Η «Φιλοσοφία» στο Κρεμλίνο
του Σωτήρη Δημόπουλου
Στην πλειάδα των εκδόσεων που κυκλοφορούν σχετικά με το «φαινόμενο Πούτιν» και τη νέα Ρωσία, λίγες είναι αυτές που διακρίνονται για τη διεισδυτική ματιά τους. Στην πλειοψηφία τους, είτε από θετική είτε από αρνητική αφετηρία, παραμένουν σε μια επιφανειακή προσέγγιση, μάλλον δημοσιογραφική, με προφανές κίνητρο την προπαγάνδα σε ένα κοινό που, βοηθούντος και του διαδικτύου, έχει εθιστεί στην αναζήτηση ευκολοχώνευτων εντυπώσεων. Μία από αυτές που ξεχωρίζει είναι το βιβλίο –το οποίο μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Διάμετρος και σε μετάφραση της Τζίας Καραγεώργου– με τον τίτλο Στο μυαλό του Βλαντίμιρ Πούτιν. Η αλήθεια είναι ότι ο ρωσικής καταγωγής συγγραφέας του, Μισέλ Ελτσανινόφ, μέλος τα αρχισυνταξίας του περιοδικού Philosophie, έχει ως στόχο να επιβεβαιώσει στα μάτια των Δυτικών την άποψη ότι ο Πούτιν είναι ιμπεριαλιστής, μιλιταριστής, νοσταλγός της ΕΣΣΔ, αλλά και ανειλικρινής, υποχθόνιος και αδίστακτος. Η εργασία αυτή άλλωστε συγγράφεται όταν λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα στην Ουκρανία και στην Κριμαία, αλλά πριν την επέμβαση στη Συρία. Η διαφορά, όμως, με άλλα ανάλογων τάσεων βιβλία είναι ότι ο Ελτσανινόφ επιδιώκει να αναδείξει τις βαθύτερες ιδεολογικές και φιλοσοφικές επιρροές του Ρώσου προέδρου και του περιβάλλοντός του. Και αυτό το κάνει με ευσυνείδητα επιστημονικό τρόπο και συνεπή μεθοδολογία. Στις σελίδες του, μάλλον μικρού σε μέγεθος για το θέμα που πραγματεύεται, βιβλίου, ξετυλίγονται με ενάργεια οι εσωτερικές ιδεολογικές διεργασίες της μετασοβιετικής Ρωσίας.
Αυτό που κυρίως εντυπωσιάζει είναι όχι μόνον η πληθώρα των ιδεολογικών ρευμάτων και η αναβίωση θεωριών που έρχονται από τον 19ο και 20ο αιώνα αλλά ότι αυτά δεν συμβαίνουν ερήμην της εξουσίας, παρά στο κέντρο της εξουσίας. Όπως παραδέχεται ο συγγραφέας, «η φιλοσοφία βασιλεύει στη Ρωσία του 2014 και είναι ο ίδιος ο πρόεδρος που σηματοδοτεί το κίνημα, με τις αναφορές του στους διανοητές» (σελ. 11). Πράγματι, οι ομιλίες του Ρώσου προέδρου διανθίζονται με αποσπάσματα μεγάλων Ρώσων διανοουμένων: Ιλίν, Σολοβιόφ, Ντοστογιέφσκι, Λεόντιεφ, Σολζενίτσεν, Γκουμιλιόφ. Ενώ, στη ρωσική πρωτεύουσα, διοργανώνονται με επισημότητα «Ημέρες Μπερντιάγιεφ».
