1,7K
Το Άρδην διοργάνωσε την Πέμπτη 4 Μαρτίου 2021 διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα:
«”Τα Λιγναδικά”, ο μαρκήσιος Ντε Σαντ και η ελευθεριακή αποσύνθεση της ιδεολογίας»
Συζήτησαν οι:
Γιώργος Καραμπελιάς, συγγραφέας
Σπύρος Κουτρούλης, συγγραφέας
Γιώργος Κουτσαντώνης, μεταφραστής – συντάκτης περιοδικού ResPublica
Γιώργος Ρακκάς, δρ. κοινωνιολογίας
Την εκδήλωση μπορείτε να την παρακολουθήσετε από την ιστοσελίδα του Άρδην και από το κανάλι του Παντελή Σαββίδη στο youtube
12 ΣΧΟΛΙΑ
Μπράβο στον υπέροχα σύγχρονο και επίκαιρο χαρακτηρισμό “κονδυλοφόρο ανθρωπάκι” για τον Ντέ Σάντ του Γιώργου Κουτσαντώνη, καθώς και στην επίσης καίρια αναφορά του στην ζώσα διαχρονία της ελληνικής σκέψης της οποίας το αρχετυπικό βλέμμα είναι “ενσαρκωμένο” στο είναι μας. Συγχαρητηρια σε όλους για την πολύ όμορφη συζήτηση παρά την ανολοκλήρωτη αναφορά στην… “κρίση σεξουαλικότητας;;;” ή ερωτικότητας;;; της εποχής μας.
Δηλαδή, για να καταλάβω, τέσσερις (cis, στρέιτ, γηγενείς) άντρες, μαζευτήκατε για να αναλύσετε το φαινόμενο της ανάδυσης των μαρτυριών για σεξουαλική κακοποίηση του τελευταίου χρονικού διαστήματος.
Τι τελικά πήραμε από την κουβέντα;
Το άνευρο ονοματάκι “Τα Λιγναδικά”, το οποίο αποσιωπά το μέγεθος, την έκταση, την βαρύτητα των μαρτυριών, βάζοντας σ’ ένα καλάθι, με αυτό το ειρωνικό τιτλάκι, όλον τον πόνο που έχει εκφραστεί τελευταία από ανθρώπους όλων των φύλων, οι οποίοι βρήκαν το κουράγιο (μέσα από τη συλλογική υποστήριξη που τους δόθηκε) να μιλήσουν για το τραύμα τους.
Μια ανυπόστατη διαβεβαίωση πως, για τις κακοποιήσεις, φταίει:
– ο “εθνομηδενισμός” ή,
– ο μεταμοντερνισμός ή,
– ο Ντε Σαντ ή,
– η παγκοσμιοποίηση ή,
– η υποστήριξη των ατομικών δικαιωμάτων ή,
– ο “ισλαμοφεμινισμός” ή,
– ο Μάης του ’68 ή,
– η ελευθερία του λόγου ή,
– η απομάκρυνση από την ορθοδοξία και τη θρησκευτική πίστη ή,
– κάτι από τα παραπάνω ή και όλα μαζί.
Ενδεικτικό ότι στο πάνελ δεν βρίσκεται καμία γυναίκα. Ενδεικτικό πως δεν αναφέρεται πουθενά και με κανέναν τρόπο, η πατριαρχία, η τοξική αρρενωπότητα, η εξουσιαστική, συστημική καταπίεση και βία απέναντι σε θηλυκά, ΛΟΑΤΚΙ+ κ.λπ., υποκείμενα.
Με εξαίρεση την περαστική αναφορά στο όνομα της Hannah Arendt, και την, επίσης περαστική αναφορά στο όνομα της Σοφίας Μπεκατώρου, δεν αναφέρονται πουθενά άλλες γυναίκες (παρά μόνο η “κακομοίρα πόρνη”, χαρακτήρας του Ντοστογιέφσκι), ούτε ως σημεία αναφοράς, ούτε ως συντρόφισσες, ούτε ως υποκείμενα με λόγο, συνεισφορά, παρουσία.
Η συζήτησή σας είναι στείρα, καθώς δεν περιέχει βίωμα, ενσυναίσθηση ή, έστω, απλή κατανόηση της κατάστασης. Παρακολούθησα τέσσερις προνομιούχους που, επί μιάμιση ώρα, χαριεντίζονταν μεταξύ τους, φουσκώνοντας ο ένας τον εγωισμό του άλλου ενώ, απολύτως αποστασιοποιημένα και με πραγματικά μηδενική κατανόηση, συζητούσαν πομπώδικα για τον Όμηρο, τον Σωκράτη, τον Καντ, τον Ντε Σαντ, τον Φουκώ.
Άκουσα να χαρακτηρίζεται ο Λιγνάδης “αποδιοπομπαίος τράγος”, ένας χαρακτηρισμός που έμεινε στον αέρα, καθώς φαίνεται η μία ώρα και 16 λεπτά δεν ήταν αρκετή για να μας διαλευκάνει ο λέγοντας τι εννοούσε με τον επικίνδυνο αυτόν χαρακτηρισμό.
Μάλιστα, η μόνη ξεκάθαρη μομφή εναντίον του Λιγνάδη έγινε για την κακή μεταχείριση εκ μέρους του, κειμένου του Αριστοφάνη σε παράσταση στην Επίδαυρο, κάτι που δεν φάνηκε να είχε πειράξει τον κο. Καραμπελιά όταν κάλεσε τον Λιγνάδη σε συζήτηση στον Ιανό (https://www.youtube.com/watch?v=FlvwyEkHckg) όπου και τον έλουζε με κοπλιμέντα για τον πολιτισμό, το ήθος και την προσφορά του στο θέατρο και, φυσικά, στο έθνος.
Άκουσα να μας κουνιέται το δάχτυλο, να προσέξουμε μην τυχόν γίνει “παράνομο το φλερτ και ο έρωτας” όπως “στην Αμερική”. Ένα strawman argument (που λένε και στην Αμερική) που χρησιμοποιείται από ακροδεξιούς εδώ και χρόνια ενάντια στα πολύμορφα φεμινιστικά κινήματά μας, όταν πια δεν έχουν άλλα επιχειρήματα.
Η χώρα στην οποία ζούμε, και ειδικά η επαρχία της, από το βαθύ μας παρελθόν μέχρι και σήμερα, είναι βαθιά πατριαρχική, βίαιη και εξουσιαστική. Από την εποχή του Ομήρου, μέχρι την εποχή της επανάστασης, μέχρι τον εμφύλιο, μέχρι σήμερα.
Δεν έχετε δικαίωμα, στο όνομα της ιδεολογίας σας, ν’ αγνοείτε τα εγκλήματα που πάντα συνέβαιναν κάτω από το χέρι του πατέρα, πίσω από την κλειστή πόρτα, στη σοφίτα ή το υπόγειο, ή και φανερά, μέσα στην πλατεία του χωριού ή στο καφενείο.
Όλα τα υποκείμενα που, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ανήκαν ή ανήκουν σε μη προνομιούχες ομάδες (γυναίκες, ΛΟΑΤΚΙ+, ανάπηροι, νευροατυπικοί, ξένοι, μετανάστες κ.ο.κ.), υπήρξαν και συνεχίζουν να είναι, στα χωριά και στις πόλεις, στόχοι. Στόχοι για βία, στόχοι για εκμετάλλευση, στόχοι για κακοποίηση, στόχοι για περιθωριοποίηση, για γελοιοποίηση.
