Η σύγχρονη βαλκανική κατάσταση συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από μια καθολική κρίση μετάβασης. Ραγδαίες εξελίξεις, ριζοσπαστικές κοινωνικο-πολιτικές αλλαγές, πολιτική αστάθεια και οικονομική κρίση, έξαρση του εθνικισμού/ αλυτρωτισμού, των μειονοτικών προβλημάτων και της πολιτικο-θρησκευτικής πόλωσης αλλά και κατάρρευση και διάσπαση της κρατικής συνοχής της Τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας – όλα αυτά αποτέλεσαν ευθεία πρόκληση στο συνοριακό status quo στα Βαλκάνια. Η εμβέλεια αυτών των εξελίξεων δεν συνιστά μόνο ένα “τοπικό” φαινόμενο, αλλά αποτελεί μέρος των γενικότερων διεθνών και ευρωπαϊκών ανακατατάξεων της μετα-ψυχροπολεμικής περιόδου. Μάλιστα το φυσιολογικό κλίμα αβεβαιότητας που δημιούργησαν επιτείνεται ακριβώς λόγω της σύνδεσης των βαλκανικών εξελίξεων με τις διεθνείς επειδή δεν αντιμετωπίζουμε μια βαλκανική “ιδιαιτερότητα” αλλά την περιφερειακή έκφραση ευρύτερων διαπλεκομένων διεθνών εξελίξεων. Επομένως το κρίσιμο στοιχείο συνίσταται στο ότι η ρευστότητα των βαλκανικών ισορροπιών, μια βασική μετα-ψυχροπολεμική πρόκληση στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, συνθέτει ένα περιφερειακό πεδίο διεθνούς ανταγωνισμού βαλκανικών και εξω-βαλκανικών δυνάμεων που επιχειρεί να διαμορφώσει μια νέα διεθνή τάξη πραγμάτων στην περιοχή και μια νέα “αρχιτεκτονική” ασφάλειας.
H εξέταση του βαλκανικού χώρου σε διεθνές στρατηγικό επίπεδο οδηγεί στην εκτίμηση ότι η παρέμβαση των διεθνών παραγόντων στις περιφερειακές εξελίξεις αποτελεί βέβαια απάντηση στις υπαρκτές “τοπικές” αντιπαραθέσεις αλλά κυρίως συνιστά μέρος μιας συνολικής προσπάθειας που αναπτύσσεται σ΄ ένα ευρύτερο πανευρωπαϊκό – όχι “τοπικό” – επίπεδο. [1] H ουσία αυτής της παρέμβασης συνίσταται στο ότι η προώθηση ευνοϊκών συσχετισμών στην Ευρώπη εκδηλώνεται διαμέσου της διεύρυνσης επιρροής στο περιφερειακό επίπεδο, [2] ωστόσο ταυτόχρονα τίθεται ένα ζήτημα ιεράρχησης που αφορά στο ρόλο των περιφερειακών εξελίξεων στο γενικότερο διεθνή ανταγωνισμό. [3] Σ’ αυτό ακριβώς το γενικό επίπεδο, η ευρύτερη απόπειρα διαμόρφωσης μιας νέας ευρωπαϊκής τάξης πραγμάτων διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά μιας ελεγχόμενης στρατηγικής αστάθειας και ως κυρίαρχο στοιχείο της αναδεικνύεται η συστηματική αναζήτηση συγκλίσεων και συντονισμού δράσης, όπως αυτά εκφράζονται στην απόπειρα δημιουργίας ενός consensus για τη διαχείριση των διεθνών προβλημάτων. [4] Κατά συνέπεια σ’ αυτήν τη μετα-ψυχροπολεμική μεταβατική περίοδο, ένα ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό του διεθνούς στρατηγικού ανταγωνισμού στα Βαλκάνια