Αρχική » Προτάσεις για μιαν άλλη πορεία στη Θράκη

Προτάσεις για μιαν άλλη πορεία στη Θράκη

από Άρδην - Ρήξη

του Κώστα Καραΐσκου, από το Άρδην τ. 88

Προσεγγίζοντας το μειονοτικό ζήτημα της Θράκης είναι δύσκολο να βρεις ολοκληρωμένες παρουσιάσεις από ελληνικής πλευράς και πολύ περισσότερο συγκεκριμένες προτάσεις για την διευθέτησή του.

Ε ίναι –ακόμη και για τα ελλαδικά δεδομένα– απίστευτο, αλλά δεν υπάρχει σήμερα ούτε ένα βιβλίο στην ελληνική βιβλιογραφία που θα μπορούσε να δώσει στον αναγνώστη του τα παραπάνω! Και δυστυχώς δεν είναι μόνον αυτό αλλά η ίδια ερημιά απαντάται και στις κρατικές εκείνες υπηρεσίες που θα όφειλαν να έχουν σαφή, ενημερωμένη εικόνα και μία γκάμα πιθανών λύσεων σε ζητήματα τακτικής και στρατηγικής. Δεν φιλοδοξούμε λοιπόν εμείς να δώσουμε με το κάτωθι άρθρο ό,τι λείπει από τη χώρα, όμως θα παραθέσουμε μερικές σκέψεις του τύπου «ποιές θα μπορούσαν να είναι οι βασικές γραμμές μιας εθνικής πολιτικής στη Θράκη». Πρώτη προϋπόθεση βέβαια όσων ακολουθούν είναι ότι η πατρίδα μας θα γινόταν μια …άλλη, που θα είχε τη βούληση και την επάρκεια να υπερασπιστεί τα δίκαιά της σε κάθε επίπεδο…

Ξεκινούμε από το μείζον ζήτημα της εμπλοκής της Τουρκίας στο γίγνεσθαι της περιοχής. Όσο ο στρουθοκαμηλισμός της Αθήνας συνεχίζει να μην βλέπει στην εξ Ανατολών γείτονα έναν επικίνδυνο αντίπαλο, δεν μπορεί να γίνει τίποτε. Όταν αποφασίσουμε να δούμε την πραγματικότητα χωρίς φοβίες, θα αντιληφθούμε πως το Προξενείο της Κομοτηνής είναι μία βόμβα στα θεμέλια της ειρήνης και της ασφάλειας στη Θράκη και πρέπει να απενεργοποιηθεί. Κι αν δεν είναι εφικτό να κλείσει με μιας, μπορεί κάλλιστα να υποχρεωθεί σε άμεσο και δραστικό περιορισμό του ανθρώπινου δυναμικού του και των αμφιλεγόμενων δραστηριοτήτων του. Όσο ο κάθε Τούρκος Πρόξενος μπορεί να αλωνίζει την περιοχή, όσο συνεχίζει να συντηρεί την παρακρατική δομή που στήθηκε, όσο η μειονοτική πολιτική ηγεσία είναι οι μισθοδοτούμενοι παρακεντέδες του, καμία ουσιαστική πρόοδος δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας.
Εφόσον δεχόμαστε τον αποφασιστικό ρόλο της εκπαίδευσης στην κοινωνία, είμαστε υποχρεωμένοι να ασχοληθούμε σοβαρά με το ζήτημα της εκπαίδευσης των μουσουλμανοπαίδων. Το καθεστώς της μειονοτικής εκπαίδευσης είναι ένα αναχρονιστικό γκέτο που συνεχίζει να παράγει αμορφωσιά, φανατισμό και οπισθοδρόμηση. Τα Μορφωτικά Πρωτόκολλα του 1968 (και η Μορφωτική Συμφωνία του 1951) δεν είναι κάποιο ιερό κείμενο τις συνέπειες του οποίου πρέπει να τις υφιστάμεθα εσαεί, άπαξ και κάποτε υπογράφηκαν. Η καταγγελία αυτών των συμφωνιών είναι στοιχειώδης υποχρέωση της χώρας μας, τόσο έναντι των πλειονοτικών όσο και έναντι των μειονοτικών πολιτών της. Παράλληλα, είναι καιρός να λήξει η ντροπή αυτή της ανυπαρξίας σχολείων στοιχειώδους εκπαίδευσης στα μειονοτικά χωριά. Πριν ακόμη αποφασιστεί το τι θα γίνει με τα μειονοτικά σχολεία, οφείλουμε ως Πολιτεία να ιδρύσουμε και να λειτουργήσουμε δημόσια σχολεία που θα παρέχουν τουλάχιστον την δυνατότητα στους μουσουλμάνους συντοπίτες μας να επιλέξουν την εκπαίδευση του παιδιού τους (κι όχι να καταλήγουν υποχρεωτικά στο τουρκόφωνο γκέτο, όπως συμβαίνει σήμερα).