Άκουσα, επίσης, τις πάμπολλες αναφορές στον Ονφρέ, σαν ο Ονφρέ να μην είναι ο γνωστός σεξιστής που σε χυδαίο κείμενό του σχετικά με την Γκρέτα Τούνμπεργκ (στην Ελλάδα προωθημένο μέσα από το site του ενός από τους συμμετέχοντες) προχώρησε σε μια φρικτή σεξουαλικοποίηση ενός ανήλικου παιδιού, σε συνδυασμό με τη χρήση ableist γλώσσας απέναντι σε ένα νευροατυπικό άτομο (http://www.respublica.gr/2019/08/post/greta_thunberg-michel_onfray/).
Φτάνει πια. Σ’ αυτήν την ιστορική στιγμή, το μόνο που απαιτείται από μέρους σας είναι λίγη σιωπή. Μια ευκαιρία ν’ ακούσετε αντί να μιλήσετε. Μια παύση στα λογύδρια και την αυθεντία σας για ν’ ανασάνουμε, για ν’ ακουστεί ο πόνος και το τραύμα που αιώνες ουρλιάζει αποκλεισμένο από κάθε σημείο που θα μπορούσε ν’ ακουστεί μιας και εσείς, και άλλοι σαν εσάς, καταλάμβαναν ΟΛΑ τα σημεία.
Κάντε, λοιπόν, στην άκρη. Δώστε την πλατφόρμα και τη στήριξή σας σε άτομα που δεν έχουν πρόσβαση στα προνόμιά σας. Δώστε χώρο και χρόνο στους ανθρώπους που υποφέρουν. Κάντε τη σκληρή δουλειά που απαιτείται για να αποκτήσετε ενσυναίσθηση και συντροφικότητα.
Αυθεντίες της ζωής και του βιώματός μας είμαστε εμείς.
«Ενδεικτικό ότι στο πάνελ δεν βρίσκεται καμία γυναίκα»
Η επιλογή των ομιλητών δεν έγινε με βάση το φύλο αλλά με βάση τη δουλειά που έχουν κάνει πάνω σε συγκεκριμένα πράγματα και κατά πόσο αυτοί η δουλειά τους έχει κάνει ικανούς να προωθήσουν απόψεις οι οποίες διαυγάζουν την πραγματικότητα κάτω από ένα συγκεκριμένο θεωρητικό πλαίσιο που κρίνεται ορθό αλλά και κατά πόσο ταιριάζουν μεταξύ τους οι προσεγγίσεις. Αυτό που επικαλείστε δεν είναι η επιλογή με βάση κάποια αντικειμενικά κριτήρια αλλά οι διακρίσεις με βάση το φύλο. Αν εσείς έχετε να προτείνετε κάποιο άτομο που να έχει να πει κάτι πάνω στο θέμα και έχει δουλέψει στο συγκεκριμένο θεωρητικό πλαίσιο που έχουν δουλέψει οι ομιλητές και είναι γυναίκα ευχαρίστως να το προτείνετε και ελπίζω η επιτροπή του Άρδην να το εξετάσει.
«δεν περιέχει βίωμα, ενσυναίσθηση ή, έστω, απλή κατανόηση της κατάστασης»
Πράγμα που σημαίνει ότι για να εκφέρει κανείς άποψη για ένα θέμα απαιτούνται τα απαραίτητα βιώματα; Ποιά μελέτη αποδεικνύει κάτι τέτοιο; Ένα λογικό και ορθό συμπέρασμα δεν μπορεί να προκύψει από περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι δεν έχουν «βιώματα» και αν όχι γιατί; Δεν υφίσταται καμία πιθανότητα ένας άνθρωπος με βιώματα ως προς ένα ζήτημα να σφάλει και ένας δίχως βιώματα να είναι ορθός, ή έστω ορθότερος από τον πρώτο; Δεν υπάρχει καμία περίπτωση ένας άνθρωπος δίχως «ενσυναίσθηση» να οδηγείται σε ορθά συμπεράσματα; Είναι κριτήριο η συναισθηματική φόρτιση του βιώματος; Πολύ καινοφανές να το λέει κανείς αυτό, δεδομένου ότι μέχρι χθες γνωρίζαμε ότι το συναίσθημα ενδέχεται να διαστρεβλώνει τη λογική και την ορθή σκέψη! Πραγματικά θα ήθελα να ακούσω περισσότερα επ’ αυτού.
«Παρακολούθησα τέσσερις προνομιούχους»
Από πού προκύπτει ότι καί οι τέσσερις είναι «προνομιούχοι». Προνομιούχοι ως προς τί; Παρακαλώ καταθέστε στοιχεία. Και αφού αποδείξετε ότι είναι προνομιούχοι τότε να μας πείτε κατά πόσο οι απόψεις ενός ανθρώπου κρίνονται με βάση το αν είναι «προνομιούχοι» και όχι με βάση το αν είναι ορθές.
«χρησιμοποιείται από ακροδεξιούς εδώ και χρόνια ενάντια στα πολύμορφα φεμινιστικά κινήματά μας»
Και λοιπόν; Το ότι χρησιμοποιείται ενάντια στο «κινήματά σας» είναι λάθος από μόνο του; Είναι αναπόφευκτο να συμφωνεί κανείς με τα «κινήματά σας»; Μόνο όταν συμφωνούμε με τα «κινήματά σας» είμαστε σωστοί; Διαφορετικά είμαστε λάθος; Κριτήριο είναι να συμφωνεί κανείς με το δικό σας χώρο; Όχι αν έχει κάτι να πει που πιθανότατα να είναι και σωστό;
«Φτάνει πια. Σ’ αυτήν την ιστορική στιγμή, το μόνο που απαιτείται από μέρους σας είναι λίγη σιωπή».
Όχι δεν απαιτείται σιωπή από κανέναν. Η ελευθερία του λόγου είναι πάγια και αναντίρρητη. Είναι η βάση του πολιτισμού μας, είναι η αρχή του διαλόγου και της ειρηνικής λύσης των προβλημάτων. Η φίμωση που θέλετε να επιβάλλεται είναι πρόβλημα και όχι η ελευθερία των ανθρώπων να εκφράζονται. Η λογική σας είναι φασίζουσα και σφόδρα αντιδημοκρατική. Δεν μπορείτε να απαιτείται από ανθρώπους που δε συμφωνούν μαζί σας να σωπάσουν γιατί δεν σας αρέσουν αυτά που λέτε στο κατά φαντασίαν καταπιεσμένο σας σύμπαν. Δεν θα σωπάσει κανείς, είτε σας αρέσει είτε όχι.
«Η χώρα στην οποία ζούμε, και ειδικά η επαρχία της, από το βαθύ μας παρελθόν μέχρι και σήμερα, είναι βαθιά πατριαρχική, βίαιη και εξουσιαστική»
Ανοησία μέγιστη που απλά αναπαράγει μίσος προς την κοινωνία (η οποία σας επιτρέπει να μιλάτε και να φιμώνεται όποιον δε συμφωνεί μαζί σας, ενώ την ίδια στιγμή το παίζεται και θύμα). Πώς ακριβώς απαιτείται η κοινωνία να συμμεριστεί τις θέσεις σας όταν εσείς εκφράζεστε ενάντιά της; Το έχετε σκεφτεί ποτέ αυτό; Ή μήπως σας φαίνεται πολύ «μικροαστική» η κοινωνία και άρα της αξίζει η καταστροφή;
Ορισμένες αναγκαίες απαντήσεις στο σχόλιο της Ροδιάς Βαλκάνου:
α) «Το άνευρο ονοματάκι “Τα Λιγναδικά”, το οποίο αποσιωπά το μέγεθος, την έκταση, την βαρύτητα των μαρτυριών».
