Και η πολιτική του «βγάζουμε από τη μία τσέπη για να τα βάζουμε στην άλλη»
του Νίκου Ντάσιου από την Ρήξη φ. 147
Άλλη μια παγκόσμια πρωτοτυπία κατέγραψε η κυβέρνηση των Τσίπρα-Καμένου, καταθέτοντας το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2019 με διττό σενάριο: την περικοπή ή μη των συντάξεων! Μετά το φιάσκο του δημοψηφίσματος στα Σκόπια και την επί της ουσίας απονομιμοποίηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, φαίνεται πως το αφήγημα της μη περικοπής των συντάξεων θ’ αποτελέσει το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης προκειμένου να διασωθεί από την εκλογική της κατάρρευση, όποτε κι αν γίνουν οι εκλογές εντός του 2019. Αφήγημα που θα εστιαστεί στην υψηλή διαπραγματευτική ικανότητα των κυβερνώντων προς όφελος του λαού της (sic), αλλά και στην αντιστροφή της κατάστασης της Ελληνικής οικονομίας. Διαπραγματευτική ικανότητα που εξαντλείται σε ακράδαντα επιχειρήματα, όπως αυτό της φυσικής εξαγωγής από το σύστημα των άνω των 70 ετών, που δήλωσαν με απίστευτο κυνισμό Τσίπρας και Τσακαλώτος, δείχνοντας για ακόμα μια φορά την αγάπη τους γι’ αυτόν τον λαό!
Οι τελικές αποφάσεις για το ζήτημα των συντάξεων θα ληφθούν στο Γιούρογκρουπ του Νοεμβρίου, ενώ διαφαίνεται μια κατ’ αρχήν συναίνεση της Μέρκελ. Συναίνεση που καμία σχέση δεν έχει με τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και τη διαπραγματευτική δεινότητα των κυβερνώντων, αλλά κυρίως με τη νέα μεγάλη κόντρα της Ιταλίας- που αντανακλά το αντιγερμανικό μένος και την αμφισβήτηση της Γερμανικής Ευρώπης. Αν εδώ προστεθεί και ο οικονομικός πόλεμος ΗΠΑ-Ευρώπης που εδράζεται στην αμφισβήτηση των υψηλών γερμανικών πλεονασμάτων, φαίνεται πως παρήλθε πλέον η εποχή που η Γερμανία είχε απέναντί της μόνο τους «yesmen» του εγχώριου πολιτικού συστήματος. Μια κατάσταση που θα οδηγήσει αργά ή γρήγορα είτε στη διάλυση της Ευρωζώνης είτε σε υπαναχώρηση της γερμανικής οικονομικής πολιτικής, τάσεις που θα εγγραφούν σε κάθε περίπτωση στις επικείμενες ευρωεκλογές.
Σύμφωνα με το σενάριο του προσχεδίου του προϋπολογισμού, η μη περικοπή της προσωπικής διαφοράς των συντάξεων, κόστους 2,065 δισ. €, οδηγεί σε πλεόνασμα 3,56% καλύπτοντας έτσι τις βασικές προϋποθέσεις της συναίνεσης της Μέρκελ για 3,5% πλεόνασμα και για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, παρά τους εδώ πανηγυρισμούς για την έξοδο από τα μνημόνια. Στα αντίμετρα περιλαμβάνει: Περιορισμούς στο επίδομα στέγασης, ώστε οι ωφελούμενοι να περιοριστούν από 600 σε 300 χιλ., επιπλέον μείωση κατά 300 εκατ. € του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, οδηγώντας σε κατάρρευση τις υποδομές, τα σχολικά κτήρια, τα δημόσια νοσοκομεία, θέτοντας εν αμφιβόλω τις προοπτικές ενδογενούς ανάπτυξης της χώρας. Επιπρόσθετα προβλέπει νέες περικοπές δαπανών στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, στη φαρμακευτική δαπάνη, στα σχολικά γεύματα και στα προγράμματα απασχόλησης! Ένα σύνολο κοινωνικών παροχών εξισορρόπησης των επιπτώσεων της οικονομικής πολιτικής στους πλέον αδύναμους ύψους 1,7 δισ. € που εν τέλει δεν θα δοθούν, αν ισχύσει το σενάριο της μη περικοπής των συντάξεων. Είναι αξιοσημείωτη η «αριστερή κοινωνική πολιτική» που εφαρμόζεται, αφαιρώντας πόρους από τους φτωχοποιημένους για να μην εξαθλιώσει άλλους (συνταξιούχους), που με περισσό θράσος στοχοποίησε με την υπογραφή του 3ου Μνημονίου.
