Αρχική » G.R.E.C.E.

G.R.E.C.E.

από admin

Alain Bhir

Η Ο­μά­δα Έ­ρευ­νας και Με­λε­τών πά­νω στον Ευ­ρω­πα­ϊ­κό Πο­λι­τι­σμό, (OEMEΠ ή G.R.E.C.E. –  Ελ­λά­δα στα γαλ­λι­κά) που ι­δρύ­θη­κε στο τέ­λος της δε­κα­ε­τί­ας του 60, ό­πως και η Νέ­α Δε­ξιά, συν­δέ­ο­νται στε­νά με την προ­σω­πι­κό­τη­τα του Α­λέν ντε Μπε­νουά. Με­τά την α­πο­τυ­χί­α της Ορ­γά­νω­σης Μυ­στι­κός Στρα­τός (Organisation Armée Secrète, ΟΑS), τε­λευ­ταί­α α­πό­πει­ρα της α­κρο­δε­ξιάς να ορ­γα­νώ­σει έ­να μα­ζι­κό πο­λι­τι­κό κί­νη­μα, ο ντε Μπε­νουά συ­γκα­τα­λέ­γε­ται με­τα­ξύ κά­ποιων ε­θνι­κι­στών φοι­τη­τών αλ­λά ε­πί­σης πα­λιών φα­σι­στών (Σεν Λου, Μπου­κέ) και πρώ­ην συ­νερ­γα­τών των Γερ­μα­νών (Πλον­κάρ ντ’ Aσάκ) που στοι­χη­μα­τί­ζουν ό­τι θα α­να­γεν­νή­σουν τη γαλ­λι­κή α­κρο­δε­ξιά α­πό τις στά­χτες της, συ­νε­χί­ζο­ντας τον α­γώ­να κυ­ρί­ως στο πο­λι­τι­σμι­κό ε­πί­πε­δο.
Ο στό­χος τους εί­ναι να νο­μι­μο­ποι­ή­σουν την πα­ρου­σί­α της α­κρο­δε­ξιάς σκέ­ψης μέ­σα στον πο­λι­τι­σμι­κό διά­λο­γο, και στη συ­νέ­χεια να δια­σφα­λί­σουν προ­ο­δευ­τι­κά τους ό­ρους για τη κα­τά­κτη­ση της η­γε­μο­νί­ας μέ­σα στην κοι­νή γνώ­μη, α­να­γκαί­ο ό­ρο για την α­να­κα­τά­κτη­ση της πο­λι­τι­κής ε­ξου­σί­ας α­πό την αυ­θε­ντι­κή δε­ξιά (δη­λα­δή τη φα­σί­ζου­σα α­κρο­δε­ξιά). Εί­ναι αυ­τό που θα ο­νο­μά­σει αρ­γό­τε­ρα ο ί­διος ο ντε Μπε­νουά “δε­ξιό γκραμ­σι­σμό”. Για τον σκο­πό αυ­τό, εί­ναι α­πα­ραί­τη­το να διεισ­δύ­σουν και να κα­τα­λά­βουν ό­χι τό­σο τους χώ­ρους της ε­ξου­σί­ας (οι­κο­νο­μι­κής, διοι­κη­τι­κής, στρα­τιω­τι­κής) ό­σο τους χώ­ρους ε­πιρ­ρο­ής, ε­κεί ό­που