του Ηλ. Σιαμέλα, από το Άρδην τ. 50, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2004
…Βγήκα να σκούξω στους δρόμους,
βγήκα να κλάψω τυλιγμένος κάπνα,
άγγιξα τις πόρτες και με πληγώσανε
σαν πριονομάχαιρα,
κάλεσα τις απαθείς μορφές
που άλλοτε είχα λατρέψει σαν αστέρια
και μου έδειξαν το κενό τους
Πάμπλο Νερούντα
Αυτη η πολη δεν ονομάστηκε τυχαία Μεγαλόπολη. Προορισμός της ήταν να στεγάσει τους πραγματικά Μεγάλους πολίτες της περιοχής, όπως κι έγινε.
Όμως τα χρόνια και οι αιώνες πέρασαν. Αυτοί οι μεγάλοι πολίτες χάθηκαν μέσα στη δίνη της ιστορικής σύγκρουσης. Μια σκιά κι ένας θρύλος μόνο έμειναν για να θυμίζουν ότι κάποτε πέρασε ο πολιτισμός από τούτα τα χώματα.
Όταν, πριν από χρόνια, είχα επισκεφτεί την Κωνσταντινούπολη, ένας θαυμασμός και μια πίκρα ανακατώθηκαν μέσα μου. Πάνω στον αιώνιο βυζαντινό πολιτισμό πατούσε ο χωρίς συνείδηση βάρβαρος. Η αξία των όποιων μνημείων θαβόταν ανάμεσα στην αγωνία των νεότουρκων για επιβίωση. Σαραβαλιασμένα αυτοκίνητα και παμπάλαια πλοιάρια ξερνούσαν ένα μαύρο σύννεφο καπνού, που σκέπαζε τα πάντα. Εκεί, ανάμεσα στο έρεβος και στη φρίκη, έπρεπε να ψηλαφίσω τα όσια και ιερά των προγόνων μας, μήπως και πάρω κάποια πνευματική ανάσα.
Όμως ήτανε φαίνεται γραφτό να διαπιστώσω μετά από χρόνια, ότι και στην πατρίδα μου τα πράγματα είναι περίπου τα ίδια, αν όχι και χειρότερα.
Μεγαλόπολη, λοιπόν, ώρα μηδέν. Παγκόσμια ημέρα περιβάλλοντος και είπα να πάω κατά κει, να δείξω και στους άλλους την καπνιά που είχα μέσα στα πνευμόνια μου και να “ακτινογραφήσω” τη δική τους. Μια νεόκοπη Κίνηση Πολιτών, που θέλει να λέγεται “προοδευτική”, θα οργάνωνε κάποια συγκέντρωση. Επιτέλους, είχα πει μέσα μου, να που κάποιες θερμές καρδιές θα σκούξουν για το κακό που γίνεται στην περιοχή. Όμως μάταια περίμενα ν’ ακούσω κάποιες φωνές, κάποιες δυναμικές διαμαρτυρίες, για την κακοποίηση του λεκανοπεδίου από τους αγάδες της ΔΕΗ, για τα χωριά που εξαφανίστηκαν, για τα δηλητήρια που μας ποτίζουν, για τη ραδιενέργεια που σκοτώνει, για την πτητική τέφρα, για τα ραδιοϊσότοπα που έχουν εισχωρήσει και στη χλωρίδα της περιοχής, για το ξεκοίλιασμα του Αλφειού, για τους κρατήρες και τις χαβούζες, που μας μικραίνουν την ψυχή. Όλη την ώρα, μια ξύλινη γλώσσα ακουγόταν, που μιλούσε για το τι γίνεται στον πλανήτη γη και ειδικά στην Ευρώπη των μεταλλαγμένων προϊόντων. Μόνο ο πρόεδρος της “Παρεμβατικής” έκανε μια χλιαρή και σύντομη αναφορά στη ΔΕΗ κι αυτό ήταν όλο.
Ήταν απλά ένα στημένο σεμινάριο, με κλεμμένο υλικό απ’ τα νερόβραστα ντοκιμαντέρ της τηλεόρασης, που μιλάνε αόριστα για την καταστροφή του πλανήτη, χωρίς να κατονομάζουν τους υπεύθυνους. Ούτε ένας λόγος καθαρός, ούτε ένα σύνθημα, δεν ακούστηκε για τα εγκλήματα που συντελούνται στην πόρτα μας. Το μήνυμα που έπρεπε να βγει ήταν σαφές. Τα μεταλλαγμένα μας απειλούν άμεσα, εσείς σωπάστε. Υπάρχουν κι αλλού χειρότερα!
Σα γύρισα στο σπίτι μου θλιμμένος, άνοιξα ένα βιβλίο να διαβάσω και να παρηγορηθώ. Σιγά, σιγά η ματιά μου έφτασε στους αρχαίους πολίτες της Μεγαλόπολης. Τους κοίταζα μέσα απ’ τις σελίδες που διάβαζα και τους θαύμαζα που “είχαν έναν άλλο τρόπο ν’ αγαπούν, να πονούν, να αισθάνονται, να πολεμούν. Που είχαν το δικό τους βάθος της ματιάς, τις δικές τους ευαισθησίες, τις δικές τους καλαισθησίες”. Η σκέψη μου ξαναήρθε στις “απαθείς” μορφές της συγκέντρωσης των Μεγαλοπολιτών και μετά, σαν πουλί πετούμενο, πήγε και κάθισε πάνω στον μολυσμένο ορίζοντα της Κωνσταντινούπολης, για να φέρει ξανά μπροστά της εκείνες τις ψυχές, που κάποτε περιφρόνησε. Οι πρώτοι φάνταξαν στα μάτια μου, ότι βάδιζαν στέρεα πάνω στ’ αχνάρια της εποχής, αφού η τροφός ΔΕΗ τους παρέχει τα αναγκαία για να βολέψουν τη λειψή ζωή τους. Οι δεύτεροι, πεινασμένα θεριά, όχλος της άγριας ανατολής, λίγο τους ενδιαφέρει αυτό που λέγεται ρύπανση ή πολιτισμός.
Αν με ρωτήσεις ξένε θα σου πω, ότι είμαι απ’ αυτή την πατρίδα!
Κάλιο πεινασμένος, άγριος, πρωτόγονος, ακαταλόγιστος ανατολίτης, τούρκος του κερατά και βάρβαρος Αττίλας, παρά ένα υποκριτικό ανθρωπάριο εξαρτημένο από τα μικροσυμφέροντά του.
Πήγα στη συγκέντρωση της Μεγαλόπολης για να πάρω μιαν ανάσα καρδιάς, να σκούξω με τ’ άλλα αδέρφια μου, για τις θανάσιμες πληγές του λεκανοπεδίου, να διαμαρτυρηθώ για το αρχαίο θέατρο, που έχει θαφτεί στη σκιά των καμινάδων της ΔΕΗ. Αντί γι αυτό, συνάντησα την υποταγή, τους ΔΕΗ-βολεμένους, τους λιγνιτο-σεσημασμένους, τους απαθείς, τους πονηρούς, τους φοβισμένους απ’ το βλέμμα του Μεγάλου Αδελφού, που άκουγαν τις ομιλίες από απόσταση, κρυμμένοι πίσω από τα δέντρα. Συνάντησα ακόμη τους “μεταλλαγμένους” οικολόγους και τους συμβιβασμένους “Παρεμβατικούς”.
Κι’ εγώ που πίστευα ότι όλοι αυτοί ήτανε αστέρια…
Αιδώς, ω Μεγαλοπολίτες. Ντροπή !