Συνέντευξη του Βαγγέλη Πισσία στην Μαρία Ψαρρά* Άρδην τ. 80 Ιούνιος 2010
Κυριακή, 13 Ιουνίου 2010
«Πίκρα και θυμός από τη στάση της Κύπρου»
Ο Βαγγέλης Πισσίας, συντονιστής της ελληνικής αποστολής Ένα Καράβι για τη Γάζα, αποκαλύπτει όλη την αλήθεια:
“Κ αθόλου δεν αιφνιδιάσαμε την κυπριακή κυβέρνηση. Όχι μόνο την ενημερώσαμε, αλλά ενεργήσαμε με τρόπο που προάγει και ισχυροποιεί τη θέση της Κύπρου στο διεθνές στερέωμα, με τρόπο που σφυρηλατεί τις σχέσεις της χώρας με τους πολλούς γειτονικούς αραβικούς και άλλους λαούς, δείχνοντας, έτσι ελπίζαμε, ότι η Κύπρος δεν ασκεί εξωτερική πολιτική σημαίας ευκαιρίας, αλλά σημαίας αρχών και ηθικής… Οι λανθασμένοι χειρισμοί της κυπριακής κυβέρνησης που ακολούθησαν δείχνουν ότι η ίδια δεν σεβάστηκε τον εαυτό της…».
Ο Βαγγέλης Πισσίας, συντονιστής της ελληνικής αποστολής Ένα Καράβι για τη Γάζα, διδάκτωρ διεθνών οικονομικών σχέσεων και καθηγητής στα ΤΕΙ Αθηνaών, απαντά χωρίς φόβο στις ερωτήσεις του Φιλελεύθερου για το τι συνέβη τις κρίσιμες εκείνες ώρες που ο Στόλος της Ελευθερίας βρισκόταν στα ανοιχτά της Κύπρου…
«Μετά την πίκρα και τον θυμό που βγήκε εκείνες τις σαράντα ώρες που παραμέναμε ακίνητοι στα ανοιχτά της Κύπρου, περιμένοντας τον απεγκλωβισμό των τριάντα και πλέον Ευρωπαίων –μεταξύ αυτών Ελλήνων και Κυπρίων– βουλευτών, ευρωβουλευτών και προσωπικοτήτων, όπως και απεσταλμένων διεθνών ΜΜΕ, θα επιχειρήσω να καταγράψω διαλόγους και γεγονότα που θα αποτυπώσουν χωρίς σκιές, αλλά και χωρίς επιείκεια, την αλήθεια των κρίσιμων στιγμών εκείνων των ημερών, τόσο για το εγχείρημά μας όσο και για την ίδια την Κύπρο», δηλώνει στον «Φ». «Πρέπει τώρα οι ευθύνες να αναδειχθούν ήρεμα, μέσα από μία ήρεμη συζήτηση, έστω και αντιπαράθεση, και να μην αποκρύβουν, είτε αφορούν εμάς, είτε αφορούν εκείνους που συνέτειναν στην πραγματοποίηση μιας ιστορικά αποτρόπαιης πολιτικής πράξης».
Ποια ήταν η συνεννόηση που υπήρξε με την κυπριακή πλευρά;
Όταν, μήνες πριν, σε συζητήσεις με τους δύο πρώτους πυλώνες του εγχειρήματος, το διεθνές τμήμα του Free Gaza Μovement, που έφερε την πολιτική κληρονομιά του ιστορικού και πετυχημένου εγχειρήματος του Αυγούστου 2008 –όπου, τότε, δυο ελληνικά ψαροκάικα με σαράντα επιβάτες από δεκάξι χώρες, ανάμεσά τους εννιά Έλληνες, έσπαζε τον 40χρονο αποκλεισμό της Παλαιστίνης από τη θάλασσα– και την τουρκική μη κυβερνητική οργάνωση ΙΗΗ, που ζήτησε να πάρει μέρος σε ένα επόμενο εγχείρημα διαθέτοντας ισχυρή υλικοτεχνική υποδομή και ανθρώπινους πόρους, κάναμε σαφές ότι καμία άλλη ατζέντα δεν μπορεί να εμφιλοχωρήσει στη μία και μοναδική ατζέντα της αποστολής, αυτή του σπασίματος του αποκλεισμού της Γάζας.
