Αρχική » Ο Τραμπ, ο Μασκ και οι χρήσιμοι ηλίθιοι της υποταγής της Ευρώπης στην Αμερική

Ο Τραμπ, ο Μασκ και οι χρήσιμοι ηλίθιοι της υποταγής της Ευρώπης στην Αμερική

από Άρδην - Ρήξη

Του Gilles Gressani

15 Ιανουαρίου 2025, Le Figaro

Το σχέδιο του νέου Αμερικανού προέδρου προβλέπει μια Μεγάλη Αμερική που θα βασίζεται σε μια αναδιοργάνωση της Δύσης. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η εξουδετέρωση κάθε ανταγωνιστικής εθνικής κυριαρχίας σε αυτόν τον μεγάλο χώρο, όπως υποστηρίζει ο διευθυντής του περιοδικού Le Grand Continent.

Ανάμεσα στις μεγάλες αλλαγές που επέφερε η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, μία φαίνεται να έχει περάσει παραδόξως απαρατήρητη: με ένα είδος πανουργίας της λογικής, οι υποστηρικτές της απόλυτης εθνικής κυριαρχίας στη Γαλλία και την Ευρώπη κινδυνεύουν να γίνουν οι χρήσιμοι ηλίθιοι της υποταγής της ηπείρου στην Αμερική. Ας εξηγήσουμε αυτό το παράδοξο. Σε αντίθεση με τις προβλέψεις ορισμένων αναλυτών, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν φαίνεται να προετοιμάζει μια αμερικανική απόσυρση ούτε μια στρατιωτική υποχώρηση. Το όραμά του για το 2025 είναι μια Μεγάλη Αμερική, η οποία, στα χαρτιά, κάθε άλλο παρά απομονωτική θα είναι. Το Δόγμα Τραμπ –όπως το αποκαλεί πλέον επίσημα το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα– έχει μια βαθιά ιμπεριαλιστική μήτρα, που φτάνει στο σημείο να ανοίξει τα αμερικανικά σύνορα σε νέες εδαφικές κατακτήσεις.

Σε αυτήν τη γεωπολιτική θεώρηση, ενώ ο συστημικός αντίπαλος των Ηνωμένων Πολιτειών παραμένει η Κίνα, η στρατηγική προτεραιότητα φαίνεται να συνίσταται στην αναδιοργάνωση της Δύσης γύρω από μια θεμελιωδώς ασύμμετρη, μονομερή και συναλλακτική σχέση με την Ουάσιγκτον. Το «πρώτα η Αμερική» προϋποθέτει πάνω απ’ όλα τον κυρίαρχο ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών στη Δύση. Οι δηλώσεις του για την προσάρτηση του Καναδά και της Γροιλανδίας, σύμφωνα με τις οποίες ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν αποκλείει τη χρήση βίας εναντίον ενός πιστού και πειθήνιου συμμάχου όπως η Δανία, πρέπει να εκληφθούν ως τελετή μύησης σε ένα νέο καθεστώς στο οποίο το ΝΑΤΟ, για να χρησιμοποιήσουμε τη διατύπωση του Olivier Schmitt, αναδιαμορφώνεται κατά το πρότυπο του Συμφώνου της Βαρσοβίας: ένα ενιαίο κεντρικό κράτος, κυρίαρχο και με ικανότητα πολιτικής και γεωπολιτικής δράσης, με περισσότερο ή λιγότερο ενσωματωμένους δορυφόρους. Το λουρί έχει σίγουρα κοντύνει, χωρίς περιθώρια για ψευδαισθήσεις: όχι διαβουλεύσεις, αλλά εξαναγκασμός, ακόμη και χρήση βίας αν χρειαστεί.

