του Θ. Ντρίνια, από το Άρδην τ. 73, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2009
Σε αυτό το περιοδικό, την περίοδο των κινητοποιήσεων για τις ταυτότητες και του πρώτου μεγάλου κύματος σκανδάλων (βλ. Γιοσάκης) που έπληξαν την Εκκλησία της Ελλάδος, και τα δύο επί ηγεσίας Χριστόδουλου, κρατήσαμε μια στάση που «ξένισε» αρκετούς. Ειδικότερα στο ζήτημα του χωρισμού Κράτους – Εκκλησίας, που ετίθετο στην αιχμή του δόρατος όσων επιτίθονταν στην Εκκλησία, ισχυριζόμασταν ότι κάτι τέτοιο είναι επιθυμητό μεν αλλά δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να γίνει με τους όρους που έθεταν οι αμερικανόδουλοι ή ευρωλιγούρηδες εισηγητές του αιτήματος. Θεωρούσαμε ότι η επιδίωξη του χωρισμού εκείνη την περίοδο και υπό εκείνες τις συνθήκες, πέρα από αποπροσανατολιστικό πολιτικό αίτημα, ισοδυναμούσε και με στρατηγική νίκη των δυνάμεων του νεο-φιλελεύθερου φιλο-παγκοσμιοποιητικού «εκσυγχρονισμού» (στη δεξιά ή αριστερή μορφή του), γεγονός που θα είχε πολλαπλασιαστικές –αποσταθεροποιητικές– συνέπειες για την πατρίδα μας και τα λαϊκά στρώματα.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και νέες συνθήκες διαμορφώθηκαν. Ο αριστεροδέξιος «εκσυγχρονισμός» έχει υποστεί συντριπτικά πολιτικά πλήγματα (αν και διατηρεί ρεζέρβες παντοδυναμίας στους μηχανισμούς αναπαραγωγής –πανεπιστήμια, «πνευματικοί» άνθρωποι, ΜΜΕ). Η κρίση της παγκοσμιοποίησης, που σηματοδοτείται από την πτώση της αμερικανικής ισχύος και την τρομακτική διεθνή οικονομική κατάρρευση, εξασφαλίζει ότι ο «εκσυγχρονισμός» ως ημεδαπό πολιτικό πρόταγμα, με τα χαρακτηριστικά που πήρε τη δεκαετία του ’90 και του 2000, πνέει πια τα λοίσθια. Παράλληλα, η χώρα εισέρχεται σε μια φάση που η διεθνής κρίση θα εισαχθεί με παροξυσμική μορφή εξαιτίας του απολύτως και σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας παρασιτικού χαρακτήρα που της κληροδότησαν δύο δεκαετίες «εκσυγχρονισμού». Η κρίση θα είναι –είναι– πολυεπίπεδη: οικονομική, κοινωνική και πολιτική. Σε ένα «παράσιτο» που εδώ και καιρό ζει (ή, ακριβέστερα, καταναλώνει) με «φούσκες», δανεικά και δουλοκτησία χωρίς να παράγει τίποτε, η οικονομική κρίση σύντομα θα πάρει χαρακτηριστικά διάρρηξης του κοινωνικού ιστού στη βάση του, καθώς η ανυπαρξία κοινωνικών θεσμών αλληλεγγύης συνοδεύεται από την απουσία άξιων λόγου ενοποιητικών θεσμών σε επίπεδο κορυφής (κράτος), ενώ σε άλλες δυτικές χώρες, αυτοί συγκρατούν (έστω με δυσκολία) τις φυγόκεντρες κοινωνικές τάσεις. Τη στιγμή, λοιπόν, που η χώρα εισέρχεται σε ένα άκρως επικίνδυνο τούνελ και με το κυρίαρχο πολιτικό προσωπικό να αδυνατεί ολοκληρωτικά να διαχειριστεί το εκρηκτικό κοκτέιλ, η Εκκλησία της Ελλάδος βρίσκεται κι αυτή πλήρως απαξιωμένη μετά τον βατοπαιδινό της κόλαφο. Ενδεικτικά, οι δημοσκοπήσεις που πριν λίγα χρόνια την αναδείκνυαν στον θεσμό για τον οποίο οι Έλληνες έτρεφαν τη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, σήμερα τη δείχνουν έξω και από την πρώτη εικοσάδα! Και αυτό συμβαίνει όταν η κοινωνική της παρουσία θα ήταν πιο αναγκαία από ποτέ!