Αρχές Μαΐου, επισκεφθήκαμε την Κύπρο για λόγους που είχαν σχέση με τη δυνατότητα παροχής στοιχειώδους διευκόλυνσης στο εγχείρημά μας και συνομιλήσαμε με κυβερνητικούς εκπροσώπους, αλλά και με πολιτικά κόμματα και παράγοντες της πολιτικής και κοινωνικής ζωής του νησιού. Η ύπαρξη ιδιαίτερου ενδιαφέροντος από τους τελευταίους είχε ήδη διαμηνυθεί σε εμάς, ζητήθηκε μάλιστα η διασφάλιση συμμετοχής εκπροσώπων της κυπριακής πολιτικής ζωής. Στις συναντήσεις μας με κυβερνητικούς παράγοντες συζητήθηκαν οι πιέσεις που δέχεται η Κύπρος στο κορυφαίο εθνικό θέμα του ελεύθερου εμπορίου και αναφέρθηκαν οι μοχλοί αυτών των πιέσεων. Εκφράστηκε η ανησυχία ύπαρξης τουρκικής κρυφής ατζέντας, που θα δημιουργούσε τετελεσμένα γεγονότα κατά την εξέλιξη του εγχειρήματος, με τυπικό ή προσχηματικό ελλιμενισμό πλοίων της αποστολής στο λιμάνι της Αμμοχώστου. Στο ζήτημα αυτό, όχι μόνο δώσαμε διαβεβαιώσεις ότι οι πέντε τουλάχιστον από τους έξι πυλώνες του εγχειρήματος “Στολίσκος Ελευθερίας” αποκλείουν την ύπαρξη ή αποδοχή -κατά την εξέλιξή του- αυτής της κρυφής ατζέντας, αλλά δηλώσαμε ότι το θέμα θα αποσαφηνιστεί μετά από δύο μέρες στο τελικό προ αναχωρήσεως συμβούλιο του συντονιστικού οργάνου του Στολίσκος Ελευθερίας.
Ακόμα περισσότερο δηλώθηκε ότι, σε περίπτωση ύπαρξης τέτοιας ατζέντας, για την οποία δεν είχαμε καμία ένδειξη μέχρι εκείνη τη στιγμή ούτε είχαμε λόγους να πιθανολογούμε την ύπαρξή της, το ελληνικό τμήμα, σε συνεννόηση και συνεργασία με όλους τους άλλους πυλώνες, το διεθνές τμήμα του Free Gaza Μovement, τον ιρλανδικό πυλώνα, τον σουηδικό και τους δύο παλαιστινιακούς (της ευρωπαϊκής και της μεσανατολικής διασποράς), θα τηρούσαμε αποστάσεις και θα διαφοροποιούσαμε το σχέδιό μας.
Την επόμενη μέρα, δώσαμε τηλεφωνικά διαβεβαιώσεις ότι υπήρχε σύμπτωση απόψεων από όλους τους πυλώνες στο ζήτημα αυτό. Στη διάρκεια του τελικού συμβουλίου, οι διαδρομές καθορίστηκαν με συντεταγμένες και το θέμα είχε λήξει… Η ζωή απέδειξε ότι πράγματι το θέμα είχε λήξει και καμία πλευρά, ούτε η τουρκική, δεν θέλησε να εισάγει κάποια κρυφή ατζέντα στο πεντακάθαρο διεθνιστικό αλληλέγγυο στον παλαιστινιακό λαό, ευγενές θα έλεγα, αυτό εγχείρημα.