αναδεικνύεται: ο έλεγχος της αστάθειας αποκτά κεντρική σημασία για τις εμπλεκόμενες διεθνείς αλλά και για τις μικρότερες δυνάμεις στην περιφέρεια. Η εξέταση της σχέσης του διεθνούς στρατηγικού ανταγωνισμού με το βαλκανικό χώρο, όπως αποτυπώνεται στις επιδιώξεις των διεθνών παραγόντων στην περιοχή, φανερώνει ότι οι ευρωπαϊκές ισορροπίες κρίνονται πρωτεύοντος στις ευρωατλαντικές σχέσεις και δευτερευόντως στις εξελίξεις στα Βαλκάνια. [5] Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι η πολυπλοκότητα των σύγχρονων προβλημάτων της χερσονήσου δεν επιτρέπει άμεσες και μόνιμες διευθετήσεις διεθνών ισορροπιών στην περιοχή πριν προηγηθεί μια περισσότερο οριστική διαμόρφωση των συσχετισμών διεθνών παραγόντων στη γηραιά ήπειρο. [6] Πράγματι, η εξέταση της διαχείρισης της γιουγκοσλαβικής κρίσης από τον διεθνή παράγοντα έδειξε ότι η έκβαση της κρίσης έγινε δυνατή μόλις επιτεύχθηκε “συμφωνία” των κυριοτέρων διεθνών παραγόντων τόσο για την προοπτική των νέων ενδο-γιουγκοσλαβικών ισορροπιών αλλά και για τον τρόπο επίλυσης της κρίσης. Το βασικό περιεχόμενο αυτής της “συμφωνίας” αποτυπώνεται στον “ευρω-ατλαντικό” χαρακτήρα της παρέμβασης, δηλαδή στον ισχυρό αμερικανικό ρόλο [7] που, ωστόσο, λάμβανε υπόψη τα βασικά ευρωπαϊκά ενδιαφέροντα [8] προκειμένου να εξασφαλιστεί η συναίνεση και συμμετοχή της ευρωπαϊκής πλευράς στο πρώτο, ουσιαστικά, “ευρω-ατλαντικό” εγχείρημα διαχείρισης κρίσης της μετα-ψυχροπολεμικής εποχής. [9]
Η σχέση των εξελίξεων του βαλκανικού υπο-συστήματος με τις γενικότερες ευρωπαϊκές εξελίξεις είναι μια – βασική ίσως – διάσταση στην στρατηγική ανάλυση του βαλκανικού χώρου. Ωστόσο, αυτό που τελικά προσδιορίζει τον χαρακτήρα του σύγχρονου διεθνούς ανταγωνισμού συνολικά αλλά και στα Βαλκάνια είναι η επίδραση εξελίξεων που εκκινούν από την ιστορική συγκυρία τόσο της οικονομικής αλληλεξάρτησης και διεθνοποίησης όσο και της οικουμενοποίησης της διεθνούς πολιτικής. [10] Οι επιπτώσεις που προέρχονται από την ιστορική αυτή συγκυρία γίνονται ιδιαίτερα αισθητές στα Βαλκάνια λόγω της ειδικής γεωγραφικής θέσης της περιοχής. Γεωγραφικά οργανικό μέρος της Ευρώπης, τα Βαλκάνια εισέρχονται βαθιά στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου κι αυξάνουν έτσι τη γεωπολιτική σημασία τους και συνάμα δέχονται τις επιπτώσεις των διεθνών εξελίξεων στα νερά και τις ακτές της Μεσογείου. [11] Από την άποψη αυτή, τα Βαλκάνια είναι μια σημαντική ευρωπαϊκή “έξοδος” στη Μεσόγειο, που αποτελεί τη ζωτική εμπορική και στρατηγική αρτηρία της Ευρώπης προς την καρδιά του κόσμου των αναπτυσσομένων χωρών – μιας τεράστιας αγοράς δύο δισεκατομμυρίων ανθρώπων, πλούσιας σε πρώτες