δια­μορ­φώ­νε­ται η κοι­νή γνώ­μη, αρ­χί­ζο­ντας, ό­πως εί­ναι προ­φα­νές, α­πό τα μέ­σα μα­ζι­κής ε­νη­μέ­ρω­σης αλ­λά ε­πί­σης το Πα­νε­πι­στή­μιο, τις εκ­δο­τι­κές δο­μές, κλπ. Έ­τσι, η G.R.E.C.E. (OEMEΠ) θα προι­κι­σθεί με δυό πε­ριο­δι­κά, το Nouvelle École (Νέ­α Σχο­λή) και με­τά τo Éléments (Στοι­χεί­α), κά­νο­ντάς τα χώ­ρους συ­να­ντή­σε­ων και συ­ζη­τή­σε­ων, πραγ­μα­τι­κά “ι­δε­ο­λο­γι­κά ερ­γα­στή­ρια”, που προ­ο­ρί­ζο­νταν τό­σο για να προ­σελ­κύ­σουν τους συ­μπα­θού­ντες της δε­ξιάς ό­σο και για να γο­η­τεύ­σουν υ­πο­τι­θέ­με­νους α­ντι­πά­λους της α­ρι­στε­ράς. Κα­τά τη δε­κα­ε­τί­α του ’70, θα προ­στε­θεί σ’ αυ­τά έ­νας εκ­δο­τι­κός οί­κος, ο οί­κος Copernic (Κο­πέρ­νι­κος). Γύ­ρω α­πό αυ­τά τα δια­φο­ρε­τι­κά εκ­δο­τι­κά ε­ρεί­σμα­τα, η Ο­Ε­ΜΕΠ δεν έ­πα­ψε να ορ­γα­νώ­νει μια πνευ­μα­τι­κή ζω­ή που πε­ριε­λάμ­βα­νε συ­ντα­ντή­σεις, δια­λέ­ξεις, συ­νέ­δρια, κλπ., που γρή­γο­ρα προ­σελ­κύ­ουν ό­λους τους ρι­ζο­σπάστες δε­ξιούς στο­χα­στές, και μά­λι­στα α­κρο­δε­ξιούς, που μπο­ρεί να ε­πι­δεί­ξει η γαλ­λι­κή αλ­λά και η ξέ­νη (δυ­τι­κο­ευ­ρω­πα­ϊ­κή) δια­νό­η­ση. Α­πό τα τέ­λη της δε­κα­ε­τί­ας ’70, την ε­πι­χεί­ρη­ση αυ­τή θα α­να­λά­βει έ­να μέ­ρος των εκ­δό­σε­ων Ηersant, κυ­ρί­ως το πε­ριο­δι­κό Le Figaro magazine,  πράγ­μα το ο­ποί­ο θα ε­πι­τρέ­ψει στη Νέ­α Δε­ξιά να κά­νει την εμ­φά­νι­σή της στη σκη­νή των μέ­σων ε­νη­μέ­ρω­σης και της δια­νό­η­σης, μέ­σα σε έ­να πε­ρι­βάλ­λον που ή­δη ση­μα­δεύ­ε­ται α­πό τη με­τα­τό­πι­ση προς τα δε­ξιά με­ρί­δας δια­νο­ου­μέ­νων της α­ρι­στε­ράς (βλ. το ε­πει­σό­διο της “νέ­ας φι­λο­σο­φί­ας”).