Τελικά, τι έγινε με τους βουλευτές, τους ευρωβουλευτές και τις υπόλοιπες διεθνείς προσωπικότητες που θα μετεπιβιβάζονταν από την Κύπρο;
Ενώ όλα έβαιναν καλώς, αποφασίσαμε να έρθουν στην Κύπρο τριάντα και πλέον άνθρωποι μεγάλης εμβέλειας για να επιβιβαστούν σε ένα ιδιωτικό μη επιχειρησιακό πλοιάριο, με προορισμό τα διεθνή ύδατα και μόνο, ώστε σε αυτά να μετεπιβιβαστούν –ως έχει το δικαίωμα κάθε Ευρωπαίος πολίτης, σε κάθε ελεύθερη ευρωπαϊκή χώρα– στα πλοία της αποστολής. Οι άνθρωποι αυτοί ζήτησαν να ασκήσουν το δικαίωμά τους αυτό με τον πιο ευαίσθητο για την κυπριακή υπόθεση τρόπο, υιοθετώντας σχέδιο μετεπιβίβασης από την Κύπρο και όχι από την Αττάλεια, όπου με ιδιαίτερη ικανοποίηση θα τους υποδεχόταν η τουρκική πλευρά. Όχι βέβαια ως πολιτικούς εκπρόσωπους της αποστολής, αλλά ως απλούς Ευρωπαίους πολίτες, χωρίς τυμπανοκρουσίες και χωρίς να διεκδικούν πολιτική εμπλοκή της κυπριακής κυβέρνησης. Είναι γεγονός ότι η κυπριακή κυβέρνηση δεν έδειχνε ιδιαίτερη προθυμία να διευκολύνει το εγχείρημά μας. Ωστόσο, είχε κατανοήσει ότι η ευρωπαϊκή νομιμότητα όχι απλώς της επιτρέπει, αλλά της επιβάλλει να διαθέτει το έδαφος και τα χωρικά της ύδατα ελεύθερα, σε Ευρωπαίους πολίτες που δεν παρανομούν, οι οποίοι εισέρχονται νόμιμα στη χώρα και διεκδικούν αυτό που κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα σέβεται και ελεύθερα παρέχει στους πολίτες άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Ίσως μιλάμε για το αυτονόητο. Όμως, αναγκαζόμαστε να μιλάμε γι’ αυτό, γιατί η κυπριακή κυβέρνηση παραβίασε το αυτονόητο και εξέθεσε την Κύπρο σε μια αχαρακτήριστη και αυτοκαταστροφική πολιτική επιλογή.
Τριαντά πέντε έντιμοι, ευαίσθητοι στα ζητήματα της ελευθερίας και του αντικατοχικού αγώνα, Ευρωπαίοι πολίτες, που εκπροσωπούν πολιτικά τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, άνθρωποι που αποτελούν κεφάλαιο στις προσπάθειες και τους αγώνες χωρών που υφίστανται την αδικία, την κάθε κατοχική βία και την παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας, απωλέσθηκαν για την κυπριακή υπόθεση. Οι άνθρωποι αυτοί, αντί να γυρίσουν σήμερα στις πατρίδες τους και να εκθέσουν τις εμπειρίες τους από τη βία που διαχρονικά ασκεί στην περιοχή ενάντια ακόμη και στην ίδια την Κύπρο ο αμερικανοϊσραηλινός άξονας, αυτός που όλοι γνωρίζουν ότι ήταν εμπνευστής και χειραγωγός του κυπριακού δράματος, αντί να μιλήσουν για την κοινή δοκιμασία τους, μαζί με Έλληνες και Κύπριους πολιτικούς, στα ίδια καράβια, στην πορεία προς την κατεχόμενη Παλαιστίνη, γνώρισαν την παγίδευση και τον αποκλεισμό σε μια υποτίθεται ελεύθερη ευρωπαϊκή χώρα.
