του Φ. Μαλκίδη, από το Άρδην τ. 71, Αύγουστος-Οκτώβριος 2008
Ο ι εξελίξεις στα Βαλκάνια μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, εκτός από τα πολύ σημαντικά ζητήματα που ανέδειξαν (ο κύκλος της βίας και οι στρατιωτικές επεμβάσεις της Δύσης είναι ίσως τα κυρίαρχα), ανέδειξαν και το σύγχρονο αλβανικό εθνικό ζήτημα. Ένα θέμα το οποίο ψυχροπολεμικές σταθερές και εσωτερικές προτεραιότητες του καθεστώτος Χότζα το είχαν τοπο-θετήσει στο περιθώριο. Ωστόσο, οι μεγάλες αλλαγές στη Βαλκανική επανέφεραν το αλβανικό εθνικό ζήτημα στο προσκήνιο, το οποίο, όπου δεν μπορούσε να εισαχθεί με την πολιτική, τη διπλωματία και την προπαγάνδα, γινόταν γνωστό με τη βία. Το Κοσσυφοπέδιο ήταν η αρχή και ακολούθησε το Τέτοβο και το Πρέσεβο στην πΓΔΜ1. Σημαντικό μέσο προβολής των αλβανικών εθνικών επιδιώξεων αποτέλεσε το δημογραφικό ζήτημα. Το μόνιμο επιχείρημα του αλβα-νικού πολιτικού προσωπικού στη μητέρα πατρίδα, στους χώρους διαβίωσης των αλβανικών πληθυσμών στην πρώην Γιουγκοσλαβία και τη διασπορά, ήταν η αλματώδης αύξηση του αλβανικού πληθυσμού, ο οποίος σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα θα εξελισσόταν από μειονότητα σε πλειονότητα. Τοπικά, περιφερειακά και συνολικά, άρα, η πληθυσμιακή υπεροχή θα μπορούσε να επιλύσει το αλβανικό εθνικό θέμα. Έτσι, η πληθυσμιακή αύξηση αποτέλεσε την αιτία για την αναζήτηση περισσότερων δικαιωμάτων, για τη δημιουργία παράλληλων δομών υγείας, εκπαίδευσης, ασφάλειας, κ.ά., για την ανάδειξη των αλβανικών θεμάτων σε διεθνείς οργανισμούς και φιλικές κυβερνήσεις, για τη δραστηριότητα μέσα από τα κανάλια του οργανωμένου εγκλήματος, της χρηματοδότησης του «απελευθερωτικού αγώνα». Η βία στο Κοσσυφοπέδιο και τηn πΓΔΜ, που προήλθε από την «καταπίεση της αλβανικής πλειοψηφίας», σύμφωνα με την επίσημη αλβανική και διεθνή φρασεολογία, οδήγησε σε μια νέα ντε φάκτο πραγματικότητα: στην επικείμενη ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου και τη συγκυβέρνηση στην πΓΔΜ.
Το Κοσσυφοπέδιο αποτελεί το κυρίαρχο σημείο αναφοράς της αλβανικής δημογραφικής υπεροχής. Το 1871, τα στοιχεία που έδινε ο Αυστριακός στρατηγός Peter Kukulj2, αντιστοιχούσαν σε συνολικό πληθυσμό 500.000 ατόμων, εκ των οποίων 318.000 Σέρβοι (64%) και 161.000 Αλβανοί (32%). Πάλι οι Αυστριακοί, το 18993, αναφέρουν πληθυσμό 182.650 Αλβανών (47.88%) και 166.700 Σέρβων (43.7%). Στις αρχές του 20ού αιώνα η Βρετανίδα δημοσιογράφος H. Brailsford4 εκτιμούσε ότι τα 2/3 του πληθυσμού της περιοχής ήταν Αλβανοί και το 1/3 Σέρβοι. Η απογραφή του 1921 από το βασίλειο πλέον των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων έδινε αλβανικό πληθυσμό 288.907 (65%) και Σέρβους 93.203, ενώ το 1931 η γιουγκοσλαβική πλέον απογραφή έδινε 347.213 Αλβανούς (62.8%). Το 1948 ο αλβανικός πληθυσμός ήταν 498.242 άτομα, ενώ οι Σέρβοι 171.914. το 1953 απογράφηκαν 524.559 Αλβανοί (65%) και 89.869 Σέρβοι (23.5%) και το 1961, 646.604 Αλβανοί (67.1%), 227.016 Σέρβοι (23.5%)5. Η συνεχιζόμενη και εντυπωσιακή δημογραφική αύξηση του αλβανικού πληθυσμού συνεχίζεται και τα επόμενα χρόνια. Ο πρώτος αριθμός δείχνει το έτος απογραφής, ο δεύτερος τον συνολικό πληθυσμό του Κοσσυφοπεδίου, ο τρίτος τους Αλβανούς, μαζί με το ποσοστό, και ο τελευταίος τους Σέρβους. 