Δυ­σα­ρέ­σκεια μιας με­ρί­δας της α­κρο­δε­ξιάς

Αυ­τή η εμ­φά­νι­ση της νέ­ας (ά­κρας) δε­ξιάς προ­κά­λε­σε ω­στό­σο μια ε­χθρι­κή α­ντί­δρα­ση εκ μέ­ρους της πα­λιάς α­κρο­δε­ξιάς, κα­θο­λι­κής και μο­ναρ­χι­κής, που προ­έρ­χε­ται α­πό τη Γαλ­λι­κή Δρά­ση (Action française). Και τού­το διό­τι η γαλ­λι­κή α­κρο­δε­ξιά, και ευ­ρύ­τε­ρα η ευ­ρω­πα­ϊ­κή, ή­ταν πά­ντα χω­ρι­σμέ­νη σε δύ­ο α­ντί­πα­λες τά­σεις: η μί­α, ε­θνι­κι­στι­κή, λα­ϊ­κι­στι­κή, λί­γο-πο­λύ συν­δε­δε­μέ­νη με τον κα­θο­λι­κι­σμό (ι­διαί­τε­ρα στη συ­ντη­ρη­τι­κή και α­ντε­πα­να­στα­τι­κή εκ­δο­χή του)· η άλ­λη, ο­πα­δός του ε­ξευ­ρω­πα­ϊ­σμού, ε­λι­τι­στι­κή και ά­θρη­σκη (διεκ­δι­κώ­ντας μια ταυ­τό­τη­τα κέλ­τι­κη και μά­λι­στα ιν­δο­ευ­ρω­πα­ϊ­κή), με φα­σι­στι­κή χροιά.
Η G.R.E.C.E. συν­δέ­ε­ται σα­φώς με τη δεύ­τε­ρη τά­ση ό­πως το α­πο­δει­κνύ­ουν υ­πε­ρε­παρ­κώς τα κεί­με­νά της αλ­λά ε­πί­σης το φλερ­τ της με το Κόμ­μα των Νέ­ων Δυ­νά­με­ων κα­τά το δεύ­τε­ρο ή­μι­συ της δε­κα­ε­τί­ας του ’70, και η προ­σέγ­γι­σή της με το Ε­πα­να­στα­τι­κό Ε­θνι­κι­στι­κό Κί­νη­μα στα μέ­σα της δε­κα­ε­τί­ας του ’80, δύ­ο κι­νή­μα­τα με δε­δη­λω­μέ­νη φα­σι­στι­κή πα­τρό­τη­τα. Πε­ριτ­τό να πού­με ό­τι με­τα­ξύ των δυο αυ­τών τά­σε­ων της α­κρο­δε­ξιάς, παρ’ ό­τι α­ντι­πά­λων, υ­πήρ­χαν πά­ντο­τε γέ­φυ­ρες ε­πι­κοι­νω­νί­ας.
Μέ­σα στη συ­γκυ­ρί­α της γρή­γο­ρης ε­ντυ­πω­σια­κής α­νό­δου του Ε­θνι­κού Με­τώ­που στη γαλ­λι­κή πο­λι­τι­κή σκη­νή κα­τά τη δε­κα­ε­τί­α του ’80, η Νέ­α Δε­ξιά ε­πρό­κει­το ω­στό­σο να υ­πο­στεί μια σχε­τι­κή έ­κλει­ψη. Φαί­νε­ται ό­τι α­ντέ­δρα­σε σ’ αυ­τή τη νέ­α κα­τά­στα­ση με δυό δια­φο­ρε­τι­κούς τρό­πους. Α­φε­νός, προ­σπα­θώ­ντας να ε­πη­ρε­ά­σει τον ι­δε­ο­λο­γι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό του ΕΜ, α­φού δεν μπο­ρού­σε να ε­λέγ­ξει την πο­λι­τι­κή του διεύ­θυν­ση. Έτσι, σύμ­φω­να με τον Μον­ζά (Monzat), “η Ο­Ε­ΜΕΠ εμ­φα­νί­ζε­ται στην πρά­ξη ως έ­νας α­πό τους τρείς πυ­λώ­νες της σχο­λής στε­λε­χών του ΕΜ (το Ιν­στι­τού­το ε­θνι­κής εκ­παί­δευ­σης) μα­ζί με την ο­μά­δα του Πα­ρό­ντος (Présent) και τα μέ­λη της Λέ­σχης του Ρο­λο­γιού (Club de l’Horloge) και ε­πο­μέ­νως παί­ζει ση­μα­ντι­κό ρό­λο στην ε­σω­τε­ρι­κή ι­σορ­ρο­πί­α του κόμ­μα­τος”. Και ο Ρε­νέ Μον­ζά δί­νει μιά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή λί­στα με­λών της G.R.E.C.E. που α­νή­κουν ε­πί­σης στο ε­πι­στη­μο­νι­κό συμ­βού­λιο του ΕΜ.