Με αυτά που είπαμε πιο πάνω προκύπτει σαφώς ότι εμείς δεν αιφνιδιάσαμε την κυπριακή κυβέρνηση, εμείς την ενημερώσαμε, εμείς ενεργήσαμε με τρόπο που προάγει και ισχυροποιεί τη θέση της Κύπρου στο διεθνές στερέωμα, με τρόπο που σφυρηλατεί τις σχέσεις της Κύπρου με τους πολλούς γειτονικούς αραβικούς και άλλους λαούς, δείχνοντας, έτσι ελπίζαμε, ότι η Κύπρος δεν ασκεί εξωτερική πολιτική σημαίας ευκαιρίας, αλλά σημαίας αρχών και ηθικής.
Κανένα ελληνικό πλοίο δεν πήγε στην Αμμόχωστο
Πήγε τελικά ελληνικό ή τουρκικό πλοίο της αποστολής στην Αμμόχωστο;
Και αυτό είναι ψέμα… Ούτε το ελληνικό, ούτε το ελληνόκτητο πλοίο, αλλά ούτε και τα τουρκικά πλοία πλησίασαν την Αμμόχωστο. Απλώς, ορισμένοι βουλευτές και ευρωβουλευτές, που βρέθηκαν υπό το καθεστώς της πρωτοφανούς απαγόρευσης, πήγαν στα κατεχόμενα για να φύγουν από εκεί για τα διεθνή ύδατα. Την ευθύνη για την απεγνωσμένη αυτή ενέργεια φέρει στο ακέραιο η κυπριακή κυβέρνηση με τους λανθασμένους χειρισμούς της. Κατά τα άλλα, το φορτηγό πλοίο με ελληνική σημαία κινήθηκε στα ανοιχτά της Λεμεσού, ενώ το ελληνόκτητο πλοίο, που αγοράστηκε από τους Παλαιστίνιους της διασποράς, του οποίου τιμητικά μου δόθηκε η νομική εκπροσώπηση, παρέμεινε στα ανοιχτά της Λάρνακας περιμένοντας μάταια να μετεπιβιβάσει τις παγιδευμένες προσωπικότητες.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι δεν δεχθήκαμε καμία πίεση από την παλαιστινιακή διασπορά να μετακινηθεί το πλοίο προς τα κατεχόμενα. Είχαμε μάλιστα φτάσει στη σκέψη, εάν μας ζητηθεί να γίνει κάτι τέτοιο, να παύσω να το εκπροσωπώ, να μετεπιβιβάσουμε το φορτίο και τους Έλληνες στο ελληνικό πλοίο και να το αποδεσμεύσουμε. Δεν χρειάστηκε τελικά, γιατί όλοι οι πυλώνες της αποστολής σεβάστηκαν τις ιδιαίτερες πολιτικές ευαισθησίες μας. Τελικά, μετά από τριάντα ώρες, απέπλευσε από την Αμμόχωστο με ελάχιστους κοινοβουλευτικούς –οι άλλοι γύρισαν απογοητευμένοι στην πατρίδα τους– το μικρό πλοιάριο Τσάλεντζερ που κατέπλευσε υποχρεωτικά εκεί, μετά την άρνηση της κυπριακής κυβέρνησης να του επιτραπεί η ελεύθερη προσέγγιση σε κυπριακό λιμάνι λόγω σοβαρής βλάβης. Την ευθύνη για τα αποτελέσματα φέρει στο ακέραιο η κυπριακή κυβέρνηση που ενήργησε με λανθασμένους χειρισμούς, μη σεβόμενη τον εαυτό της…
Η κυπριακή κυβέρνηση τραυματίστηκε
σοβαρά
Ποια είναι η αίσθηση των μελών της αποστολής για τη στάση που κράτησε η Κύπρος απέναντι στο εγχείρημα;
Η αποστολή μας, αποστολή αλληλεγγύης σε ένα αδελφό δοκιμαζόμενο λαό, υφιστάμενο σκληρά την κατοχή –και η Κύπρος γνωρίζει τι εστί κατοχή– τραυματίστηκε. Πίκρα και θυμό νιώσαμε εμείς, εγώ προσωπικά, άνθρωποι που ήμασταν πάντα κοντά και πάντα υποστηρίζαμε την κυπριακή υπόθεση…
Ωστόσο, το δικό μας τραύμα επουλώθηκε μέσα από μια μεγάλη νίκη, για όσους μετείχαν στο εγχείρημα, και προπαντός για τον παλαιστινιακό λαό, στον οποίο το εγχείρημά μας αφιερώθηκε.