Σήμερα, λοιπόν, κατά τη γνώμη του γράφοντος, ήρθε η ώρα του χωρισμού για την ιστορικά ξεπερασμένη και διεφθαρμένη ως το μεδούλι σχέση Εκκλησίας – Κράτους. Με πρωτοβουλία της ίδιας της ηγεσίας της Εκκλησίας! Μια τέτοια κίνηση, συνοδευόμενη από μια εσωτερική εκκαθάριση μεγάλης κλίμακας, θα απελευθέρωνε την Εκκλησία από τις δουλείες και τους συμβιβασμούς που της επιβάλλει ο εναγκαλισμός με το υπό διάλυσιν Κράτος και παράλληλα θα της στερούσε τον «κουβά με το μέλι», στον οποίο αποδείχτηκε αδύναμη να αντισταθεί και να μη βάλει το δάκτυλό της. Μια τέτοια εξέλιξη θα της ανοίξει δύο δρόμους: είτε την πλήρη επιχειρηματικοποίηση και βατικανοποίησή της, καθώς η αναζήτηση υλικών πόρων θα γίνει η μοναδική προτεραιότητα, είτε την επιστροφή της στη βάση της κοινωνίας, απ’ όπου θα αντλήσει ζωογόνο ισχύ και παράλληλα θα προσδώσει ελπίδα και συνοχή σε κρίσιμες στιγμές, όταν η ζούγκλα θα μοιάζει το μόνο ορατό ενδεχόμενο.
Είναι ικανή για κάτι τέτοιο η Εκκλησία της Ελλάδος; Όχι, αλλά δεν νομίζω ότι έχει άλλη εναλλακτική επιλογή πριν τη μουμιοποίησή της. Φτάνει αυτό για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της κρίσης; Φυσικά και όχι! Η κρίση θα αντιμετωπιστεί με πολιτικό τρόπο και από κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που, μέσα από τη δράση τους και την αντίστασή τους, θα αναδείξουν και θα επιδιώξουν ένα άλλο μοντέλο οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Όμως, για να συμβεί αυτό, υποχρεωτικά πρέπει να προστατευθεί η συνοχή στη βάση της κοινωνίας! Κάθε θεσμός με δυνάμει λαϊκή απεύθυνση, κάθε δράση που τονώνει τη συνοχή μιας πολλαπλά πληττόμενης κοινωνικής βάσης, είναι αντικειμενικά θετικοί. Κάθε ενέργεια που οδηγεί σε διάρρηξη αυτής της συνοχής στρέφεται, αντικειμενικά, εναντίον των χαμηλότερων βαθμίδων της κοινωνικής ιεραρχίας και πρέπει να αποκρούεται. Όταν το τσουνάμι της οικονομικής κρίσης χτυπήσει την κοινωνία μας, το σύνθημα – οδηγός κάθε πολιτικής και κοινωνικής πρακτικής πρέπει να είναι: Ενότητα στη βάση, διάλυση στην κορυφή. Η Εκκλησία της Ελλάδος πρέπει σύντομα να αποφασίσει αν θα βρει ρόλο στο πρώτο σκέλος του συνθήματος ή αν θα γίνει μέρος του προβλήματος αναπαυόμενη στην ψευδαίσθηση της «κορυφής». Αν αποφασίσει το πρώτο, τότε ο κοινωνικός ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει είναι μεγάλος, εκμεταλλευόμενη την πνευματική και ιστορική πείρα αιώνων. Και αυτό αφορά όλους μας όσους αγωνιούμε για το μέλλον της κοινωνίας στην οποία ζούμε (θρησκευόμενους ή μη). Τα υπόλοιπα αφορούν μόνο τους πιστούς…
Ο Λοξός