Γέ­φυ­ρες για την κα­τά­κτη­ση των δια­νο­ου­μένων

Α­φε­τέ­ρου, μέ­σω του Α­λέν ντε Μπε­νουά, η α­κρο­δε­ξιά φαί­νε­ται να έ­χει ε­πα­νε­νερ­γο­ποι­ή­σει την αυ­τό­νο­μη στρα­τη­γι­κή της για την κα­τά­κτη­ση της πο­λι­τι­στι­κής η­γε­μο­νί­ας. Τέ­τοιο ρό­λο παί­ζει κυ­ρί­ως η ε­πι­θε­ώ­ρη­ση Κρί­σις (Krisis) “ε­πι­θε­ώ­ρη­ση ι­δε­ών και συ­ζη­τή­σε­ων”, α­φιε­ρω­μέ­νη εξ ο­λο­κλή­ρου σε πνευ­μα­τι­κές α­νταλ­λα­γές, της ο­ποί­ας το πρώ­το τεύ­χος κυ­κλο­φο­ρεί το 1988. Χά­ρη σ’ αυ­τή την ε­πι­θε­ώ­ρη­ση, που κα­τορ­θώ­νει να προ­σελ­κύ­σει έ­ναν αρ­κε­τά με­γά­λο α­ριθ­μό δια­νο­ου­μέ­νων της α­ρι­στε­ράς –πράγ­μα το ο­ποί­ο φαί­νε­ται να εί­ναι ο ει­δι­κός στό­χος του μέ­σα στη γε­νι­κή στρα­τη­γι­κή της Ο­Ε­ΜΕΠ–, ο ντε Μπε­νουά ε­πι­διώ­κει τον α­νέ­κα­θεν στό­χο του: να ε­πι­τύ­χει μια δη­μο­κρα­τι­κή εγ­γύ­η­ση και νο­μι­μο­ποί­η­ση για την πο­λι­τι­κή κουλ­τού­ρα της Νέ­ας Δε­ξιάς. Αυ­τό δεν τον ε­μπο­δί­ζει να διευ­θύ­νει, α­πό την ά­νοι­ξη του 1989, μια συλ­λο­γή σ’ έ­να μι­κρό α­κρο­δε­ξιό εκ­δο­τι­κό οί­κο, τον Παρ­ντ (Pardes), της ο­ποί­ας ο τί­τλος Συ­ντη­ρη­τι­κή Ε­πα­νά­στα­ση δεν α­φή­νει κα­μί­α αμ­φι­βο­λί­α για τον προ­σα­να­το­λι­σμό της. Ού­τε ε­πί­σης τα έρ­γα που έ­χει ή­δη δη­μο­σιεύ­σει στη συλ­λο­γή αυ­τή: Καρ­λ Σμιτ, Πε­ρί του πο­λι­τι­κού (ο Καρ­λ Σμιτ εί­ναι ο θε­ω­ρη­τι­κός του αυ­ταρ­χι­κού Κρά­τους και συ­ντά­κτης μέ­ρους της ε­θνι­κο­σο­σια­λι­στι­κής νο­μο­θε­σί­ας)· Βέρ­νερ­ Σό­μπαρ­τ, Ο γερ­μα­νι­κός σο­σια­λι­σμός (κεί­με­νο που συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νε­ται στα ι­δε­ο­λο­γι­κά προ­οί­μια του να­ζι­σμού)· Ερ­νστ Νί­κιχ, Χί­τλερ, το γερ­μα­νι­κό πε­πρω­μέ­νο· και άλ­λα “ε­θνι­κο-μπολ­σε­βι­κι­κά” κεί­με­να, ό­πως η κρι­τι­κή του χι­τλε­ρι­σμού α­πό έ­ναν ο­πα­δό της “α­ρι­στε­ρής” πτέ­ρυ­γας του να­ζι­στι­κού κόμ­μα­τος, που ε­πι­κρί­νει τον Χίτλερ για την προ­δο­σί­α των αρ­χι­κών φα­σι­στι­κών δε­σμεύ­σε­ών του.


