Του Παναγιώτη Κόρπα* από τη Ρήξη φ. 102
Στις απαρχές του συνδικαλιστικού κινήματος, οι συνδικαλιστές αντιμετωπίζονταν από τους εργοδότες εχθρικά, μερικές φορές τους πέταγαν και από το παράθυρο.
Οι συνδικαλιστές τότε πάλευαν για το ύψος του μεροκάματου που, ας μην ξεχνάμε, αφορά το κέντρο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας.
Στις μέρες μας ακόμα, το σ.κ. λέγεται κοινωνικός εταίρος, ιδιαίτερα στον δημόσιο τομέα, που πριν λίγο καιρό αποτελούσε την εξασφαλισμένη εργασία, σε αντίθεση με τη μη εξασφαλισμένη εργασία του ιδιωτικού τομέα.
Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει και οδηγούμαστε όλοι οι εργαζόμενοι προς τη μη εξασφαλισμένη εργασία. Το ερώτημα είναι αν στο μεσοδιάστημα, το συνδικαλιστικό κίνημα και ιδιαίτερα εκείνο των καθηγητών έπαιξε κάποιον άλλο ρόλο πέρα από τη διεκδίκηση συντεχνιακών αιτημάτων.
Η απάντηση είναι εύκολη και, κατά τη γνώμη μου, η ΟΛΜΕ προσπαθούσε να απαντήσει στις πρωτοβουλίες που έπαιρνε η εκάστοτε κυβέρνηση. Γι’ αυτό τις περισσότερες φορές η ΟΛΜΕ πάλευε για να μείνουμε στην προηγούμενη κατάσταση. Και δεν είχε άδικο, καθώς κάθε νέα μεταρρύθμιση ήταν χειρότερη από την προηγούμενη για όλους, καθηγητές, μαθητές, γονείς.
Αλλά εδώ ακριβώς φαίνεται πως δεν είχε εναλλακτική πρόταση να αντιτάξει, εκτός των γενικόλογων αιτημάτων, δωρεάν δημόσιο σχολείο για όλους κ.λπ. Θα έλεγε κάποιος ναι, αλλά ήταν θέμα συσχετισμών, γιατί δεν είχε την πλειοψηφία η Αριστερά.
Εγώ θα απαντήσω πως ούτε της Αριστερά είδαμε εναλλακτική πρόταση. Κι επειδή το έφερε η κουβέντα, αυτό δεν έπρεπε να είναι ένα από τα κύρια θέματα του ΚΕΜΕΤΕ;
Τουλάχιστον, ό,τι και να λέγεται για το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, είδαμε και δυό μελέτες.
Αυτός ήταν ένας απ’ τους λόγους που η ΟΛΜΕ δεν μπορεί να φτιάξει ένα μέτωπο με τους γονείς και τους μαθητές, ένα μέτωπο με όλη την κοινωνία, τελικά, για τη δημόσια παιδεία. Γιατί έχει ένα παρελθόν συντεχνιακής συμπεριφοράς, γιατί, όταν είχε ισχύ, έκανε απεργίες στις εξετάσεις, που οι γονείς και οι μαθητές δεν έχουν ξεχάσει και φαίνεται στην κοινωνία, από την άλλη, πως δεν έχει εναλλακτική πρόταση. Έτσι δύσκολα μπορούμε να πείσουμε την κοινωνία για ποιο λόγο δεν θέλουμε την αξιολόγηση, σε μια κοινωνία που πρέπει να πούμε ότι παρακολουθεί την καταστροφή και δεν ξέρει τι να κάνει.