Βεβαίως, πριν πάμε στις πνευματικές μορφές που πρωταγωνιστούν σήμερα στη ρωσική πολιτική σκηνή, προηγείται η διαπίστωση ότι ο Πούτιν, πάνω απ’ όλα, είναι και ένας ρεαλιστής πολιτικός. «Ο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι ίσως σαν τον Ντμίτρι Καραμαζώφ, τον ήρωα του Ντοστογιέφσκι, μια ‘‘σύνθετη φύση’’ αλλά ταυτόχρονα κυνικός και ιδεαλιστής – ειλικρινής όμως και στις δύο περιπτώσεις» (σελ.15). Η ικανότητά του στην πραγματιστική πολιτική θεώρηση και δράση εκδηλώνεται πολύ νωρίς. Ίσως, όπως αφήνει να εννοηθεί και ο συγγραφέας, από τότε που ως πρώην(;) πράκτορας της KGB στην Αγία Πετρούπολη, μετά τη θητεία του στην Ανατολική Γερμανία, γίνεται σύμβουλος του φιλελεύθερου δημάρχου της πόλης Ανατόλι Σομπτσάκ. Καθώς η Ρωσία οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε απόλυτη οικονομική κατάρρευση, κοινωνική διάλυση και πολιτικό κατακερματισμό –δεδομένα στα οποία ο συγγραφέας αναφέρεται ακροθιγώς– υπό την ηγεσία του Γιέλτσιν, και ενώ λαμβάνει χώρα ο «εξευτελισμός» του βομβαρδισμού της Σερβίας από το ΝΑΤΟ, η «ομάδα της Αγ. Πετρούπολης» αναλαμβάνει δράση. Ο Πούτιν ως πρωθυπουργός, αρχικά, και ως πρόεδρος, στη συνέχεια, εφαρμόζει το γιγαντιαίο έργο της ανόρθωσης της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Τρεις θα είναι οι βασικοί άξονες που θα κινηθεί:
α) Εξάλειψη των εσωτερικών φυγόκεντρων τάσεων, που την επιτυγχάνει με τον Β΄ Τσετσενικό Πόλεμο –ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι ο Πούτιν τον προκάλεσε με σκηνοθετημένα κτυπήματα στο Νταγκεστάν– και την κατάργηση της εκλογής των περιφερειαρχών – μετά την τραγωδία του Μπεσλάν, το 2004.
β) Αμείλικτος πόλεμος εναντίον των ολιγαρχών της περιόδου Γιέλτσιν –Μπερεζόφσκι, Γκουσίνσκι, Χοντορκόφσκι–, οι οποίοι είχαν συγκεντρώσει στα χέρια τους την πλειονότητα των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, καθώς και των υποδομών και των ΜΜΕ.
γ) Οικονομική ανασυγκρότηση, με μοχλό το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, υπό τον έλεγχο στην ουσία του ίδιου του κράτους.
Το πρόγραμμά του, χάρη στην ισχυρή αποφασιστικότητα που επιδεικνύει ο ίδιος, θα αποδώσει, και σταδιακά η Μόσχα θα διεκδικήσει εκ νέου ρόλο, αρχικώς στο «εγγύς εξωτερικό» και πολύ γρήγορα σε ευρύτερο πεδίο, αμφισβητώντας τη μονοπολική ηγεμονία των ΗΠΑ.
Ποια είναι τα ιδεολογικά εργαλεία που χρησιμοποιεί ο Πούτιν όλο αυτό το διάστημα; Σύμφωνα με τον συγγραφέα, ο Ρώσος πρόεδρος αναζητά τη «ρωσική οδό», έτσι ώστε να δικαιολογήσει την αυταρχική του εξουσία και τις εξωτερικές του επεμβάσεις. Αυτό, όμως, που αποκαλύπτεται από την ανάλυση είναι η αγωνιώδης προσπάθεια της υπέρβασης των αντιθέσεων γύρω από την ιστορική ταυτότητα της Ρωσίας. Επιδιώκεται το κλείσιμο του χάσματος μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της τσαρικής Ρωσίας, στο όνομα του ρωσικού πατριωτισμού. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας, «η ρωσική σημαία δεν είναι ούτε αυτοκρατορική ούτε σοβιετική, αλλά εκείνη του άσπρου, του μπλε και του κόκκινου […] οι στίχοι του εθνικού ύμνου θα ξαναγραφτούν, αλλά από τον ίδιο που έγραψε το σοβιετικό ύμνο, τον διάσημο συγγραφέα Σεργκέι Μιχάλκοφ, τον πατέρα του κινηματογραφιστή που έχαιρε εύνοιας κατά την περίοδο του κομμουνισμού […] το έμβλημα με τον δικέφαλο αετό αποτίνει φόρο τιμής στην αυτοκρατορική Ρωσία, αλλά η σημαία του στρατού δεν αλλάζει, παραμένει εκείνη του Κόκκινου Στρατού» (σελ. 26-27).