Έ­νας στρα­τευ­μέ­νος εκ­δό­της

Τέ­λος, ας α­να­φέ­ρο­με ό­τι ο ντε Μπε­νουά ε­τοι­μά­ζε­ται να διευ­θύ­νει μια νέ­α συλ­λο­γή στις Εκ­δό­σεις Με­γά­λων Κλα­σι­κών (Editions des Grands Classiques), με τον σα­φή τί­τλο: “Τα Με­γά­λα Κλα­σι­κά Έρ­γα του Αν­δρός της Δε­ξιάς”. Τα δυό πρώ­τα κλασ­ι­κά έρ­γα που πρό­κει­ται να ε­πα­νεκ­δο­θούν εί­ναι: Σκέ­ψεις για τη Γαλ­λί­α  του Ζο­ζέφ ντε Με­στρ και Πέ­ραν του ε­θνι­κι­σμού του Τιερ­ρύ Μολ­νιέ, ε­νός α­πό τους θε­ω­ρη­τι­κούς της ε­θνι­κής ε­πα­νά­στα­σης που ε­νέ­πνευ­σε το κα­θε­στώς του Βι­σύ! Με­τα­ξύ των συγ­γρα­φέ­ων των ο­ποί­ων σχε­διά­ζει να ε­πα­νεκ­δό­σει τα έρ­γα εί­ναι οι: Αρ­τύρ Ντε, θε­ω­ρη­τι­κός του ρα­τσι­σμού· Ε­ντουάρ Ντρυ­μόν, συγ­γρα­φέ­ας του “Η ε­βρα­ϊ­κή Γαλ­λί­α”· Ζορ­ζ Βα­λουά, έ­νας α­πό τους πρω­τα­γω­νι­στές του γαλ­λι­κού φα­σι­σμού· Ρομπέρ Μπραζιγιάκ, Πιέρ Ντριέ Λα Ροσέλ και Αμπέλ Μπονάρ.
Αυ­τοί εί­ναι οι συγ­γρα­φείς των ο­ποί­ων τα έρ­γα ο­φεί­λουν ο­πωσ­δή­πο­τε να βρί­σκο­νται μέ­σα στα ση­μεί­α α­να­φο­ράς του “κα­θώς πρέ­πει άν­δρα της δε­ξιάς”, σύμ­φω­να με τον Α­λέν ντε Μπε­νουά!
Εξ άλ­λου η πα­ρου­σί­α­ση που έ­κα­νε για τη νέ­α αυ­τή συλ­λο­γή εί­ναι εν­δει­κτι­κή του ο­λι­κού του σχε­δί­ου: “Ό­ταν οι ι­δε­ο­λο­γί­ες χρε­ω­κο­πούν, η σκέ­ψη της δε­ξιάς α­να­γεν­νιέ­ται. Η α­πο­τυ­χί­α του σο­σια­λι­σμού στη Γαλ­λί­α και η ό­ψι­μη α­να­κά­λυ­ψη του με­γέ­θους της κα­τα­στρο­φής μέ­σα στο πρώ­ην σο­βιε­τι­κό κομ­μου­νι­στι­κό σύ­στη­μα βύ­θι­σαν τους δια­νο­ού­με­νους στην α­πο­γο­ή­τευ­ση και την κα­τή­φεια. Η σκέ­ψη της δε­ξιάς, α­πό τη με­ριά της, δεν έ­χει λό­γο να ντρέ­πε­ται για τον α­πο­λο­γι­σμό της.  