Όμως το τραύμα της Κύπρου που αποτελεί, πέρα από τα θύματα των αμάχων που έπεσαν την ώρα της δειλής δολοφονικής ισραηλινής επίθεσης, τη μόνη σημαντική, στην εθνική και διεθνή της διάσταση, παράπλευρη απώλεια, δύσκολα θα επουλωθεί. Μια απώλεια που σημειώθηκε σε έναν πόλεμο ηθικό, ψυχολογικό, πολιτικό και επιχειρησιακό απέναντι στην κατοχική δύναμη που λέγεται Ισραήλ. Έναν πόλεμο ασύμμετρο, ανάμεσα σε άοπλους αγωνιστές της ελευθερίας και του δικαίου και σε μια χαλύβδινη ένοπλη, ωστόσο παραπαίουσα, στρατιωτική μηχανή, όπου το Ισραήλ ηττήθηκε κατά κράτος.
Δυστυχώς, η κυπριακή κυβέρνηση ή κάποια ηγετική ομάδα μέσα στην κυπριακή κυβέρνηση –για να μην αδικήσουμε την κυπριακή κυβέρνηση και τον πολιτικό κόσμο της Κύπρου στο σύνολό του– τραυματίστηκε σοβαρά. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι υπήρξαν λαμπρές εξαιρέσεις (θα μπορούσαμε να τις αναφέρουμε όταν έρθει η ώρα και αν μας ζητηθεί).
Εδώ ίσως τεθεί το ερώτημα αν ο ομιλών δικαιούται να ομιλεί. Αν κάποιος που δεν συνδέεται οργανικά με την κυπριακή υπόθεση, που ίσως δεν γνωρίζει την πολυπλοκότητά της, μπορεί να ασκεί έντονη κριτική, μπορεί να «υπαγορεύει». Όμως ο ομιλών γνωρίζει τα όρια της αμετροέπειας και δεν πρόκειται να διολισθήσει σε αυτή. Όπως γνωρίζει ότι δικαιούται να ασκεί πολιτική κριτική, η οποία βέβαια δεν αποτελεί υπαγόρευση, γνωρίζει ότι δικαιούται και πολύ περισσότερο ότι οφείλει να καταγράψει την αλήθεια σε μια στιγμή όπου η Κύπρος αυτοτραυματίστηκε για λόγους -στην καλύτερη περίπτωση άλογους–φανερούς και κρυφούς, λόγους που όσοι διαχειρίστηκαν την κρίση, όσοι υπαγόρευσαν τη συγκεκριμένη τις μέρες αυτές κυπριακή εξωτερική πολιτική, οφείλουν να τους παρουσιάσουν ανοιχτά, καθαρά, και να τους υπερασπιστούν ή να τους αναιρέσουν. Η αγάπη μας για την κυπριακή υπόθεση δεν είναι απλώς δεδομένη, ούτε απλώς δηλώνεται. Καταγράφηκε και αποδεικνύεται από τις κινήσεις μας, τα έργα και τις ημέρες μας, σε όλη την περίοδο προετοιμασίας του εγχειρήματός μας και ιδιαίτερα στην κρίσιμη φάση, λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της υλοποίησής του.