Το τρίτο θέμα που πρέπει να αναταχθεί είναι αυτό της κατασκευής πολιτισμικής ταυτότητας (και πλαστοπροσωπίας) της μειονότητας. Ζούμε –ειδικά την τελευταία 15ετία– σε μία απίστευτη τρέλα, έναν εθνικιστικό καρνάβαλο που θέλει όλον τον μουσουλμανικό πληθυσμό να μεταμφιέζεται μεθοδικά, από συγκεκριμένα κέντρα, σε βέρο Τούρκο. Πομάκοι, Ρομά, αλλά και τουρκόφωνοι πληθυσμοί άσχετοι με την γείτονα (Κιρτζαλήδες, Γιαλούτς, Τσιτάκ κτλ) έχουν όλοι τσουβαλιαστεί στο προξενικό σακί της «τουρκικής μειονότητας». Άλλοι εκόντες, άλλοι άκοντες. Πλήθος λαογραφικών στοιχείων (χοροί, τραγούδια, φορεσιές, έθιμα…) είτε εισάγονται αυτούσια από την Τουρκία και παρουσιάζονται ως τουρκικά, είτε ονομάζονται έτσι παρότι είναι δεδομένο ότι αφορούν τον πομακικό ή τον τσιγγάνικο πληθυσμό της Θράκης. Χρωστάμε στην ιστορική αλήθεια μια επιστημονική καταγραφή της λαογραφικής πραγματικότητας της Θράκης, κάτι στο οποίο δυστυχώς ουδείς προχωράει, παρά την εν Ελλάδι ευδοκίμηση του «πολυπολιτισμικού» αερολογήματος. Συνεχίζουμε να αγνοούμε την ρίζα, τα έθιμα και τα ήθη, το χθες γενικότερα του μουσουλμανικού πληθυσμού της περιοχής – ενίοτε και το σήμερα! Μέσα στο σκηνικό αυτό της πλήρους άγνοιας από τη μεριά της Ελλάδος, ο προξενικός μηχανισμός συνεχίζει ανενόχλητος να φυτεύει «τουρκισμό» και ψεύτικη αυτοσυνειδησία στον απλό κόσμο της μειονότητας. Πού είναι η στήριξη του πομακικού κινήματος, πού είναι η προστασία της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας Πομάκων και Ρομά, πού είναι η προστασία της γλώσσας τους, πώς στηρίζεται ο διωκόμενος (από τους σουνίτες Τούρκους μέσα στην Ελλάδα!) αλεβιτισμός της Ροδόπης; Όλα πάνε περίπατο μέσα στην αβελτηρία, την αδιαφορία και την ιδιοτέλεια των Ελλήνων ιθυνόντων, που συνεχίζουν να εγκληματούν σε βάρος της αλήθειας, της συλλογικής μας ασφάλειας και των εθνικών μας συμφερόντων.