Μήπως επειδή, σε αυτές τις συνθήκες, βλέπει έναν τρόπο να οργανώσει σχέσεις με ηγέτες ευθυγραμμισμένους, αποδυναμωμένους και ριζικά αντίθετους σε κάθε προοπτική πραγματικής αυτονομίας; Φαίνεται πιθανό. Τουλάχιστον έτσι μοιάζει αν μελετήσουμε τη δυναμική της υποστήριξής του προς το AfD, το οποίο ο Έλον Μασκ παρουσιάζει ως τη μόνη «ευκαιρία για τη Γερμανία». Στην περίφημη συνέντευξή τους στο X, η Αλίς Βάιντελ, η οπαδός της εθνικής κυριαρχίας και υποψήφια για την ηγεσία της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, παραδεχόταν, για παράδειγμα, ρητά ότι δεν είχε κανένα γεωπολιτικό όραμα για το Ισραήλ και τη Μέση Ανατολή, αρκούμενη στο να ζητάει από τον ιδιοκτήτη της SpaceX να της εξηγήσει την αμερικανική θέση· πριν ακούσει με ορθάνοικτο στόμα το όραμά του για ένα διαπλανητικό μέλλον με αποκλειστικά αμερικανική ηγεσία.

Αυτή η αναδιοργάνωση της Δύσης στη βάση μιας βίαιης αυτοκρατορικής αρχής στηρίζεται σε μια προϋπόθεση και έναν όρο: την εξουδετέρωση κάθε ανταγωνιστικής εθνικής κυριαρχίας σε αυτόν τον μεγάλο χώρο. Για την ώρα πρόκειται για ένα σχέδιο – απέχει ακόμη πολύ δρόμος μέχρι την πλήρη εφαρμογή του και υπάρχουν διάφοροι τρόποι να το αποτρέψουμε. Αλλά είναι ξεκάθαρα διατυπωμένο στο στυλ του Τραμπ και πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Ειδικότερα, πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη τις επιπτώσεις που έχει ήδη στον ευρωπαϊκό πολιτικό χώρο. Για να επιτύχει τους σκοπούς του, ο αυτοκρατορικός μηχανισμός του Ντόναλντ Τραμπ, με φορέα τον Έλον Μασκ –τον κυβερνήτη ενός είδους νέας Εταιρείας των Ινδιών, που διαχειρίζεται το εμπόριο μεταξύ της αμερικανικής μητρόπολης και των αποικιών της– ενεργεί όλο και πιο δυναμικά για να υποστηρίξει κόμματα υπέρμαχους της «εθνικής κυριαρχίας», από τη Ρουμανία έως το Ηνωμένο Βασίλειο.

Ο ορίζοντας της εκχώρησης κάθε ψηφιακής και στρατιωτικής κυριαρχίας φαίνεται επίσης να ανταποκρίνεται στην ιταλική στάση. Η πρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης, Τζόρτζια Μελόνι, εκμεταλλεύεται τώρα με τον καλύτερο τρόπο το μεγάλο κύρος της στην εθνική και ευρωπαϊκή σκηνή: άμεση πρόσβαση στην αυλή του Μαρ-α-Λάγκο χάρη στη μεσολάβηση του Έλον Μασκ. Ένα χρίσμα που ο Ερίκ Ζεμούρ και η Σάρα Κναφό αναμφίβολα θα επιδιώξουν αυτή τη Δευτέρα στην Ουάσιγκτον, υποκλινόμενοι στον Ντόναλντ Τραμπ, ενώ η Μαρίν Λεπέν παραμένει, όπως φαίνεται, αποκλεισμένη από αυτή την τελετή που έχει τον αέρα στέψης. Πρέπει να πούμε, ωστόσο, ότι η τραμπική ευθυγράμμιση της Τζόρτζια Μελόνι δεν οδηγεί σε ένα πρόταγμα εθνικής κυριαρχίας στην Ιταλία.