Η Κυπριακή Δημοκρατία έδωσε γην και ύδωρ
Ακούγεται πως η κυβέρνηση Χριστόφια πήρε τις αποφάσεις της υπό τις απειλές του Ισραήλ περί ακτοπλοϊκής σύνδεσης Χάιφας-Αμμοχώστου…
Μια πρώτη απάντηση είναι ότι η κυπριακή κυβέρνηση έδωσε γην και ύδωρ. Εμείς, εκόντες άκοντες, συνέβη να δράσουμε στο πλαίσιο μιας εν εξελίξει διαπραγμάτευσης ανάμεσα, όπως φαίνεται, σε περιφερειακούς παίχτες. Όταν η δράση μας θα παρέλθει και ενώ η γη και τα ύδατα θα έχουν δοθεί, εγγυάται άραγε η κυπριακή κυβέρνηση ότι ο παίχτης με τον οποίο συνέπαιξε δεν θα βρει μια κάποια ευκαιρία να χαλάσει τη δουλειά; Εγγυάται ότι η ισραηλινή –και ίσως όχι μόνο– επένδυση για το πλοίο-καζίνο στην Αμμόχωστο κατ’ αρχήν και τα άλλα πλοία, μαρίνες, τουριστικές επιχειρήσεις στη συνέχεια, δεν θα προχωρήσουν; Μια δεύτερη απάντηση είναι ότι αυτόν που σκύβει το κεφάλι δεν τον σέβεται ούτε αυτός που τον εξαναγκάζει να σκύψει το κεφάλι. Το θέμα του ελεύθερου εμπορίου δεν είναι θέμα πολιτικού παιγνίου. Είναι κυρίως θέμα πολιτικής που πρέπει να εδραιώνεται σε αρχές, είναι συνάμα θέμα που πρέπει να προφυλάσσεται από απροσδιοριστίες που δημιουργούνται σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον όπου οι παίχτες είναι πολλοί και απρόβλεπτοι…
Πώς κρίνετε πολιτικά την απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας;
Είναι φυσικό αυτοί που υιοθετούν ενσυνείδητα λάθος πολιτική, όπως και κάποιοι που έκαναν λάθος, να προσπαθούν να παρουσιάσουν το άσπρο μαύρο, να εφεύρουν έωλα επιχειρήματα, να φτάσουν έως και να σπιλώσουν τη στάση και τη δράση του αντιπάλου τους. Στην προκείμενη περίπτωση, εμείς είμαστε, όπως φαίνεται, ο αντίπαλός τους και το έωλο επιχείρημά τους είναι ότι στηρίξαμε την τουρκική εξωτερική πολιτική στην ευρύτερη περιοχή.
Αυτό που επιχειρήσαμε, και σε σημαντικό βαθμό το πραγματοποιήσαμε, ήταν να περισώσουμε τα θεμέλια, τη διάρκεια, την προοπτική, το ιστορικό και αξιακό πλαίσιο πολλών αιώνων διεθνικών σχέσεων ανάμεσα σε λαούς της περιοχής. Αυτοί που στηρίζουν σήμερα την εξωτερική πολιτική των αντιπάλων τους, τόσο στην περιοχή μας όσο και σε κάθε άλλη περιοχή της Γης, είναι αυτοί που καταστρέφουν εν μία νυκτί την εξωτερική πολιτική της χώρας τους, κόβοντας τη συνέχειά της και κάνοντάς την έρμαιο μιας θεωρίας παιγνίων.