Είναι ‘άνευρο’ ονοματάκι, ή μεταβάλει την ‘περίπτωση Λιγνάδη’ σε εμβληματική, όλων των αποκαλύψεων που έγιναν σε σχέση με την σεξουαλική παραβίαση; Η φιγούρα του πάντως συμπυκνώνει όλο το πρόβλημα που χαρακτηρίζει το σύνολο των αποκαλύψεων: Κατάχρηση εξουσίας, σεξουαλική επιβολή, ένα αίσθημα πως «ότι και να κάνω δεν με πιάνει ο νόμος» κοινό για όλες τις ελίτ. Άρα καθόλου άνευρο δεν είναι το «ονοματάκι»
β) Τι είπε η συζήτηση σε σχέση με το ζήτημα: Ότι η περίπτωση Λιγνάδη, δεν είναι μεμονωμένη, ότι αυτήν εκφράζει μια ευρύτερη πραγματικότητα ιδεολογικής και ηθικής χρεοκοπίας των σημερινών κυρίαρχων στην παγκοσμιοποίηση τάξεων. Ότι, άρα, η σεξουαλική κακοποίηση παράγεται ‘συστημικά’ και δεν είναι ‘παραφωνία’, όπως το ίδιο το σύστημα θέλει να παρουσιάζει.
Το γιατί μια τέτοια συζήτηση να προκάλεσε μια τόσο οργισμένη απάντηση, ειλικρινά, δεν μπορώ να το κατανοήσω. Διατηρούμε, πάντως, το δικαίωμα, να μην φορτώνουμε στην ‘αρχαϊκή πατριαρχία’ τις σύγχρονες συμπεριφορές σεξουαλικής παραβίασης, και επιβολής, και να θεωρούμε ότι πηγάζουν από νέες πραγματικότητες. Αυτό σημαίνει ότι αρνούμαστε ότι υπάρχουν; Κάθε άλλο..
γ) Το Άρδην τοποθετήθηκε άμεσα μετά την αποκάλυψη της περίπτωσης Λιγνάδη, ανακοίνωση, συντελεστές του έγραψαν άρθρα κ.ο.κ.: Ο κοινός παρανομαστής όλων αυτών; Να αποκαλυφθούν τα πάντα, και να αποδοθεί ουσιαστική δικαιοσύνη, η κοινωνία να καταγγείλει κατηγορηματικά και να απομονώσει κάθε περιστατικό σεξουαλικής επιβολής και κατάχρησης οποιασδήποτε εξουσίας. Έγιναν αυτά ή όχι; Άρα πως περιγράφεται στην απάντηση της Ροδιάς Βαλκάνου ότι δεν έγιναν και ότι αντιθέτως υπάρχει μια προσπάθεια να ‘περάσει στα μαλακά’ η περίπτωσή του από τον συγκεκριμένο χώρο στον οποίον απευθύνει της κατηγορίες της;
δ) Εις εκ των ομιλητών αναφέρθηκε στην θεωρία του ‘αποδιοπομπαίου τράγου’ του Ζιράρ, που επικαλέστηκε τον Λιγνάδη σε μια αποστροφή του λόγου του. Δεν ισχυρίστηκε, ωστόσο, ότι ο Λιγνάδης είναι αποδιοπομπαίος τράγος. Είπε ότι εντάσσεται στη θεωρία του Ζιράρ γι’ αυτόν. Δεν είναι το ίδιο, το ένα και το άλλο.
ε) Η συζήτηση κλείνει με τον Γιώργο Καραμπελιά, να λέει ότι τα κινήματα τύπου me_too, είναι θετική εξέλιξη γιατί με την κρίση της παγκοσμιοποίησης φαίνεται ότι περνάει κρίση και η ηθική, και η ιδεολογία της, και άρα έχουμε αντιδράσεις του κόσμου που γυρεύουν να βάλουν ένα ηθικό όριο στην ‘αποχαλίνωση της επιθυμίας’. Θετική η αναφορά, δηλαδή, που έγινε από εκείνον στα κινήματα αυτά.
στ) «Δεν έχετε δικαίωμα, στο όνομα της ιδεολογίας σας, ν’ αγνοείτε τα εγκλήματα που πάντα συνέβαιναν κάτω από το χέρι του πατέρα, πίσω από την κλειστή πόρτα, στη σοφίτα ή το υπόγειο, ή και φανερά, μέσα στην πλατεία του χωριού ή στο καφενείο».
Η Ροδιά Βαλκάνου ξέρει πολύ καλά ότι απευθύνεται σε έναν χώρο που επί δεκαετίες υπηρετούσε τα κινήματα αυτά που αγωνίζονταν να βγει αυτή η σκοτεινή πραγματικότητα της κοινωνίας μας (και κάθε κοινωνίας) στην επιφάνεια. Το ότι σήμερα δίνεται προτεραιότητα στην εθνική επιβίωση του ελληνισμού, ή σε πιο άμεσα προβλήματα που έχουν να κάνουν με το μέλλον αυτής της κοινωνίας, και του κόσμου ευρύτερα δεν σημαίνει ότι όλη η προηγούμενη πορεία αναιρείται ή αναθεωρείται.
Δεν το μάθατε κυρία Βαλκάνου; Έχουμε πόλεμο! Πάει καιρός που δεν γίνεται να μπαινοβγαίνετε στα αντίπαλα στρατόπεδα σαν να είναι αληθινός ο «οικουμενικός» ψευτόκοσμος των «πολιτικά ορθών». Τι δουλειά έχετε εσείς οι ισοπεδωτικοί των πάντων «δικαιωματιστές» με τους έχοντες τον ελληνικό (και μόνο) Λόγο; Με αυτούς που πήραν τα όπλα της ελληνικής (και μόνον) Φρόνησης για να οργανώσουν κίνημα κατά Μεγάλης Αυταπάτης της εποχής μας; Η παρούσα ιστοσελίδα είναι έδαφος αγώνα ιερού κατά του Μεγάλου Κόλπου που μεταμορφώνει σαν την Κίρκη τους ανθρώπους σε γουρούνια.
Για το φαινόμενο των λογής κακοποιήσεων φταίτε εσείς προσωπικά: όλοι όσοι στηρίζεται τον μεταμοντέρνο σχετικισμό. Όλοι όσοι βλέπετε τους ανθρώπους που την έχουν γλυτώσει από την Μεταμοντέρνα Προπαγάνδα σαν cis = Cisgender (σισ-τζέντερ) = μη τρανς και όχι κανονικούς. Όλοι όσοι δεν αναγνωρίζετε τη διαφορά ανάμεσα στο ανθρώπινο έμβιο όν και στο όντως όν = ψυχικά ολοκληρωμένο Άνθρωπο.