Είναι ξεκάθαρο πως, στη Θράκη, την ατζέντα των «προβλημάτων» την καθορίζει κατ’ αποκλειστικότητα η τουρκική πολιτική. Έτσι, έχουμε αποδειχθεί ανίκανοι να περιφρουρήσουμε την έννομη τάξη της χώρας μας και είμαστε σε έναν ολισθηρό δρόμο συνεχών υποχωρήσεων. Καθόμαστε και συζητάμε για την εκλογή ή μη του μουφτή με μία χώρα που όχι μόνο διορίζει τους δικούς της μουφτήδες, αλλά και τους ελέγχει με κάθε τρόπο! Την ίδια στιγμή, νόμοι του ελληνικού κράτους (διορισμός 240 ιμάμηδων, επιτροπές βακουφίων…) δεν εφαρμόζονται «διά τον φόβο των Ιουδαίων». Πρέπει να τεθεί ένα εύσχημο τέρμα σε κάθε σχετική διαπραγμάτευση, διατηρώντας για λογαριασμό της ελληνικής πολιτείας τον ρόλο που έχει στην ανάδειξη της μουσουλμανικής ηγεσίας. Αναλόγως πρέπει να γίνει μία επανεξέταση των ανοικτών θεμάτων και να αρχίσει μία αλλαγή πορείας στο πεδίο των λεγόμενων «θετικών διακρίσεων» υπέρ των μειονοτικών (ποσόστωση για εισαγωγή στα ΑΕΙ, για διορισμό στο Δημόσιο κτλ). Και βεβαίως πρέπει να απορριφθεί χωρίς συζήτηση κάθε σκέψη για διάλογο που θα διέπεται από πνεύμα «αμοιβαιότητας» με το απολειφάδι της ελληνικής μειονότητας της Πόλης ή με το αιχμάλωτο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Οι αδράνειες του παρελθόντος δεν μπορούν να μας κρατούν σιδηροδέσμιους σε μια αυτοκτονική πολιτική, άμοιρη οποιασδήποτε εθνικής προοπτικής.

Μία πολύ σοβαρή παράμετρος του όλου θέματος είναι κι αυτή της γενικευμένης ανομίας. Το φαινόμενο είναι βεβαίως γνωστό και εκδηλώνεται σε όλα τα επίπεδα του δημόσιου βίου, όμως, στην θρακική περίπτωση, δεν διακυβεύεται μόνον η ανέγερση ενός ακόμη αυθαίρετου ή η φοροδιαφυγή ενός ακόμη απατεώνα. Έχουμε να κάνουμε με ένα εκτεταμένο φαινόμενο συγκάλυψης παρανομιών, όσων ιδίως φωνάζουν περισσότερο και πράττουν τα χειρότερα κατά της Ελλάδος! Καθώς ο ψηφοπαραγωγικός μηχανισμός του Προξενείου πριμοδοτεί τα φανατικότερα ανθελληνικά στοιχεία, θέτει αυτά στο απυρόβλητο, αφού κομίζουν σε κόμματα και υποψηφίους χιλιάδες κουκιά. Έτσι έχουμε την απίστευτη κατάσταση να στηρίζονται και από τις δύο μεριές οι ίδιοι μειονοτικοί σε ό,τι κι αν κάνουν, νόμιμο ή μη: να χτίζουν αυθαίρετα, να σβήνουν πρόστιμα, να καταπατούν δημόσιες εκτάσεις, να παίρνουν προνομιούχες δουλειές, να διαθέτουν προσβάσεις για ρουσφέτια, να μοιράζουν άδειες, επιδόματα και άλλα προνόμια λες και προέρχονται από την τσέπη τους… Τα δημοσιεύματά μας στον Αντιφωνητή, επί μιάμιση σχεδόν δεκαετία, βρίθουν από τέτοιες περιπτώσεις. Κι αυτά, τη στιγμή που καθένας ξέρει ότι οφείλουν την πολιτική – κοινωνική τους υπόσταση στο προξενικό κύκλωμα! Την ίδια στιγμή, όσοι «εκτίθενται» ως προσκείμενοι στην ελληνική νομιμότητα (οι λεγόμενοι «ρουμτζού») συνήθως βρίσκουν τον μπελά τους -είτε παρανομήσουν είτε όχι- ενίοτε κι από τις δύο πλευρές. Είναι καιρός να παταχθεί καθένας που παρανομεί, αρχής γενομένης από εκείνον που υπονομεύει την ελληνική κυριαρχία στη Θράκη. Οι πράκτορες της Άγκυρας δεν μπορούν να αφήνονται χωρίς συνέπειες στο διηνεκές.

