Σκάνδαλα και ανάπτυξη: Η έμφαση του Ερντογάν στα «μεγάλα έργα» συνδέει τη διαφθορά με τον κατασκευαστικό κλάδο
Των Μεχούλ Σριβαστάβα & Μπέντζαμιν Χάρβεϋ από το Άρδην τ. 95
Ένα μικρό ψαροχώρι που επονομάζεται Γκαριψέ προσφέρει τα στοιχεία ώστε να κατανοήσουμε το μεγαλύτερο σκάνδαλο διαφθοράς στην ιστορία της Τουρκίας.
Μια ώρα δρόμο βόρεια της Κωνσταντινούπολης, δύο γιγάντιοι τσιμεντένιοι πύργοι ορθώνονται εκατέρωθεν του Βοσπόρου, με το ένα πόδι στην Ασία, το άλλο στην Ευρώπη. Μέχρι το 2015, μια κρεμαστή γέφυρα κόστους 2,5 δισ. $ θα στηρίζεται στους δύο αυτούς πύργους των 322 μέτρων. Δίπλα, μια λωρίδα δάσους με έκταση αντίστοιχη του Μανχάταν αποψιλώνεται για την κατασκευή ενός αεροδρομίου κόστους 14 δισ. $.
Τα έργα –τα μεγαλύτερα του είδους στον πλανήτη– επισφραγίζουν ένα δεκαετές κατασκευαστικό πρόγραμμα που υλοποιεί ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, προβάλλοντας τις φιλοδοξίες της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης, αλλά και πλουτίζοντας τους ημετέρους του. Μετά από ένα κύμα συλλήψεων που στόχευε σε αυτές τις νέες ελίτ, τα εργοτάξια κινδυνεύουν να εξελιχθούν σε σύμβολα της διαφθοράς και της πλεονεξίας που, σύμφωνα με τους εισαγγελείς έχουν κυριαρχήσει στους σχεδιασμούς του Ερντογάν για μια νέα Τουρκία.
Διευθυντές των εταιρειών που εμπλέκονται στην κατασκευή της γέφυρας και του αεροδρομίου, βρίσκονται μεταξύ των εκατό ανθρώπων που συνελήφθησαν, ανακρίνονται ή αναζητούνται από τις δικαστικές αρχές, στο πλαίσιο της 15μηνης μυστικής έρευνας που δημοσιοποιήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου. Επίσης εμπλεκόμενοι είναι οι γιοι τριών υπουργών του Ερντογάν, ο διοικητής μιας κρατικής τράπεζας και ένας εργολάβος-μεγιστάνας, που κατά τη δεκαετία της διακυβέρνησής του έγινε ένας από τους πιο πλούσιους ανθρώπους της Τουρκίας. Οι τρεις υπουργοί παραιτήθηκαν.
«Αναπτυξιακό θαύμα»
Παρ’ όλο που δώδεκα ύποπτοι παραμένουν υπό κράτηση αντιμετωπίζοντας κατηγορίες διαφθοράς και οργάνωσης στημένων διαγωνισμών, δεν έχει δημοσιοποιηθεί το επίσημο κατηγορητήριο. Πολλές από τις κατηγορίες εστιάζονται στο μεγάλο πρόγραμμα δημοσίων έργων, που βοήθησε τον Ερντογάν να ενισχύσει την οικονομία, και να τροφοδοτήσει μια ισλαμική επιχειρηματική τάξη που έμεινε πιστή σε αυτόν, μέσα από τα οφέλη που αποκόμιζε από την κατασκευή των υποδομών. «Το αναπτυξιακό θαύμα της Τουρκίας σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τις κατασκευές», υποστηρίζει ο Αττίλας Γιεσιλάντα, αναλυτής από την Κωνσταντινούπολη που εργάζεται για λογαριασμό της Γκλόμπαλ Σουρς Πάρτνερς, μιας νεοϋορκέζικης εταιρείας συμβούλων.