Στην ίδια κατεύθυνση πολιτικής, του να βγάζουμε δηλαδή από μία τσέπη για να τα βάζουμε στην άλλη, προωθώντας τις προεκλογικές εξαγγελίες στη ΔΕΘ, είναι και τα όσα προβλέπονται στις παρεμβάσεις στον τομέα των εσόδων. Από την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ περνάμε πλέον στη μεσοσταθμική μείωση κατά 10% και στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών, συνολικού κόστους 492 εκατ. € – φορολογία και εισφορές που η ίδια κυβέρνηση επέβαλε με τον νόμο Κατρούγκαλου! Η μείωση φορολογίας των διανεμόμενων κερδών και του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, από 29% σε 25% θα έχουν δημοσιονομική επίπτωση και άρα εφαρμογή από το 2020. Αντιστάθμισμα των παραπάνω μειώσεων των εσόδων αποτελεί η αύξηση κατά 282 εκατ. € των άμεσων φόρων και 286 εκατ. € που θα εισπράξει το ελληνικό δημόσιο από τους φόρους των συντάξεων, σε περίπτωση μη περικοπής τους.
Στο πεδίο των δαπανών, η κυβέρνηση επιχειρεί μια ακόμα προσέγγιση εκλογικής πελατείας, προβλέποντας τη μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, για 3.000 εργαζόμενους στο πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι», μεταθέτει όμως την εφαρμογή του μέτρου στο 2020, κρατώντας τους σε ιδιότυπη ομηρία. Αντίστοιχα προβλέπει την πρόσληψη 4.500 εκπαιδευτικών και εξειδικευμένου προσωπικού στην Ειδική Αγωγή συνολικής δαπάνης 22 εκατ. €, που θα επιβαρύνει τον Τακτικό Προϋπολογισμό. Κατ’ εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας για την Απασχόληση των Νέων μέχρι εικοσιτεσσάρων ετών (ΠΑΝ), προϋπολογίστηκε ποσό 103 εκατ € για την επιδότηση του 100% των ασφαλιστικών εισφορών του εργαζόμενου και κατά 50% του εργοδότη, καθώς και 150 εκατ. € για πιο στοχευμένη δράση όσον αφορά τα κριτήρια επιδότησης των ενοικίων, μέτρα που βέβαια δεν μπορούν να αντισταθμίσουν το παραγωγικό έλλειμμα της χώρας.
Στα μακροοικονομικά μεγέθη, ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης, σε σταθερές τιμές, προβλέπεται να είναι 2,1% και 2,5% για τα έτη 2018 και 2019 αντιστοίχως. Μεγέθυνση που επικεντρώνεται κυρίως στην άνοδο των εξαγωγών, που ανήλθε σε 1,3% του ΑΕΠ, αντισταθμίζοντας την πτώση των συνολικών επενδύσεων στο πρώτο εξάμηνο του 2018. Ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί το 2019, στο 1,2% έναντι 0,6% το 2018, αποτέλεσμα πολλαπλών αρνητικών επιπτώσεων της διεθνούς οικονομίας, όπως του αυξανόμενου προστατευτισμού στο διεθνές εμπόριο, της πορείας της διεθνούς τιμής του πετρελαίου και της διατήρησης των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ στα σημερινά χαμηλά επίπεδα, παρά τη λήξη της ποσοτικής χαλάρωσης.
Το πλέον σημαντικό όμως είναι ότι, παρά τα μνημόνια και τη φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, το δημόσιο χρέος συνεχίζει την ανοδική του πορεία, έχοντας φτάσει ήδη στα 360 δισ. €. Χρέος που, αν δεν περικοπεί με πολιτική απόφαση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα είναι αδύνατον προοπτικά να αποπληρωθεί, παρά τα θηριώδη πλεονάσματα, τη σκανδαλώδη υποθήκευση του δημόσιου πλούτου -των αρχαιολογικών χώρων και των πολιτιστικών μνημείων συμπεριλαμβανομένων!- και τις αναγκαστικές εκποιήσεις των απαξιωμένων περιουσιακών στοιχείων των ελληνικών δημόσιων επιχειρήσεων.