του Α. Φρειδά, από το Άρδην τ. 55, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2005
oταν, λίγο καιρό μετά τις προεδρικές εκλογές στην Κύπρο, είχα καταθέσει μπροστά σε μια μεγάλη συγκέντρωση (στην «Κυπριακή Εστία» στην Πλάκα) πως, με την εκλογή του Τάσου, ο κυπριακός λαός «αγόρασε ελπίδα», δυστυχώς το εννοούσα. Πανηγύρισα μεν, αλλά παρίστανα ταυτόχρονα και τον μάντη. Τον μάντη κακών, διότι οι περιρρέουσες συνθήκες, η εχθρική αντιπολίτευση και οι ερμαφρόδιτοι και γνωστοί επικίνδυνοι συνέταιροι του Τάσου, με ανάγκαζαν και κρατούσα και ολίγη πισινή! Άλλωστε, η επικίνδυνη πολιτική πρακτική του κράτους των Αθηνών δεν επέτρεπε σε κανέναν υποψιασμένο από μας, εκεί και εδώ, να είμαστε υπεραισιόδοξοι. Και τα γεγονότα, όσο και οι πρακτικές που ακολούθησαν έκτοτε, δεν μας διέψευσαν:
Η σύνθεση του κυβερνητικού σχήματος από κομματικά στελέχη της ανίερης συμμαχίας, καθώς και η επάνδρωση των ανώτερων κυβερνητικών πόστων – κοινωνικο-οικονομικών, πολιτικών και εθνικών– απεδείχθη πολύ νωρίς κατώτερη των περιστάσεων. Πράγμα που είχε επιβεβαιωθεί και κατά το δημοψήφισμα της 24.04.04. Ο Τάσος είχε από πολύ νωρίς παγιδευτεί, και αυτοπαγιδευτεί, στις ίδιες του τις αποφάσεις που δεν τις περιμέναμε. Χρεωκοπημένες φάτσες, αποστειρωμένες νοοτροπίες, εμποτισμένες από τα αποικιακά σύνδρομα της συντήρησης, καλοβολεμένοι παρίες των πολιτικών δρώμενων και η συγγενοκρατία, είχαν κυριαρχήσει!
Η απόφαση του Τάσου να ακολουθήσει την πεπατημένη και να συμμετάσχει στις συνομιλίες της Ν. Υόρκης υπό τους εκβιασμούς του κράτους των Αθηνών, των Αγγλοαμερικάνων και της δοσίλογης, μένεα πνέουσας, αντιπολίτευσης στην ημιΚύπρο, είχε από πολύ νωρίς –ακόμα και a priori– εκτιμηθεί πως ήταν λαθεμένη. Οι δεσμεύσεις της Ν. Υόρκης οδήγησαν στην τραγωδία και στο φιάσκο-θρίλερ του Μπούγκερστοκ όπου, αντί να καταγγελθεί η οφθαλμοφανής συμπαιγνία Ανάν-Τούρκων σε βάρος μας (υπό τα όμματα των Αθηνών), οδήγησε στην παροιμιώδη γελοία δήλωση Χριστόφια πως: «Δεν περιμέναμε αυτή την αρνητική στάση των (λεγόμενων για μένα) Τ/κ. Περιμέναμε ότι θα εδεχόντουσταν…!». Τη στιγμή που όλοι μας πιστεύαμε ότι δεν θα εδεχόντουσταν. Ανευθυνότητας το μεγαλείο.
Το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος ήταν μια ανάσα για όλους. Ήταν η ευκαιρία, ακόμα και για Επανατοποθέτηση. Διαψευστήκαμε. Το ΟΧΙ οδηγεί οργανωμένα στο τσιμέντωμα του Ναι. Οι δοσίλογες δυνάμεις και η κυβερνητική και διπλωματική ασυναρτησία, ηττοπάθεια και η «ναιπάθεια», οδηγούν –πατριωτικά όμως– στην εφαρμογή του σχεδίου Ανάν και Σία. Ο λαός μπήκε στο περιθώριο. Η απόφασή του τορπιλίζεται, γελοιοποιείται. Είμαστε αγανακτισμένοι.