Ο Ερντογάν ισχυρίζεται ότι οι έρευνες αποτελούν μια προσπάθεια να υπονομευτεί η μεταμόρφωση της χώρας. Πίσω από αυτές, σύμφωνα με τον Ερντογάν και τους συμμάχους του, κρύβεται ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο 75χρονος διαβητικός κληρικός που διαμένει στα Πόκονος της Πενσυλβάνιας. Από εκεί, ο άνθρωπος ο οποίος είχε συμμαχήσει με τον Ερντογάν κατά το παρελθόν, διευθύνει ένα ισλαμικό δίκτυο που ασκεί επιρροή στην αστυνομία και το δικαστικό σώμα της Τουρκίας.
Οι αποκαλύψεις αμαύρωσαν την τρίτη θητεία του Ερντογάν, εκείνη για την οποία ισχυριζόταν ότι θα ήταν και η σημαντικότερη, εγκαθιδρύοντας μια νέα και δυναμική Τουρκία – μια από τις ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη. Αντί γι’ αυτό, ο Ερντογάν αντιμετωπίζει νέες κατηγορίες, ότι η ανάπτυξη που καθοδήγησε στηρίχτηκε στη δωροδοκία και στην ευνοιοκρατία, ειδικά στον τομέα των κατασκευών.
Καμία ανάμειξη
«Οι σχετιζόμενες με τη διαφθορά έρευνας συνιστούν εμπόδιο στην οικοδόμηση μιας νέας Τουρκίας» είπε ο πρωθυπουργός στη Σακαρίγια, ανατολικά της Κωνσταντινούπολης, στις 28 Δεκεμβρίου, σε ένα από τα έξι συλλαλητήρια που οργάνωσε στη διάρκεια εκείνης της εβδομάδας.
Ο Γκιουλέν δεν έχει «την παραμικρή ανάμειξη ή σχετική γνώση» αναφορικά με τις έρευνες περί δωροδοκιών, ισχυρίστηκε τον προηγούμενο μήνα ο δικηγόρος του, Ορχάν Ερντεμλί. Τα προβλήματα υγείας του κληρικού δεν του επιτρέπουν να συζητήσει το θέμα, απάντησαν σε σχετικές ερωτήσεις οι οργανώσεις που σχετίζονται μαζί του, μεταξύ αυτών και το «Ίδρυμα Συγγραφέων και Δημοσιογράφων», καθώς και η «Συμμαχία για τις Κοινές Αξίες».
Μεταξύ των ευνοούμενων εταιρειών της νέας Τουρκίας του Ερντογάν είναι και η Τσαλίκ Χόλντιγκ, η οποία διοικούνταν μέχρι την πρωτοχρονιά του έτους από τον κουμπάρο του Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, και διατηρεί συμφέροντα στους κλάδους της ενέργειας και των κατασκευών από το Κόσοβο μέχρι το Ιράκ. Η Τσαλίκ δεν κατονομάζεται στις διώξεις. Η Τζενγκίζ Ινσαάτ συμμετέχει στην κατασκευή του αεροδρομίου και διευθύνεται από τον Μεχμέτ Τσενγκίζ, που συμμετέχει μαζί με τον γιο του Ερντογάν σ’ ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα πανεπιστημίου που φέρει το όνομά του. Η εταιρεία ισχυρίζεται ότι έχει συνάψει συμβόλαια ύψους 7 δισ. $.
Δεύτερο κύμα
Το όνομα του Τζενγκίζ εμφανίζεται σε μια λίστα αναζητούμενων προς ανάκριση προσώπων, στο πλαίσιο ενός δεύτερου κύματος συλλήψεων, που αποτράπηκαν όταν αξιωματικοί της αστυνομίας αρνήθηκαν να εκτελέσουν τις εντολές της εισαγγελίας, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Ραντικάλ, στις 27 Δεκεμβρίου, που δημοσιοποιεί και την σχετική λίστα. Ο Τζενγκίζ δεν απάντησε στα τηλεφωνήματα και τα μηνύματα που τον καλούσαν να κάνει κάποια δήλωση.