1971: 1.243.693, 916,168 (73.7%), 228.264 (18.4%). 1981: 1,584.558, 1.226.736 (77.42%), 209.498 (13.2%). 1991: 1.956.196, 1.596.072 (81.6%), 194.190 (9.9%). Το 1995 το Τμήμα Δημογραφίας της Πρίστινα, που είχε δημιουργηθεί από τις αλβανικές παράλληλες δομές, έδινε τα εξής στοιχεία: Συνολικός πληθυσμός: 1.600.000 (και 600.000 στο εξωτερικό), Αλβανοί: 1.360.000 (89.9%) και 1.960.000 μαζί με τους 600.000 της διασποράς, και 140.000 Σέρβοι (6.3%). Οι τελευταίες πηγές6 δίνουν συνολικό πληθυσμό 1.900.000 με 1.672.000 Αλβανούς (88%) και 133.000 Σέρβους (7%).
Στην πΓΔΜ, στην απογραφή του 2002, ένα έτος μετά τις αιματηρές συμπλοκές του 2001 που οδήγησαν στη Συμφωνία της Αχρίδας και στη συγκυβέρνηση της αλβανικής πολιτικής, οι αριθμοί δείχνουν την αλβανική δημογραφική έκρηξη. Ο συνολικός πληθυσμός της χώρας είναι 2.022.547 άτομα, εκ των οποίων οι 1.297.981 δήλωσαν «Μακεδόνες» (64.17%, συμπεριλαμβανομένων των Γκοράντζι σε ποσοστό 5.86% και 509.083 Αλβανοί (25.17%) Οι Αλβανοί εμφανίζουν (στοιχεία 2006) κατά μέσο όρο 4,1 παιδιά ανά οικογένεια και ο πληθυσμός τους μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αυξήθηκε 3 φορές, και από το 8% του 1948, έγινε 25% το 2002 και, σύμφωνα με τους Αλβανούς στο 35% (707.891 άτομα).
Στο Μαυροβούνιο, σύμφωνα με την απογραφή του 2002, καταγράφηκαν 672.656 άτομα, εκ των οποίων 47.682 Αλβανοί (7.09%) και, σύμφωνα με τις αλβανικές πηγές, αποτελούν το 10% περίπου του συνολικού πληθυσμού.
Στο Πρέσεβο, τη σερβική αυτή περιοχή στα σύνορα με την πΓΔΜ, η απογραφή του 2002 έδινε 34.904 άτομα, εκ των οποίων 31.099 Αλβανοί (89.1%) και 2.966 Σέρβοι (8.5%). Οι Αλβανοί, το 1992, με βάση τη δημογραφική κατάσταση, μετά από ψηφοφορία πρότειναν οι περιοχές του Πρέσεβο, Μεντβέντα και Μπουγιάνοβατς, να ενωθούν με το Κοσσυφοπέδιο, αίτημα το οποίο την περίοδο 1999 και 2001 έλαβε και στρατιωτική μορφή με τον «Απελευθερωτικό Στρατό του Πρέσεβου, Μεντβέντας και Μπουγιάνοβατς».
Όπου δεν υπήρξαν γηγενείς αλβανικοί πληθυσμοί, για τη δημιουργία του κατάλληλου κλίματος ήρθε η μετανάστευση να το πράξει (περίπτωση Ελλάδας). Η Αλβανία κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως, από την άποψη του μεταναστευτικού ρεύματος, με το επίσημο ποσοστό του 20% του πληθυσμού της να ζει εκτός Αλβανίας, δηλαδή 613.855 άτομα, αριθμός που δεν ανταποκρίνεται όμως στην πραγματικότητα, εάν δεχτούμε ότι μόνο στην Ελλάδα οι Αλβανοί μετανάστες είναι μεταξύ 600.000 και 700.000 ατόμων, σύμφωνα με την πρεσβεία της Αλβανίας στην Αθήνα και το Ινστιτούτο Γουάτσον.
