Η σημασία των μεγάλων κοινών στρατιωτικών ασκήσεων
του Χρίστου Λοΐζου, Πολιτικού Επιστήμονα από το Άρδην τ. 130-131 με αφιέρωμα στα 50 χρόνια της τουρκικής εισβολής και Κατοχής στην Κύπρο.
Το ζήτημα αποστολής στρατιωτικών ενισχύσεων από την Ελλάδα στην Κύπρο κατά την τουρκική εισβολή
Ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα που έχουν απασχολήσει την ανάλυση των αιτιών της κατάληψης της μισής Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα το 1974 είναι η αποστολή και μη αποστολή ενισχύσεων από την Ελλάδα. Το Σχέδιο Αμύνης Κύπρου «Αφροδίτη» (ΣΑΚ Αφροδίτη) προέβλεπε την αποστολή ενός υποβρυχίου, δύο τορπιλακάτων και δεκαοκτώ πολεμικών αεροσκαφών στην Κύπρο, προς ενίσχυση της Εθνικής Φρουράς η οποία στερείτο αεροναυτικών μέσων. Η εν λόγω βοήθεια δεν εστάλη ούτε προ της εκδήλωσης της τουρκικής εισβολής, ούτε κατά τον Α΄ γύρο της εισβολής, ούτε κατά την εκεχειρία και ούτε κατά τον Β΄ γύρο της εισβολής.
Μελετώντας τα αρχεία και δευτερογενείς πηγές, εξάγεται το συμπέρασμα πως η κύρια ευθύνη για την μη αποστολή αεροναυτικών δυνάμεων στην Κύπρο βαραίνει τις πολιτικές ηγεσίες των Αθηνών κατά τον Α΄ και Β΄ γύρο της τουρκικής εισβολής. Οι τότε ηγεσίες των Αθηνών, προσπαθώντας να αποκρύψουν την πολιτική τους απροθυμία για στρατιωτική στήριξη της Κύπρου, προέβαλαν μεταξύ άλλων και επιχειρήματα επιχειρησιακής φύσεως όπως η απόσταση της Κύπρου και η πιθανότητα προσβολής των Ελληνικών Δυνάμεων από τουρκικά πυρά.
Τελικά, ο Ελληνικός Στρατός απέστειλε στην Κύπρο την Α΄ Μοίρα Καταδρομών, την 21η προς 22α Ιουλίου, με 15 αεροσκάφη Νοράτλας. Η αποστολή κατέφθασε στο αεροδρόμιο Λευκωσίας όχι όμως χωρίς προβλήματα. Δέχτηκε φίλια πυρά από δυνάμεις της Εθνοφρουράς λόγω λάθους συνεννόησης, με αποτέλεσμα την κατάρριψη ενός και τον τραγικό θάνατο τεσσάρων αεροπόρων και είκοσι εννέα καταδρομέων ενώ άλλοι δέκα καταδρομείς τραυματίστηκαν. Οι καταδρομείς που έφτασαν στην Κύπρο επιτέλεσαν το καθήκον τους και αξίζουν κάθε τιμή από την Πολιτεία, σε Ελλάδα και Κύπρο.
Η επιχείρηση ΝΙΚΗ, η οποία έχει χαρακτηριστεί και ως «επιχείρηση αυτοκτονίας», εκτός των φίλιων πυρών, αντιμετώπισε και άλλα προβλήματα. Η ηγεσία των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων ήταν παντελώς ανέτοιμη για το σενάριο αποστολής χερσαίων ενισχύσεων στην Κύπρο. Με τη λήψη απόφασης για αποστολή καταδρομέων, δεν εξετάστηκε το ενδεχόμενο ρίψης αλεξιπτωτιστών σε ασφαλή χώρο ρίψεως, αρχικώς εξετάστηκε η αποστολή της Β΄ Μοίρας Καταδρομών με πολιτικά αεροσκάφη της Ολυμπιακής Αεροπορίας η οποία απόφαση και τελικώς ματαιώθηκε.
Μετά τη λήψη απόφασης για αποστολή της Α΄ Μοίρας Καταδρομών, δύο αεροσκάφη της 354 ΜΜ δεν κατάφεραν να φτάσουν στην Κύπρο και επέστρεψαν, ενώ πρόβλημα παρουσιάστηκε και με τον ανεφοδιασμό των αεροσκαφών στη Σούδα με βενζινοφόρα οχήματα. Αξίζει να σημειωθεί πως, κατά τον Β΄ γύρο της τουρκικής εισβολής, εξετάστηκε και το ενδεχόμενο αποστολής Μεραρχίας στην Κύπρο, κάτι που τελικά δεν αποφασίστηκε και η μόνη ουσιαστικά κίνηση που έγινε ήταν η μεταφορά του 28ου Συντάγματος Πεζικού στην Κρήτη.