Και μία τελευταία πλευρά του ζητήματος, εξίσου σημαντική με τις προαναφερθείσες, είναι αυτή της ενίσχυσης του πλειονοτικού στοιχείου στη Θράκη. Δημογραφική, οικονομική, πολιτιστική. Η Ελλάδα οφείλει να ενδυναμώσει από κάθε άποψη τον ντόπιο πληθυσμό με ποικίλους και απλούς τρόπους: διανομή δημοσίων γαιών, κινητροδότηση εσωτερικής μετανάστευσης προς τη Θράκη, αξιοποίηση των διάφορων πόρων που τόσα χρόνια απλώς απαριθμούνται, επανελληνισμός της θρακικής υπαίθρου που εγκαταλείφθηκε από τον χριστιανικό πληθυσμό και τις κρατικές υπηρεσίες, υλοποίηση της ιδέας του Μιχάλη Χαραλαμπίδη για την πόλη της Ρωμανίας, οργανωμένη και πολύπλευρη ανάδειξη του βυζαντινού παρελθόντος της Θράκης, επαναλειτουργία των εγκαταλειμμένων αστυνομικών σταθμών και φυλακίων του Στρατού, έλεγχος των ελληνοβουλγαρικών διόδων για περιορισμό της εισαγόμενης παραβατικότητας, ολοκλήρωση της παρέβριας στρατιωτικής τάφρου που (μαζί με τον φράχτη στο χερσαίο πέρασμα της Νέας Βύσσας) θα ανακόψει την λαθρομετανάστευση, ανασχεδιασμός του «Καλλικράτη» όπου χρειάζεται (π.χ. στον Ίασμο της Ροδόπης ή στον Τόπειρο της Ξάνθης)… Και οπωσδήποτε εγκατάλειψη κάθε ιδέας για ίδρυση Ειδικής Οικονομικής Ζώνης (ΕΟΖ) στην περιοχή. Οι εξωθεσμικοί σχεδιασμοί διαφόρων περίεργων κύκλων για ειδικό καθεστώς ξένων επιχειρήσεων στη Θράκη, από τις οποίες το μόνο που θα μείνει θα είναι κάποια κουτσουρεμένα μεροκάματα για τον πληθυσμό, είναι κοινωνικά απαράδεκτοι και (πρωτίστως) εθνικά επικίνδυνοι. Η πιθανότητα να αποκτήσουμε Τούρκους εργοδότες, που θα επενδύσουν στην ελληνική Θράκη, είτε μέσω Γερμανίας είτε μέσω Τουρκίας, είναι ορατή και θα έχει τεράστιες επιπτώσεις στην οικονομία της περιοχής και στην ψυχολογία του κόσμου.

Είναι προφανές ότι όλα τούτα δεν συνάδουν με καμία έκφανση της σημερινής ελλαδικής πραγματικότητας. Προϋποθέτουν λοιπόν πως, αφενός, η πατρίδα μας θα αποκτήσει μία ηγεσία αντάξια της ιστορίας μας και αφετέρου πως κι αυτός ο λαός θα συνέλθει από τον λήθαργο στον οποίον έχει περιπέσει τις τελευταίες δεκαετίες. Αν δεν γίνει κάτι τέτοιο, τίποτε από τα παραπάνω δεν θα μπορέσει να ευδοκιμήσει, έστω κι αν επιχειρηθεί (το είδαμε σε πολλές περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια). Όταν εκλείψει η παρακμή των Ελλήνων και αντιστραφεί η πορεία τους προς τον Καιάδα των εθνών, τότε θα βρουν και τους παραπάνω και πολλούς περισσότερους τρόπους να υπερασπίσουν τη θρακική γη και την εθνική κυριαρχία από κάθε επιβουλή.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