Αυτές οι εταιρείες εκφράζουν μια νέα επιχειρηματική τάξη που προέρχεται κυρίως από την Ανατολία και στηρίζει τις ισλαμικές αξίες του Ερντογάν. Αναδείχθηκε κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), προκειμένου να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία της κωνσταντινουπολίτικης κοσμικής ελίτ.
Πόλεμος στα ΜΜΕ
Μερικά μέλη της μετεξελίχθηκαν σε μεγιστάνες των ΜΜΕ. Ο τρόπος με τον οποίον τα ΜΜΕ παρουσιάζουν το σκάνδαλο της διαφθοράς αποτελεί από μόνος του καθρέφτη ενός διχασμένου έθνους. Εφημερίδες και τηλεοπτικοί σταθμοί που ανήκουν στην Τσαλίκ, όπως η Σαμπάχ, έχουν υπερασπιστεί σθεναρά τον Ερντογάν από τη στιγμή που ξέσπασαν οι διώξεις. Παράλληλα, εξαιτίας της μη δημοσιοποίησης του επίσημου κατηγορητηρίου, φήμες και ισχυρισμοί έχουν κατακλύσει τις αντι-Ερντογανικές εφημερίδες, πολλές από τις οποίες ανήκουν σε υποστηρικτές του Γκιουλέν.
Οι εφημερίδες Ταρίφ και Ζαμάν, δημοσίευσαν αποσπάσματα από υποκλαπέντα βίντεο και μηνύματα κινητών τηλεφώνων, τα οποία φέρουν τον υπουργό Οικονομίας Ζαφέρ Καγκλαγιάν να λαμβάνει δώρο ένα ρολόι χειρός Πατέκ Φιλίπ 5101G, αξίας 380.000$, από έναν Ιρανό επιχειρηματία. Το τουίτερ γέμισε από εικόνες, όπου φαίνεται ο υπουργός να φοράει το ρολόι σε δημόσιες εμφανίσεις του. Σε δήλωσή που έκανε στις 17 Δεκεμβρίου, ισχυρίστηκε ότι παραιτήθηκε για να «χαλάσει το άθλιο παιχνίδι τους» και για να «αφήσει την αλήθεια να λάμψει».
Μετά τις αποκαλύψεις της εφημερίδας Ραντικάλ, βρέθηκαν κουτιά παπουτσιών που περιείχαν 4,5 εκατ. $ στο σπίτι ενός διοικητή τράπεζας, οι διαδηλωτές άρχισαν να αφήνουν άδεια κουτιά παπουτσιών στα ATM των τραπεζών.
Σχολεία στην ΠΓΔΜ
Σύμφωνα με την εφημερίδα Χουριέτ, ο επικεφαλής διευθυντής της Turkiye Halk Bankasi, Σουλεϊμάν Ασλάμ, που προφυλακίστηκε κατά τη διάρκεια των ερευνών, ισχυρίζεται ότι τα χρήματα που βρέθηκαν στο σπίτι του προορίζονταν για την χρηματοδότηση κατασκευής ισλαμικών σχολείων στην ΠΓΔΜ. Ένα δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης αποφάσισε, στις 2 Ιανουαρίου 2014, ότι ο Ασλάν πρέπει να προφυλακιστεί εν όψει της δίκης του.
Άλλες εταιρείες του τουρκικού κατασκευαστικού κλάδου που ενεπλάκησαν στις έρευνες: Ο όμιλος Αγκάογλου, η ιστοσελίδα του οποίου εμφανίζει να διαχειρίζεται είκοσι μεγάλες κτηματομεσιτικές αγοραπωλησίες στην Κωνσταντινούπολη, ανακοίνωσε στις 17 Δεκεμβρίου ότι ο πρόεδρός του, Αλί Αγκάογλου κλήθηκε να καταθέσει στο πλαίσιο «μιας εκτεταμένης έρευνας σχετιζόμενης με τις δημόσιες υπηρεσίες».