Δεν είναι μόνο ντεμοντέ να μιλάτε για στρέιτ άνδρες. Είναι μεγάλη ντροπή να ρίχνετε λάσπη σε έναν σπουδαίο και έντιμο αγωνιστή. Δεν γίνεται όμως να υπάρχει το ψυχικό αγαθό της ντροπής σε ένα άτομο που κατηγορεί τον Γ. Καραμπελιά επειδή τυχαίνει να ομονοεί με τον Δ. Λιγνάδη στο πως η Παιδεία αφυπνίζει τη Φρόνηση-Φρόνημα των Ελλήνων.
Το παράγγελμα που δίνετε για σιωπή ισχύει ακριβώς για την περίπτωσή σας. Αφήστε σιωπηλή την μεταμορφωμένη ήδη σε παπαγάλο ψυχή σας στο στρατόπεδο της Ώρας του Μετα-ανθρώπου. Λόγω της ναρκισσιστικής διαταραχής που έχει επιφέρει ο μεταμοντέρνος ατομικισμός, είναι αναμενόμενο να βλέπετε τον εαυτό σας σαν «αυθεντία». Μόνον ο «ψευδο-εαυτός» μπορεί να πει την κουβέντα σας «Αυθεντίες της ζωής και του βιώματός μας είμαστε εμείς».
Καταλαβαίνω το φοβισμένο άτομο της matrix εποχής μας, το γιατί τρέμει με τους άνδρες που παλεύουν για την επιστροφή του Νοήματος που φέρνει την υγεία στην ανθρώπινη ψυχή. Κατανοώ με τι απόγνωση αναφωνείτε προς τους αγωνιστές του κινήματος Άρδην «Κάντε, λοιπόν, στην άκρη».
Αντίστροφα με τη γνώμη σας, η ιστοσελίδα του Άρδην αποτελεί για εσάς «Μια ευκαιρία ν’ ακούσετε αντί να μιλήσετε». Αντίστροφα με τα λεγόμενά σας, οι αποκλεισμένοι βρίσκονται στο στρατόπεδο του Καραμπελιά. Ακριβώς ανάποδα από τον ισχυρισμό σας, «όλα τα σημεία» προσφέρουν πρόσβαση στην «άποψη» του κάθε πικραμένου.
Μάλιστα, η Προπαγάνδα που υποστηρίζετε παίζει σε βάρος του Ανθρώπου τόσο ύπουλα το παιχνίδι που χρειάζονται οι Ονφρέ με κότσια να τα θίγουν. Όχι μόνο δεν ήταν σεξισμός και «φρικτή σεξουαλικοποίηση ενός ανήλικου παιδιού» όπως λέτε αλλά μια σωτήρια αποκάλυψη του νέου τρόπου κοινωνικού ελέγχου μέσω συναισθημάτων. Το ποιος είναι ο προνομιούχος φαίνεται από το ύφος του λόγου σας. Το φανερώνουν και μόνο αυτά τα αφ’ υψηλού περί «ableist γλώσσας» για να αποδώσετε «αναπηροφοβία» στον Ονφρέ, στον οποίον αναφέρθηκαν οι «ομοφοβικοί» κατά την γνώμη σας συζητητές
Αγαπητή κυρία Ροδιά Βαλκάνου, αναρωτιέστε «Τι τελικά πήραμε από την κουβέντα;» επειδή δεν βλέπετε τον πόλεμο που διεξάγεται για την επανάκτηση της Ανθρωπιάς. Τέτοιες συζητήσεις είναι νίκες, σαν να «πήραμε την Τριπολιτσά». Αφ’ υψηλού, θεωρείτε «άνευρο ονοματάκι» “Τα Λιγναδικά”. Στην ελληνική ιστορία όμως φάσεις όπως τα «Λαυρεωτικά» είναι αποκαλυπτικές για σκάνδαλα που συνδέονται με δημαγωγία…
Λυπάμαι πολύ που σας έλειψε από την κουβέντα μια «γλάστρα» για να γλυκαίνει την αρρενωπότητα του πολέμου, μια θέση υπέρ των ΛΟΑΤΚΙ όπως συνηθίζουν οι κομματικοί της λεγόμενης πολιτικής. Λυπάμαι που νομίζετε ότι η συζήτηση έγινε στο όνομα μια ιδεολογίας και με δεδομένο ότι οι συζητητές αγνοούν τη βία των γυναικών, των μεταναστών κλπ. Στη θέση σας, θα προτιμούσα την τιμιότητα να το κλείσω παρά να το χρησιμοποιήσω για να φουντώσω τον θυμό μου ώστε να γράψω με ψυχοθεραπευτικό όφελος.
Προσωπικά, ανυπομονώ να ακούσω από τον Γιώργο Καραμπελιά και τον Γιώργο Ρακκά να συνδέουν τα Λιγναδικά με την εμμονή της Σιμόν ντε Μπωβουρ και άλλων «προοδευτικών» «διανοούμενων» (όπως Κον Μπεντιτ, Ντεριντά, Λανγκ) για τη νομιμοποίηση της παιδεραστίας.
Ο λόγος που σχολίασα εξ αρχής, είναι γιατί ήθελα να σας θυμίσω πως, εκτός από τους δέκα φίλους σας, τα πράγματα που δημοσιεύετε τα βλέπουν κι άλλοι άνθρωποι. Πιθανώς να είστε οκ, απομονωμένοι μέσα σ’ αυτόν τον χυλό της αριστεροδεξιάς ελληνορθοδοξίας, απλώς σας χτυπάμε την πόρτα για να σας θυμίσουμε πως, η εξέλιξη, η πρόοδος, δεν είναι μόνο απειλή, αλλά και ευκαιρία να μάθουμε νέα πράγματα.
Οι διαθεματικοί φεμινισμοί στα κινήματα των οποίων έχω συμμετάσχει, μας επέτρεψαν να επαναφέρουμε την αρχή “το προσωπικό είναι πολιτικό”, μας επέτρεψαν να είμαστε οι αυθεντικές εαυτές μας, μας ενδυνάμωσαν μέσα από την απόλυτη συντροφικότητα και στήριξη.
Κε. Ρακκά, εγώ σας γράφω μέσα από το βίωμά μου ως γυναίκα που έχει υποστεί συναισθηματική, σεξουαλική, ψυχολογική και σωματική βία. Δεν έχω γνωρίσει ούτε μία γυναίκα που να μην έχει υποστεί κάποιου τέτοιου τύπου εξουσιαστική βία. Εμείς ξέρουμε ότι η πατριαρχία δεν είναι “αρχαϊκή” έννοια, αλλά μία μόνο πτυχή του πλέγματος της κυριαρχίας.
Κάθε μέρα που ξυπνάμε, πριν καν ακουμπήσουμε τα πόδια μας στο πάτωμα, ενσωματώνουμε στα υποκείμενά μας τα σημεία στα οποία τέμνονται οι εξουσίες και τα προνόμιά μας. Όλες οι παρέμετροι, φυλή, φύλο, ταυτότητα φύλου, τάξη, σεξουαλικότητα, αρτημέλεια κ.ο.κ., γίνονται βιώματα μέσα από τα οποία αξιολογούμε το σύνολο της ύπαρξής μας.
Σας καλώ να σκεφτείτε ποιες είναι οι δικές σας τομές προνομίων και να επαναξιολογήσετε τον τρόπο που παρουσιάσατε την από πάνω συζήτηση μέσα στα πλαίσια της συστημικής πατριαρχικής και καπιταλιστικής εξουσίας μέσα στην οποία ζούμε.
