του Vinjay Singh, από το Άρδην τ. 16, Οκτώβριος-Νοέμβριος 1998
Στην καρδιά της Βόρειας Ινδίας, στην Ayodhya, βρίσκεται ο διάσημος πλέον ναός, του οποίου την ιδιοκτησία διεκδικούν ινδουιστές και-μουσουλμάνοι1. Καμιά εκατοστή χιλιάδες ινδουιστές συγκεντρώθηκαν για να καταγγείλουν τη δράση των δυνάμεων ασφαλείας, υπεύθυνων, στα τέλη του Οκτωβρίου του 1990, για τον θάνατο μιας δωδεκάδας ομοθρήσκων τους, μαχητικών στελεχών. Η οργή δεν ζητά παρά να ξεσπάσει, της λείπει μόνο ο καταλύτης.
Δεν θα αργήσει να κάνει την εμφάνισή του, ενσαρκωμένος σε μία γυναίκα, την Sadhvi Rithambara. Από χάρη, δεν υπολείπεται στα εικοσιπέντε της χρόνια, και το ωραίο της πρόσωπο τής κόστισε το ειρωνικό προσωνύμιο «Sexy Sanyasin» – η «προκλητική αγία». Από τα πρώτα της λόγια πάνω στο βάθρο, παρουσιάζεται σαν την ιεροκήρυκα, η οποία έχει ακριβώς ανάγκη από ένα κοινό διψασμένο για αίμα: διαπεραστική και μεταλλική φωνή, λόγος βαρύς και ποιητική ρητορική, σωστή κίνηση και, ακόμα χειρότερα, απόλυτη συνείδηση σ’ αυτή την γυναίκα, ότι η αισθησιακότητά της παίζει έναν εξίσου σημαντικό ρόλο με τον λόγο και τη σκέψη της.
Όπως κάνουν Oι μεγάλοι ιεροκήρυκες, αρχίζει μαλακά με μία απόδοση τιμών στους ινδουιστές μάρτυρες που έπεσαν από τις σφαίρες των ινδών αστυνομικών. Και ενώ τα γυναικεία και πένθιμα λόγια της αποσπούν τα δάκρυα του ακροατηρίου, αλλάζει ύφος, και βροντά: «Αλλά, φίλοι μου, δεν είναι καιρός για δάκρυα. Ο καιρός έχει έρθει όχι μόνο για να χύσουμε αίμα, αλλά και για να απαιτήσουμε αίμα. Αν το αίμα είναι η τιμή που πρέπει να πληρώσουμε στους μουσουλμάνους και την αστυνομία, ας γίνει έτσι λοιπόν!» Και χύνει το φαρμάκι της: «Σύντομα οι κραυγές «Αλλάχ άκμπαρ» θα αντηχούν στους ναούς σας, σύντομα θα αλλάξουν τα ονόματα όλων των θεών σας. Σύντομα οι ναοί σας θα μετατραπούν σε τζαμιά. Ο καιρός έχει έρθει για να αφυπνιστούμε, για να αλλάξει ο ρους της ιστορίας.» Και η γοητευτική ιεροκήρυκας προσθέτει απευθυνόμενη στο οργισμένο πλήθος: «Οι μουσουλμάνοι είναι προδότες. Είναι σαν τους κοριούς που αναπαράγονται στα κρεβάτια σας. Λοιπόν, γιατί να μην τους συμπεριφερθείτε όπως συμπεριφέρονται στους κοριούς στα παλιά καλά ινδικά χωριά; Τους αναγκάζουν να βγουν από τα κρεβάτια καταμεσής του ήλιου και τους σκοτώνουν έναν-έναν χτυπώντας τους με τα παπούτσια…» Γέλια, φωνές οργής, δάκρυα… Το πλήθος έχει εκστασιαστεί.
Σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, Oι λόγοι με τις ομιλίες της Sadhvi Rithambara κυκλοφόρησαν σε χιλιάδες ινδικά σπίτια. Για να προλάβει καινούριες βιαιότητες, η κυβέρνηση απαγόρεψε την εγγραφή τους, απόφαση που προκάλεσε την αύξηση της ζήτησης πειρατικών κασετών. Εκατοντάδες χιλιάδες διανεμήθηκαν έτσι. Ξέροντας πολύ καλά ότι ζούμε στην εποχή της τηλεόρασης, οι ινδουιστικές φονταμενταλιστικές οργανώσεις αντέγραψαν σε χιλιάδες αντίτυπα μια βιντεοκασέτα που δείχνει την αστυνομία καθώς πυροβολεί τους ακτιβιστές, μεταδίδοντας ταυτόχρονα με το φιλμ και τις ομιλίες.