Οι δηλώσεις του Πούτιν, που γίνονται εντός αυτής της λογικής, εκλαμβάνονται ακόμη και ως υποστήριξη του σοβιετικού παρελθόντος: «Όλα τα μέλη της οικογένειάς μου αγαπούσαν και αγαπούν τη Ρωσία, ήταν και είναι πραγματικοί πατριώτες και με γαλούχησαν ακριβώς με αυτό το πνεύμα». […] Στη Σοβιετική Ένωση, πριν την οποιαδήποτε κομουνιστική ιδεολογία, δίδασκαν «την αγάπη για την πατρίδα» (συνέντευξη NBC 2.6 2000, σελ. 21). Και επίσης ότι «πρέπει πρωτίστως να παραδεχτούμε ότι η πτώση της ΕΣΣΔ ήταν η μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του αιώνα» (ομιλία στο ρωσικό κοινοβούλιο 25.4 2005, σελ. 28). Ο Πούτιν, σύμφωνα με τον συγγραφέα, «γίνεται το σύμβολο της εκδίκησης για εκείνους που δεν μπόρεσαν να αντέξουν την πτώση της ΕΣΣΔ και τη μεταμόρφωσή της σε δημοκρατία» (σελ. 14-15), ακόμη και των οπαδών του Στάλιν.
Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη, καθώς αποδεικνύει και η δήλωσή του το 2000: «Όποιος δεν λυπάται για την καταστροφή της Σοβιετικής Ένωσης δεν έχει καρδιά και όποιος επιθυμεί την παλινόρθωσή της, δεν έχει μυαλό» (σελ. 28). Εξάλλου, στα ιδεολογικά προτάγματα του Κρεμλίνου θα ενταχθούν και οι θεωρίες των φιλοσόφων του Λευκού Κινήματος, της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, των ευρασιατιστών και των σλαβόφιλων. Ήδη ο Σολζενίτσιν, «κληρονόμος του σλαβόφιλου κινήματος» (σελ. 91), με την επιστροφή του στη Ρωσία το 1994, θα «συμβάλει ενεργά στην αναγέννηση των ιδεών που εθεωρούντο νεκρές» (σελ.13). Αν, και όπως εύστοχα διαπιστώνει ο συγγραφέας η διαρχία σλαβόφιλοι-δυτικόφιλοι, που εκδηλώθηκε τον 19ο αιώνα, «θα επιζήσει της επανάστασης του 1917. Η διαρχία αυτή ήταν παρούσα και στο εσωτερικό των κομμουνιστικών ελίτ και στο πολιτικό γραφείο του κόμματος, ακόμη και στους αντιφρονούντες όπως ο δυτικόφιλος Ζαχάρωφ και ο σλαβόφιλος Σολζενίτσιν».
Οι σλαβόφιλοι του 19ου αιώνα, Αλεξέι Χομιακώφ, Ιβάν Κιριεγιέφσκι, Νικολάι Ντανιλέφσκι, Κονσταντίν Πομπεντονόστσεφ, Κονσταντίν Λεόντιεφ και Φιόντορ Ντοστογιέφσκι θα ενταχθούν στα φιλοσοφικά-πολιτικά αναγνώσματα του Κρεμλίνου. Ο Λεόντιεφ, ο λεγόμενος και Νίτσε της Ρωσίας, πρόδρομος του Όσβαλντ Σπένγκλερ, μετά από μακρά παραμονή στο Άγιο Όρος εκάρη μοναχός στο Μοναστήρι της Όπτινα – όπου διαδραματίζεται και η ιστορία των Αδελφών Καραμαζώφ. Στο βιβλίο του Βυζαντινισμός και σλαβικός κόσμος (1875), εξαίρει το Βυζάντιο, ενώ οι θεωρίες του για τη Ρωσία θα επηρεάσουν την πολιτική σκέψη του Πούτιν ο οποίος, θα πει: «Η Ρωσία, όπως το έλεγε τόσο χαρακτηριστικά ο φιλόσοφος Κονσταντίν Λεόντιεφ, αναπτυσσόταν πάντα ως μια ανθίζουσα πολυπλοκότητα, ως ένα κράτος-πολιτισμός που στηρίζεται στον ρωσικό πολιτισμό, στη ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και στα λοιπά παραδοσιακά θρησκεύματα της Ρωσίας». (Κλαμπ Βαλντάι, Νόβγκοροντ, σελ. 79).