ύλες. [12] Από την άλλη πλευρά, όμως, η Βαλκανική συνδεόμενη με τις εξελίξεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου [13] αποτελεί ταυτόχρονα σημείο συνάντησης αλλά και “ιμάντα” μεταφοράς μεταναστευτικού ρεύματος, διαφορετικών πολιτισμικών παραδόσεων και πολιτικών αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στον αναπτυγμένο Βορρά και τον αναπτυσσόμενο Νότο, σε τέτοιο βαθμό που ο γεωπολιτικός χώρος Βαλκανίων/Ανατολικής Μεσογείου να λειτουργεί ο ίδιος πλέον ενιαία αλλά και ενοποιητικά ως προς το γεωγραφικό περιβάλλον του. Ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνει μια τέτοια σύγκρουση αντιλήψεων, το γενικότερο ζήτημα μίας “Ευρώπης-οχυρού” ή μιας “ανοικτής Ευρώπης” προσλαμβάνει στη διάσταση Βορρά-Νότου και στο γεωγραφικό χώρο Βαλκανίων/Ανατολικής Μεσογείου κρίσιμη σημασία για την πορεία των εξελίξεων. Απ’ αυτήν την άποψη, μάλιστα, η ευρύτερη περιοχή μας μπορεί να θεωρηθεί και ως μικρόκοσμος της Ευρώπης του μέλλοντος, καθώς είναι πλέον βέβαιο ότι το μεταναστευτικό ρεύμα και η δημογραφική δυναμική θα πολλαπλασιάσουν, για παράδειγμα, τα δέκα ήδη εκατομμύρια των μουσουλμάνων πολιτών της πάλαι ποτέ “λευκής” και “χριστιανικής” Ευρώπης, συμβάλλοντας έτσι στην αναγέννησή της στην κατεύθυνση ενός νέου πολιτισμικού πλουραλισμού. [14] Η βαλκανική χερσόνησος βρίσκεται επομένως τοποθετημένη στην αιχμή γενικότερων εξελίξεων και είναι εξαιρετικά ευαίσθητη σ’ αυτού του είδους τις πιέσεις που σηματοδοτούν μια ευρύτερη διεθνή προοπτική.
Η άρση της ψυχροπολεμικής και καθεστωτικής διάσπασης της Βαλκανικής αποκαθιστά στην περιοχή τον Ενιαίο Οικονομικό Χώρο. Τα βαλκανικά κράτη αποκτούν παρόμοιες κοινωνικές και οικονομικές δομές και θεσμούς αλλά ταυτόχρονα χαρακτηρίζονται από μεγάλες διαφορές στην οικονομική τους κατάσταση, καθώς οι καθεστωτικές μεταβολές συνοδεύονται από οξύτατη οικονομική κρίση. [15] Σ’ ένα σύγχρονο κόσμο ολοένα αυξανόμενης αλληλεξάρτησης και διεθνοποίησης, [16] η αποκατάσταση του ενιαίου οικονομικού χώρου στα Βαλκάνια αυξάνει ακόμη περισσότερο την στρατηγική και οικονομική σημασία τους ως “Σταυροδρόμι”. Ταυτόχρονα αναδεικνύει – στην νέα και κοινή πλέον πολιτικο-οικονομική βάση – ισχυρές τάσεις περιφερειακής συνεργασίας που βασίζονται στη συμπληρωματικότητα των οικονομιών των βαλκανικών κρατών. [17] Η νοτιο-ανατολική Ευρώπή, από την Μαύρη Θάλασσα, το Αιγαίο και την Μεσόγειο συνιστά τον κατεξοχή στρατηγικό και οικονομικό “κόμβο” της Ευρώπης. [18] Η μεγιστοποίηση των πλεονεκτημάτων απ΄ αυτήν τη λειτουργία μπορεί ν΄ αποτελέσει ευρύτερο στόχο για το συντονισμό των πολιτικών των βαλκανικών κρατών προς αμοιβαίο όφελος.