0 κύβος είχε ριφθεί. Η Βόρεια Ινδία, λίκνο των ινδουιστικών αξιών, «εξινδουίστηκε». «Είδατε αυτή την σφαγή των ινδουιστών στο βίντεο;», ρωτάει ένας μηχανικός. «Ακούσατε να μιλάει αυτή η νεαρή κοπέλα; Τι καταπληκτική κήρυκας!», αναφωνεί ένας επιχειρηματίας καλής μορφώσεως. «Μπράβο. Αυτή και ο Τζωρτζ Μπους θα ξεμπερδέψουν με το Ισλάμ». Ποτέ άλλοτε ο ινδουιστικός σωβινισμός δεν είχε εξαπλωθεί με τόση δύναμη στη Χώρα.
Οι επικλήσεις σε φόνους από την Sadhvi Rithambara δεν άργησαν να έχουν αποτελέσματα. Στη μία πόλη ύστερα από την άλλη, βίαιες ταραχές ξεσπούν ανάμεσα σε ινδουιστές και μουσουλμάνους: Aligarh, Agra, Kanpur, Lucknow, Meerut, Jaipur, Ahmedabad, Hyderabad, για να αναφέρουμε μόνο μερικές, έγιναν το θέατρο των πλέον αιματηρών σκηνών ύστερα από την διχοτόμηση της Ινδίας, το 1947, που προκάλεσε το θάνατο περίπου πεντακοσίων χιλιάδων ατόμων. Στις περισσότερες πόλεις βρίσκουμε τις ίδιες πληγές: αποπνικτική παρουσία ενός περιφερειακού κοινοτικού τύπου, αναίσχυντη εκμετάλλευση των μαζών – ινδουιστικών και μουσουλμανικών – από τους ηγέτες τους προς άγραν ψήφων, συνενοχή ανάμεσα στις δυνάμεις ασφαλείας (και ειδικότερα της πολιτειακής χωροφυλακής του Uttar-Pradesh) και τις ινδουιστικές οργανώσεις, διάδοση’ των πυροβόλων όπλων βιοτεχνικής παραγωγής, λυσσώδης ανταγωνισμός για την κατάκτηση θέσεων εργασίας, εντελώς πρωτόγονες μορφές βίας. Στο Hyberabad π.χ., από τους εκατόν είκοσι σκοτωμένους ανθρώπους οι τριάντα ήταν παιδιά ηλικίας έξι μηνών έως έξι χρονών.
Οι ρίζες αυτών των εντάσεων ανάμεσα στους ινδουιστές και τους μουσουλμάνους φτάνουν μέχρι το 712, όταν ο Mohammad Bin Qasim, γαμπρός του κυβερνήτη του Ιράκ, κατέκτησε το Sind, δυτικό τμήμα της Ινδίας, και δημιούργησε ένα μουσουλμανικό κράτος. Το πρώτο μέτρο που καταδεικνύει την υποταγή των ινδουιστών στους κυρίους τους ήταν η επιβολή ενός φόρου – της jizia – τον οποίον όφειλαν να πληρώνουν στο κράτος εξαιτίας και μόνο των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Στο πέρασμα των αιώνων που ακολούθησαν, η jizia γίνεται ένας παράγοντας κεφαλαιώδους σημασίας για τον προσηλυτισμό στο Ισλάμ ινδουιστών κατώτερων τάξεων καταπιεζόμενων από τις ανώτερες τάξεις. Οι άνθρωποι αυτοί, εκτός από το ότι ξέφευγαν από την κοινωνική τους θέση, μπορούσαν έτσι, να ζήσουν καλύτερα.