Δεν έγιναν ποτέ ασκήσεις
Από την περίοδο αποχώρησης της Ελληνικής Μεραρχίας, το 1967, μέχρι την τουρκική εισβολή το 1974, δεν έγιναν κοινές ασκήσεις μεγάλης κλίμακας μεταξύ Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και Εθνικής Φρουράς. Παρόλο που το Σχέδιο Αμύνης Κύπρου προέβλεπε την αποστολή αεροναυτικών δυνάμεων από την Ελλάδα, οι οποίες, σύμφωνα με τις εκθέσεις του ΓΕΕΦ, πριν και μετά τον πόλεμο, κρίνονταν ιδιαίτερα σημαντικές, ουδέποτε οι ηγεσίες σε Ελλάδα και Κύπρο προχώρησαν στην εφαρμογή του σχεδίου σε κοινή στρατιωτική άσκηση. Αντίστοιχα δεν έγιναν και ασκήσεις αποστολής χερσαίων δυνάμεων από την Ελλάδα στην Κύπρο, κάτι που θα έπρεπε να προβλέπεται μετά την αποχώρηση της Μεραρχίας, γι’ αυτό και υπήρξε τόση προχειρότητα και τόσα απρόβλεπτα προβλήματα στην απόφαση για την αποστολή των καταδρομέων.
Δόγμα Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και Ασκήσεις Νικηφόρος – Τοξότης
Το 1994, 20 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, διακηρύσσεται το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδος και Κύπρου. Την ίδια χρονιά πραγματοποιείται για πρώτη φορά, παράλληλα, η μεγάλη διακλαδική άσκηση της Εθνικής Φρουράς «Νικηφόρος» με την άσκηση «Τοξότης» των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Στην πρώτη άσκηση συμμετέχουν έξι μαχητικά της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, δύο μαχητικά F-16C και τέσσερα βομβαρδιστικά A-7 Corsair, καθώς και η Φρεγάτα ΑΔΡΙΑΣ. Το 1995 συμμετέχει και το υποβρύχιο ΑΜΦΙΤΡΙΤΗ, ενώ το 1996 γίνεται και ρίψη αλεξιπτωτιστών. Το 2000 πραγματοποιήθηκε για τελευταία φορά η άσκηση «Τοξότης». Η άσκηση «Νικηφόρος» δεν πραγματοποιήθηκε από το 2002 μέχρι το 2004 ενώ το 2008 καταργήθηκε.
Το 2001, όπου αναβλήθηκε η άσκηση «Τοξότης», τα υπουργεία Άμυνας Κύπρου και Ελλάδας παρουσίασαν ως αιτία τον πόλεμο των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και τα τεχνικά θέματα που δημιουργούνταν με την κινητικότητα αεροπορικών δυνάμεων στην περιοχή. Το 2002, η άσκηση ματαιώθηκε μαζί με την τουρκική άσκηση «Ταύρος», στα πλαίσια της προοπτικής των διαπραγματεύσεων για επίλυση του κυπριακού και της επικείμενης ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η ακύρωση των ασκήσεων έγινε ως μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης για τις διαπραγματεύσεις, ενώ παράλληλα ορισμένοι πολιτικοί κύκλοι, υποστηρικτές του σχεδίου Ανάν, άρχισαν να υποστηρίζουν την αντίληψη πως πλέον οι στρατιωτικές ασκήσεις είναι αχρείαστες καθώς, με τη λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, η Κύπρος θα αποστρατικοποιηθεί, ενώ με την ένταξη στην Ε.Ε θα την προστατεύει ο «ευρωστρατός».
Το σχέδιο Ανάν απορρίφθηκε στο δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004 από το 76% των Ελλήνων της Κύπρου, ο «ευρωστρατός» δεν δημιουργήθηκε ποτέ, ενώ μέχρι σήμερα οι προσπάθειες ενίσχυσης της Κοινής Ευρωπαϊκής Άμυνας στηρίζονται στις εθνικές στρατιωτικές ικανότητες των κρατών-μελών της Ε.Ε. Παρ΄όλα αυτά, ενώ η τουρκική κατοχή στην Κύπρο παραμένει και η επιθετικότητα της Τουρκίας κλιμακώνεται, δεν έχουν διεξαχθεί ξανά κοινές διακλαδικές ασκήσεις μεγάλης κλίμακας, όπως οι ασκήσεις «Νικηφόρος» και «Τοξότης» μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου.
Πολιτική βούληση σήμερα – Αναφορά σε στρατιωτικά μέσα και μικτά σήματα
Σε ό,τι αφορά την εκδήλωση προθέσεων, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, από την προεκλογική περίοδο το 2023 αλλά και αμέσως μετά την εκλογή του, αναφέρθηκε στην αναβίωση του ενιαίου αμυντικού δόγματος και ιδιαίτερα στην επιχειρησιακή πτυχή. Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, στη στρατιωτική παρέλαση της 1ης Οκτωβρίου στη Λευκωσία δήλωσε πως «για την Ελλάδα των Bellhara, των Rafale και των Viper η Κύπρος δεν κείται μακράν». Ως θετικό βήμα ως προς την πολιτική βούληση και τις προθέσεις των πολιτικών ηγεσιών σε Ελλάδα και Κύπρο, μπορεί να σημειωθεί μεταξύ άλλων και η πραγματοποίηση της πρώτης Διακυβερνητικής Συνόδου Ελλάδας και Κύπρου, τον Νοέμβριο του 2023 στην Αθήνα.