Εν τού­τοις, εί­ναι δύ­σκο­λο να βρει κα­νείς τα πιο ση­μα­ντι­κά κεί­με­να που εδώ και δύ­ο αιώ­νες συ­νι­στούν τις ου­σια­στι­κές βά­σεις της σκέ­ψης αυ­τής. Εί­ναι λοι­πόν αυ­τά τα κεί­με­να που ε­πι­λέ­ξα­με να ε­πα­νεκ­δώ­σο­με”. Εν ο­λί­γοις, ο Α­λέν ντε Μπε­νουά δεν κρύ­βει ό­τι θέ­λει να ε­πω­φε­λη­θεί α­πό τη α­ναμ­φι­σβή­τη­τη ο­πι­σθο­χώ­ρη­ση των α­ξιών της α­ρι­στε­ράς και, κυ­ρί­ως, α­πό τη α­πό­γνω­ση με­ρί­δας της δια­νό­η­σης της α­ρι­στε­ράς, ως ε­πα­κό­λου­θο του προ­σε­ται­ρι­σμού του Σο­σια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος στη φι­λε­λεύ­θε­ρη ι­δε­ο­λο­γί­α και της κα­τάρ­ρευ­σης του “υ­παρ­κτού σο­σια­λι­σμού”, για να βο­η­θή­σει να ξα­να­βγούν στο προ­σκή­νιο τα πιο α­ντι­δρα­στι­κά ι­δα­νι­κά και, ό­σο εί­ναι δυ­να­τόν, να συ­σπει­ρώ­σει κά­τω α­πό το λά­βα­ρό τους ό­λους τους α­πο­προ­σα­να­το­λι­σμέ­νους της α­ρι­στε­ράς που α­να­ζη­τούν μια νέ­α Ιε­ρου­σα­λήμ. Και φαί­νε­ται ό­τι έ­χει ή­δη βρει με­ρι­κούς προ­σκυ­νη­τές για να τον α­κο­λου­θή­σουν!
Κα­τα­λα­βαί­νει κα­νείς για­τί εν­δια­φέ­ρει τον Α­λέν ντε Μπε­νουά και ευ­ρύ­τε­ρα τη Νέ­α Δε­ξιά να α­νοί­ξουν τις στή­λες τους στους δια­νο­ού­με­νους της α­ρι­στε­ράς (ή σ’ αυ­τούς που υ­πο­τί­θε­ται ό­τι εί­ναι) ή να πα­ρε­λαύ­νουν μα­ζί τους στα σα­λό­νια και στις αί­θου­σες συ­νε­δρί­ων. Εν α­ντι­θέ­σει, κα­τα­λα­βαί­νει κα­νείς λι­γό­τε­ρο τους λό­γους που έ­χουν οι συ­νο­μι­λη­τές τους στο να υ­πη­ρε­τούν σχέ­δια α­νο­μο­λό­γη­τα και ω­στό­σο ε­ξαι­ρε­τι­κά σα­φή.