Οι στατιστικές το 2001 έδειχναν ότι η Αλβανία είχε πληθυσμό 3.069.275 ατόμων, και το 1989 3.182.417, δηλαδή στην κρίσιμη περίοδο της μετανάστευσης εμφάνισε μείωση 113.142 ατόμων (ποσοστό 3,56%), δεδομένα που εμφανίζουν μεγάλες ελλείψεις και δεν απεικονίζουν σαφώς την πραγματικότητα. Παράλληλα, το 2001 η ελληνική απογραφή έδινε 445.000 Αλβανούς. Οι κύριοι στόχοι της εθνικής στρατηγικής της Αλβανίας για τη μετανάστευση των πολιτών της επικεντρώνονται στην προστασία των δικαιωμάτων των Αλβανών μεταναστών, στην ενδυνάμωση των δεσμών μεταξύ των αλβανικών κοινοτήτων του εξωτερικού, στην ανάπτυξη επενδύσεων, στην επεξεργασία πολιτικής για την εργατική μετανάστευση, στη διευκόλυνση των Αλβανών να ταξιδεύουν εφοδιασμένοι με βίζα περιορισμένης διάρκειας,. και στη δημιουργία του απαραίτητου θεσμικού πλαισίου για τους μετανάστες.
Η δημογραφική κίνηση των αλβανικών πληθυσμών στη Βαλκανική, αλλά και η συνεχιζόμενη μετανάστευση εκτός Αλβανίας, δημιουργούν πολύ σημαντικές και ουσιαστικές εξελίξεις, που σηματοδοτούν μεγάλες αλλαγές στην περιοχή. Μάλιστα, εάν συνεχιστεί η δημογραφική κίνηση του αλβανικού πληθυσμού στη Βαλκανική με αυτούς τους ρυθμούς που περιγράψαμε, τότε σίγουρα θα δημιουργηθούν νέα δεδομένα όχι μόνον εκεί όπου σημειώνονται ήδη εξελίξεις (Κοσσυφοπέδιο, πΓΔΜ), αλλά και αλλού (Πρέσεβο, Μαυροβούνιο), ενώ μένει να διαπιστωθεί εάν τα ζητήματα των δικαιωμάτων των αλβανικών πληθυσμών θα τεθούν με πολιτικά ή με άλλα μέσα.
- Οι ομάδες πίεσης. Το αλβανικό λόμπι των ΗΠΑ
Η πρόσφατη μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου επανέφερε στο προσκήνιο τη δυναμική που ασκούν οι ομάδες πίεσης (λόμπι) των Αλβανών της διασποράς, και ειδικότερα των ΗΠΑ. Είναι γεγονός ότι, ιστορικά, οι Αλβανοί μετανάστες έπαιξαν σημαντικό, αν όχι πρωταγωνιστικό, ρόλο στη συγκρότηση της εθνικής ιδεολογίας και τελικώς στη δημιουργία του αλβανικού κράτους. Οι Αλβανοί μετανάστες που ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη, την Ιταλία, στη Ρουμανία και αλλού αποτέλεσαν τη θεωρητική και οικονομική προμετωπίδα του εθνικού ζητήματος, δημιουργώντας το υπόβαθρο για την εθνική ιδεολογία. Η Λίγκα του Πρίζρεν αποτέλεσε την εμβληματική κίνηση του αλβανικού εθνικισμού, που συσπείρωσε τους Αλβανούς της διασποράς και από τότε (1878) αποτελεί τον οδηγό για τις διακηρυγμένους στόχους του (Κοσσυφοπέδιο, Σερβία, πΓΔΜ, Μαυροβούνιο, Ελλάδα).
Η μετανάστευση των Αλβανών στις ΗΠΑ και η δημιουργία των πρώτων ομάδων που προωθούσαν τα αλβανικά συμφέροντα ξεκινά στις αρχές του 20ού αιώνα και εντείνεται μετά την εκδίωξη ενός εκ των πρωταγωνιστών του αλβανικού εθνικού οράματος, του Φαν Νόλη (Θεοφάνη Μαυρομάτη) και την άνοδο στον θρόνο του πρώτου βασιλιά της χώρας, του Αχμέτ Ζώγου. Ο Φαν Νόλη εγκαταστάθηκε στη Βοστόνη, δημιούργησε την Αλβανική Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αμερική, έγινε ο πρώτος επικεφαλής της και από τότε η πρωτεύουσα της Μασαχουσέτης, μαζί με τη Νέα Υόρκη, αποτελούν μέχρι σήμερα τα κέντρα του αλβανικού λόμπι.