Υστερα, από το Ghazni του Αφγανιστάν, ήρθε ο Mahmud, ο οποίος, από το 1000 ως το 1026, εισέβαλε στην Ινδία 17 φορές. Η αχαλίνωτη εικονομαχία του – καταστρέφει ινδουιστικά είδωλα, λεηλατεί τους ναούς – ξαναγίνεται μύθος στην σύγχρονη Ινδία. Ελάχιστοι είναι σήμερα οι λόγοι των φονταμενταλιστών που δεν αναφέρονται στις ακρότητες που διέπραξε ο Mahmud Ghazni. Είναι αυτή την εποχή. σημείωνε ο ΑΙ Baruni, ένας σοφός που τον συνόδευε, που οι ινδουιστές αρχισαν να «αισθάνονται την μεγαλύτερη αποστροφή απέναντι στους μουσουλμάνους». Οι ινδουιστές έφτασαν να θεωρούν τους μουσουλμάνους σαν εκτός οποιασδήποτε κάστας και «απεχθάνονταν και την ιδέα ακόμα να αγγίξουν τους βάρβαρους και ακάθαρτους μουσουλμάνους».
Αυτόν τον διαδέχτηκε ο Mohammad Ghori, που επεξέτεινε προς ανατολάς την μουσουλμανική κυριαρχία, και μέχρι το 1857, μουσουλμάνοι θα βασιλεύουν στον θρόνο της ινδικής αυτοκρατορίας. Ο Ibn Batutta, διάσημος μουσουλμάνος περιηγητής (γεννημένος στην Ταγγέρη) του δέκατου τρίτου αιώνα, έγραφε: «Κανένας μουσουλμάνος δεν μπορεί να μπει σ’ένα ινδουιστικά σπίτι, ή να χρησιμοποιήσει τα μαγειρικά τους σκεύη για να φάει.» Απ’ όλους τους αυτοκράτορες, ο Aurangzeb, που πέθανε το 1707, ήταν ο πιο σκληρός απέναντι στους ινδουιστές και τις μη μουσουλμανικές μειονότητες.
Θρησκείες, εθνότητες και κάστες
Αλλά υπάρχει και μια άλλη όψη αυτής της ιστορίας: η δημιουργία ενός πολυσύνθετου πολιτισμού που αναμιγνύει τις αξίες των δύο κοινοτήτων. Πλήθος αυτοκρατόρων – από τους οποίους οι δύο διασημότεροι ήταν ο Akbar ο Μεγάλος και ο Jehangir – παντρεύτηκαν τον δέκατο έκτο αιώνα γυναίκες ινδουίστριες που εισήγαγαν τον πολιτισμό τους στην βασιλική οικογένεια. Ο Akbar κατήργησε την jizia και διόρισε ινδουιστές σε θέσεις-κλειδιά της, επισήμως μουσουλμανικής, αυτοκρατορίας του. Έπλασε μια καινούρια θρησκεία – Din-ai-llahi (η «θεία πίστη»), – που όφειλε στοιχεία τόσο στις τοπικές θρησκείες όσο και στο Ισλάμ. 0 εγγονός του, Dara Shikoh, μετέφρασε τις Uspanishads – ινδουιστικά φιλοσοφικά κείμενα -, εκτιμώντας τα ως θείας προέλευσης. Αν, μερικοί μόνο, Μογγόλοι αυτοκράτορες κηρύσσουν την αδελφοσύνη, οι δεσμοί που υφαίνονται μεταξύ ατόμων από τις δύο κοινότητες είναι ακόμα πιο στενοί. Η γέννηση του Ουρ-ντού, «μουσουλμανικής» γλώσσας της ινδικής υπο-ηπείρου (75% των χρησιμοποιούμενων όρων προέρχεται από τα σανσκριτικά και τα χίντι) μαρτυρεί μια ορισμένη όσμωση. Η μεγάλη δημοτικότητα του κινήματος Bhakti («ευλάβεια»), που προσπάθησε να καταργήσει τους θρησκευτικούς φραγμούς που χώριζαν τον ισλαμισμό και τον ινδουισμό, έδειξε ότι οι δύο κοινότητες είχαν πολλά κοινά. Και μόνο το