Το γραφείο Τύπου της κρατικής πολεοδομίας, ΤΟΚΙ, ανακοίνωσε ότι δύο από τα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου ανακρίνονται. Η ΤΟΚΙ διαχειρίζεται τη γη –έναν πολύτιμο πόρο στην Κωνσταντινούπολη των 15 εκατομμυρίων κατοίκων– και είναι κατευθείαν υπόλογη στο γραφείο του πρωθυπουργού. […]
Ο Μουαμέρ Ακάς, εισαγγελέας που χειρίζεται την προκαταρκτική εξέταση, κατήγγειλε στις 26 Δεκεμβρίου ότι η κυβέρνηση τον απέσυρε από την υπόθεση, σε μια προσπάθεια να συγκαλύψει τις έρευνες.
Περιφερειακή δύναμη
«Καθώς η Τουρκία αναδεικνύονταν σε ηγεμονική δύναμη, αυτά τα μεγάλα έργα συμβόλιζαν την νέα της αυτοπεποίθηση, την ίδια στιγμή που υπήρξε μεγάλη πολιτική ανάμειξη στην κατασκευή τους, με υψηλό βαθμό διαφθοράς», λέει ο Λουτζ Ροεμάγιερ, διαχειριστής ενός χαρτοφυλακίου 1 δισ. $, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τοποθετήσεις 30 εκατ. $ σε τουρκικά ομόλογα και μετοχές. «Τα πολιτικά σκάνδαλα είναι πάντοτε δυσάρεστα, αλλά όταν επενδύεις στις αναδυόμενες οικονομίες πρέπει να περιμένεις τέτοια κρούσματα καθημερινά».
Οι έρευνες πυροδότησαν μια κούρσα πωλήσεων των μετοχών. Από τις 17 Δεκεμβρίου, ο δείκτης του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης (XU100) έπεσε 12%. Καθώς οι ξένοι επενδυτές ξεφορτώνονταν τη λίρα, το νόμισμα έχασε ένα 8% της αξίας του σε σχέση με το δολάριο από τη στιγμή που ξεκίνησαν οι έρευνες, αγγίζοντας το ιστορικό χαμηλό.
Ακόμα και ο Ερντογάν αναγνωρίζει τη μεγαλομανία μερικών από των κατασκευαστικών του σχεδίων. Συχνά αναφέρεται σε μια πρόταση του, να σκαφτεί ένα κανάλι κόστους 12 δισ. $, που θα συνδέει τη Μαύρη Θάλασσα με τη Θάλασσα του Μαρμαρά, ως το «τρελό μου σχέδιο».
Έργα σε εξέλιξη
Ο κατασκευαστικός οργασμός συνεχίστηκε ακόμα και όταν η τουρκική οικονομία σταθεροποιούνταν. Αυτή τη στιγμή πραγματοποιούνται έργα αξίας 102 δισ. $, εκτιμάει ο Ζέινο Ουστούν, αναλυτής στο New School for Social Research της Νέας Υόρκης. Ο Ουστούν συνεργάστηκε με μια συλλογικότητα που εδρεύει στην Κωνσταντινούπολη και ονομάζεται Δίκτυα Αποστέρησης, και χαρτογράφησε την κατασκευαστική δραστηριότητα χρησιμοποιώντας στοιχεία από την κυβέρνηση και τις εταιρείες του ιδιωτικού τομέα.
To μεγαλύτερο μέρος της, έχει αναληφθεί από εταιρείες που έχουν ευημερήσει από την εκλογή του 2002 και υποστηρίζουν τις ισλαμικές αξίες του AKP, μεταξύ των οποίων, το να επιτραπούν οι μαντήλες στον χώρο εργασίας (ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα στην Τουρκία).