Η εκ­με­τάλ­λευ­ση της α­πώ­λειας προ­σα­να­το­λι­σμού

Ο Ντε Μπε­νουά δεν έ­χει ά­δι­κο ό­ταν ε­κτι­μά ό­τι η κα­τά­στα­ση της α­πό­γνω­σης και της ι­δε­ο­λο­γι­κής σύγ­χυ­σης ευ­νο­εί την ε­πι­χεί­ρη­ση της α­να­γέν­νη­σης αυ­τού που ο­νο­μά­ζει η “σκέ­ψη της δε­ξιάς”. Μια τέ­τοια κα­τά­στα­ση ό­ντως δη­μιουρ­γεί ευ­νο­ϊ­κές συν­θή­κες για την προ­σέγ­γι­ση, που εύ­χε­ται, ό­λων ε­κεί­νων που δεν εκ­φρά­ζο­νται α­πό την “ι­σο­πέ­δω­ση της γαλ­λι­κής πο­λι­τι­κής ζω­ής”, η οποία α­κο­λού­θη­σε την ι­στο­ρι­κή πα­ραί­τη­ση της α­ρι­στε­ράς. Και πράγ­μα­τι, στους δια­νο­ού­με­νους της α­ρι­στε­ράς, που εί­ναι α­πο­προ­σα­να­το­λι­σμέ­νοι α­πό την α­πώ­λεια των πα­ρα­δο­σια­κών τους ση­μεί­ων α­να­φο­ράς οι οποίοι όμως δεν α­κο­λού­θη­σαν τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη αλ­λα­γή πο­ρεί­ας του Σο­σια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος και δεν εί­ναι α­πο­φα­σι­σμέ­νοι να κλί­νουν σε ό­λες τις κλί­σεις τα α­ξε­πέ­ρα­στα θέλ­γη­τρα του δυ­τι­κού κα­πι­τα­λι­σμού, α­πευ­θύ­νο­νται σή­με­ρα κα­τά προ­τε­ραιό­τη­τα ο ντε Μπε­νουά και η Νέ­α Δε­ξιά για να τους προ­τεί­νουν μια νέ­α σχο­λή σκέ­ψης…
Τί­πο­τε δεν εί­ναι πιο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό, α­πό αυ­τήν την ά­πο­ψη, από τα θέ­μα­τα που προ­τεί­νει η ε­πι­θε­ώ­ρη­ση Krisis, κα­τάλ­λη­λα να διευ­κο­λύ­νουν τη σύ­γκλι­ση μιας κά­ποιας κρι­τι­κής της δε­ξιάς με την κρι­τι­κή της α­ρι­στε­ράς του “σύγ­χρο­νου πο­λι­τι­σμού” που έ­χει γεν­νή­σει ο κα­πι­τα­λι­σμός: κουλ­τού­ρα (τεύχος 1), κοι­νω­νί­α (τ. 4), έ­θνος (τ. 5), ε­πι­κοι­νω­νί­α (τ. 9), χρή­μα (τ. 12). Εξ άλ­λου, η “ι­διο­ποί­η­ση” κοι­νών τό­πων της κρι­τι­κής της α­ρι­στε­ράς α­πό τον ντε Μπε­νουά εί­ναι α­πί­στευ­τη. Έ­τσι, στο τεύ­χος της ε­πι­θε­ώ­ρη­σης Krisis το α­φιε­ρω­μέ­νο στο χρή­μα, το άρ­θρο της πα­ρου­σί­α­σης  που πε­ρι­γρά­φει σε τι τε­ρα­τω­δί­ες ο­δη­γεί τε­λι­κά ο φε­τι­χι­σμός του χρή­μα­τος, δεν έρ­χε­ται κα­θό­λου σε α­ντι­πα­ρά­θε­ση με το κεί­με­νο του Μαρ­ξ που βρί­σκε­ται μέ­σα στο ί­διο τεύ­χος! Ε­πί­σης, έ­να προ­η­γού­με­νο τεύ­χος του πε­ριο­δι­κού Στοι­χεί­α (Éléments, τεύχος 75, Σε­πτ. 1992) πα­ρα­θέ­τει μια βί­αι­η κρι­τι­κή της “ι­δε­ο­λο­γί­ας της ερ­γα­σί­ας” που δεν θα αρ­νιό­ταν ο Α­ντρέ Γκορζ, ο ο­ποί­ος α­να­φέ­ρε­ται πολ­λές φο­ρές. Ε­πί πλέ­ον τον φά­κε­λο συ­μπλη­ρώ­νει έ­να α­πό­σπα­σμα α­πό το “Δι­καί­ω­μα στην τε­μπε­λιά “ του Πωλ Λα­φάρ­γκ. Σύ­ντο­μα θα μεί­νει μό­νο η Νέ­α Δε­ξιά για να ε­πι­στρα­τεύ­ει τό­σο α­ρι­στε­ρί­στι­κες α­να­φο­ρές!


