…και αναμένεται να δούμε τις τελευταίες τις πράξεις μέσα στο 2014
Του Σταύρου Χριστακόπουλου, διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ
Υπάρχει πρόγραμμα εξόδου από την κρίση; Ποιος το έχει; Ποιος μπορεί να το συνθέσει; Προς το παρόν, μάλλον… κανείς, για πολλούς και διάφορους λόγους.
Η διαφαινόμενη αδυναμία του πολιτικού συστήματος οφείλεται σε πολλούς αλληλοσυνδεόμενους παράγοντες. Ας δούμε τους σημαντικότερους:
1. Η καταστροφή του μεταπολιτευτικού μοντέλου όχι μόνο δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά είναι άγνωστο αν θα επισυμβεί, καθώς, ακόμη και σήμερα, η «αναπτυξιακή» διαχείριση της Ελλάδας επιχειρείται να στηριχθεί στον τουρισμό, τις υπηρεσίες, το ξεπούλημα των υποδομών και τη δημιουργία μιας ευρύτατης, χαμηλής εκπαίδευσης, ευέλικτης, ανασφαλούς, άνεργης ή «απασχολήσιμης» μάζας εκατομμυρίων ανθρώπων.
Όπως άλλωστε είναι γνωστό, το αρεστό στους εταίρους και δανειστές μας μοντέλο είναι αυτό των Ειδικών Οικονομικών Ζωνών, το οποίο θα λειτουργεί έξω και πέρα από κάθε είδους έννοια ανασυγκρότησης, και μάλιστα… παραγωγικής.
2. Ήδη, μέσω της αναδιάρθρωσης και της επικείμενης πώλησης του συνόλου των συστημικών τραπεζών, με την εξαφάνιση – απορρόφηση των τραπεζών ειδικού σκοπού (Τ.Τ., Αγροτική, συνεταιριστικές κ.λπ.), αλλά και με τη δημιουργία επενδυτικών ιδρυμάτων υπό τον έλεγχο της Γερμανίας, των δικών της ανάλογων τραπεζών (KfW) και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, τα οποία θα διαχειρίζονται το σύνολο των ελληνικών επενδυτικών πόρων, η μελλοντική εικόνα, σε βάθος τριετίας, ήδη σχηματίζεται: οι δανειστές θα ελέγχουν κάθε είδους ροή χρήματος.
Αυτός εξ άλλου είναι ο σκοπός του ξηλώματος του παλαιού συστήματος διαχείρισης νόμιμου και παράνομου χρήματος. Όπως σημειώσαμε κατ’ επανάληψη στο «Ποντίκι», οι Γερμανοί ξεφορτώνονται τα παλαιά βαρίδια για να συνεχίσουν απρόσκοπτα τις (νέες) δικές τους μπίζνες. Υπό πλήρη, πλέον, έλεγχο.
3. Ο τρίτος, και ίσως σοβαρότερος, παράγοντας που λειτουργεί ανασχετικά στην όποια δυνατότητα του ελληνικού πολιτικού συστήματος να παραγάγει αντιπρόταση – αν υποθέσουμε ότι θα ήθελε και θα μπορούσε να το κάνει – είναι η ίδια η δέσμευση της χώρας στο νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο, όπως αυτό ορίζεται από το Δημοσιονομικό Σύμφωνο.
Για να μη μακρηγορούμε, απλώς παραπέμπουμε στην ενδιάμεση έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, με τίτλο «Η νέα οικονομική διακυβέρνηση στη ζώνη του ευρώ και η Ελλάδα – Οι μηχανισμοί εποπτείας και αλληλεγγύης υπό όρους μετά το Μνημόνιο», με ημερομηνία 22.1.2014, την οποία μπορείτε να βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.pbo.gr.
Πρόκειται για μια ευσύνοπτη και εκλαϊκευμένη παρουσίαση των κανόνων οι οποίοι θα διέπουν την παρουσία της χώρας στην ευρωζώνη αμέσως μετά την έξοδό της από τα μνημόνια.
Μια απλή ανάγνωση της εν λόγω έκθεσης δημιουργεί αυτομάτως τα εξής ερωτήματα:
• Είναι σε θέση η Ελλάδα, στη σημερινή της κατάσταση, με αυτό το επίπεδο χρέους –άνω του 170% και με συνεχή αυξητική τάση–, να εφαρμόζει τους νέους δρακόντειους δημοσιονομικούς κανόνες και ταυτοχρόνως να μειώνει κατά το ένα εικοστό ετησίως το χρέος της, τηρώντας μάλιστα –με συνταγματική πρόβλεψη– το όριο του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 0,5%;
• Είναι δυνατόν σε μια Ευρώπη υπό ασφυκτικό γερμανικό πλαίσιο, με απόλυτη προτεραιότητα στην τήρηση των δημοσιονομικών κανόνων, ανεξαρτήτως των επιπτώσεών τους στις εθνικές οικονομίες, το οποίο αποτελεί ένα «μνημόνιο διαρκείας», να γίνεται συζήτηση για «έξοδο από το μνημόνιο»;
• Μια ελληνική ηγεσία, και όχι μόνο «αντιμνημονιακή», θα παραμείνει πιστή στις «ευρωπαϊστικές» διακηρύξεις της αν η ευρωζώνη και η Γερμανία αρνηθούν –όπως αναμένεται– ένα άμεσο και τεραστίου μεγέθους κούρεμα του ελληνικού χρέους, δηλαδή τον μόνο δρόμο και τη μόνη πιθανότητα να παραμείνει η χώρα μας εντός του πλαισίου του ευρώ;
Απαντήσεις, προς το παρόν, δεν δίνονται από κανέναν σε κανένα από τα τρία ερωτήματα. Και γιατί να δοθούν, όταν ο πολιτικός διάλογος, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σε όλη την Ευρώπη, δεν αγγίζει καν αυτά τα ζητήματα, τα οποία αφορούν ευθέως το μέλλον των ίδιων των εθνικών κρατών, αλλά και τη θέση τους στη διαγραφόμενη γερμανική Ευρώπη;
4. Πέραν αυτών, όμως, απουσιάζει πλήρως από τον πολιτικό λόγο οποιαδήποτε συζήτηση για τον ρόλο του κράτους και τους θεσμούς. Ως εκ τούτου αγνοούνται –ή είναι εντελώς πρόχειρες– οι θέσεις των κομμάτων για:
• Τον ρόλο του κράτους στην οικονομία.