Η Τζενγκίζ Ινσαάτ συμμετέχει στο κονσόρτσιουμ που κέρδισε τον διαγωνισμό για την κατασκευή και τη λειτουργία του τρίτου κατά σειράν αεροδρομίου της Κωνσταντινούπολης, το οποίο θα το διαχειριστεί για 25 χρόνια, και μετά θα παραδώσει στην κυβέρνηση. Ο Μεχμέτ Τζενγκίζ κατάγεται από το Ρίζαιον, την ίδια πόλη της Μαύρης Θάλασσας απ’ όπου κατάγεται και ο Ερντογάν, και ήταν ιδρυτικό μέλος ενός φιλανθρωπικού ιδρύματος στο πανεπιστήμιο, του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μαζί με τον γιό του πρωθυπουργού, Νετζμεντίν Μπιλάλ Ερντογάν.
Η Τσαλίκ Χόλντιγκ επεκτάθηκε από μια μικρή βιοτεχνία υφασμάτων που ήταν το 1981, σε εταιρεία με κύκλο εργασιών 2,9 δισ. $ το 2011. Διατηρεί τοποθετήσεις στις κατασκευές, στο χρηματιστήριο, στα ΜΜΕ και τις τηλεπικοινωνίες. Το 2008, αγόρασε την εφημερίδα Σαμπάχ, και έναν τηλεοπτικό σταθμό, τον ATV, για 1,25 δισ. $, από τα οποία, τα 375 εκατ. $ προήλθαν από δάνεια που σύνηψε με κρατικές τράπεζες, μεταξύ των οποίων και της Χάλκμπανκ.
Παίρνοντας συμβόλαια
«Οι σχέσεις μεταξύ της κατασκευαστικής βιομηχανίας και του AKP είναι απροκάλυπτες: Παίρνουν τις μεγαλύτερες δουλειές από την κυβέρνηση», λέει ο Ογκουτζάν Ντινσέρ, Τούρκος οικονομολόγος που μελετάει το φαινόμενο της διαφθοράς στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Ιλινόις. «Το πιο σημαντικό είναι η παρουσία τους στα τουρκικά ΜΜΕ. Αυτές οι εταιρείες ελέγχουν την πλειοψηφία των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών, και το AKP τους χρησιμοποιεί ως μηχανισμό προπαγάνδας».
Η Σαμπάχ και άλλα φιλοκυβερνητικά μέσα θεωρούν τις έρευνες πολιτικά υποκινούμενες, απορρίπτοντας κάθε κατηγορία περί διαφθοράς. Τα άρθρα στον φιλο-Ερντογανικό τύπο αμφισβητούν τα κρούσματα της διαφθοράς, υποστηρίζοντας αντίθετα ότι αυτά τα έργα στόχευαν στο να εκτινάξουν τις επενδύσεις στις υποδομές, όπως λέει ο Γιεσιλάντα της Global Resource.
«Αυτό το τελευταίο επιχείρημα είναι τόσο σημαντικό, που πρέπει να το εξηγήσουμε», συνεχίζει: «Ο φίλα προσκείμενος προς το AKP Τύπος δεν αρνείται τις κατηγορίες, απλώς δεν θεωρεί ότι στοιχειοθετούν εγκλήματα».