γεγονός ότι οι μουσουλμάνοι της Ινδίας δεν ήταν «ξένοι», καθώς είχαν έρθει να ζήσουν και να πεθάνουν στην Ινδία, έβαλε τα θεμέλια για έναν συ-γκρητικό πολιτισμό. Για το μεγαλύτερο μέρος τους, οι μουσουλμάνοι της υπο-ηπείρου δεν προέρχονταν από μη Ινδούς, αλλά από ινδουιστές που είχαν προσηλυτιστεί στο Ισλάμ. Πέρα από τις θρησκευτικές διαφορές, υπάρχουν έτσι κοινές εθνικές ρίζες, και μουσουλμανικές κοινότητες που χρησιμοποιούν το σύστημα των καστών…
Η επιβολή της βρετανικής αποικιοκρατικής εξουσίας το 1857 άλλαξε το ισλαμο-ινδουιστικό σκηνικό. Το 1855 δημιουργήθηκε το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο (ο πρόγονος του σημερινού Κόμματος του Κογκρέσου). Με αγγλική παιδεία, θαυμαστές του επαναστατικού συνθήματος «ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη», οπαδοί του δικαιώματος της ψήφου, οι ιδρυτές του κινήματος ζητούσαν την χειραφέτηση της χώρας πάνω στην αρχή ένας άνθρωπος, μία ψήφος. Η ανεξαρτησία σίγουρα θα ωφελούσε και τους ινδουιστές και τους μουσουλμάνους, αλλά οι τελευταίοι ανησυχούσαν από αυτόν τον νόμο της αριθμητικής, καθώς η δημοκρατία θα σήμαινε την επικυριαρχία της πλειοψηφίας και η πλειοψηφία ήταν ινδουιστική. Οι ινδουιστές άραγε δεν θα εκδικούνταν τους παλιούς μουσουλμάνους κυβερνήτες τους; Τι είναι κανείς πρώτα: μουσουλμάνος ή Ινδός; Οι ερωτήσεις αυτές άρχισαν να στοιχειώνουν τα μυαλά των μουσουλμάνων οι οποίοι, συνηθισμένοι στους παλιούς νόμους της αυτοκρατορίας, συνειδητοποιούσαν ότι ήταν πλέον μειονότητα. Ψύχωση που τροφοδότησε μια ορισμένη υποψία απέναντι στους ινδουιστές γενικά, και τους ινδουιστές ηγέτες του Κογκρέσου ειδικότερα.
Αυτοί οι ηγέτες, παρά τις κοσμικές και «πλουραλιστικές» θέσεις τους, συνέβαλαν, έστω και έμμεσα, στο να θρέφονται οι φόβοι των μουσουλμάνων. Ορισμένοι απ’ αυτούς χρησιμοποιούσαν ανοιχτά τον ινδουιστικά συμβολισμό στις ενέργειες τους· άλλοι δανείζονταν ασυνείδητα εικόνες και αναλογίες που αντλούσαν από το τεράστιο θρησκευτικό τους υπόβαθρο. 0 ίδιος ο Μαχάτμα Γκάντι δεν λέει ότι το Ramarajya, το βασίλειο του άρχοντα Ράμα, αντιπροσώπευε το ιδανικό κράτος;
Ο φόβος των μουσουλμάνων απέναντι στους ινδουιστές λειτουργούσε προς το συμφέρον των Βρετανών που περίμεναν την ευκαιρία για να διαιρέσουν και να αποδυναμώσουν το νεογέννητο εθνικό κίνημα. Εκμεταλλεύτηκαν την υπόθεση σε βάθος, μιλώντας για μια Ινδία που αποτελείται από δύο έθνη. Οι μουσουλμανικές αποσχιστικές – ή εθνικιστικές – τάσεις ενθαρρύνθηκαν δεόντως, και η κατάληψη της εξουσίας παρουσιάστηκε ως δόλωμα στους μουσουλμάνους ηγέτες, οι οποίοι θα αποχτούσαν ξανά κάποια εξουσία σε μια δική τους χώρα.