Θα σας καλούσα επίσης να σκεφτείτε ποιος είναι ο λόγος που δεν έχετε ούτε μια γυναίκα καλεσμένη στο πάνελ σας και ποιος είναι ο λόγος που δεν κάνετε και καμία αναφορά σε γυναίκες.
Η τρέχουσα ιστορική στιγμή, δημιουργήθηκε μέσα από το κουράγιο ανθρώπων που δέχτηκαν τις συνέπειες που έρχονται μαζί με τη δημοσιοποίηση των τραυμάτων τους. Εκείν@ μας στήριξαν έμμεσα ή άμεσα, να μπορούμε να μιλήσουμε κι εμείς ανοιχτά για τα δικά μας τραύματα.
Έξω από το τι μπορεί η θεσμική μεριά της “δικαιοσύνης” να αναλάβει ή να τιμωρήσει, είναι σημαντικό να μπορεί να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον συντροφικότητας, υποστήριξης και ενσυναίσθησης, ώστε όποιο άτομο έχει βιώσει τραύμα, να μπορεί να το εκφράσει χωρίς να φοβάται και χωρίς να ντρέπεται.
Συζητήσεις όπως αυτή που κάνατε (ειδικά όταν προέρχονται από τον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς -ακόμη και του δικού σας περίεργου συνοθυλεύματος ιδεολογιών) δεν βοηθάνε σε κανένα επίπεδο αυτές τις συζητήσεις, δεν περιέχουν βίωμα ή συντροφικότητα.
Αντιθέτως, τα βιώματά μας γίνονται στα χέρια σας θεωρητικές υπεραπλουστεύσεις, πεδίο θεωρητικοποίησης, αερολογίας, εύκολης κριτικής, από τη μεριά προνομιούχων. Και, όχι απλώς δεν βοηθάνε, αλλά βλάπτουν.
Κανείς δεν σας στερεί το δικαίωμα να λέτε και να γράφετε ό,τι θέλετε και όπως θέλετε. Έχουμε όμως κι εμείς το δικαίωμα να σας λέμε πως ακούμε αυτό που λέτε και πως διαφωνούμε.
Η “οργισμένη απάντηση” έρχεται, κε. Ρακκά, μέσα από τα βιώματα, μέσα από την κινηματική οπτική γυναικών που σας αντιμετωπίζουν σε κάθε γωνιά ως φύλακες των μικροφώνων, ως φύλακες της “παράδοσης” που εμάς μας στερεί τη φωνή και μας επιβάλλει δομές που μας έχουν βλάψει.
Στη μιάμιση ώρα που συζητήσατε, δεν θίξατε με κανέναν ουσιαστικό τρόπο την κακοποίηση, τη βία και την τοξικότητα. Αερολογήσατε από την ασφάλεια του προνομίου και της βιωματικής άγνοιας. Και η απάντησή σας στο σχόλιό μου, κινήθηκε στα ίδια πλαίσια.
Δεν θεωρώ πως υπάρχει λόγος να υπάρξει ιεράρχηση των καταπιέσεών μας ή των προβλημάτων που θεωρούμε που μας απειλούν. Δεν πιστεύω στο “πρώτα τρακτέρ, σύντροφε”. Οι γυναίκες των χώρων σας, ιστορικά δούλεψαν σκληρά για κάθε αγώνα με την υπόσχεση ότι θα έρθει κι η σειρά τους αρκεί να λυθεί πρώτα το… ταξικό / εθνική επιβίωση του ελληνισμού / οτιδήποτε άλλο.
Ε, αυτό δεν αρκεί πια.
Και για μια ακόμη φορά: δεν φταίτε που είστε προνομιούχοι. Φταίτε επειδή επιλέγετε να το αγνοείτε και να μιλάτε όταν στην πραγματικότητα χρειάζεται να ακούτε.
Λέτε τα εξής:
«Πιθανώς να είστε οκ, απομονωμένοι μέσα σ’ αυτόν τον χυλό της αριστεροδεξιάς ελληνορθοδοξίας»
Τί είδους συμπέρασμα είναι αυτό; Δηλαδή ένα επιχείρημα κρίνεται με βάση το αν είναι «απομονωμένο» σε έναν πολιτικό χώρο και όχι με βάση την αξία του; Ενδέχεται, όπως σωστά λέτε, κάποια επιχειρήματα να είναι παράγωγα ιδεολογικών αγκυλώσεων. Αυτό δεν τα καθιστά αυτόματα εσφαλμένα. Με την ίδια λογική κι εμείς μπορούμε να πούμε ότι κι εσείς είστε απομονωμένοι στον χώρο της πολιτικής ορθότητας. Συνεπώς κοιτάξτε λίγο τις δικές σας αγκυλώσεις και μήν δείχνετε το δάχτυλο σε άλλους.
«Οι διαθεματικοί φεμινισμοί στα κινήματα των οποίων έχω συμμετάσχει, μας επέτρεψαν να επαναφέρουμε την αρχή “το προσωπικό είναι πολιτικό”, μας επέτρεψαν να είμαστε οι αυθεντικές εαυτές μας, μας ενδυνάμωσαν μέσα από την απόλυτη συντροφικότητα και στήριξη.»
Κατ’ αρχάς, δεν μας ενδιαφέρει αν «έχετε συμμετάσχει» σε κάποιο από αυτά τα κινήματα. Τις προσωπικές εμπειρίες καλό είναι να τις κρατάμε για τον εαυτό μας.
Όχι το προσωπικό ΔΕΝ είναι πολιτικό. Το πολιτικό είναι δημόσιο και αφορά το συλλογικό πεδίο. Το προσωπικό είναι ΑΤΟΜΙΚΟ και η διάκριση μεταξύ ατομικού και δημοσίου είναι εμφανέστατη στο έργο της Arendt που ουδέποτε μπήκατε στον κόπο να μελετήσετε.
«μας ενδυνάμωσαν μέσα από την απόλυτη συντροφικότητα και στήριξη»… δηλαδή ανταγωνισμοί μεταξύ γυναικών δεν υπάρχουν; Για ποιά συντροφικότητα μιλάτε; Έχετε πάρει χαμπάρι τί γίνεται στον κόσμο έξω; Πού ζείτε;
«Σας καλώ να σκεφτείτε ποιες είναι οι δικές σας τομές προνομίων»
Η λογική του ad hominem. Ένα επιχείρημα κρίνεται όχι με βάση τα «προνόμια» αυτού που το εκφέρει αλλά με βάση το αν είναι ορθά. Τελεία και παύλα.
«στα πλαίσια της συστημικής πατριαρχικής και καπιταλιστικής εξουσίας μέσα στην οποία ζούμε». ΔΕΝ ζούμε σε πατριαρχική κοινωνία. ΔΕΝ ζούμε σε καταπιεστική κοινωνία. Θέλετε να πετύχετε κάτι στη ζωή σας. ΔΟΥΛΕΨΤΕ.
«Κανείς δεν σας στερεί το δικαίωμα να λέτε και να γράφετε ό,τι θέλετε και όπως θέλετε».
