησιμοποιούνται) οι τεχνολογίες. Χωρίς την ανάληψη αυτής της ευθύνης κινδυνεύουμε να καταστούμε μέσα για τους αλλότριους και αλλοτριωτικούς σκοπούς τρίτων.
***
*Ο Κώστας Θεολόγου είναι Καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας του Πολιτισμού στο ΕΜΠ και Β’ Διευθυντής του Προγράμματος Σπουδών Ευρωπαϊκός Πολιτισμός στο ΕΑΠ. Κυκλοφορεί το βιβλίο του «Φιλοσοφία και Τεχνολογία» (Ελληνοεκδοτική 2023)