Δύο έθνη, πεντακόσιοι χιλιάδες θάνατοι
Η πολιτική αυτή προκάλεσε τρία είδη αντιδράσεων. Από την αρχή, πολλοί μουσουλμάνοι -και ο αριθμός αυτός αύξανε καθώς πλησιάζαμε προς την διχοτόμηση- συντάχθηκαν με τις θέσεις του μουσουλμανικού εθνικισμού και με την ισλαμική ταυτότητα, απαιτώντας ένα ξέχωρο έθνος. Ενώ η Μουσουλμανική Λίγκα και η Jamait-ai-Islami, τα δύο κύρια μουσουλμανικά κινήματα, ενίσχυαν τις θέσεις τους, οι ορθόδοξοι ινδουιστές, που δεν είχαν ξεχάσει ότι το Ισλάμ διοικούσε την Ινδία σχεδόν για μια χιλιετία, αντέδρασαν. Απέναντι στον ισλαμικό εθνικισμό αντέταξαν έναν εξίσου παράφρονα φονταμενταλισμό. Τα κινήματα Hindu Mahasabha (Μεγάλη ινδουιστική Συνάθροιση) και Rashtriya Swayamsevak Sangh (RSS. ή Εθνικό Σώμα Εθελοντών), που αγωνιζόντουσαν υπέρ μιας ινδουιστικής Ινδίας βασισμένης στη φυλετική καθαρότητα, έγιναν οι εκφραστές των ινδουιστικών συμφερόντων. Το τρίτο είδος αντίδρασης, αναμφισβήτητα το πιο λογικό, ήρθε από τους δημοκράτες του Κογκρέσου, ινδουιστές και μουσουλμάνους: ήθελαν να οικοδομήσουν μία Ινδία εθνιστική, κοσμική και πλουραλιστική. Αλλά οι πιέσεις των μουσουλμάνων, φανερά κατευθυνόμενες .από τους Βρετανούς, ήταν τέτοιες που η διχοτόμηση της Ινδίας ηταν αναπόφευκτη. Δύο έθνη γεννήθηκαν, με το τίμημα πεντακοσίων χιλιάδων θανάτων.
Παρά την υστερία που προκλήθηκε από αυτή την διχοτόμηση, το Κόμμα του Κογκρέσου, που διηύθυνε ο Νεχρού, κατάφερε να αναδυθεί χωρίς να στιγματιστεί πολύ από τις εντάσεις ανάμεσα στις κοινότητες. 0α αναλάβει να υπερασπιστεί την μουσουλμανική μειονότητα που παρέμεινε στην χώρα και θα κηρύξει παράνομο το RSS -μέτρο που κατέστη δυνατό καθώς ο δολοφόνος του Γκάντι ήταν μέλος μιας οργάνωσης που βρισκόταν κοντά σ’ αυτό το κίνημα και που έχασε εξαιτίας αυτού του γεγονότος οποιοδήποτε στήριγμα ανάμεσα στους ινδουιστές. Συντάχθηκε ένα Σύνταγμα που τοποθετούσε όλες τις θρησκείες σε ίση βάση.
Επειδή φοβόταν γι’ αυτή, καθώς και για να εξασφαλίσει την υποστήριξη της στις εκλογές, ο Νεχρού θα υιοθετήσει μάλιστα μια ευνοϊκή μεταχείριση απέναντι στην μουσουλμανική μειονότητα. Το ινδουιστικό στρατόπεδο θα δυσαρεστηθεί αλλά δεν θα μπορέσει καθόλου να αντιδράσει εξαιτίας της εξαιρετικής προσωπικής και ιδεολογικής επιρροής του Νεχρού. 0 θάνατος του, το 1964, θα μεταβάλλει ριζικά την κατάσταση.