- Χάθηκε ακόμα η ευκαιρία της 17ης του Δεκέμβρη. Θα μπορούσε η Κυπριακή, λεγόμενη, Δημοκρατία να «στήσει πόδι», να βάλει όρους, να πει πολύ εύκολα ένα νέο ΟΧΙ, και να αλλάξει πολλά σε βάρος της δεδομένα. Δεν το έπραξε και έχασε.
Το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, όπου πια διακινείται με βούλα κάθε λογής φέσι και κάθε λογής ελληνοκυπριακή μιζέρια, ήταν ένα απύθμενο λάθος. Και επιμένουν, επίσημα, υπουργικά, κομματικά, εκκλησιαστικά, έμποροι γης τε πατρίδας να το γλεντούν, κατατρώγοντας τις σάρκες και τις προοπτικές μας. Τον εποικισμό ήδη τον πληρώνουμε αδρά, για να μένει και να εδραιώνεται. Έργοις και Λόγοις. Η καρδιά «μας» πλέον πάλλεται για τους εποίκους (που θα ομορφύνουν το DNA μας, παρέα με τες ορδές των καλλιτέχνιδων, τρομάρα μας, του Βορρά). Όπερ, μεταφραζόμενο, σημαίνει υπότροφοι και οικότροφοί μας παρακαλώ. Με εκατομμύρια λίρες το χρόνο. Βάλαμε το άλογο πίσω από το αμάξι με αυτές τις διευθετήσεις της κατ’ όνομα Πράσινης Γραμμής. Και ηττώμεθα.
Το «Ναι» στο «Ευρωσύνταγμα» είναι άλλο ένα ολίσθημα –για μένα– που δεν χρειαζόταν. Ας μην σπεύδαμε πρώτοι από όλους. Δουλοπρέπεια, που θα πληρωθεί άγρια. Τη στιγμή που οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι καρεκλοκένταυροι ακολούθησαν το «στρίβειν δια του αρραβώνος», μην και καεί η γούνα τους.
«Ανίκητοι ως τώρα είμαστε, αλλά εμείς οι ίδιοι νικήσαμε τους εαυτούς μας και ηττηθήκαμε», είχε πει ο Πλάτωνας. Και έχει δίκαιο.
Συναγωνιστές, σας έκανα την καρδιά περιβόλι; Με συγχωρείτε. Αλλά εγώ είμαι χωρικός από του Μόρφου, περιβολάρης πορτοκαλλοπαραγωγός. Πρόσφυγας.
[…]
Και το τελευταίο –που ξέχασα εις τη ρύμη του γραπτού μου λόγου– αφορά την εσωτερική μας διακυβέρνηση. Μπάχαλο. Είμαστε απίστευτα κανίβαλοι. Ανθρωποφάγοι. Σφάχτες αρχών, αξιών, επίσημης κοινωνικής ευαισθησίας. Γλεντηστάδες της όσης απέμεινε ημιΚύπρου. Πολιτεία που δεν έχει ούτε νοσοκομεία να περιθάλψει τους πολίτες της είναι ανάξια σεβασμού ή αναφοράς σε αυτή. Και πολιτεία όπου η Παιδεία παιδεύεται και διακωμωδείται, χρειάζεται επανίδρυση. Πολλά είπα, λίγα μετέφερα. Πιθανόν να υπάρχουν και θετικά. Αλλά εγώ είμαι μύωψ.
Αλλά θάρρει, που λένε και οι αφελείς. Ο λαός ακόμα ζει…και παραδόθηκε! Ευχαριστώ.
*Εκπρόσωπος Προσφυγικού Σωματείου “Ελεύθερο Μόρφου”