Στη Δύση, ωστόσο, Ορθοδοξία και Βυζάντιο σε σημαντικό τμήμα της διανόησης και των πολιτικών ελίτ συνεχίζουν να αποτελούν συνώνυμα του σκοταδισμού. Οπότε καθίσταται περιττή η επιχειρηματολογία για την αντιδραστική φύση της σκέψης του Πούτιν –ο οποίος μάλιστα έχει για πνευματικό τον ικανότατο αρχιμανδρίτη Τύχωνα Σεβκουνώφ– όταν λέει τα παραπάνω ή όταν στην ερώτηση για το αν η Ρωσία είναι Ευρώπη απαντά: «Τι είναι η Ευρώπη; Είναι ο πολιτισμός της αρχαίας Ρώμης, της αρχαίας Ελλάδας, του Βυζαντίου, ο χριστιανισμός της Ανατολής με άλλα λόγια». (2003, συνέντευξη TF1, σελ. 40.) Ως εκ τούτου, ο συγγραφέας αγανακτεί: «Η Ευρώπη ορίζεται λοιπόν από τις ιστορικές πηγές της τις χριστιανικές κι όχι τη φιλοσοφική διεργασία των τελευταίων αιώνων» (ό.π.). Εξάλλου, η σχέση κράτους και Εκκλησίας έχει γίνει ιδιαίτερα στενή, ενώ η Ορθοδοξία συνιστά προνομιακό πεδίο της εσωτερικής ανασυγκρότησης της ρωσικής ταυτότητας, αλλά και εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής. Για τη σημασία που της αποδίδει ο Πούτιν, χαρακτηριστικά είναι και τα όσα είπε στη Σύνοδο των Επισκόπων το 2013: «Είναι ακριβώς η δύναμη της παραδοσιακής και ιστορικής Ρωσίας, της Ρωσίας των Μίνιν και Ποζάρσκι, του Ντμίτρι Ντονσκόι, του Αλέξανδρου Νιέφσκι, του Αγίου Σεργίου του Ραντονέζ και του Αγίου Σεραφείμ του Σάροφ που νίκησε τον ναζισμό και έσωσε τον κόσμο» (σελ. 88).
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους διανοούμενους που επηρεάζουν την κεντρική πολιτική σκέψη της Ρωσίας σήμερα είναι ο Ιβάν Ιλίν. Χάρη και στην πρωτοβουλία του Νικίτα Μιχάλκωφ, τα έργα του Ιλίν, που εξορίστηκε με το «πλοίο των φιλοσόφων» το 1922, έχουν γνωρίσει σημαντική διάδοση. Μάλιστα τα κείμενά του για το μέλλον της Ρωσίας, γραμμένα ανάμεσα στα 1948-1954, αποτελούν υποχρεωτικό ανάγνωσμα των δημόσιων λειτουργών. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ωστόσο ότι ο Πούτιν βρίσκει την ιδεολογική του κατοχύρωση στη θεωρία του Ιλίν όπως αναπτύσσεται στο έργο του, του 1925, Η αντίσταση με τη βία στη δύναμη του Κακού, την οποία είχε κατακρίνει ο Μπερντιάγιεφ. Ο εξόριστος φιλόσοφος έγραφε: «Σε όποια εποχή κι αν στραφούμε, διαπιστώνουμε ότι οι άριστοι εξολοθρεύονται από τους χειρίστους και αυτό συνεχίζεται εφόσον οι άριστοι δεν αποφασίζουν να επιτεθούν στους χειρίστους οργανώνοντας πρώτα, πολύ σοβαρά, την αντίστασή τους» (σελ. 51-52). Έτσι, έκανε λόγο για τον «Καθοδηγητή» που μάχεται ανιδιοτελώς (σελ. 59), ενώ υποστήριζε επίσης ότι «η νέα ρωσική ιδέα που δεν θα είναι ούτε η ιδέα του λαού, ούτε της δημοκρατίας, ούτε του σοσιαλισμού, ούτε του ιμπεριαλισμού ή του ολοκληρωτισμού, χρειάζεται μια καινούργια ιδέα που θα πηγάζει από τη θρησκεία, ενώ η πνευματική πεμπτουσία της θα εμπνέεται από το έθνος, γιατί μόνον αυτή μπορεί να βοηθήσει τη Ρωσία του αύριο να αναγεννηθεί και να εδραιωθεί» (σελ. 57-58). Αντιθέτως, ο συγγραφέας θεωρεί ότι η χρήση του Μπερντιάγιεφ από τη ρωσική ηγεσία είναι απολύτως καταχρηστική, καθώς ο μεγάλος φιλόσοφος «δεν είναι συντηρητικός» (σελ. 129).