Η άρση της διπολικής αντιπαράθεσης Ανατολής-Δύσης στην γηραιά ήπειρο σήμαινε την έναρξη μιας διαδικασίας “επανένταξης” της οικονομίας και πλουτοπαραγωγικών πόρων της “Ανατολής” στην “Δυτική” οικονομία. Το σύνθετο αυτό εγχείρημα καλύπτει φυσικά τον χώρο της Ανατολικής Ευρώπης και της Κοινοπολιτείας και εκτείνεται τόσο στο επίπεδο της οικονομίας με προεξέχουσα την δυναμική επίδραση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης όπως εκφράζεται από την Ε.Ε., όσο και στο επίπεδο της ασφάλειας με βασικό μοχλό την επιρροή μιας αναπροσαρμοζόμενης στις παρούσες συνθήκες Ατλαντική Συμμαχία. Κανένα ζήτημα και στα δύο αυτά επίπεδα σήμερα δεν μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένο, αντίθετα είναι περισσότερο ασφαλές να κατανοούνται αυτές οι πολυδιάστατες εξελίξεις περισσότερο ως κυρίαρχες τάσεις. Όμως το σημαντικό στοιχείο για τα Βαλκάνια συνίσταται στο γεγονός υπάρχει σαφής γεωγραφική μετατόπιση του κέντρου βάρους της ευρωπαϊκής πολιτικής από το “κέντρο” στην “περιφέρεια” της γηραιάς ηπείρου, και ειδικότερα από την κεντρική στην νοτιο-ανατολική Ευρώπη. Το στρατηγικά και πολιτικά ενδιαφέροντα μέσα στην Ευρώπη έχουν μετατοπιστεί από τον αναχρονιστικό πλέον άξονα “Ανατολής-Δύσης” στον κρίσιμο άξονα “Βορρά-Νότου”. Εάν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η αστάθεια στην περιοχή της Υπερκαυκασίας έχει “δομικό” χαρακτήρα, δηλαδή αναφέρεται σε θεμελιώδη κοινωνικο-οικονομικές καθυστερήσεις τριτο-κοσμικού χαρακτήρα, που απαιτεί ορίζοντα χρόνου ώστε να επέλθεί σχετική πολιτική σταθεροποίηση, τότε η στρατηγική “αρτηρία” της νοτιο-ανατολικής Ευρώπης αποκτά κυριολεκτικά ζωτική προτεραιότητα για τα “δυτικο-ευρωπαϊκά” και “ευρω-ατλαντικά” ενδιαφέροντα. Βεβαίως η διαδικασία “επανένταξης” της “Ανατολής” φαίνεται επί του παρόντος να κυριαρχεί στην ευρωπαϊκή πολιτική και δεν θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά επειδή η επιτυχής ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας είναι το “κλειδί” της σταθερότητας και ασφάλειας στην γηραιά ήπειρο και προϋπόθεση της όποιας ευρωπαϊκής προοπτικής. Με αυτήν την έννοια δέκα μόλις χρόνια μετά την κατάρρευση της λεγόμενης “νέας σκέψης” για της διεθνείς σχέσεις του Μ. Γκορμπατσόφ, η ιδέα του “κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού” φαίνεται να αναγεννάτε με διαφορετικούς όρους από εκείνους του εμπνευστή του. Αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας “επανένταξης”, η νοτιο-ανατολική Ευρώπη παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις και μάλιστα από αυτήν την άποψη παρουσιάζεται ως ένα περισσότερο “βατό” εγχείρημα καθώς, παρά την σχετική “δομική” καθυστέρησή της, δεν αντιπροσωπεύει την έκταση των προβλημάτων του χώρου της Κοινοπολιτείας. Για τις πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις της δυτικο-ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης εάν η κεντρική Ευρώπη συνιστά ανάγκη σταθεροποίησης ενός πολύ “κοντινού εξωτερικού”, η νοτιο-ανατολική Ευρώπη αντιπροσωπεύει την προέκταση αυτού του πολύ “κοντινού εξωτερικού” προς νότο, συν την ανάγκη εξασφάλισης της πρόσβασης στην Αν. Μεσόγειο και στον κόσμο πέρα από αυτήν. Με αυτήν την έννοια, η προσδοκία ενός “βαλκανικού πυλώνα” μέσα στην ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία της Ε. Ε. βρίσκεται πολύ κοντύτερα από όσο φαντάζεται κανείς με μια πρώτη εξέταση, ενώ δεν θα ήταν έκπληξη η πρόωρη ένταξη της Αλβανίας και της FYROM στο ΝΑΤΟ στα πλαίσια μιας “ευρω-ατλαντικής” αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην περιοχή. Άλλωστε, η διεκδίκηση να ανατεθεί η διοίκηση του στρατηγείου Νοτίου Ευρώπής (δηλ. Μεσογείου) σε ευρωπαίο αντί του καθιερωμένου μέχρι σήμερα αμερικανού διοικητή δεν μπορεί παρά να αποτυπώνει το αυξημένο ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για τον νότο που μέχρι σήμερα ήταν χώρος αποκλειστικής αμερικανικής ευθύνης.