Παρόλο που οι δηλώσεις αυτές μπορούν να ενισχύσουν τα σήματα αποτροπής, εντούτοις άλλες δηλώσεις από πολιτικούς παράγοντες σε Κύπρο και Ελλάδα λειτουργούν πολλές φορές στην αντίθετη κατεύθυνση και μεταδίδουν το σήμα πως κύριος στρατηγικός στόχος είναι η αποφυγή της κλιμάκωσης. Ενδεικτικά και πάλι, να υπενθυμίσουμε τη δήλωση του πρώην Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, που το 2020 δήλωσε πως θα έρθει «το τέλος του Κυπριακού Ελληνισμού αν χρησιμοποιήσουμε όπλα», την πρόσφατη δήλωση του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας, Γιώργου Γεραπετρίτη, πως θέλει τα παιδιά του να ζήσουν «χωρίς να είναι με το δάχτυλο στη σκανδάλη» αλλά και τις αντιδράσεις του ΑΚΕΛ όταν, το 2018, πέταξαν ελληνικά μαχητικά αεροσκάφη στην παρέλαση της 1ης Οκτωβρίου στην Κύπρο, που, σε ανακοίνωσή του, ανέφερε: «Διερωτόμαστε, ποια μηνύματα θέλαμε να εκπέμψουμε με τις υπερπτήσεις των ελληνικών αεροσκαφών προς την τουρκοκυπριακή κοινότητα».
Σε ό,τι αφορά τα μέσα, όντως οι νέες φρεγάτες και τα νέα μαχητικά αεροσκάφη των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων αυξάνουν σημαντικά τις επιχειρησιακές δυνατότητες της Ελλάδας στην Κύπρο, καθώς διαθέτουν αυξημένο εύρος ως πλατφόρμες και μεγάλο βεληνεκές σε συστήματα ανίχνευσης και οπλισμού. Σε συμβολικό επίπεδο, είναι αξιοσημείωτο πως η πρώτη φρεγάτα FDI φέρει το όνομα ΚΙΜΩΝ.
Ανάγκη διεξαγωγής μεγάλων κοινών στρατιωτικών ασκήσεων
Η αλήθεια είναι πως η στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας και Κύπρου βρίσκεται σε αρκετά καλό επίπεδο και επιχειρησιακά – δεν αποσκοπούμε στον μηδενισμό των όσων γίνονται. Οι ένοπλες δυνάμεις των δύο κρατών συνεκπαιδεύονται αρκετά συχνά σε μικρότερης κλίμακας στρατιωτικές ασκήσεις σε Κύπρο, Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Υπάρχει πρόγραμμα διμερούς αμυντικής συνεργασίας, υπάρχουν τριμερείς αμυντικές συνεργασίες με άλλα κράτη, όπως η Αρμενία, η Αίγυπτος, το Ισραήλ και η Ιορδανία, ενώ υπάρχει και τετραμερής με την Γαλλία και την Ιταλία. Επιπλέον, η ΕΛΔΥΚ είναι στην Κύπρο, ο Αρχηγός του ΓΕΕΦ προέρχεται από τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις και τα στελέχη της Εθνικής Φρουράς φοιτούν στις Στρατιωτικές Σχολές της Ελλάδας και εκπαιδεύονται σε σχολεία των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Υπάρχει όμως ακόμα η έλλειψη στη διεξαγωγή μεγάλων κοινών διακλαδικών στρατιωτικών ασκήσεων. Και η διεξαγωγή τους είναι επιτακτική ώστε να παγιωθεί σε επιχειρησιακό επίπεδο το «ενιαίο δόγμα» ή όπως αλλιώς ονομάζεται ή θα ονομαστεί. Η διεξαγωγή στρατιωτικών ασκήσεων αυτού του τύπου και μεγέθους έχει αυξημένο συντελεστή οφέλους στο επίπεδο της Αποτροπής και της Άμυνας για τους λόγους που αναφέραμε παραπάνω. Η μη διεξαγωγή τους αναμφίβολα συνέβαλε στην αρνητική έκβαση των επιχειρήσεων του 1974 ενώ η ακύρωση τους την περίοδο του «Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος» αποδείχτηκε πως έγινε για λάθος λόγους. Είναι καιρός λοιπόν να επανέλθουν για τους σωστούς λόγους.
Και ως επίλογο, να αναφέρουμε πως η «Προεκτεινόμενη Αποτροπή» δεν πρέπει να είναι μονόπλευρη στην περίπτωση της Ελλάδας και της Κύπρου. Δεν πρέπει να δεσμεύεται μόνο η Ελλάδα να συνδράμει την Κύπρο σε περίπτωση κρίσης αλλά και το αντίθετο. Η λογική που πρέπει να διακατέχει το δόγμα είναι «Η Ελλάδα για την Κύπρο και η Κύπρος για την Ελλάδα», με λίγα λόγια, ο Ελληνισμός μαζί.