Οι μνημονιακές κυβερνήσεις ελάχιστα πέτυχαν στον περιορισμό των δημόσιων δαπανών
Του Γιώργου Ρακκά από τη Ρήξη φ. 114
Προ μηνός, ήρθε στη δημοσιότητα μια έκθεση οικονομετρικής ανάλυσης της κρίσης, που εκπόνησαν από κοινού οι Τάσος Γιαννίτσης και Σταύρος Ζωγραφάκης, καθηγητές στο ΟΠΑ και στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, για λογαριασμό της γερμανικής ΓΣΕΕ (DGB). Εκτός από ένα δελτίο Τύπου που εξέδωσε το ΑΠΕ-ΜΠΕ, και το οποίο αναδημοσιεύθηκε σε όλα τα σάιτ και τις εφημερίδες που ασχολήθηκαν με την έκθεση, τα πορίσματά της δεν συζητήθηκαν καθόλου.
Ένα από αυτά αφορούσε τις κρατικές δαπάνες και τον γρίφο της ανελαστικότητάς τους. Σύμφωνα με τους δύο καθηγητές, «η εκτόξευση των κρατικών δαπανών συνεισέφερε κατά 77% στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό κατά την περίοδο 2006-2009». Οι επόμενες, μνημονιακές, κυβερνήσεις, δεν έχουν καταγράψει μεγάλες επιδόσεις στο πρόβλημα αυτό, αρνήθηκαν κατά τους ερευνητές να αντιμετωπίσουν το ζήτημα: «Οι δημοσιονομικές δαπάνες μειώθηκαν μεταξύ 2009-2013 μόνο κατά μια μονάδα, συνεισφέροντας κατά 7,5% στην δημοσιονομική προσαρμογή. Οι περικοπές στις επενδύσεις, και η μείωση των επιτοκίων αποπληρωμής, που πραγματοποιήθηκαν κατόπιν συμφωνίας της κυβέρνησης με τους δανειστές για περιορισμό των τοκοχρεολυσίων, ανακούφισαν το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά 17,2% μονάδες, συνεισφέροντας περισσότερο στην προσαρμογή από την ίδια την μείωση των κρατικών δαπανών».
Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μια στρατηγική ετεροβαρούς μετακύλησης του κόστους δημοσιονομικής προσαρμογής, μέσω άγριων φοροεπιδρομών: «Αντί για την επανεξισορρόπηση των εκτοξευμένων δημοσίων δαπανών, οι πολιτικές επιδίωξαν να μειώσουν το έλλειμμα διευρύνοντας την μεριά των εσόδων του προϋπολογισμού. Από την αρχή της κρίσης, η αύξηση της φορολογίας υπήρξε το κύριο εργαλείο πολιτικής και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Η μείωση της σχέσης ελλείμματος/ΑΕΠ κατά 13,4 μονάδες κατά την περίοδο 2009-2013 επιτεύχθηκε εν πολλοίς εξαιτίας της αύξησης της αναλογίας έσοδα/ΑΕΠ κατά 9,7 μονάδες, η οποία και αντιπροσωπεύει το 72,4% της συνολικής δημοσιονομικής προσαρμογής».