Η κυβέρνηση Μελόνι δεν εμφορείται από μια εθνικιστική ορμή, ένα σχέδιο αλλαγής ή μια δυναμική εσωτερικού μετασχηματισμού που θα αποσκοπούσε στο να καταστήσει την Ιταλία ένα ισχυρό κράτος και την ιταλική κοινωνία μια κινητήρια δύναμη για την ανεξαρτησία της. Ακριβώς το αντίθετο. Όλα «αλλάζουν» και τίποτα δεν πρέπει να αλλάξει. Πέρα από ορισμένα μέτρα ρητορικού χαρακτήρα, η υπόσχεση της αποκτά τα χαρακτηριστικά μιας θεμελιώδους ευθυγράμμισης, με αντάλλαγμα μια σχετική σταθερότητα. Εξ αιτίας της ισχνής ανάπτυξης, της ουσιαστικής απουσίας αμυντικών επενδύσεων, της μείωσης των αποταμιεύσεων και των μεταβιβάσεων από τους εργαζόμενους στους συνταξιούχους, ο στόχος είναι να παραταθεί το μπερλουσκονικό συμβόλαιο, επιτρέποντας σε μια ακόμη γενιά να ζήσει προστατευμένη από τη σκληρότητα της ιστορίας.

Από την εποχή του Μακιαβέλι, του Χομπς και του Ζαν Μποντέν, η εθνική κυριαρχία αποτελεί την πολιτική μήτρα της Δυτικής Ευρώπης. Μήπως σήμερα παρακολουθούμε το λυκόφως της σε μια ήπειρο που είναι όλο και περισσότερο πεπεισμένη για την αναπόφευκτη πτώση της και δεν ξέρει πλέον πώς να οικοδομήσει πάνω στη δύναμή της; Η Ευρώπη υπήρξε κάποτε αποικιακή δύναμη, ο Τραμπ θέλει να τη μετατρέψει σε αμερικανική αποικία. Θα παρακολουθήσουμε άραγε παθητικά τον διαμελισμό της Ευρώπης; Σε συνέντευξή του, που δημοσιεύθηκε την περασμένη Τρίτη στην επιθεώρηση Le Grand Continent, ένας από τους κορυφαίους συμβούλους του Πούτιν δήλωνε: «Πιστεύω ότι οι διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία θα πρέπει να γίνουν μεταξύ της Ρωσίας και των Ηνωμένων Πολιτειών· χωρίς την εμπλοκή άλλων δυτικών χωρών. Δεν έχουμε τίποτα να συζητήσουμε με το Λονδίνο ή τις Βρυξέλλες» .

Αν αυτό δεν ήταν αρκετά σαφές, το Κρεμλίνο το έθεσε ακόμη πιο ωμά. Ο Ρώσος πρόεδρος θέλει να διαπραγματευτεί ως ίσος προς ίσο με τον Ντόναλντ Τραμπ για να διαμελίσει την Ουκρανία και να ξανασχεδιάσει τον χάρτη της Ευρώπης. Ο Τζιανφράνκο Μίλιο, ένας από τους κορυφαίους καθηγητές πολιτικών επιστημών της Ιταλίας και ένας από τους ιδρυτές της Λέγκας του Βορρά, έγραφε τα εξής μετά την πτώση του Τείχους: «Η εποχή στην οποία εισερχόμαστε υπόσχεται, βάσει πολλών ενδείξεων, να είναι μια εποχή αφιερωμένη στον σεβασμό της υπαρκτής πραγματικότητας: το να μην ξέρει κανείς πώς να απορρίψει την παρακμιακή γοητεία του τέλους της ιστορίας, προκειμένου να αποδεχτεί την πικρή γοητεία των “πραγμάτων έτσι όπως είναι”, θα μπορούσε να σημαίνει την έξοδο από το πεδίο της εξουσίας και της ιστορίας». Το ερώτημα αυτό τίθεται τώρα με πρωτοφανώς επείγοντα χαρακτήρα σε όλους εκείνους στη Γαλλία και την Ευρώπη που παραμένουν πραγματικά προσκολλημένοι στη διατήρηση της εθνικής μας κυριαρχίας.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