Το αλβανικό μεταναστευτικό ρεύμα προς τις ΗΠΑ θα ενταθεί κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, την ίδια περίοδο που μεταναστεύουν μαζικώς και οι Βορειοηπειρώτες7, και πολύ σύντομα η αμερικανική πολιτική, αρχικώς με τους δημοσιογράφους και μετέπειτα με τους πολιτικούς, θα ασχοληθεί με αυτή τη άγνωστη, μακρινή, μικρή βαλκανική χώρα. Είναι αρκετές φορές που το Νάσιοναλ Τζεογκράφικ γράφει για την Αλβανία και τους Αλβανούς των ΗΠΑ που επισκέπτονται τη χώρα τους για να βοηθήσουν τους συγγενείς και τους συμπατριώτες τους, ή αναζητώντας το έτερον ήμισύ τους, ενώ οι πολιτικοί απευθύνονται πλέον και σ’ αυτούς για οικονομική ενίσχυση.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Αλβανοί των ΗΠΑ θα στελεχώσουν ορισμένες φορές τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας διαβίωσής τους, κάτι που τονίζεται δεόντως με σχετικές υπερμεγέθεις αναφορές που κοσμούν τα οικήματα των αλβανικών κοινοτήτων και εκκλησιών. Η εγκαθίδρυση του καθεστώτος του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας υπό τον Χότζα έφερε σε αμηχανία τους Αλβανούς των ΗΠΑ, αφού έπρεπε να υπερασπιστούν τα συμφέροντα της πατρίδας τους, η οποία ήταν πλέον ένας από τους σκληρούς πυρήνες του αντίπαλου στρατοπέδου. Ωστόσο, πολύ σύντομα αυτή η αμηχανία θα αντικατασταθεί από τον ρεαλισμό και το αίτημα υλοποίησης των εθνικών στόχων. Ο Στάλιν δεν υπήρχε, ο Χότζα είχε βρει κώδικα επικοινωνίας με το αλβανικό λόμπι και οι ΗΠΑ ήθελαν να αναπτύξουν τις σχέσεις τους με ένα πολύ ενδιαφέρον κράτος στα Βαλκάνια. Γι’ αυτό και επί χούντας στην Ελλάδα αποκαταστάθηκαν οι ελληνοαλβανικές σχέσεις, γεγονός που οφείλεται εν πολλοίς στις πιέσεις που ασκήθηκαν από τις ΗΠΑ στους συνταγματάρχες και από το αλβανικό λόμπι στις ΗΠΑ8. Η συνέχεια είναι πολύ ενδιαφέρουσα, γιατί θεωρητικά η Αλβανία ακολουθεί πολιτική διεθνούς απομόνωσης, όμως η οικονομική της επιβίωση (συνάλλαγμα) και τα πολιτικά της αιτήματα (Κοσσυφοπέδιο, ελληνοαλβανικές σχέσεις) προωθούνται από τους Αλβανούς των ΗΠΑ. Μεγάλοι Αλβανοί επιχειρηματίες, κυρίως στη Βοστόνη και τη Νέα Υόρκη, στηρίζουν το καθεστώς Χότζα, ο οποίος με τη σειρά του βασίζει την υποτιθέμενη αντιιμπεριαλιστική ρητορεία του σ’ αυτούς. Είναι χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις με τις επισκέψεις των Αλβανών πρωθυπουργών κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 στην έδρα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, οι οποίες, αφού εξαντλούσαν τον χρόνο ομιλίας τους σε λόγους καταγγελίας της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ, επισκέπτονταν τους επιχειρηματίες-στηρίγματα του αλβανικού καθεστώτος. Μάλιστα, αυτοί οι επιχειρηματίες ήταν η ασπίδα στις διαμαρτυρίες των Βορειοηπειρωτών για την κατάσταση των συμπατριωτών τους στην Αλβανία.
