Όσοι με γέλασαν, όσοι με κέρασαν
πικρό ποτήρι και άχρηστους κανόνες,
θα ηττηθούν απ’ ό,τι πιο αδύναμο
από τη χλόη που σκεπάζει ερειπιώνες.
Θ. Παπακωνσταντίνου, «Σαμπάχ» (2000)
Του Σ.Σ. από την Ρήξη φ. 134
Τις τελευταίες μέρες, ένα καινούργιο τραγούδι και το αντίστοιχο βίντεο κλίπ κάνουν το γύρο του διαδικτύου. Η Μαρίνα Σάττι με τη Μάντισσα” με μελωδία και στίχο που μοιάζουν να «έρχονται από μακριά», τραγουδάει στους δρόμους ενός μεταμοντέρνου ερειπιώνα του αθηναϊκού κέντρου, συνοδευόμενη από τον χορό νέων κοριτσιών, σε μια προφανή αντίστιξη ανάμεσα στη ζωτικότητα και τη θέληση για χαρά και ζωή από τη μια και την παγωμένη νεκρή ζώνη της μνημονιακής μητρόπολης από την άλλη. Η διαφορά του συγκεκριμένου καλλιτεχνικού χάπενινγκ από ανάλογα του παρελθόντος είναι πως αντλεί μεγάλο μέρος της δυναμικής του από παραδοσιακό μουσικό ρυθμό και θεματική, αναβαπτισμένα σε μια σύγχρονη αισθητική.
Η Μάντισσα δίνει αφορμή για γενικότερες σκέψεις.
Ο ερειπιώνας της σύγχρονης Ελλάδας είναι αποτέλεσμα της αποσυνθετικής δράσης των μνημονιακών πολιτικών, αλλά και της αδυναμίας της ελληνικής κοινωνίας να προτάξει εναλλακτικό σχέδιο και να διαφυλάξει όσα θα άξιζε να διαφυλαχτούν από την κληρονομιά της. Έχει αρχίσει να παγιώνεται ο χαρακτήρας της χώρας ως προτεκτοράτου με ελάχιστη έως μηδαμινή πολιτική, οικονομική, αλλά και πολιτιστική αυτονομία και έχουν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται οι νέοι πόλοι ισχύος, παράλληλα με την αναδιάταξη των παλιών.
Αυτό που μεσοπρόθεσμα διακυβεύεται είναι η δυνατότητα της ελληνικής κοινωνίας να αναπαράγεται ως στοιχειωδώς αξιοπρεπής, ευνομούμενη και παραγωγική οντότητα. Ο παγκοσμιοποιητικός οδοστρωτήρας δεν αναδιατάσσει μόνο τους οικονομικούς και πολιτικούς πόλους εξουσίας, αλλά επιφέρει μια πρωτοφανή κοινωνική αποσύνθεση. Καταστρέφει την επιθυμία αλλά και τη δύναμη των Ελλήνων να δημιουργούν, να παράγουν, όχι μόνο στο επίσημο επίπεδο, αλλά και στο ανεπίσημο και άτυπο.
Οι ποικιλώνυμες ελίτ, μέσα στην αλαζονική μέθη της υποτιθέμενης παντοδυναμίας τους, ξεχνούν (ή μήπως αγνοούν;) πως η όποια δύναμή τους είναι αδυναμία αν δεν τροφοδοτείται, αναζωογονείται και εμπλουτίζεται από την επινοητικότητα, τη γνώση και τη ζωτικότητα ενός υγιούς κοινωνικού σώματος. Ενός κοινωνικού σώματος που στις σημερινές συνθήκες είναι όλο και πιο νωθρό και αποπροσανατολισμένο, χωρίς δεσμούς ή θετικά κίνητρα για δράση, με χαμηλές προσδοκίες, απορροφημένο, στη μεγάλη του πλειονότητα, από τη φροντίδα για την καθημερινή του επιβίωση.
Εκείνο που συγκινεί και εκπλήσσει ταυτόχρονα στη Μάντισσα είναι η συνεύρεση μιας νέας γενιάς με τους εκφραστικούς τρόπους των παλαιότερων. Οι νέες τεχνολογίες και τεχνικές που χρησιμοποιούνται στο τραγούδι δεν εμποδίζουν την έκφραση ενός πηγαίου αίσθηματος. Παρόμοιες τάσεις στο ελληνικό τραγούδι έχουν εμφανιστεί πρόσφατα, με ροκ συγκροτήματα που εμπνέονται από και την ελληνική μουσική παράδοση και παράλληλα την εκσυγχρονίζουν. Φαίνεται πως ένα κομμάτι της νεολαίας προτάσσει τη γνώση, το κέφι και τη ζωτική της δύναμη στον θανατηφόρο και αποδομητικό μηδενισμό του παρασιτισμού και της πνευματικής αποικιοποίησης. Οι «αδύναμοι» γίνονται δυνατοί μέσω της δημιουργικότητάς τους («γίναν δυνατά τα αδύνατα») και παλεύουν (και θα νικήσουν;) «δίχως πανοπλία».
Χρέος όλων όσοι συνειδητοποιούν την ανάγκη μιας αναστροφής της παρακμιακής μετεξέλιξης της χώρας είναι να ενθαρρύνουν και να στηρίξουν κάθε προσπάθεια υλικής και πνευματικής αναγέννησης, κάθε προσπάθεια που αντιτάσσει στην αμοραλιστική «παντοδυναμία» το ήθος και την ομορφιά που «έρχονται από μακριά».
Σ.Σ.