του Αντώνη Σπυρόπουλου
Είναι αλήθεια πως η 2η τετραετία διακυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη ξεκίνησε σε εντελώς λάθος κατεύθυνση με αυτή που μας είχε συνηθίσει την προηγούμενη.
Τι συνέβη όπως τότε; Ήταν ξεκάθαρη στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης η δημιουργία του φράχτη στον Έβρο, η αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών στο Αιγαίο και η επιτυχής αναχαίτιση της τουρκικής πρόκλησης που ακολούθησε με τις ναυτικές δυνάμεις στο αρχιπέλαγος;
Σαφώς όχι, αν φανταστεί κανείς πως στην κατάθεση του 1ου κυβερνητικού προϋπολογισμού, πριν την δημιουργία της υβριδικής απειλής, μέσω της εισβολής μεταναστευτικών ροών, της Τουρκίας του Ερντογάν και των γεγονότων που επακολούθησαν, η ΝΔ είχε καταθέσει περικοπές δαπανών για τις αμυντικές δαπάνες.
Άρα, τα γεγονότα ήταν αυτά που εξανάγκασαν το Μητσοτάκη και τις αμυντικές δαπάνες να αυξήσει και να προβεί στις αμυντικές συμφωνίες στρατιωτικής αρωγής με τη Γαλλία, να ακολουθήσει το σύμφωνο αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ αλλά και οι πετυχημένες συνεργασίες στρατιωτικού και ενεργειακού ενδιαφέροντος με τους Σαουδάραβες, και την Αίγυπτο, η οριοθέτηση της ΑΟΖ ανάμεσα στις δύο χώρες, η οποία εμμέσως, πλην σαφώς ακύρωνε το τουρκολυβικό μνημόνιο. Η κινητικότητα της εξωτερικής πολιτικής ήταν τέτοια άλλωστε που ανέδειξε την πατρίδα μας στην 1η θέση των Soft Power δυνάμεων στον κόσμο τη επόμενη χρονιά. Ακολούθησαν η ξεκάθαρη και σταθερή θέση της Κυβέρνησης υπέρ της στήριξης της Ουκρανίας τη στιγμή εισβολής του ρωσικού αναθεωρητικού ιμπεριαλιστικού του Πούτιν και η πρότινος στρατιωτική και αμυντική συμφωνία με την Ινδία. Δε τα λες και λίγα.
Είναι επίσης σαφές πως στο εσωτερικό της ΝΔ αντιμάχονται δύο εκ διαμέτρου αντίθετα ρεύματα και τάσεις. Και οι αντιφάσεις αυτών των δυο ρευμάτων εκδηλώθηκαν και στην 1η τετραετία Μητσοτάκη. Από τη μια είχαμε φράχτες, τον εμβολισμό της Κεμάλ Ρέις από τη φρεγάτα Λήμνος (τα γεγονότα είναι γνωστά σε όλους για την κρίση του 2020 και την προσπάθεια του Ερντογάν να δημιουργήσει τετελεσμένα στο Αιγαίο όπως αντίστοιχα είχε συμβεί από τους Τούρκους στα Ίμια της τότε κυβέρνησης Σημίτη) και από την άλλη την ίδια κυβέρνηση να χαιρετίζει, στο εσωτερικό, τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης με τα μαντιλάκια Hermes της κυρίας Αγγελοπούλου και με δηλώσεις περί νεότευκτου ελληνικού έθνους κλπ.
Είναι ξεκάθαρο λοιπόν τοις πάσι πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη της πρώτης τετραετίας, εξ ανάγκης, αντιμετώπισε τις εθνικές απειλές, στηριζόμενη περισσότερο στο ένστικτο επιβίωσης και την στήριξη υψηλών συμμάχων, παρά σε μια ξεκάθαρα εθνική εξωτερική και στρατηγική πολιτική η οποία εμπνέεται από ένα όραμα για τη θέση της Ελλάδας στις νέες γεωστρατηγικές κοσμογονίες της εποχής μας.
Κι αν εντούτοις οι λόγοι που οδήγησαν εντέλει σε μια ορθή πατριωτική για τα εθνικά συμφέροντα και τα εθνικά δίκαια, στάση της κυβέρνησης προέρχονται από το πολιτικό κριτήριο και το ένστικτο αυτοσυντήρησης του Μητσοτάκη και μόνο, ωστόσο είναι σαφές επίσης πως το θετικό πρόσημο της πατριωτικής αυτής στάσης το καρπώνεται ο ίδιος ο Μητσοτάκης και κατ’ επέκταση η ΝΔ. Συνάμα όμως, για πολλούς και πολλές –που ξεχνιούνται μέσα στην παιδική τους ή μη «αφέλεια»- αυτό το πρόσημο το καρπώνεται και η Ελλάδα και Ελληνισμός.
Και φυσικά οι Έλληνες-ίδες το αναγνώρισαν αυτό στην Κυβέρνηση Μητσοτάκη δίνοντας ένα ηχηρό 40% στις πρόσφατες εθνικές εκλογές και διαλύοντας κυριολεκτικά το μνημονιακό παράδοξο Τσίπρα και της τυχοδιωκτικής και εθνομηδενιστικής αριστεράς.