Ένα επιχείρημα που επικαλείται η ΟΛΜΕ είναι πως η αξιολόγηση αποτελεί έναν προπομπό απολύσεων. Δεν έχουν άδικο, αλλά αν η ΟΛΜΕ δεν έχει την ισχύ, συλλογικά, να αποτρέψει τις απολύσεις, θα τα καταφέρει με το να κάνουν κλεφτοπόλεμο οι συνάδελφοι στους συλλόγους καθηγητών;
Η γνώμη μου είναι πως η ΟΛΜΕ διάλεξε έναν πόλεμο που θα διασπάσει τους συναδέλφους και θα απομαζικοποιήσει τις ΕΛΜΕ, γιατί μεταφέρει τον αγώνα εκτός έδρας. Τι θέλω να πω μ’ αυτό; Πως, ενώ οι αγώνες μας απεργία η συλλαλητήριο, γίνονται έξω από τους μηχανισμούς καταπίεσης κι επομένως ο συνάδελφος που φοβάται παίρνει θάρρος μέσα στο σύνολο, αμβλύνονται οι φόβοι του κι αυτό είναι πασίγνωστο στη δυναμική των ομάδων, ο αγώνας μεσ’ τους συλλόγους καθηγητών, που πρέπει να πάρουν θέση ενάντια στην αξιολόγηση , είναι ένας αγώνας που απαιτεί ανώτερο επίπεδο συνείδησης. Υπάρχει ο φόβος, οι πιέσεις από μεριάς διευθυντών συμβούλων και γενικά της διοικητικής μηχανής, κι έτσι προκύπτουν φαινόμενα που το ΟΧΙ στην αξιολόγηση γίνεται ΝΑΙ. Κι αυτός που ενδίδει δεν είναι μια χαμένη περίπτωση, είναι ένας συνάδελφος που τον χάσαμε γιατί βρέθηκε μόνος του να αντιμετωπίσει την εξουσία και πιθανόν δεν τόχει ξανακάνει. Μην ξεχνάμε πως οι πιο πολλοί συνάδελφοι με την ψήφο τους κάνουν μια ανάθεση ψηφίζοντας Αριστερά, δεν έχουν χειραφετηθεί να συγκρουστούν οι ίδιοι.
Φοβάμαι πως η Αριστερά έχει θεοποιήσει την τακτική της παραδειγματικής ενέργειας. Στο φαντασιακό της ΖΕΙ ο Μπελλογιάννης, ο Πλουμπίδης και τόσοι άλλοι αγωνιστές που έδωσαν τη ζωή τους για τα ιδανικά τους αλλά νικήθηκαν. Πρέπει να θυμηθούμε το Μπρέχτ και τους τρόπους να λέει κανείς την αλήθεια.
Είμαστε υπέρ της αξιολόγησης τελικά; ΝΑΙ, λέω εγώ!
Αλλά θα πρέπει να επεξεργαστεί η ΟΛΜΕ ένα σχέδιο αξιολόγησης, αφού πρώτα αξιολογηθεί όλη η διοικητική μηχανή, αυτοί που χρόνια και χρόνια είναι έξω από τη σχολική τάξη, που τοποθετούνται σε θέσεις από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, που μαζεύανε χαρτάκια, τυπικά προσόντα, δηλαδή, όταν εμείς κάναμε αγώνες, και τώρα θέλουν να μας αξιολογήσουν.
Από την άλλη, αυτό θα το υλοποιήσουμε όταν θα έχουμε κυβέρνηση που προασπίζει τα συμφέροντα όλων των εργαζομένων και των καθηγητών εν προκειμένω και που θα θέλει μια ΠΑΙΔΕΙΑ στην υπηρεσία του Ελληνικού Λαού, πυλώνα για την πνευματική και παραγωγική ανασυγκρότηση αυτής της χώρας, η οποία αν δεν αντιδράσουμε, οδεύει προς την καταστροφή και την παρακμή.