Οι σύγχρονες εξελίξεις στα Βαλκάνια, τόσο στο επίπεδο του περιφερειακού υπό-συστήματος, όσο και στο επίπεδο διαμόρφωσης της εξωτερικής πολιτικής και των εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων των βαλκανικών κρατών διαθέτουν ένα ευδιάκριτο στρατηγικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται. Εναπόκειται στις πολιτικές δυνάμεις στα Βαλκάνια να βρουν εκείνους τους δρόμους που θα απομακρύνουν οριστικά την περιοχή από την κατάσταση αστάθειας και θα αξιοποιήσουν στο έπακρο τις δυνατότητες τους για αμοιβαίο όφελος των λαών της περιοχής.
1546
[1] Michael J. Hogan (ed.), The End of the Cold War: Its Meaning and its Implications, Cambridge, 1992
[2] Στέλιος Αλειφαντής, Διεθνής ανταγωνισμός στα Βαλκάνια: Η περίπτωση της Γιουγκοσλαβικής Κρίσης, Ανακοίνωση στο Διεθνές Συνέδριο ” Η Διαβαλκανική Συνεργασία: Ιστορία και Σύγχρονες Εξελίξεις”, Πάντειο Πανεπιστήμιο, 17-19.3.1992 στό : Στέλιος Αλειφαντής, Διεθνής Πολιτική στα Βαλκάνια, Πανεπιστημιακές Σημειώσεις, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Ιανουάριος 1993, σελ. 35
[3] Στέλιος Αλειφαντής, Διεθνής ανταγωνισμός και Βαλκάνια, ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 25-26.12.1993
[4] Defining the New World Order, The Conference Report, The Fletcher School of Law and Diplomacy, Mass. 1990
[5] Στέλιος Αλειφαντής, “Νέα τάξη” και τα στρατηγικά διλήμματα, ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 10.10.1993
[6] Για το ευρύτερο πλαίσιο της διεθνούς παρέμβασης στα Βαλκάνια και στην γιουγκοσλαβική κρίση βλέπε: Στέλιος Αλειφαντής, “Οι εξωτερικοί παράγοντες της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής: Το Βαλκανικό Περιβάλλον”, στο: Σ. Αλειφαντής-Σ. Ζαμπούρας, Σύγχρονη Εξωτερική Πολιτική: Προβλήματα Προσέγγισης και Επιλογών, Αθήνα 1994, σελ. 20-53
[7] Η αναγγελία του αμερικανικού σχεδίου των “Εξι Σημείων” υπογράμμισε, διά στόματος του αμερικανού Υπ.Eξωτερικών Γ. Κρίστοφερ, την πρόθεση των Η.Π.Α. γιά “ενεργητική και άμεση εμπλοκή” στην αναζήτηση διευθέτησης της γιουγκοσλαβικής κρίσης. Ο Γ. Κρίστοφερ επανειλημένα επισήμανε ότι η κυριότερη αμερικανική διαφωνία με το σχέδιο “Βανς-Οουένς” συνίσταται στο ότι “τα μέρη δεν το αποδέχονται” και συνεπώς δεν μπορεί η διεθνής παρέμβαση να το επιβάλει. Τα “Έξι Σημεία” περιλαμβάνουν:
a. Ενεργό αμερικανικό ρόλο στην διαμεσολαβητική διαδικασία των Βάνς-Οουενς με την άμεση παρουσία ειδικού απεσταλμένου των Η.Π.Α., του Ρ. Μπαρθόλομιου με σαφή επιδίωξη να γίνει αισθητή σ’ αυτήν την διαδικασία η “άμεση και ενεργητική“ παρέμβαση της αμερικανικής διπλωματίας.
β. Πολιτική βάση της αμερικανικής παρέμβασης είναι ότι καμία διευθέτηση δεν μπορεί να επιβληθεί στα εμπλεκόμενα μέρη και συνεπώς μία συμφωνημένη λύση της Βοσνιακής κρίσης πρέπει να είναι αποδεκτή από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, οι συνομιλίες μεταξύ των οποίων θα καθορίσουν το περιεχόμενο της συμφωνίας που όμως δεν είναι δυνατόν να εκπληρώνει το σύνολο των επιδιώξεων τους.
γ. Η Ουάσιγκτον θα συνεχίσει την πίεση πάνω στην Σερβία για να την αποτρέψει να επεκτείνει τον πόλεμο στο Κόσοβο και στα Σκόπια.
δ. Επιδιώκεται η εκεχειρία στην διάρκεια των συνομιλιών.