Πριν μας είπατε να «σωπάσουμε» και μετά επαναλαμβάνεται πως «Φταίτε επειδή επιλέγετε να το αγνοείτε και να μιλάτε όταν στην πραγματικότητα χρειάζεται να ακούτε». Και όλα αυτά γιατί είμαστε «προνομιούχοι». Παρακαλώ καταθέστε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι ομιλητές είναι προνομιούχοι. Στοιχεία, αποδείξεις και μελέτες για τη ζωή τους. Κατόπιν αποδείξτε με λογικά επιχειρήματα και αποδείξεις ότι το «προνόμιο» των ομιλητών είναι που καθιστά τα επιχειρήματά τους λάθος.
Επί της ουσίας, ο δικός σας χώρος ελέγχει όλη την ακαδημία, όλα τα ΜΜΕ, φιμώνει συντηρητικούς ομιλητές, απολύει εργαζόμενους που έχουν διαφορετική γνώμη με την επίσημη γραμμή της πολιτικής ορθότητας… έχετε καταστείλει την ελευθερία του λόγου και επιβάλετε λογοκρισία. Σταματήστε να το παίζετε θύμα ενώ είστε θύτης.
«Έχουμε όμως κι εμείς το δικαίωμα να σας λέμε πως ακούμε αυτό που λέτε και πως διαφωνούμε». Ναι, ΔΕΝ μας ενδιαφέρει! Οι απόψεις σας είναι απόλυτες και κατηγορηματικές. Καλείτε εμάς να «ακούσουμε» ενώ εσείς δεν ακούτε τίποτα. Φωνάζετε για «πατριαρχία» και για «καταπίεση» δίχως να μπείτε καν στον κόπο να καταλάβετε τί σας λένε οι ομιλητές.
Κυρία Ροδιά Βαλκάνου το συμπέρασμα που σχημάτισα από τα σχόλια σας είναι ότι αποφύγατε να προβληματιστείτε πάνω στις σκέψεις που διατυπώθηκαν στην συζήτηση ειδικά στον βαθμό που θίγουν την ιδεολογική σας αυτάρκεια, όπως αυτά που φανερώνουν τις ευθύνες των Κον Μπεντίτ κλπ στην αναγνώριση της παιδεραστίας. Για αυτό παρακάμψατε όσα επιχειρήματα διατυπώθηκαν. Θα ήταν χρήσιμο για εσάς να διαβάσετε το έργο του Μισεά, του Κ.Λας, του Ονφρέ, του Π.Κονδύλη(η παρακμή του αστικού πολιτισμού) ακόμη και το πιο πρόσφατο Ε.Ερρινγκέλ για την μεταμοντέρνα αριστερά. Οι απόψεις σας είναι ο “δικαιωματισμός” που τεμαχίζει και απολιτικοποιεί την κοινωνία , διαλύει τις συλλογικές ταυτότητεςκαι είναι βασικό και απαραίτητο στοιχείο της παγκοσμιοτικής ιδεολογίας δηλαδή της πιο χυδαίας εκδοχής του καπιταλισμού. Πρόκειται για την ετερογονία των σκοπών στην ιστορία, δηλαδή ενώ πιστεύουμε ότι ενεργούμε για το α αποτέλεσμα τελικά παράγουμε ένα β αντίθετο αποτέλεσμα. Άραγε γνωστοί ηθοποιοί που κατηγορούνται για σεξουαλική κακοποίηση κλπ συμμετείχαν σε κάποιου είδους πατριαρχική οικογένεια ή η συμπεριφορά τους είναι παλιανθρωπιά αλαζονικών εγώ που επιβραβεύεται αδρά από το σταρ σύστεμ. Για όποιον έχει στοιχειώδη γνώση της ελληνικής κοινωνίας δεν μπορεί σήμερα να μιλά για “πατριαρχική οικογένεια” (για να δείτε πως ήταν πράγματι κάποτε θα σας πρότεινα να διαβάσετε τα “Αγροτικά” του Κ.Καραβίδα) αλλά για την επέκταση της μοναχικότητας, της μονογονεικής οικογένειας που ευνοείται ιδιαίτερα απο τον καταναλωτισμό. Ο “δικαιωματισμός” σαν αυτό που επικαλείστε είναι ιδιαίτερο χρήσιμος στο παρόν σύστημα για αυτό και προωθείται με πολλούς τρόπους.Βεβαίως ενώ κατηγορείτε την υποτιθέμενη ελληνική πατριαρχική κοινωνία, που εδώ και δεκαετίες δεν υπάρχει, δεν την κατηγορείτε εκεί που πραγματικά υπάρχει με τον πιο ατόφιο, με τον πιο αυθεντικό τρόπο στους πληθυσμούς που ελέγχονται από το ριζοσπατικό ισλάμ κλπ. Προφανώς χωρίς να μας γνωρίζετε βγάλατε το συμπέρασμα ότι είμαστε προνομιούχοι, επίσης σε ένα δείγμα “δημοκρατικής” νοοτροπίας μας καλείτε να σιωπήσουμε. Βεβαίως δεν θα σιωπήσουμε και θα εξακολουθήσουμε να επιχειρηματολογούμε . Όμως επιβεβαιώνετε τις απόψεις του Μισεά ότι η αριστερά είναι προωθητής της παγκοσμιοποίησης. Σπύρος Κουτρούλης
Προσθέτω για την κ.Ρ.Βαλκάνου το πόρισμα του Ζ.Κ.Μισεά: ” Από το τέλος του Β’ Π.Π. δεν έχει υπάρξει ούτε ένας τομέας στον οποίον να προχώρησε περαιτέρω η καπιταλιστική οργάνωση της ζωής, δίχως την πρότερη ιδεολογική νομιμοποίηση από την πλευρά της Αριστεράς. Με άλλα λόγια, όσο παράξενο κι αν φαίνεται σε μερικούς, τα πράγματα εξελίσσονται σαν ο καπιταλισμός να είχε κατ’ ουσίαν εμπιστευτεί στα διάφορα ρεύματα της Αριστεράς – από την πιο εκσυγχρονιστική σοσιαλδημοκρατία ως τους “ορθόδοξους” αριστεριστές- την ιδεολογική νομιμοποίηση της υποταγής των ανθρώπων στις επιταγές της παγκόσμιας αγοράς. Η μπαρόκ και φασαριόζικη σύνθεση αυτών των φαινομενικά ασυμφιλίωτων ρευμάτων πραγματοποιείται σε καθημερινή βάση υπό τη σκέπη της λεγόμενης “φιλελεύθερης – ελευθεριακής” κοσμοαντίληψης.Το στοιχείο αυτό μας επιτρέπει να κατανοήσουμε τον καίριο ρόλο του “Μάη του ’68” στην εγκαθίδρυση των αξιών του σύγχρονου καπιταλισμού. Η περίφημη προτροπή του Ραούλ Βανεγκέμ “να ζεις δίχως νεκρό χρόνο και να απολαμβάνεις δίχως περιορισμούς” λειτούργησε ως το βαρύ πυροβολικό που επιτέθηκε σε κάθε είδους κοινωνικό “αρχαϊσμό”, δηλαδή στην πραγματικότητα σε καθετί που, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, παρενέβαλλε ένα προστατευτικό παραβάν ανάμεσα στις επιθυμίες του ατόμου και την ενοποιημένη αγορά, η οποία είχε ως σκοπό να οργανώσει το σύνολο της ύπαρξης του. Από την καθημερινή χρήση ναρκωτικών -που εξυμνείται ως αμφισβήτηση της κυρίαρχης κουλτούρας- ως το στήσιμο αυτών των σύγχρονων μπιμπελό ηχητικής ματαιότητας που ονομάζουμε “ελεύθερους” ραδιοσταθμούς και από τη γενίκευση του μαζικού τουρισμού -ας θυμηθούμε το μυητικό ταξίδι των χίπις στην Ίμπιζα και το Κατμαντού- ως τη μυθοποίηση της σύγχρονης πολεοδομίας – που βιώνεται ως μια πυκνόφυτη “ζούγκλα από άσφαλτο” εντός της οποίας οι νύχτες είναι πιο όμορφες από τις μέρες -όλες οι αναγκαίες πολιτιστικές προσαρμογές που απαιτεί η υπερνεωτερικότητα παρουσιάστηκαν στην αρχή μέσω του Θεάματος ως θαυμαστές “ανατρεπτικές” και “περιθωριακές” περιπέτειες…Ιδού λοιπόν τα παράξενα δεδομένα της σημερινής εποχής. Διότι είναι πια στο όνομα της Προόδου, των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, της ελευθερίας των ηθών και του αγώνα “υπέρ της ανεκτικότητας κι ενάντια σε κάθε μορφή κοινωνικού αποκλεισμού” που καλούμαστε να συναινέσουμε στις παρεκτροπές της υπερνεωτερικότητας: στην καταστροφή της φύσης από την κοινωνία , της κοινωνίας από την οικονομία και της οικονομίας από τις διάφορες μαφίες που προσπαθούν να ελέγξουν την ανάπτυξή της. Και το μόνο ακριβώς , στοιχείο που μπορεί να δώσει μια επίφαση συνοχής σε τούτη την παράδοξη συμπόρευση είναι αυτός ο “συντηρητισμός” που διαρκώς αναζητούμε δίχως ποτέ να βρίσκουμε κι ο οποίος αναφερόταν, σε παλιότερους καιρούς, στους πραγματικούς εχθρούς του προοδευτισμού” (σελ.117,118,119,120).
