Αρχική » Από μια κοινωνία με εξαρτήσεις στην κοινωνία της συνολικής εξάρτησης;

Από μια κοινωνία με εξαρτήσεις στην κοινωνία της συνολικής εξάρτησης;

από Δημήτρης Ναπ. Γιαννάτος

Όψεις της ψηφιακής επιτάχυνσης

Του Δημήτρη Ναπ. Γιαννάτου από την Ρήξη φ. 165

Πάει καιρός, από τότε που ο μακαρίτης Τίμοθυ Λήρυ (ψυχολόγος και παιδί της αμερικάνικης αμφισβήτησης), βρήκε την ψυχεδελική ηρεμία του στις τεχνολογίες του κυβερνοχώρου. Ως «τόπου» διαφυγής απ΄ την πραγματικότητα, όπου μπορούμε να μεταμορφωνόμαστε, χωρίς LSD και βλαπτικά τριπάκια. Ο Λήρυ συνέδεσε το ψυχεδελικό κίνημα «διεύρυνσης» του εαυτού με την εκρηκτική εξάπλωση του προσωπικού υπολογιστή, στο κίνημα που ονομάστηκε «κυβερνοδελική» (κυβερνητική και ψυχεδέλεια).
Η προσπάθεια των νέων του ΄60, να βιώσουν βαθύτερες ψυχικές διεργασίες με τη χρήση ψυχοδηλωτικών ουσιών, έφτασε στο όριό της είτε μέσα από την εξάρτηση ή την παράνοια, είτε μέσα από την καταναλωτική ενσωμάτωση. Ο σπόρος όμως που έψαχνε τα όρια του ανθρώπινου υποσυνείδητου ήταν ισχυρός και μετουσιώθηκε στην ψηφιακή κουλτούρα του προσωπικού υπολογιστή, ως δικαίωση της – εντέλει ατομικιστικής και ναρκισσιστικής – χίππικης αντικουλτούρας με τη λογική μάλιστα ότι «το όριο είναι ότι δεν υπάρχει όριο».
Άλλωστε οι περισσότεροι γκουρού της βιομηχανίας λογισμικού, είχαν, λίγο-πολύ, βαπτιστεί στα ιερά νερά του κινήματος, προτού γίνουν γιάππυς και πριν ο Λήρυ ασχοληθεί με την παραγωγή υπολογιστών αναγγέλλοντας ότι «το PC είναι το LSD της δεκαετίας του ’90», δημιουργώντας λιγότερο θόρυβο από τότε που συνελήφθη επειδή κάπνισε μαριχουάνα δημόσια, σε συνέντευξη τύπου. Ο Τζομπς μελέτησε τον βουδισμό στην Ινδία, ενώ ο Γκέητς είχε ψυχεδελικές συνήθειες στο Χάρβαρντ. Η μεταφυσική μπερδεύτηκε με την τεχνολογία, διευκολύνοντας τη βιοψηφιακή συγχώνευση και τη δημιουργία ενός νέου (ψευδο)συνειδησιακού κινήματος.
Kαι σήμερα;
Από την ιστορία της ψυχεδελικής κουλτούρας και της ψηφιακής συνεξέλιξης, οι μεταλλάξεις είναι πολλές και το τοπίο γίνεται ζοφερό όταν εν καιρώ κορωνοϊού, η προϊούσα παθολογία των κάθε είδους εξαρτήσεων παίρνει άλλη μορφή. Κοντά στην εξαθλίωση των τοξικομανών, αυξάνεται και εξαπλώνεται η «ψηφιακή εξάρτηση».
Η αλλαγή της προ κορωνοϊού ρουτίνας, έχει κύριο ψυχοσυναιθηματικό χαρακτηριστικό την ιδρυματοποίηση, ενισχυτικό παράγοντα της εξάρτησης.
Η «τηλεκοινωνία» που εξαπλώνει ο ιός, επιδεινώνει στο πολλαπλάσιο αυτό που οι μελέτες λένε τα τελευταία χρόνια: Τα παιδιά είναι αποξενωμένα, μεγαλώνουν πιο ανώριμα, κολλημένα σε μια οθόνη και τώρα με την… πανδημική τηλεκπαίδευση, έχουν ισχυρή δικαιολογία και άλλοθι.