Τα στατιστικά αποκαλύπτουν μια θεμελιώδη και, δυστυχώς, πολύ συχνή, αναντιστοιχία μεταξύ της ίδιας της πραγματικότητας και της διαμάχης που διεξάγεται όλα αυτά τα χρόνια πάνω σ’ αυτήν, στη δημόσια σφαίρα. Πράγματι, η ανάλυση καταδεικνύει ότι η σύγκρουση μνημονιακών και αντιμνημονιακών γύρω από το «κράτος-δεινόσαυρο» –μια γκροτέσκα απόδοση της διεθνούς σύγκρουσης νεοφιλελεύθερων και κεϋνσιανιστών που διεξάγεται σε όλη τη Δύση– ήταν «για τα αγγούρια»: Διότι ούτε οι μνημονιακοί υπήρξαν «θατσερικοί» καταπώς κόμπαζε ο Άδωνις Γεωργιάδης, και βέβαια δεν σημειώθηκε καμία δραστική μείωση στις δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης – όπως κατήγγελλε η μεγαλύτερη μερίδα του αντιμνημονιακού χώρου, κύρια προερχόμενη από την αριστερά. Τι συνέβη, λοιπόν;
Στην πραγματικότητα, σημειώθηκε θεαματική μείωση σε δαπάνες που αφορούν στο κοινωνικό κράτος (μείωση 2% του ΑΕΠ για την υγεία [–48,4% τα λειτουργικά των νοσοκομείων(!)], μείωση 32,22% για την Παιδεία την περίοδο 2009-2014 κ.ο.κ.), ωστόσο, άλλα, ως επί το πλείστον λειτουργικά, έξοδα του κράτους αποδείχθηκαν ιδιαζόντως ανελαστικά, με συνέπεια να συγκαλύπτονται αυτές οι δραστικές μειώσεις στη γενική εικόνα. Διόλου τυχαία, μεγαλύτερο μέρος των δραστικών περικοπών αφορούσαν στην παροχή των δημόσιων αγαθών προς τους πολίτες, ενώ οι ανελαστικές δαπάνες αφορούν εσωτερικές, κατά κάποιον τρόπο δαπάνες του κρατικού μηχανισμού.
Έτσι, οι «μνημονιακοί» έχουν καταφανώς άδικο όταν επιτίθενται στα δημόσια αγαθά, επισείοντας τη γενική κατηγορία του «αντιπαραγωγικού κράτους», ενώ και οι «αντιμνημονιακοί» έχουν εξίσου άδικο, όταν θεμελιώνουν την αναγκαιότητα του δημόσιου τομέα στην υπεράσπιση του… μεγέθους του. Διότι καταφανώς, πλέον, είναι οι ανάγκες της… αυτοσυντήρησής του που μεταβιβάζουν το κόστος της δημοσιονομικής κρίσης αποκλειστικά στο παρεχόμενο προς τους πολίτες προϊόν, υπό τη μορφή των υπηρεσιών. Τις οποίες, εν τέλει οι τελευταίοι τις στερούνται, υφιστάμενοι τεράστιες θυσίες, δίχως μάλιστα αυτό να συμβάλει θεαματικά στη μείωση των ελλειμμάτων, γιατί αυτές απορροφούνται από τη μαύρη τρύπα της γραφειοκρατικοποίησης! Και άρα χρειάζεται να… τους τα ξαναπάρουμε υπό την μορφή μιας άγριας φοροεπιδρομής, που βέβαια θα συνδυάζεται με περαιτέρω περικοπές στην παροχή των δημοσίων αγαθών.
Οι μνημονιακοί, βέβαια, ψεύδονται και για έναν άλλο λόγο, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι των κρατικών δαπανών που δεν καταγράφεται στατιστικά σε αυτές έπειτα από εισήγηση της τρόικας, αφορά στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που είναι ρημαγμένες από τα θαλασσοδάνεια και το λοιπό μαύρο χρήμα που διακινούσε το τρίγωνο πολιτικών και κομμάτων – ΜΜΕ και επιχειρηματιών.