Επίκληση συνωμοσίας
Το AKP του Ερντογάν επίσης θεωρεί την έρευνα ως συνωμοσία εναντίον της μοίρας της Τουρκίας. «Είναι άραγε σύμπτωση ότι οι επιχειρηματίες που χτίζουν, ή θα χτίσουν, τη νέα γέφυρα και το τρίτο αεροδρόμιο, ήταν εκείνοι που πήγαν μέσα;», αναρωτήθηκε ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος, Χουσεΐν Τσελίκ, μέσω του λογαριασμού του στο Τουΐτερ. «Μήπως ο πραγματικός στόχος είναι το σαμποτάζ» συνέχισε, «επειδή αυτά τα ‘‘τρελά σχέδια’’ για την Κωνσταντινούπολη έχουν εξοργίσει κύκλους του εσωτερικού και του εξωτερικού;». […]
Σε κάθε χρόνο της διακυβέρνησης Ερντογάν (2002) η οικονομία αναπτυσσόταν πάνω από 5%, ενώ ο πληθωρισμός έπεσε από 70% σε 7,4%. Στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του, στις 31 Δεκεμβρίου, έθεσε ως στόχο να αναβαθμίσει την Τουρκία, από τη 17η θέση στην παγκόσμια κατάταξη των οικονομιών, στην πρώτη δεκάδα μέχρι το 2023.
Ίδια κατάταξη
Βέβαια, η θέση της οικονομίας στη σχετική με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατάταξη δεν έχει μεταβληθεί. Στη δεκαετία 2003-2013, η Τουρκία παραμένει 67η στον κόσμο, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Ο Ερντογάν δεν ήταν πάντοτε οπαδός των μεγάλων έργων. Το 1995, ως δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, κατήγγειλε σχέδιο για κατασκευή τρίτης γέφυρας, αποκαλώντας το «θάνατο της Κωνσταντινούπολης»: «Δεν θα κάνει τίποτα πέρα από το να πετσοκόψει τους χώρους πρασίνου στα βόρεια της πόλης», είπε. «Πιστεύω ότι η κυβέρνηση θα αλλάξει γνώμη και αυτό το έγκλημα δεν θα συντελεστεί».
Η κυβέρνηση άλλαξε γνώμη. Το ίδιο και ο Ερντογάν. Από τη στιγμή που κέρδισε την εξουσία στις εκλογές του 2002, έναν χρόνο αφότου είχε ιδρύσει το AKP, η Τουρκία φιλελευθεροποιούσε την οικονομία της. Η οικονομική κρίση του 2001 οδήγησε σε μεταρρυθμίσεις που ενίσχυσαν τις ξένες επενδύσεις, τις οποίες ο Ερντογάν αποφάσισε να χρησιμοποιήσει στην κατασκευή υποδομών, λέει ο Μουσταφά Σονμέζ, οικονομολόγος και συγγραφέας του βιβλίου ΜΜΕ, κουλτούρα, χρήμα και εξουσία στην Κωνσταντινούπολη.
Η άνοδος της Κωνσταντινούπολης
Ο Σονμέζ υπολογίζει ότι τα τελευταία 11 χρόνια δαπανήθηκαν στις κατασκευές περί τα 583 δισ. $, σύμφωνα με στοιχεία της τουρκικής στατιστικής υπηρεσίας. Εξ αυτών, περί τα 200 δισ. $ αφορούν δημόσια έργα. Τα αποτελέσματά τους μεταμόρφωσαν την Κωνσταντινούπολη, η οποία πλέον παράγει το 27% του ΑΕΠ της χώρας, και το ένα τέταρτο των φορολογικών της εσόδων. Ουρανοξύστες, εμπορικά κέντρα και πολυτελέστατα διαμερίσματα εξαπλώθηκαν πέρα από το ιστορικό κέντρο της πρωτεύουσας. Σε πανεθνικό επίπεδο, οι κατασκευαστικές άδειες πενταπλασιάστηκαν μεταξύ 2002 και 2010. […]
Κλειστά χαρτιά
Ένας σχεδιαζόμενος δεύτερος γύρος συλλήψεων επρόκειτο να περιλάβει τους επιχειρηματίες συμμάχους του Ερντογάν που εμπλέκονται στα έργα του αεροδρομίου και της γέφυρας, δήλωσε ο εκπρόσωπος του AKP, Τσελίκ, μέσω τουίτερ στις 28 Δεκεμβρίου. Δεν πραγματοποιήθηκαν, καθώς ο Ερντογάν απέλυσε και αντικατέστησε εκατοντάδες αστυνομικούς διευθυντές.