Ο συνάδελφος στο ΚΕΘΕΑ, Αχιλλέας Ρούσσος, επικεφαλής του Δικτύου πρόληψης και έγκαιρης παρέμβασης, επισημαίνει: «Το έδαφος είναι πρόσφορο και ιδανικό ώστε να αναπτυχθούν εξαρτήσεις, οι οποίες θα φανούν μετά την πανδημία» (…) «ο εγκλεισμός επιφυλάσσει ένα μέλλον με παιδιά καθηλωμένα στις ηλεκτρονικές συσκευές» (…) «οι στάνταρ ημερήσιες ώρες ενασχόλησης των παιδιών με ηλεκτρονικές συσκευές, ξεπερνούν τις δέκα. Φτάνουμε στην ώρα της ψυχαγωγίας και συνειδητοποιούμε ότι οι περισσότερες εναλλακτικές λύσεις είναι απαγορευμένες…» (…)«Τα αποτελέσματα θα φανούν όταν κληθούν να αφήσουν τις οθόνες τους. Ένα σημαντικό ποσοστό θα δυσκολευτεί να τις αφήσει και να βγει έξω» (πηγή: grtimes.gr)
Τι στερούνται όμως τα παιδιά; Η κα Μαρία Αλεξανδρή, κλινική ψυχολόγος, θα γράψει σε άρθρο της: «Τα αναπτυξιακά ερεθίσματα, τη βιωμένη εμπειρία»(…) «Οι μόνες εμπειρίες που έχουν αυτή τη στιγμή είναι “κονσέρβα”, βιωμένες μέσα από μια οθόνη, όμως αυτές δεν είναι ικανές να τους δώσουν ό,τι έχουν ανάγκη για να αναπτυχθούν. Τα παιδιά χρειάζονται φυσική αλληλεπίδραση» (…) Ο πιο προφανής τομέας που “υποφέρει” από αυτή την κατάσταση είναι η αδρή κινητικότητα. Τα παιδιά χρειάζονται την κίνηση κι αυτή την περίοδο το σώμα τους “σκουριάζει”».
Η μεσοπρόθεσμη επίπτωση στα νιάτα του τόπου μας, είναι η αλλαγή στο χρόνο που χρειάζονται να προσηλωθούν σε κάτι, δυσκολίες στην συγκέντρωση και την αντιληπτική ικανότητα. Η γρήγορη εναλλαγή πληροφορίας, η ευκολία της τεχνικής, δημιουργεί πρόβλημα στη διαχείριση των συναισθημάτων, την υπομονή και επένδυση στις ανθρώπινες σχέσεις και ιδιαίτερα τις ερωτικές, στην εφηβεία.
Επίσης, η ψηφιακή ανάγνωση, σε σχέση με το διάβασμα του βιβλίου και τη γραφή, έχει μελετηθεί ότι ατροφεί τη συναισθηματική νοημοσύνη και την ενσυναίσθηση. Γόνιμο έδαφος για τη γενίκευση μιας «κανονικοποίησης» της ψηφιακής εξάρτησης, η οποία δύσκολα θα συνειδητοποιείται, καθώς θα έρχεται μαζί με την τεχνικοποίηση της ζωής.
Κανείς δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει έναν γονιό, όταν θα έλεγε: «Και τι έγινε; κι εγώ κάνω χρήση ναρκωτικών. Όλοι κάνουν γύρω μας». Εδώ λοιπόν, βρίσκεται η νέα τυπολογία της ψηφιακής εξάρτησης και το παράδοξό της. Η ίδια η τηλεδραστηριότητα θα είναι η «εξάρτηση» για να το πούμε χοντρά και όχι μια παρεκτροπή της, η οποία εφόσον θα θεωρείται μια υπέρτατη «αξία» θα ενσωματωθεί ως κανονικότητα.
Τα όνειρα του Τίμοθυ Λήρυ, κινδυνεύουν να γίνουν πραγματικότητα, αφού η «δουλειά» μας, η εκπαίδευση, η διασκέδαση, θα είναι… «μαστούρα» και «διεύρυνση της συνείδησης και εμπειρίας», σε έναν κόσμο ακόμα πιο ατομοκεντρικό και ναρκισσιστικό, με υποκατάστατα σχέσεων.
Ευτυχώς, όσο υπάρχει ο άνθρωπος όπως τον ξέρουμε, ας αισιοδοξούμε ότι θα υπάρχει απεξάρτηση από το δυστοπικό μέλλον που περιέγραψα, κάνοντας την τεχνολογία, τον ψηφιακό κόσμο, αυτό που πρέπει να είναι: ένα απλό εργαλείο.
Επειδή, υπάρχει το ασυνείδητο (που καμία βιοτεχνολογία δεν μπορεί να «διαβάσει») και η ανθρώπινη βούληση. Στοιχεία που έθεταν ανέκαθεν τόσο λειτουργικά ταμπού ως ανθρωπολογικά όρια, όσο και την αρχαιοελληνική Ύβρη.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