Α­νη­συ­χη­τι­κά προ­η­γού­με­να

Ό­λα αυ­τά θα μας έ­κα­ναν να χα­μο­γε­λά­σο­με, ε­άν η Ι­στο­ρί­α αυ­τού του αιώ­να δεν μας εί­χε ή­δη δι­δά­ξει σε ποιους και σε τι μπο­ρεί τε­λι­κά να α­πο­φέ­ρει ο­φέ­λη μια τέ­τοια κα­τά­στα­ση ι­δε­ο­λο­γι­κής σύγ­χυ­σης. Μέ­σα στο πνευ­μα­τι­κό σκό­τος που δη­μιουρ­γεί, ό­λες οι γά­τες φαί­νο­νται γκρί­ζες … ή κα­λύ­τε­ρα γκρι­ζο­πρά­σι­νες!
Ό­ταν, στα πρώ­τα χρό­νια του 20ού αιώ­να, με­ρι­κοί δια­νο­ού­με­νοι της α­ρι­στε­ράς έ­κρι­ναν ό­τι το ευ­ρω­πα­ϊ­κό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα, υ­πό την ε­πή­ρεια  των σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τών, κα­θώς έ­μπλε­κε μέ­σα στους δη­μο­κρα­τι­κούς θε­σμούς και τους μι­κρο­πο­λι­τι­κούς συμ­βι­βα­σμούς, δεν θα μπο­ρού­σε να α­ντα­πο­κρι­θεί στις υ­περ­βο­λι­κές προσ­δο­κί­ες τους (και η πα­νω­λε­θρί­α την ο­ποί­α υ­πέ­στη μπρο­στά στον πό­λε­μο το α­πέ­δει­ξε δυ­στυ­χώς υ­πε­ραρ­κε­τά, με­ρι­κά χρό­νια αρ­γό­τε­ρα), ο­ρι­σμέ­νοι (με­τα­ξύ των ο­ποί­ων ο Σο­ρέλ και ο Λα­γκαρ­ντέλ), χω­ρίς να ε­γκα­τα­λεί­ψουν τη βα­θιά τους ε­χθρό­τη­τα προς το δη­μο­κρα­τι­κό κα­θε­στώς και το κα­πι­τα­λι­στι­κό σύ­στη­μα, α­να­ζή­τη­σαν ε­ναλ­λα­κτι­κές ρι­ζο­σπα­στι­κές λύ­σεις και προ­σέγ­γι­σαν κυ­ρί­ως τη Γαλ­λι­κή Δρά­ση. Α­πό αυ­τή την εκ­πλη­κτι­κή συμ­μα­χί­α με­τα­ξύ της ά­κρας α­ρι­στε­ράς και της “ε­πα­να­στα­τι­κής δε­ξιάς” γεν­νή­θη­καν στη Γαλ­λί­α τα προ­οί­μια του φα­σι­σμού που κά­ποιοι άλ­λοι α­νέ­λα­βαν να α­να­πτύ­ξουν με τη γνω­στή σε ό­λους ε­πι­τυ­χί­α, στη Γαλ­λί­α ή στο ε­ξω­τε­ρι­κό, κα­τά την πε­ρί­ο­δο του με­σο­πο­λέ­μου.
Μί­α ε­πι­χεί­ρη­ση τέ­τοιου τύ­που προ­ω­θεί τώ­ρα η Νέ­α Δε­ξιά, με ε­πι­κε­φα­λής τον Α­λέν ντε Μπε­νουά, κα­λώ­ντας σε διά­λο­γο ό­λους ό­σους  α­ντι­τί­θε­νται στο σύ­στη­μα, με το σύν­θη­μα “ού­τε δε­ξιά, ού­τε α­ρι­στε­ρά”, υ­πο­στη­ρί­ζο­ντας μια α­να­μόρ­φω­ση του πνευ­μα­τι­κού (αλ­λά και πο­λι­τι­κού) γαλ­λι­κού σκη­νι­κού, προ­σπα­θώ­ντας να ξα­να­φέ­ρουν στη μό­δα ε­κεί­νους που ονο­μά­ζουν “μη κον­φορ­μι­στές του με­σο­πο­λέ­μου”, δη­λα­δή στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα τους ο­πα­δούς και ό­σους δού­λε­ψαν για τη συ­γκρό­τη­ση του φα­σι­σμού. Και σ’ αυ­τή την ε­πι­χεί­ρη­ση συ­νε­ται­ρί­ζο­νται με αυ­τα­ρέ­σκεια (είτε το γνωρίζουν, είτε ό­χι) οι δια­νο­ού­με­νοι της α­ρι­στε­ράς που δέ­χο­νται τον “διά­λο­γο” μα­ζί του.

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