Έναν μήνα πριν ανακοινωθεί η έναρξη της κατασκευής του, τον Μάιο του 2013, η διαδικασία ανάθεσης του αεροδρομίου, που θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο, άλλαξε από ανοιχτό διαγωνισμό […] σε κεκλεισμένων των θυρών απευθείας ανάθεση, λέει ο Αουκούτ Ερντογκντού. Είναι βουλευτής, μέλος της αντιπολίτευσης, και κατά το παρελθόν εργάστηκε στο υπουργείο Οικονομικών, επιβλέποντας τους διαγωνισμούς για την ανάθεση των δημοσίων έργων.
Η κυβέρνηση έχει ήδη τροποποιήσει τη σχετική νομοθεσία 17 φορές. Επιπλέον, έχουν προστεθεί πάνω από 100 μικρές ρυθμίσεις, που επιτρέπουν στα υπουργεία και στους δήμους μεγαλύτερη δικαιοδοσία και λιγότερη διαφάνεια στη διαδικασία των αναθέσεων, λέει ο Ερντογκντού.
Τον Απρίλιο του 2011, όταν ο Ερντογάν ανακοίνωσε τα σχέδιά του για το κανάλι της Κωνσταντινούπολης, αστειεύτηκε σε μια τηλεοπτική συνέντευξη Τύπου υποστηρίζοντας ότι ο Αγκάογλου, του Ομίλου Αγκάογλου, ίσως θα ήθελε ένα κομμάτι των έργων.
Μέλος τουδιοικητικού συμβολίου
Όμως, εκείνος είχε τα χέρια του γεμάτα. Ήδη κατασκεύαζε το αξίας 2,6 δισ. $ Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Κέντρο της Κωνσταντινούπολης, την ίδια στιγμή που ολοκλήρωνε και άλλα συμβόλαια της TOKI και συμμετείχε στα διοικητικά συμβούλια τουλάχιστον 24 εταιρειών. Ο Αγκάογλου, με περιουσία περί τα 2 δισ. $, σύμφωνα με στοιχεία που διαθέτει το Μπλούμπεργκ, κατάγεται από το Οφ, πόλη της Μαύρης Θάλασσας και πατρίδα του πρώην υπουργού Δημοσίων Έργων και Περιβάλλοντος, Ερντογάν Μπαϊρακτάρ. Κατά το παρελθόν επέβλεπε ως επικεφαλής της ΤΟΚΙ τα δημόσια κατασκευαστικά έργα. Το τμήμα δημοσίων σχέσεων του ομίλου Αγκάογλου δεν θέλησε να κάνει καμία σχετική δήλωση.
Σ’ ένα απομαγνητοφωνημένο απόσπασμα μιας τηλεφωνικής κλήσης, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ραντικάλ, στις 23 Δεκεμβρίου, σε μια συνομιλία σχετική με αγοραπωλησίες γης, ο Αγκάογλου αποκάλεσε τον Ερντογάν «μεγάλο αφεντικό».
Στις 17 Δεκεμβρίου, ήταν από τους πρώτους που προσήχθησαν σε προκαταρκτικές έρευνες που οδήγησαν στην αποκάλυψη του σκανδάλου. Αφέθηκε ελεύθερος στις 21 Δεκεμβρίου, με απαγόρευση εξόδου από την χώρα.
«Ο Ερντογάν πάντα ήθελε να φτιάξει νέες επιχειρήσεις, μια νέα ελίτ, και να διοχετεύσει το δημόσιο χρήμα προς αυτές, και αυτά τα κατασκευαστικά έργα του έδωσαν την ευκαιρία να το κάνει», λέει ο βουλευτής Ερντογντού. «Πρόκειται για την κορυφή ενός γιγάντιου παγόβουνου. Γνωρίζουμε μόλις το 1% αυτού που πραγματικά συμβαίνει».
Μετάφραση: Γιώργος Ρ.