Πέρα, όμως, από αυτό, ένα είναι το γενικό συμπέρασμα: Είναι η ίδια η λειτουργία του κράτους που έχει καταρρεύσει εξελισσόμενη σε μαύρη τρύπα δαπανών και σε αυτό ευθύνεται η εξάντληση τόσο του ανθρώπινου δυναμικού, όσο και της οργανωτικής του λογικής. Πληρώνουμε τώρα το κράτος των κομμάτων και τις πελατειακές του σχέσεις, οι οποίες καθόρισαν την ποιότητα των κρατικών υπαλλήλων κατά τις δεκαετίες προσλήψεων 1980-2006. Και πληρώνουμε και την οργανωτική λογική που αυτές οι πρακτικές επέβαλαν. Γιατί, ένα ανθρώπινο δυναμικό κρατικών υπαλλήλων που στηρίζεται σε μια μεγάλη πλειοψηφία επί της ουσίας ανειδίκευτων, που σαρώνει και οποιαδήποτε ποιοτικό στοιχείο έχει να αναδείξει η μειοψηφία, απαιτεί συνθήκες φορντισμού για να λειτουργήσει. Δηλαδή, ένα οργανόγραμμα, όπου οι περισσότεροι θα εκτελούν επαναλαμβανόμενες, απλές και πλέον ίσως περιττές δραστηριότητες –λες και είναι σε μια νοητή αλυσίδα παραγωγής. Μια εικόνα που όλοι αντικρίζουμε καθημερινά σχεδόν σε κάθε δημόσια υπηρεσία.
Το πρόβλημα αυτό είναι θεμελιώδες: Το κράτος καταρρέει ως γραφειοκρατία. Κι όποιος θέλει να ανοικοδομήσει έναν ισχυρό δημόσιο τομέα, που θα αναλάβει να σχεδιάσει ένα πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης βασισμένο στα σύγχρονα οικονομικά πρότυπα (μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, συνέργειες, μορφές συνεταιρισμού, έμφαση στο ανθρώπινο δυναμικό), θα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό το γεγονός.
2 ΣΧΟΛΙΑ
πολύ σωστά επισημαίνεις τα έτη μέχρι το 2006. Τα στατιστικά του δημοσίου που είναι δημοσιευμένα δείχνουν ότι το προσωπικό που εισάχθηκε στο δημόσιο απο το 2005 και μετά είναι πολύ υψηλών δυνατοτήτων και προσόντων. Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετοί ελεύθεροι επαγγελματίες συμμετείχαν σε διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ τα τελευταία χρόνια ενώ το επίπεδο των εισερχομένων στο δημόσιο απαιτεί, κατ’ ελάχιστο πλέον, την κατοχή μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος. Βεβαίως στις φουρνιές πριν το 2005 όπου έμπαιναν με άλλες διαδικασίες, πάντα όμως με κομματική προστασία, μεγάλη μερίδα των υπαλλήλων έχει πολύ χαμηλά προσόντα και δυνατότητες, αλλά ο κομματικός μηχανισμός που τους προσέλαβε φροντίζει ακόμα και σήμερα να τους προστατεύει και φυσικά να εξυπηρετεί και ο ίδιος τα συμφέροντά του! Δεν είναι τυχαίο ότι στην πλειοψηφία των θέσεων ευθύνης στο δημόσιο βρίσκονται άνθρωποι διορισμένοι με τις “γνωστές” κομματικές διαδικασίες οι οποίες όπως και οι απερχόμενες κυβερνήσεις δεν έχουν την ελευθερία να λειτουργήσουν, έστω και με τις ικανότητες που διαθέτουν, ελεύθερα καθότι οφείλουν την θέση τους αυτή στον κομματικό μηχανισμό, η διαπλοκή στο μεγαλείο της! Οι περισσότεροι διευθυντές, τμηματάρχες και Γενικοί διευθυντές είναι τοποθετημένοι με ανάθεση, δηλαδή με την “κρίση” του πολιτικού οργάνου που διοικεί την δημόσια υπηρεσία, καμία αξιοκρατία μόνο πελατειακές σχέσεις…..
ιδιαιτερα ακριβη αναλυση. τιθεται για πρωτη φορα το θεμα οτι αλλο παροχη του κρατους (υγεια, εκπαιδευση,α σφαελεια,α μυνα)και αλλο το κοστος εσωτερικης δεινοσαυρικης οργανωσης του.
Εξαιρετικο