Για την Ιντιρα Γκάντι, η αρχή της κοσμικότητας είχε νόημα για να εξασφαλίζει τις μουσουλμανικές ψήφους. Ο νεποτισμός, η ευνοιοκρατία της κάστας και της κοινότητας κέρδισαν έδαφος. Έπειτα από τον θάνατο του Νεχρού, η πολιτική αστάθεια εξανάγκασε τους ηγέτες του Κογκρέσου να κάνουν όλο και περισσότερους συμβιβασμούς χωρίς αρχές, κάτι που προκάλεσε δικαιολογημένα όλο και πιο έντονες κριτικές. Εν μέσω αυτής της πολιτικής, οικονομικής όσο και ηθικής κρίσης, ο ινδουιστικός φονταμενταλισμός ξανάπιασε τον ίδιο παλιό σκοπό. To Bhartiya Janata Party (το παλιό Jana Sangh, που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ’40), το RSS και το Shiv Sena (Στρατός του άρχοντα Σίβα), που γεννήθηκε το 1966, έχοντας την έδρα του στην Βομβάη, κήρυκας του σωβινισμού mahrate, το Vishwa Hindu Parishad (Παγκόσμια Συγκέντρωση των Hiridon) άρχισαν να παίρνουν πάνω τους, θέτοντας τα εξής ερωτήματα: Με ποιο δικαίωμα το Κόμμα του Κογκρέσου κολακεύει την μουσουλμανική μειονότητα για εκλογικούς σκοπούς; Γιατί οι μουσουλμάνοι έχουν το δικαίωμα να έχουν τέσσερις γυναίκες και πολλά παιδιά; Γιατί οι μουσουλμάνοι μπορούν να διαλαλούν τις προσευχές τους χάρη στα μεγάφωνα πάνω στις στέγες των τζαμιών; Γιατί η Ινδία ευνοεί τους μουσουλμάνους, η καρδιά των οποίων χτυπά στο Πακιστάν; Γιατί στο ινδικό Κασμίρ ισχύει ένα ειδικό καθεστώς που απαγορεύει στους μη-Κασμιρίτες να κατέχουν ιδιοκτησία; Γιατί τα γενέθλια του Μωάμεθ είναι εθνική εορτή; Ελλείψει λογικών και ικανοποιητικών απαντήσεων σ’ αυτά τα ερωτήματα, ο ινδουιστής πολίτης άρχισε σιγά-σιγά να τις ψάχνει στον φονταμενταλισμό, αν και δεν έδινε στα ινδουιστικό κόμματα την απαραίτητη δύναμη ώστε να γίνουν κόμματα εξουσίας.
Πώς οι Ινδοί αναλύουν την υπάρχουσα κατάσταση; «Αν και οι ινδουιστές δεν συμπεριλαμβάνονται στην κυβέρνηση», λέει ο γιατρός Hari Thakur, παλιός χειρουργός σε πλήρη σύγχυση που έχει ζήσει το λουτρό αίματος της διχοτόμησης, «η μέρα δεν είναι μακριά που θα τους δούμε στην εξουσία στο Νέο Δελχί». Και προσθέτει: «Δεν είναι πια όπως παλιά, όπου η υποστήριξη στα ινδουιστικό κόμματα ήταν υπόθεση του ευσεβούς και χωρίς μόρφωση εμπόρου, του μικρο-ύπαλλήλου ή του πωλητή τσαγιού στη γωνία. Σήμερα, όλος ο κόσμος παρουσιάζεται ως ινδουιστής. Είμαστε η πλειοψηφία, λένε, και θα κάνουμε ό,τι φαίνεται καλό για μας. Αλλά αυτό που προκαλεί σοκ είναι ότι ο μαχητικός ινδουισμός, οι ινδουιστές ηγέτες, κηρύσσουν κάτι που δεν έχει καμία σχέση με τον ινδουισμό. Προσπαθούν ν’ αντικαταστήσουν την ανεκτικότητα του ινδουισμού – ο οποίος δεν έχει ούτε καν θεωρία σχετικά με το κράτος και το έθνος – με μια νεομαγειρεμένη θρησκεία.»
0 Μ. Tariq Naqvi, υψηλόβαθμος μουσουλμάνος κυβερνητικός αξιωματούχος συμμερίζεται αυτή την άποψη: «Σήμερα, ακόμα και αυτοί οι πλέον συγκαταβατικοί και μορφωμένοι λειτουργοί της διοίκησης υποστηρίζουν ανοιχτά τα ινδουιστικό κόμματα όσον αφορά την υπόθεση του ναού. Η Ινδία δεν μοιάζει πια με την χώρα που ξέραμε. Ποιο βάρος έχει το λαϊκό μας Σύνταγμα, όταν τα προβλήματα των καστών και των θρησκευτικών κοινοτήτων συνεχίζουν να προκαλούν καταστροφές;» Σαν να θέλει να δικαιολογήσει τους φόβους του, ένας υψηλόβαθμος υπεύθυνος μιας διεθνούς τράπεζας στην Βομβάη, δεν διστάζει να βεβαιώσει: «Οι ινδουιστές έχουν απόλυτο δίκιο. Μπορείτε να μου πείτε μια χώρα, όπου μια κοινότητα που αντιπροσωπεύει το 80% του πληθυσμού δεν μπορεί να φτιάξει έναν ναό εκεί που γεννήθηκε ο θεός της; Υπάρχει μία περιοχή στον κόσμο όπου η πλειοψηφία ζει μέσα στον φόβο της μειοψηφίας; Η αλήθεια είναι ίσως πικρή, αλλά, σε μια δημοκρατία, πλειοψηφία σημαίνει εξουσία. Εμείς φταίμε που είμαστε η πλειοψηφία;»
Η συνθηκολόγηση του Ραντζίρ Γκάντι
Ο θάνατος των αρχών απετέλεσε μια τραγωδία για την Ινδία. Αντί να συντελούν στην ενίσχυση των ηθικών αξιών της κοσμικότητας, κάθε πολιτικός άνδρας (και γυναίκα) δεν δρούσε παρά μόνο με άξονα τα συμφέροντά του.