• Τη διασφάλιση κανόνων λειτουργίας της οικονομίας ώστε να καταπολεμηθεί το φαινόμενο της παρουσίας καρτέλ σχεδόν σε κάθε τομέα της.
• Τον παραγωγικό προσανατολισμό, τον ρόλο και τη θέση της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, παραγωγής και εμπορίου.
• Τη διατροφική και ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια.
• Τις δομές που θα διασφαλίζουν την προστασία του περιβάλλοντος.
• Το αδύναμο έως ανύπαρκτο, ή απλώς αναξιόπιστο και καταστροφικό θεσμικό πλαίσιο, σε μια σειρά τομείς της οικονομίας και της διάρθρωσης των εξουσιών, στην οργάνωση του κράτους, του φορολογικού συστήματος, της αυτοδιοίκησης.
• Τον ρόλο της παιδείας και της έρευνας στην οικονομία. Για παράδειγμα, αν και τέσσερις δεκαετίες μαίνεται ο πόλεμος για τη δημόσια και την ιδιωτική παροχή υπηρεσιών Παιδείας, καμιά συζήτηση δεν μπορεί να σταθεί στα σοβαρά χωρίς επιλογή παραγωγικού προτύπου, με αποτέλεσμα, επί χρόνια την ετήσια παραγωγή ανέργων χωρίς δυνατότητα βιώσιμης απορρόφησής τους σε θέσεις εργασίας αντίστοιχες των σπουδών και των προσόντων τους. Επιπλέον η Ελλάδα, και προ κρίσης, κατείχε δραματική θέση στο επίπεδο των επενδύσεων στην έρευνα.
Κρίση στρατηγικής
Η Ελλάδα είναι μια χώρα οργανωμένη κατά τρόπο ώστε να παράγει κρίσεις και χρεοκοπίες. Στο σημείο αυτό η… Αργεντινή, πολύ περισσότερο από το ζήτημα της δημοφιλούς μονομερούς διαγραφής χρεών και την επιλογή και διαχείριση της νομισματικής πολιτικής, είναι ένα απολύτως χρήσιμο παράδειγμα για τη χώρα μας, καθώς και σήμερα αποδεικνύει ότι το βάθος και η έκταση της διαφθοράς, της κακοποίησης των θεσμών και η επιλογή του οικονομικού μοντέλου αποτελούν βασικό παράγοντα παραγωγής αλλεπάλληλων κρίσεων.
Στην Ελλάδα της κρίσης βιώνουμε μια χωρίς προηγούμενο αποδόμηση του κράτους –κυρίως του κοινωνικού– και ένα σαρωτικό κύμα ιδιωτικοποίησης και ξεπουλήματος των πάντων, στα όρια της λεηλασίας και της καταστροφής, χωρίς καμιά ένδειξη αναδιάρθρωσης ή οργανωμένης μετάβασης σε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο. Οι παρεμβάσεις της τρόικας –και τώρα του ΟΟΣΑ– αποσκοπούν σχεδόν αποκλειστικά στην παράδοση κάθε είδους αγαθού στην ιδιωτική σφαίρα προς εμπορική εκμετάλλευση και στη μετατροπή των εργαζομένων σε υπόδουλους στο όνομα του δημοσίου χρέους.
Το τελικό ερώτημα αφορά το αν είναι δυνατόν, υπό τις παρούσες συνθήκες, να δομηθεί, να εκφραστεί και να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα εναλλακτικό ή ανατρεπτικό έναντι της γερμανικής Ευρώπης. Για την έλλειψή του ο λόγος είναι απλός: Κανείς δεν μπορεί να απορρίψει μια αυστηρά δομημένη σχέση εξουσίας και εξάρτησης, αν δεν μπορεί να εγγυηθεί έναν σχετικά ασφαλή εναλλακτικό δρόμο –ο οποίος εξ άλλου προϋποθέτει στέρεες και όχι ευκαιριακές στρατηγικές συμμαχίες, οι οποίες να λαμβάνουν υπ’ όψιν την εθνική ασφάλεια.
Όσο το πολιτικό σύστημα δεν αποφασίζει και δεν προτείνει ποια πρέπει να είναι η θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και στον κόσμο, όσο στέκεται άβουλο μπροστά στη μετεξέλιξή της σε μια απέραντη Ειδική Οικονομική Ζώνη, σε «χώρο αντί χώρας», τόσο η κρίση –οικονομίας και ταυτότητας– θα συνεχίσει να καταπίνει τους εκπροσώπους του…
1 ΣΧΟΛΙΟ
Για μένα το ζήτημα στην Ελλάδα σήμερα,τιθέμενο μονοπλευρα είναι αν θα γίνει η Ελλάδα περισσότερο καπιταλιστική-σε όλα της(;) ή θα επιμείνει σε παλιές πρακτικές.Η κρίση του 2010,δεν σήμανε ρήξη με το παρελθόν πριν το 2010