Η κατάρρευση του καθεστώτος του Κόμματος Εργασίας δημιούργησε ένα νέο, συνεχώς αυξανόμενο κύμα Αλβανών μεταναστών στις ΗΠΑ. Οι παλιές κοινότητες ενισχύθηκαν με καινούργιο, δημογραφικά και πολιτικά, αίμα. Πολιτικοί που αναδείχθηκαν κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου «σπούδασαν» ή «μετεκπαιδεύτηκαν» στις ΗΠΑ και επέστρεψαν προκειμένου να αναλάβουν τις τύχες της Αλβανίας και του Κοσσυφοπεδίου. Την ίδια ώρα οι ΗΠΑ έμπαιναν στη νέα αυτή χώρα συμβολικά και ουσιαστικά. Ο Αμερικανός πρεσβευτής στα Τίρανα ανέβαινε στην εξέδρα των προεκλογικών συγκεντρώσεων του Μπερίσα, τον οποίο στήριζε ποικιλοτρόπως. Οι Αλβανοί των ΗΠΑ, ενθαρρυμένοι από τις εξελίξεις στα Βαλκάνια, θα ενισχύσουν τον Κλίντον στον προεκλογικό του αγώνα και μέσω των διόδων του Κλαρκ (στρατιωτικός διοικη-τής του ΝΑΤΟ) και του Χόλμπρουκ (ο αρχιτέκτονας της συνθήκης του Ντέϊτον), θα χρηματο-δοτήσουν την πολιτική του δραστηριότητα.
Η ενεργοποίηση του αλβανικού λόμπι κορυφώθηκε με την ανάδειξη του ζητήματος του Κοσσυφοπεδίου, που, μαζί με τα χρήματα στην πολιτική ελίτ των ΗΠΑ, ασχολήθηκε και με την αποστολή χρημάτων στις διάφορες παραστρατιωτικές ομάδες, χρήματα τα οποία προφανώς πήγαν και σε αγορές όπλων και άλλες συναφείς δραστηριότητες. Επίσης, οι Αλβανοί των ΗΠΑ, νέοι και υποψήφιοι μετανάστες που αναζητούσαν βίζα, άδεια παραμονής και εργασίας, στελέχωσαν (παρα)στρατιωτικά σώματα που θα δρούσαν σε περίπτωση χερσαίων επιχειρήσεων στο Κοσσυφοπέδιο. Τα ίδια επαναλήφθηκαν και στην εξέγερση των Αλβανών του Τετόβου στην πΓΔΜ το 2001. Τέλος, σημαντικό ρόλο έπαιξε και συνεχίζει να παίζει το αλβανικό λόμπι και στην αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου ως ανεξάρτητου κράτους, υποστηρίζοντας την υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον, θεωρώντας ότι αυτή εκφράζει καλύτερα τους στόχους του. Επίσης, ενισχύει τις προσπάθειες και τις κινήσεις των αλβανών εθνικιστών στην πΓΔΜ, το Μαυροβούνιο, το Πρέσεβο και την Ελλάδα, εφαρμόζοντας μια πολιτική άλλοτε υψηλών και άλλοτε χαμηλών εντάσεων (διμερείς σχέσεις, προπαγάνδα, προσφυγή σε διεθνείς οργανώσεις για το ζήτημα των Τσάμηδων, του προσεταιρισμού των Αρβανιτών και της απόδοσης δικαιωμάτων στους Αλβανούς μετανάστες σε ό,τι έχει σχέση με την Ελλάδα κ.λπ.) και μια στρατηγική περιορισμένων επιμέρους στόχων (αναγνωρίσεως μειονότητας, αποζημιώσεων κ.λπ.) λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών ιδιαιτεροτήτων των επιμέρους θεμάτων.
Είναι γεγονός ότι ο εθνικισμός διαπερνά όλες τις αλβανικές ελίτ που διαχειρίστηκαν την εξουσία, τόσο στην Αλβανία όσο και στο Κοσσυφοπέδιο και την πΓΔΜ. Παρότι το εθνικό ζήτημα έγινε μέρος ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης, εσωτερικής ρητορείας και αντικείμενο εκμετάλλευσης, όταν άλλα προβλήματα ήταν πολύ έντονα (φτώχεια, διαφθορά, «πυραμίδες»), εντούτοις δεν έπαψε να συγκινεί τη συντριπτική πλειονότητα της αλβανικής πολιτικής τάξης και το σύνολο σχεδόν των αλβανικών πληθυσμών.
Ο αλβανικός εθνικισμός, χρησιμοποιώντας τη δημογραφία και τις ομάδες πίεσης στις ΗΠΑ και αλλού, αποτελεί σημαντική παράμετρο των εξελίξεων, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό πλαίσιο για την ειρήνη και τη συνεργασία στα Βαλκάνια, με τις κινήσεις στο Κοσσυφοπέδιο, την πΓΔΜ, τη Σερβία (Πρέσεβο), το Μαυροβούνιο και την Ελλάδα.