Μα αν τα εξωτερικά γεγονότα και οι γεωπολιτικές προκλήσεις οδήγησαν την Κυβέρνηση Μητσοτάκη στην κυριαρχία της πατριωτικής τάσης του κόμματος του και σε σωστές πολιτικές στην 1η του θητεία, μία ο σεισμός στην Τουρκία, μία η λυκοφιλίες του Ερντογάν μετά την απομόνωση της χώρας του, μια η ανάγκη της εύνοιας των ΗΠΑ για τον εκσυγχρονισμό των τουρκικών F16, αλλά κυρίως αυτό το 40% της απόλυτης κυριαρχίας της ΝΔ και τη διάλυση της ανερμάτιστης αντιπολίτευσης είχαν ως αποτέλεσμα και τη μετακύληση Μητσοτάκη στον παλιό καλό εαυτό του κατά τη 2η θητεία που διανύουμε.
Και φτάνουμε σήμερα ένα μήνα και κάτι πριν τις ευρωεκλογές όπου η κυβέρνηση Μητσοτάκη διανύοντας τη 2η τετραετίας της μας παρουσίασε εξ αρχής ένα διαφορετικό αλλά επίσης οικείο της πρόσωπο. Έχοντας αφ’ ενός εισπράξει το 40% και όντας μονοκράτορας στο πολιτικό πεδίο και αφετέρου την ύφεση που επακολούθησε στις τουρκικές προκλήσεις, ο Μητσοτάκης θεώρησε πως ήρθε ο καιρός να επιστρέψει στη δίκη του «παιδική» αφέλεια και να συνηγορήσει με τον φιλικό του άλλωστε – κύκλο του Μαξίμου.
Η επιλογή Γεραπετρίτη και οι γονυκλισίες εμπρός στο νεοσουλτάνο στο Προεδρικό Μέγαρο, η άκαιρη για την ελληνική κοινωνία και τα πολιτισμικά πρότυπα, προώθηση του γάμου των ομοφυλόφιλων ζευγαριών και η συζήτηση για τις παρένθετες μητέρες και την υιοθεσία, ο κάκιστος χειρισμός της τραγωδίας των Τεμπών, η εγκατάλειψη ενός σχεδιασμού για την παραγωγική ανάταση της χώρας και της αμυντικής βιομηχανίας, αποτελούν την αιτία συγκρούσεων στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος αλλά και την απώλεια πολλών ψήφων όπως διατυπώνεται στα πρόσφατα γκάλοπ.
Δείγματα που έκρουσαν το κώδωνα κινδύνου στο Μαξίμου. Και ενώ το προηγούμενο διάστημα υπήρξε προσπάθεια να υποβαθμιστεί, έως να ξεχαστεί, το θέμα της φυλάκισης Μπελέρη, όπως άλλωστε και η υποψηφιότητά του στο ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ, αίφνης με πρωτοβουλία και πίεση της πατριωτικής πτέρυγας της ΝΔ, γίνεται από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη η επίσημη συμπερίληψή του στο ευρωψηφοδέλτιο του κόμματος.
Οι αντιδράσεις -για όσους παρακολουθούν τα ΜΚΔ- του ρώσικου και φιλορώσικου παράγοντα στην υποψηφιότητα Μπελέρη καταδεικνύει με τον πλέον περίτρανό τρόπο την σημαντική για τα εθνικά θέματα απόφαση Μητσοτάκη -λαμβανόμενη έστω κι υπό αυτές τις συνθήκες. Λυσσαλέα επίθεση στην επιλογή Μπελέρη που φτάνουν στο σημείο να τη χαρακτηρίζουν «ταφόπλακα» για το Βορειοηπειρωτικό και την Ελλάδα.
Και όμως μια τέτοια υποψηφιότητα διεθνοποιεί την παράνομη φυλάκιση του Δημάρχου της Χειμάρας σε επίπεδο ευρωπαϊκών θεσμών και θέτει ουσιαστική πίεση στο αίτημα της Αλβανίας για ενταξιακή είσοδο στην Ευρώπη. Παραβλέπει επίσης συσχετισμούς στο εσωτερικό της ΕΕ που πίεζαν ποικιλοτρόπως όλο το προηγούμενο διάστημα τη κυβέρνηση για μη υποψηφιότητα Μπελέρη. Και εν τέλει εκφράζει πατριωτικό λόγο στη σωστή κατεύθυνση μιας πολιτικής που δεν βλέπει την Ελλάδα κολαούζο και ουραγό στα ευρωπαϊκά θέματα αλλά ουσιαστικό παράγοντα των εξελίξεων.
Ανάμεσα στο δίλλημα πολλών καλοπροαίρετων, και μη, για ηχηρό μήνυμα στην Κυβέρνηση Μητσοτάκη στις ευρωεκλογές και στην επιλογή ενός κόμματος ανάμεσα στη φαιδρή και τραμπική αντιπολίτευση Κασελάκη, Βελόπουλου και Ανδρουλάκη ή άλλων συμπαρομαρτούντων, η επιλογή είναι ψήφος στον Φρέντη Μπελέρη. Για να μπορέσει να ενισχυθεί η μόνη δημοκρατική πατριωτική τάση στην πολιτική πραγματικότητα της χώρας μας. Η Ελλάδα δεν έχει περιθώρια. Βρίσκεται στο καναβάτσο της Ιστορίας, δημογραφικά, οικονομικά, κοινωνικά. Κάθε άλλη επιλογή δηλώνει δύο πράγματα, είτε υστεροβουλία και μικροπολιτικά σύνδρομα, είτε καμιά συναίσθηση της κρισιμότητας των καιρών.
Ψήφο, λοιπόν, στον Φρέντη Μπελέρη αποτελεί το ηχηρότερο μήνυμα και στην Κυβέρνηση Μητσοτάκη της 2ης τετραετίας.