Θάχε κανείς αντίρρηση σε μια τέτοια αξιολόγηση;
*καθηγητής στο Λύκειο Μαγούλας
2 ΣΧΟΛΙΑ
ναι Παναγιώτη λέω εγώ. Έχω αντίρρηση. Η αξιολόγηση εμπεριέχει την κατάταξη και την ιεράρχηση. Αυτό που λείπει ΖΩΤΙΚΑ είναι μια χάρτα αρχών, θέσεων και στόχων για την παιδεία και την εκπαίδευση, που κυρίως οφείλουν να τον δουλέψουν οι εκπαιδευτικοί. Αυτό που οι συνδικαλιστικές ηγεσίες με την συναίνεση των περισσοτέρων εκπαιδευτικών εκχώρισαν ως ευθύνη στο κράτος και την αγορά και ταυτοχρόνως πραγματοποίησαν ανάληψη προστασίας του κλαδικού συμφέροντος διαιρετικά με το σύνολο του λαού. Έχουμε τον κλασικό πολιτισμό της αρχαιότητας, τις κλασικές επαναστάσεις κι αυτά που έθεσαν για την παιδεία, τις επιστημονικές εξελίξεις στην ψυχολογία και στις επιστήμες, έχουμε τις θέσεις του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ για την παιδεία, έχουμε… έχουμε παρελθόν άλλα όχι παρόν και μέλλον. Ειδικά στην περίοδο αυτή που αποδομείται η εκπαίδευση χρειάζεται να ενσκύψουμε στο ίδιο υο περιχεόμενο. Η “άλλη” αξιολόγηση που αναφέρεις είναι η μεγαλύτερη αυτοπαγίδευση για την αποδοχή ιεράρχησης και κατάταξης ανθρώπων.Χώρια που αποτελεί και το μεγαλύτερο άλλοθι αυτήν την περίοδο των “έτοιμων” για να μπουν στεγνά στην έμμεση ή άμεση κατάδοση των συναδέλφων τους (χωρίς κουκούλα) ή να προβάλουν τις δήθεν καινοτομίες τους και με το άλλοθι της ανυπαρξίας Λόγου περί Αξιολόγησης από πλευράς Ομοσπονδιών. Δεν σου καταλογίζω κάτι τέτοιο (στα περισσότερα συμφωνώ μαζί σου) αλλά είναι η μεγαλύτερη παγίδα.
Προφανώς και χρειάζεται η αξιολόγηση όχι μόνο στα σχολεία, αλλά σε όλο το δημόσιο. Όλοι μας ξέρουμε ότι η πλειονότητα των δημοσίων υπαλλήλων, των εκπαιδευτικών συμπεριλαμβανομένων, πήραν τη θέση τους με όχι καθαρό τρόπο και δεν αποδίδουν τα δέοντα. Αλλά δεν φταίνε αυτοί. Είναι το αιώνιο ερώτημα: “Τις φυλάττειν τους φύλακας;”. Όπως σωστά αναφέρθηκε ποιος θα κρίνει χωρίς να κρίνεται; Ένα μέτρο που ίσως θα βοηθούσε είναι σε τέτοια πόστα να μη μπαίνουν γραφειοκράτες που μαζεύουν χαρτιά από σεμινάρια και μεταπτυχιακά της πλάκας, αλλά ένα μέρος των ίδιων των εκπαιδευτικών με τουλάχιστον 10ετή εμπειρία στο χώρο εργασίας και με μικρότερες αποδοχές. Για να μη γίνεται ο συνδικαλισμός, εκτροφείο λαμογιάς.
Παράλληλα, ας οργανωθούν ο κάθε καθηγητής στον κλάδο του (φιλόλογοι, μαθηματικοί, φυσικοί, ιστορικοί, γυμναστές κτλ) και ας καταρτίσουν σε ένα καλοκαίρι ένα πρόγραμμα σπουδών που πραγματικά θα βελτιώνει το επίπεδο της παρεχόμενης παιδείας.
Αν και για μένα η λύση είναι η αποκέντρωση. Δεν γίνεται για ένα σχολείο στη Νίσυρο να αποφασίζει ένα κονκλάβιο στην Αθήνα. Η επιλογή των καθηγητών θα έπρεπε να είναι υπόθεση του διευθυντή του σχολείου και του συλλόγου γονέων. Όπως έλεγε και ο Ίων Δραγούμης, εάν συρρικνωθεί η γραφειοκρατία θα συρρικνωθεί και η διαφθορά. Και σε τοπικό επίπεδο η διαφθορά είναι αντιμετωπίσιμη.