Ο Μισεά συμπληρώνει ότι το μίσος στην οικογένεια- αυτό το απάνεμο κατά το Κ.Λας λιμάνι – διασταυρώνει την πάλαι ποτέ σοβιετική με την δυτική κοινωνία: ” Διόλου τυχαίο, υπό αυτήν την έννοια, που το σοβιετικό αντίστοιχο του “οικογένειες σας μισώ” του Αντρέ Ζίντ, που συνιστά θεμελιώδη εντολή της σύγχρονης δυτικής εκπαίδευσης, ήταν η επίσημη λατρεία του Παβέλ Μπρόζοφ: του κρατικά επιβεβλημένου ήρωα της σοβιετικής νεολαίας, επειδή, κατά την Επανάσταση, τουφέκισε τη μάνα του και τον πατέρα του” (σελ.122
(Θα απαντήσω συνολικά εδώ για να μην γίνει χάος με ατομικές απαντήσεις και ανοίξουν πολλά διαφορετικά θρεντ.)
Το να συζητάμε αν υπάρχει η πατριαρχία, μου φαίνεται σαν να πρέπει να σας αποδείξω ότι υπάρχουν τα πληκτρολόγια πάνω στα οποία γράφετε. Θα κάνω μια προσπάθεια να γίνω σαφής, έστω επιφανειακά, ιδεολογικά, μπας και βγει τίποτα απ’ αυτήν τη συνάντηση:
Μεγάλωσα με γονείς που προέρχονται από τον χώρο που προηγήθηκε του χώρου στον οποίον βρισκόμαστε (ίσως και γι’ αυτό να παίρνω πιο προσωπικά τα ατοπήματα των όσων τον εκπροσωπούν). Μεγάλωσα με δυναμικές, ενεργές, κινητοποιημένες γυναίκες. Έμαθα να εκτιμώ τις πλάτες στις οποίες πατάω / πατάμε.
Έμαθα επίσης ν’ αμφισβητώ, να μην θεωρώ ποτέ πως τα ξέρω όλα, να τσεκάρω πού κάνω λάθος, να συμμετέχω στα κοινά, στα κοινοτικά, στα κινηματικά, να μιλάω ακόμη κι όταν οι άλλοι δεν θέλουν ν’ ακουστώ.
Μεγαλώνοντας με τις προαναφερθείσες γυναίκες, κάπως κάπου μέσα στο μυαλό μου, είχε δημιουργηθεί μια εικόνα ότι οκ, κατακτήθηκαν τα πράγματα, τακτοποιήθηκαν. Και μετά, στα 18, βγήκα στο πεδίο της εργασίας. Η ιδέα αυτή κατέρρευσε κι αντικαταστάθηκε με τη βιωματική απόδειξη πως, όχι απλώς δεν τακτοποιήθηκαν τα πράγματα, αλλά και πως οι κατακτήσεις αποκαθηλώνονταν.
(24 χρόνια μετά απ’ αυτό, 8η Μάρτη, συζητάμε αν υπάρχει η πατριαρχία.)
Μεγαλώνοντας, επίσης, βρήκα ένα τεράστιο ιδεολογικό κενό στον λευκό, δυτικό, παγκοσμιοποιημένο φεμινισμό. Είχα το προνόμιο να ξέρω αγγλικά και να μπορέσω να έρθω σε επαφή με κείμενα όπως αυτά των Audre Lorde, bell hooks, Kimberlé Crenshaw, Angela Davis, Chandra Talpade Mohanty, Jennifer Christine Nash, James Baldwin κ.ο.κ.
Ειδικά τα κείμενα της Audre Lorde έγιναν για μένα αξιακοί πυλώνες (σε προσωπικό και κινηματικό επίπεδο). Επιτρέψτε μου να μοιραστώ μερικές φράσεις της:
1. The master’s tools will never dismantle the master’s house.
2. There is no such thing as a single-issue struggle, because we do not live single-issue lives.
3. The true focus of revolutionary change is never merely the oppressive situations which we seek to escape, but that piece of the oppressor which is planted deep within each of us, and which knows only the oppressors’ tactics, the oppressors’ relationships.
4. Caring for myself is not self-indulgence, it is self-preservation, and that is an act of political warfare.
5. If I didn’t define myself for myself, I would be crunched into other people’s fantasies for me and eaten alive.
6. Without community, there is no liberation… but community must not mean a shedding of our differences, nor the pathetic pretense that these differences do not exist.
7. Institutionalized rejection of difference is an absolute necessity in a profit economy which needs outsiders as surplus people.
Οι ομάδες στις οποίες συμμετείχα, είχαν ως κέντρο τους τη ριζοσπαστική συνεύρεση ανάμεσα σε γυναίκες (cis & trans), την επαναφορά των βιωματικών κύκλων, της ενσυναίσθησης, του radical softness, και αντίστοιχες πρακτικές ως εργαλεία για την προσωπική μας βελτίωση, τη συλλογική μας συνύπαρξη και την κινηματική μας παρέμβαση.
Οι θεωρίες και τα γραπτά των παραπάνω και άλλων, μας έμαθαν να προσεγγίζουμε τις εαυτές μας ως υποκείμενα με πολλές διαστάσεις (φύλο, φυλή, προέλευση, ταυτότητα φύλου, τάξη, αρτημέλεια, σεξουαλική ταυτότητα κ.ο.κ.). Η διαθεματική προσέγγιση (intersectionality – όρος που δημιούργησε η Kimberlé Crenshaw) μας έδειξε τα σημεία στα οποία οι πολλαπλές καταπιέσεις, τέμνονται, τι προκύπτει από αυτό και τι εργαλεία μπορούμε ν’ αναπτύξουμε για να κινητοποιηθούμε ομαδικά χωρίς να χάνουμε τις διαστάσεις μας.
