Από τα «μηδενικά προβλήματα» στη σημερινή τουρκική «πειρατεία»
Του Γεωργίου Παπασίμου
Δικηγόρου
Οι δραματικές εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά επιβάλλουν την ανάδειξη των ευρύτερων παραμέτρων και την κατανόηση αυτών, προκειμένου να διαλυθούν οι διαχρονικές ψευδαισθήσεις που αποτελούν σημαντικό πρόβλημα στη διαμόρφωση της οφειλόμενης νέας εθνικής στρατηγικής.
Το εύρος της νεο-οθωμανικής στρατηγικής φιλοτεχνήθηκε από το 2002 από τον πρώην Πρωθυπουργό Νταβούτογλου με το βιβλίο του «Το στρατηγικό βάθος», με βασική συνιστώσα της την επιδίωξη αποκατάστασης της Τουρκίας στον ρόλο που έπαιζε η παλιά Οθωμανική Αυτοκρατορία, διατηρώντας «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες».
Τα μεγαλεπήβολα αυτά σχέδια αναβίωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που είχαν διατυπωθεί και παλαιότερα από τον Τούρκο Πρόεδρο Οζάλ, συνδέθηκαν με την άνοδο του ισλαμικού κόμματος στην εξουσία και την κυριαρχία Ερντογάν και στηρίχθηκαν στην οικονομική μεγέθυνση, που υπήρξε αυτά τα χρόνια, αλλά και στην έντονη πολιτιστική διείσδυση στις ευρύτερες περιοχές (βαλκανικές χώρες, μουσουλμανικές πρώην Δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης και αραβικές χώρες).
Πίσω όμως από την ψευδο-καθησυχαστική αναφορά περί «μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες σταδιακά με την επικράτηση των Ισλαμιστών, η παράπλευρη στρατηγική τους ήταν η έντονη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και κυρίως το χτίσιμο ισχυρού στόλου.
Επιστέγασμα αυτής της στόχευσης ήταν το δόγμα περί «Γαλάζιας Πατρίδας», μέσω του οποίου υπερέβησαν καταλυτικά τις διαχρονικές στοχεύσεις του κεμαλικού καθεστώτος σε βάρος της Ελλάδας. Πλέον, το νεο-οθωμανικό καθεστώς Ερντογάν, προβάλλοντας το αβάσιμο, με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, επιχείρημα ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα – ΑΟΖ, διεκδικεί το μισό Αιγαίο και χιλιάδες ναυτικά μίλια θαλάσσης της Ανατολικής Μεσογείου, που ανήκουν στην ελληνική ΑΟΖ, εξαφανίζοντας στην κυριολεξία τις νόμιμες θαλάσσιες εκτάσεις – ΑΟΖ των ελληνικών νησιών (Κρήτη, Ρόδος, Καστελόριζο κ.λπ.).
Πρόκειται για την μετεξέλιξη του αρχικού νεο-οθωμανικού δόγματος Νταβούτογλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δηλώσεις αυτού ως υπουργού Εξωτερικών στην αρχική φάση, περιορίζονταν στο επιχείρημα, ότι το Καστελόριζο λόγω της θέσεως του δεν είναι ελληνικό νησί του Αιγαίου, αλλά είναι νησί της Μεσογείου (!) και άρα δεν είχε επήρεια στον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας – ΑΟΖ. Αυτό πλέον έχει μετατραπεί στη σημερινή πειρατική τουρκική πολιτική, όπως αυτή συνάγεται από τους παράνομους χάρτες της «Γαλάζιας Πατρίδας» και του παράνομου τουρκο-λιβυκού μνημονίου, που επιδεικνύει σε τακτική βάση περιχαρής ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν.
Η αιτία αυτού του διπλωματικού και στρατιωτικού εξτρεμισμού είναι η αποτυχία υλοποίησης του αρχικού ιδεολογικού αφηγήματος του νεο-οθωμανισμού, αφού η προσπάθεια ολοκλήρωσης του σε μεγάλο βαθμό έχει καταρρεύσει, τόσο στη Συρία, όσο και στην Αίγυπτο, όπου επιχειρήθηκε η εγκατάσταση των φιλικών καθεστώτων των Αδερφών Μουσουλμάνων, ενώ κατέστη ατελέσφορη και η τότε επιχειρηθείσα προσπάθεια επίλυσης του Κουρδικού.
Οι αποτυχίες αυτές συνετέλεσαν στη διενέργεια του αποτυχημένου πραξικοπήματος, το οποίο όμως αποτέλεσε το «δώρο» στον Ερντογάν για να προχωρήσει αφενός στο πλήρες ξήλωμα του κεμαλισμού και στην εκπαραθύρωση του Κεμάλ Ατατούρκ ως «πατέρα της σύγχρονης Τουρκίας» και αφετέρου στην περαιτέρω προσωποποίηση του νεο-Οθωμανικού καθεστώτος.
Αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με την σοβαρή οικονομική κρίση, που απειλεί τα τελευταία χρόνια την Τουρκία, η οποία έχει μεν σοβαρή οικονομική βάση, αλλά παράλληλα έντονο πρόβλημα συναλλαγματικών διαθεσίμων, αποτελούν ισχυρό πλαίσιο της εντεινόμενης στρατιωτικής επέκτασης σε βάρος των γειτόνων ως μέσο διαφυγής των εσωτερικών προβλημάτων.
Σημαντικό παράγοντα για την σημερινή επιθετική μετεξέλιξη της Τουρκίας αποτελεί η έντονη παγκόσμια γεωπολιτική ρευστότητα, που συνδέεται με την δραματική υποχώρηση της ισχύος της αμερικανικής ηγεμονίας και της ανάδειξης νέων ισχυρών παγκόσμιων πόλων (Κίνα, Ρωσία, Ινδία κ.λπ.). Ειδικά στον χώρο της Μέσης Ανατολής και της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου η υποχώρηση των Η.Π.Α. (Συρία, Λιβύη κ.λπ.) αναπληρώθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη Ρωσία του Πούτιν, με τον οποίο όμως ο Ερντογάν έχει δημιουργήσει πλαίσιο στενής συνεργασίας, με αποκορύφωμα την αγορά των S-400, παρά την, επιφανειακή όπως αποδείχθηκε, δυτική αντίδραση.
Έτσι, μέσα σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, μέσω της επιθετικής αναθεωρητικής πολιτικής και στρατιωτικής εμπλοκής η Τουρκία έχει μετατραπεί σε παράγοντα συνδιαμόρφωσης της ισορροπίας στη Συρία και στη Λιβύη. Ειδικά ως προς την τελευταία, η μέχρι τώρα επικράτηση του «εξαπτερύγού της», Σάρατζ, αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο για τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Ελλάδος, καθόσον μέσω του παράνομου τουρκο-λιβυκού μνημονίου επιχειρείται η υφαρπαγή της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου.
Σε αυτόν το χώρο θα κριθεί, όπως διαφαίνεται, εντός των επομένων μηνών η προσπάθεια του τουρκικού αναθεωρητισμού για τη συρρίκνωση και τον «ακρωτηριασμό» του Ελληνισμού.