Κάποιοι πιθανόν να πουν ότι η συμμαχία Κύπρου-Ισραήλ μπορεί να ευνοήσει το κυπριακό ζήτημα…
Ο εναγκαλισμός της Κύπρου στην ισραηλινή πολιτική μπορεί να φαίνεται λογικός σε όσους χαράζουν εξωτερική πολιτική με το απλοϊκό, ευκαιριακό και πολλές φορές τυχοδιωκτικό επιχείρημα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Όμως, αυτός ο εναγκαλισμός, όταν το γεωπολιτικό πλαίσιο αλλάξει –και το μεσανατολικό πλαίσιο άλλαξε και θα αλλάξει πολλές φορές, όταν οι πρωταγωνιστές θα αναδιαταχθούν, όταν οι περιφερειακοί ηγεμόνες θα μεταβάλουν ρόλους– μπορεί να αποδειχθεί ολέθριος για τα στρατηγικά συμφέροντα και τους στρατηγικούς σκοπούς της Κύπρου. Συμμαχίες με κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό βάθος, που χτίζονται στην Ανατολική Μεσόγειο κάποιες χιλιετίες, δεν πρέπει να απεμπολούνται ως εάν επρόκειτο για μια ζαριά.
Η αθλιότητα της καταδίωξης, όπως ακριβώς καταγράφηκε, της καταδίωξης Ελλήνων και Ευρωπαίων ευρωβουλευτών και βουλευτών με τρόπους και μεθόδους που θυμίζουν καθεστώτα άλλης υπόστασης και άλλων εποχών, χαράχθηκε ως βιωματική εμπειρία στη συνείδηση φυσικών συμμάχων της κυπριακής υπόθεσης, οδηγώντας τη στην απαξία και στο περιθώριο. Απαξία και περιθώριο από το οποίο θα μπορέσουν να βγάλουν την Κύπρο μόνο αυτοί που με θάρρος θα μιλήσουν για τις τραγικές εκείνες μέρες, θα αναλάβουν και θα αποδώσουν ευθύνες, θα κάνουν με θάρρος κριτική και αυτοκριτική, θα σκεφτούν και θα αναζητήσουν τρόπους να ξαναθέσουν την Κύπρο στο πλαίσιο που βρισκόταν πριν και στο πλαίσιο που της αξίζει. Που συνάμα θα επιχειρήσουν να αποκαταστήσουν το όνομά της σε λαούς περισσότερων από πενήντα χωρών που, παρά τις ενδεχόμενες πολιτισμικές ή και θρησκευτικές διαφορές, έτρεφαν σεβασμό προς αυτή τη χώρα και προς τους κοινούς –κάποτε– με αυτήν αντιαποικιακούς αγώνες.
Ποτέ δεν είναι αργά… Εμείς θα ακούσουμε χωρίς φόβο και πάθος, θα απαντήσουμε με επιχειρήματα, πολλά από τα οποία δεν μπορούν να χωρέσουν στις λίγες αράδες ενός δημοσιογραφικού κειμένου. Είμαστε πρόθυμοι να εκτεθούμε σε ακροατήριο στην Κύπρο. Για να αποστομώσουμε αυτούς που ψιθυρίζουν. Αυτούς που μονοπωλούν την παραπληροφόρηση. Αυτούς που θέλουν να αποσείσουν τις ευθύνες τους με προπαγανδιστικούς μονολόγους και εν πολλοίς κατασκευασμένα επιχειρήματα. Εμείς θα το κάνουμε καλόπιστα, όπως καλόπιστα και με καλή προαίρεση είμαστε πρόθυμοι να συμβάλουμε σε μια προσπάθεια, όπως πιο πάνω την περιγράψαμε, που θα τοποθετεί ξανά την Κύπρο στο πεδίο της πολιτικής αρχών και αξιών. Γνωρίζουμε πως οι δυνατότητές μας είναι μικρές. Όπως γνωρίζαμε ότι και το εγχείρημά μας, δέκα μέρες πριν, ήταν μικρό σε ό,τι αφορά τις πραγματικές υλικές και ανθρώπινες διαστάσεις του. Πιστεύουμε όμως, και ίσως βεβαιωθήκαμε, πως και το μικρό μπορεί κάποτε να φέρει σημαντικά αποτελέσματα. Ελπίζουμε ορισμένα από αυτά να τα καρπωθεί ο έντιμα και αέναα θαρραλέα αγωνιζόμενος αδελφός παλαιστινιακός λαός.
*Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Φιλελεύθερος στις 13/6/10.