Η συνειδητοποίηση των προνομίων μας, μάς βοήθησε και προσωπικά, αλλά και στον τρόπο που συζητάμε μεταξύ μας, στο πώς προσεγγίζουμε την συμπεριληπτικότητα στις ομάδες μας και πώς αξιολογούμε τις μεθόδους και τα εργαλεία των παρεμβάσεών μας.
Τα παραπάνω δεν θεωρώ πως χρειάζεται να αντιμετωπίζονται ως εχθρικές απόψεις ή στρατόπεδο σε “πόλεμο” όπως αναφέρει η κα. Μαγγιώρου παραπάνω. Εκλαμβάνω όμως από μέρους του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου απόρριψη, βλέπω αγκυλώσεις, απόλυτη θεωρητικοποίηση, απώλεια της επαφής με πολυποίκιλα υποκείμενα, στενά ιδεολογικά περιθώρια.
Το παρελθόν σας είναι γνωστό και εκτιμάται. Αλλά δεν μπορεί να είναι πάντα ασπίδα απέναντι στις κριτικές που σας απευθύνονται. Μπράβο για τα όσα κάνατε στο παρελθόν. Τώρα, τι;
Σκοπός της παρέμβασής μου εδώ ήταν απλώς η υπενθύμιση ότι δεν σας παρακολουθούν μόνο ομοϊδεάτες, αλλά πως τα όσα λέτε τα ακούν και άνθρωποι που τα κρίνουν με διαφορετικά, διαθεματικά, φεμινιστικά εργαλεία, και διαφωνούν.
Δεν έχω σκοπό να σας πείσω, να σας αλλάξω γνώμη. Απλώς να σας κρούσω το καμπανάκι: έχετε μείνει πίσω. Χρειάζεται ν’ αγκαλιάσετε με μεγαλύτερη διάθεση κατανόησης κάποια νέα (ή και όχι και τόσο νέα) εργαλεία. Κι επίσης, να κινηθείτε λιγάκι πιο έξω από τους δεδομένους κύκλους σας -ίσως γνωρίσετε ανθρώπους διαφορετικούς, ίσως, έτσι, να είναι πιο εύκολο να δεχτείτε την αξία των βιωμάτων τους και να μπορέσετε να συμπορευτείτε συντροφικά, αντί για συγκρουσιακά.
ΥΓ. Απλώς επειδή ο όρος “πολιτική ορθότητα” έχει μια τάση να πετιέται όπου κι αν βρισκόμαστε, μπορείτε, αν θέλετε, να διαβάσετε αυτήν τη σειρά άρθρων για τη δημιουργία, τη μετάλλαξη και τη χρήση του: https://kamenasoutien.com/2016/11/22/stop_politiki_orthotita-00/
Ο μαρκήσιος Ντε Σαντ, δυστυχώς, δεν ήταν καθόλου ανθρωπάκι, αλλά αντίθετα, ένα πολύ πρώιμο είδος «ενσάρκωσης» του Νιτσεïκού «υπερανθρώπου». Παραμένει ακόμη και τώρα ο μακράν ο πιο σκοτεινός από τους «σκοτεινούς εκφραστές του αστικού πολιτισμού» και προείκασε προδρομικά, σε χρόνο ανύποπτο, αυτό που έγινε πραγματικότητα στην εποχή μας, το γεγονός ότι τώρα, στην όψιμη εποχή της, «η αστική συνείδηση έγινε κυνική» (οι φράσεις είναι του Χάμπερμας).
Η παρακμή είναι ακριβώς αυτός ο κοινωνικά ενθρονισμένος κυνισμός. Και όλοι τούτοι οι κλώνοι – τυπου Λιγνάδειου, Ονφρέιου, Φιλιππίδειου, του άλλου ηθοποιού-πολιτικού καραγκιόζη που έβγαζε και αυτός έξω το όργανό του για να το παίζει δημοσίως στη χώρα που η αντίστοιχη λέξη είναι η πιο δημοφιλής – είναι οι εύπεπτοι ιδεότυποι. Στην πραγματικότητα, αυτά τα άτομα ανήκουν στα ανθρωπάκια του αντιανθρωπισμού, που βγήκαν από τα αυγά που άφησε πίσω της η πολιτισμική κληρονομια εκείνων των πρώιμων «υπερανθρώπων» και τα επώασε η εποχή μας.
Και κάτι άλλο: Αντιμοντέρνοι εθνολαïκιστές και μεταμοντέρνοι «δικαιωματιστές» (στην πραγματικότητα οπαδοί μιας πολιτικής χωρίς πολίτες), είναι όλοι τους παιδιά αυτών των «υπερανθρώπων» του ανορθολογισμού και αντιανθρωπισμού. Είναι αδέλφια που καυγαδίζουν για την μεγάλη κληρονομιά, κι άς παρήκμασε. Ας παραπέμψουμε πάλι στην παλιά συζήτηση περί μεταμοντερνισμού και στον Χάμπερμας: «Νεο-συντηρητικοί» (Neokonservative) και «Νεαροί συντηρητικοί» (Jungkonservative).
ΥΓ: Σχετικά δε με τα γραφόμενα της κ. Βαλκάνου, η πραγματικότητα λέει ότι οι γυναίκες δεν είναι «ομάδα» (όπως οι ΛΟΑΤΚΙ+, οι ανάπηροι, οι μετανάστες). Είναι η μισή ανθρωπότητα, και λίγο παραπάνω.Πάλι ο αντιανθρωπισμός, ως καταφυγή στην εξαίρεση.
Άνθρωποι που έκαναν αυτά για τα οποία κατηγορείται σήμερα ο κ. Λιγνάδης, υπήρχαν και παλιά. Πάντα. Μη πάμε στην κλασική Αρχαία Ελλάδα, τότε που ήταν κοινωνικά αποδεκτά αυτά τα πράγματα. Αποδεκτή ήταν τότε και η δουλεία. Και η πώληση παιδιών ως δούλων.
Αλλά στις δεκαετίες που ήμουν παιδί, 1950-1960, ήταν ο φόβος και ο τρόμος των γονέων. Ως κ@λ@μπαράδες τους ξέραμε τότε.
Η διαφορά είναι ότι τότε, αυτοί οι άνθρωποι ήταν είτε καλά κρυμμένοι στο σκοτάδι (μπορεί και με αξιοπρεπέστατο κοινωνικό προσωπείο), είτε φανεροί ως υπόκοσμος και περιθώριο. Τώρα μπορούν και εκτοξεύονται στις κορυφές και στη δημοφιλία (διευθυντές δημόσιων οργανισμών, μέχρι και βουλευτες). Πολλοί «αξιοπρεπείς», «καθως πρέπει» ή και «συντηρητικοί ως προς τα ήθη», ακόμη και εντεταλμένοι φύλακες των θεσμών (δικαστές, εκλεγμένοι αντιπρόσωπόί μας), ξέρουν πολύ καλά τι τρέχει και κάνουν πως δεν ξέρουν.
Αυτό ακριβώς δηλώνει η διαπίστωση ότι, τώρα πια, «η αστική συνείδηση έγινε κυνική».