Το ακόλουθο παράδειγμα παρουσιάζει ανάγλυφα αυτή την εξέλιξη. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, ο Shah Bano, διαζευγμένος μουσουλμάνος, ζούσε με μία σύνταξη ύστερα από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αντίθετα με τα ήθη της μουσουλμανικής ορθοδοξίας. Ιμάμηδες και άλλοι ιεράρχες διαμαρτυρήθηκαν, καταγγέλλοντας ότι «η δικαστική εξουσία
ανακατεύεται στις ιδιωτικές υποθέσεις». Αντί να επιβληθεί σ’ αυτή την ιεραρχία και να υποστηρίξει έναν σκοπό δίκαιο μέσα σ’ ένα δημοκρατικό σύστημα, ο Ρατζίβ Γκάντι, τότε πρωθυπουργός, συνθηκολόγησε: ψηφίστηκε ένας καινούριος νόμος, που απαγόρευε στην δικαιοσύνη ν’ ανακατεύεται με υποθέσεις που υπόκεινται στο μουσουλμανικό δίκαιο. Οι ινδουιστές εξεγέρθηκαν, αυτή τη φορά όχι χωρίς αιτία. 0 Μ. Γκάντι τους κάλμαρε με μία αντι-χάρη: άνοιξε τον ναό-τζαμί της Ayodhya, που ήταν κλειστός εδώ και τέσσερις δεκαετίες για να εμποδιστεί η έκρηξη βίας ανάμεσα στις κοινότητες.
Έτσι, η κοσμικότητα ερμηνευόταν όλο και πιο πολύ με τέτοιο τρόπο που
να ικανοποιεί τις διάφορες κοινότητες – τους ινδουιστές, τους μουσουλμάνους, τους σιχ – προς όφελος μακιαβελικών επιδιώξεων. 0 γιατρός Hari Thakur λέει: «Ο Devi Lai ( αγροτικός ηγέτης και συνεργάτης του παλιού πρωθυπουργού) χώρισε την αγροτική από την αστική Ινδία. Ο Vishwanath Pratap Singh (ο παλιός πρωθυπουργός) χώρισε τις ανώτερες κάστες από τις κατώτερες. Ο Lai Krishan Advani (ινδουιστής ηγέτης) χώρισε τους ινδουιστές από τους μουσουλμάνους. Αν αυτό δεν σταματήσει, η Ινδία θα μπει σε μεγάλους κινδύνους.»
0 κίνδυνος είναι πραγματικός για μία χώρα που, από την γέννησή της, κατάφερε να διατηρήσει την δημοκρατία. Ενώ οι φυγόκεντρες δυνάμεις βρίσκονται επί τω έργω – στο Pendjab. Cachemire, Assam – μία ινδουιστική εθνική διοίκηση δεν κατάφερε παρά να οδηγήσει σε έκρηξη μια χώρα που είχε κατορθώσει να διατηρήσει την ενότητα της ανά τους αιώνες.
* Συγγραφέας. Ανάμεσα στα αλλα έχει γράψει τα βιβλία, “Η δολοφονημένη Νύχτα”, “Ο ανεμοστρόβιλος των σκιών”, κ.λπ.
Μετάφραση, Δ. Λειβαδίτης