Στην αναζήτηση της Ρωσικής Οδού, απέναντι στο παράδειγμα της Δύσης και στην παγκοσμιοποιητική ομογενοποίηση, στο ιδεολογικό οπλοστάσιο του Κρεμλίνου επιστρατεύονται και οι «ευρασιανιστές». Το κίνημα αυτό γεννήθηκε επίσης από Ρώσους εμιγκρέδες τη δεκαετία του 1920 –Πιοτρ Σαβίτσκι, Νικολάι Τρουμπετσκόι–, που υποστήριξαν ότι δεν υπάρχει μια ενιαία Ευρώπη από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια, αλλά αντιθέτως υπάρχει ανάμεσα στις δύο ηπείρους μια ευρασιατική ήπειρος, που έχει ως κέντρο τη Ρωσία. Ο ίδιος ο Πούτιν μυήθηκε σε αυτήν τη σχολή, συμμετέχοντας στις αρχές της δεκαετίας του 1990 σε κύκλο μελέτης του σπουδαιότερου συνεχιστή της, Λεβ Γκουμιλιώφ, τον οποίο γνώριζε και προσωπικά. Αρκετές φορές μάλιστα έχει εγκωμιάσει τη «μεγάλη κουλτούρα της στέπας που συνενώνει διαφορετικούς λαούς μέσα στον ίδιο πολιτισμό» (σελ. 114). Αντιθέτως, παρά τα θρυλούμενα, ο Αλεξάντερ Ντούγκιν δεν επηρεάζει τον Πούτιν, καθώς «οι χονδροειδείς δηλώσεις του Ντούγκιν προσβάλλουν την εξυπνάδα του Πούτιν» (σελ. 109).
Το αν οι φιλοσοφικές αναζητήσεις της ρωσικής ηγεσίας είναι ειλικρινείς, σε μια κοινωνία όπου η λατρεία του καπιταλισμού και της καταναλωτικής επίδειξης έφτασε στα όρια της υστερίας, κι αν αυτές δώσουν πραγματικούς καρπούς, είναι κάτι που θα το δείξει ο καιρός. Δεν υπάρχει, όμως, αμφιβολία ότι γεωπολιτικά και εν μέρει ιδεολογικά, στη Ρωσία του Πούτιν εκδηλώνεται, αυτήν τη στιγμή τουλάχιστον, η πλέον συγκροτημένη αντιπαράθεση στο μοντέλο της παγκοσμιοποίησης. Όσον αφορά τον ίδιο τον Ρώσο πρόεδρο, ο συγγραφέας θα σημειώσει, μάλλον με χολερική διάθεση, ότι αν ο Ντοστογιέφσκι έγραφε σήμερα τους Δαιμονισμένους, θα είχε παρουσιάσει τον Πιοτρ Βερχοβένσκι σαν «πρώην κατάσκοπο που γίνεται αρχηγός κράτους»…
Άρδην, τεύχος 104
2 ΣΧΟΛΙΑ
Αν η απολυταρχία του Πούτιν με υποστηρικτές τη νέα τάξη ολιγαρχών της Ρωσσίας, συμμάχους σαν τον Ερντογάν και τους κινέζους κομμουνιστές και συνοδοιπόρους σαν τον Τραμπ είναι η “πλέον συγκροτημένη αντιπαράθεση στο μοντέλο της παγκοσμιοποίησης” τότε πιστεύω ότι θα είναι πολύ δύσκολο έως απίθανο να μην επιλέξει κανείς την παγκοσμιοποίηση….
Εκτός βέβαια κι αν δεν είναι ειλικρινής διότι εδώ που τα λέμε η παγκοσμιοποίηση είναι που ανέδειξε τόσο αυτές τις χώρες στο παγκόσμιο στερέωμα όσο και τις ελίτ στο εσωτερικό τους που τώρα υποκριτικά τη βρίζουν…. Δεν ήταν ούτε ο σοσιαλισμός, ούτε ο κομμουνισμός ούτε ο τσαρλατανισμός του κάθε τυχάρπαστου δικτατορίσκου που έσωσε τους λαούς τους από το λιμό και τις χώρες από τη μιζέρια και την υπανάπτυξη αλλά η παγκοσμιοποίηση κι ο μισητός καπιταλισμός….
Εκτός αν απλώς ο μισητός καπιταλισμός δεν πρόλαβε να εξαφανίσει ΚΑΙ αυτές τις χώρες και τους λαούς που άντεξαν και διεκδικούν ισότιμη θέση στην ιστορία που η παγκοσμιοποίηση (από πού πήρε αντλεί το δικαίωμα;) θέλει να εξαφανίσει.