ε. Οι Η.Π.Α. είναι πρόθυμες να συνδράμουν στρατιωτικά στην εφαρμογή και επιβολή μιας συμφωνίας που θα έχει γίνει ήδη αποδεκτή από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη.
στ. Η Ουάσιγκτον θα αναπτύξει την διπλωματική της παρέμβαση με βάση τις στενές διαβουλεύσεις και σε συνεργασία με συμμαχικά και φιλικά κράτη.
Δες: “U.S. Fully Engaged in Search for Bosnian Solution”, Transcript W. Christopher’s Press Conference, Feb. 10th,1993
[8] Δές: Marie-Janine Calic, “The Serbian Question in International Politics”, Aussenpolitik, II/1994 p. 153, Στέλιος Αλειφαντής, ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΣΤΑΘΕΙΑ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ: To Πρόβλημα Συγκλίσεων Πολιτικής, στο Δ. Κώνστας-Π. Τσάκωνας Σύγχρονη Ελληνική Εξωτερική Πολιτική: Εσωτερικοί και Διεθνείς παράμετροι, Αθήνα 1995
[9] Δες για το σχετικό ιστορικό: F.S. Keifer, “NATO is preparing for role in Bosnia”, Christian Science Monitor, 8.3.1993, Μ. Gordon, “As NATO meets on Bosnian Plan, U.S. won’t press for a go-ahead”, New York Times, 9.8.1993, P.Lewis, Allies at odds with U.S. on Bosnia Command”, New York Times, 12.9.1993.
[10] Δες, inter alia: Robert Cox, Production, Power and World Order, Columbia University Press, 1987, P. Drucker, The Changed World Economy, Foreign Affairs, no1, vol. 64, 1986 και την κλασική μελέτη Karl Polanyi, The Great Transformation. Political and Economic Origins of Our Time, Boston 1957, Σίλβιου Μπρουκάν, Η Διαλεκτική της Διεθνούς Πολιτικής, Αθήνα 1994.
[11] C.H. Kostanick, “The Balkan Geopolitics”, στο C.B. Jelavich, The Balkans in Transition, L.A. 1963, p.3, Robert Liebert, “Southern Europe and the Middle East”, Middle East Review, vol. 16, No 1, 1983.
[12] R. Vukadinovic, The Mediterranean between War and Peace, Beograd, 1987, M. Freidlander, “Problems of Mediterranean: A Geopolitical Perspective”, Yearbook of World Affairs, 1978
[13] Robert Liebert, “Southern Europe and the Middle East”, Middle East Review, vol. 16, No 1, 1983
[14] Σέργιος Ζαμπούρας, “Βοσνία: Το μουσουλμανικό δράμα και η μουσουλμανική προοπτική”, Κυριακάτική Ελευθεροτυπία, 15. 5. 1994
[15] Δες inter alia: Πάνος Καζάκος, Οικονομικές μεταρρυθμίσεις και επιδόσεις στην Νοτιοανατολική Ευρώπη: Απολογισμός και προοπτικές, στο Σωτήρης Ντάλης (επιμέλεια) Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και Βαλκανική Πολυδιάσπαση, Αθήνα 1994
[16] Δες, inter alia: Robert Cox, The Crisis in World Order and the Challenge to International Organization, Cooperation and Conflict, no 2, vol. 29, 1994 pp 99-113
[17] Στελιος Αλειφαντής,”Η Στρατηγική Διάσταση της Οικονομικής Συνεργασίας στα Βαλκάνια”, στο: ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΑΔΑ: Προτάσεις για μιά Εθνική Στρατηγική, Αθήνα 1995
[18] Για να περιοριστούμε μόνο σε μία οικονομική διασταση αρκεί το παράδειγμα του ανταγωνισμού στο πεδίο της μεταφοράς πετρελαίων με αγωγούς ή δεξαμενόπλοια σε ευρωπαϊκά τερματικά και διυλιστήρια από τον Καύκασο ή την Μέση Ανατολή πεδίο που έχει επίκεντρο τα Βαλκάνια. Σ΄ αυτό το πλαίσιο εύκολα έχει αξιολογηθεί η μεγάλη σημασία του αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης ως σημείου σύγκλισης αμερικανικών, ρωσικών, ευρωπαϊκών και φυσικά ελληνο-βουλγαρικών συμφερόντων.