Αρχική » Προκλήσεις για την Ελλάδα του σήμερα

Προκλήσεις για την Ελλάδα του σήμερα

από Άρδην - Ρήξη

του Νικόλαου Μπινιάρης, από το Άρδην τ. 100, Απρίλιος-Ιούνιος 2015

Το σκηνικό της παγκόσμιας ισορροπίας ή ανισορροπίας δυνάμεων, καθώς και οι γεωπολιτικές εξελίξεις των τελευταίων ετών έχουν επιταχυνθεί, αλλάζοντας τις απαιτήσεις για ασφάλεια στην περιοχή μας. Η Ελλάδα, μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, δείχνει εκ πρώτης όψεως να είναι ασφαλής. Ποια είναι όμως η πραγματικότητα;


Από το 2010 η χώρα βρίσκεται στη δίνη μιας τεράστιας οικονομικής κρίσης. Δεν είναι μόνον η συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 25% ή οι 1.300.000 άνεργοι, ως μεγέθη τα οποία πραγματικά πλησιάζουν τις απώλειες μετά από έναν πόλεμο. Η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μια κοινωνική και πολιτική κρίση την οποίαν αντιμετωπίζει για πρώτη φορά μετά το 1945. Η καίρια διαφορά από τότε είναι πως η χώρα δεν βρίσκεται σε εμφύλιο πόλεμο. Βρίσκεται όμως σε μία περιοχή η οποία είναι σε ρευστή και απροσδιόριστη κατάσταση.
Οι σταθερές της Ελλάδος είναι η γεωγραφική της θέση. Βρισκόμαστε στην άκρη των Βαλκανίων, δίχως στρατηγικό βάθος, μεταφορικά γαντζωμένοι πάνω σε βράχους λίγο πριν πέσουμε στη θάλασσα. Είμαστε στην Ευρώπη, αλλά η Ασία μας ακουμπάει όχι μόνον γεωγραφικά, αλλά και ιστορικά και πολιτισμικά. Και βέβαια ας μην ξεχνάμε πως η Αφρική και τα προβλήματά της είναι επίσης δίπλα μας.


Μεταπολεμικά έως και σήμερα η χώρα είχε μια δυνητική απειλή, κατά της εδαφικής ακεραιότητάς μας: την Τουρκία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε βέβαια το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, αλλά αυτό δεν είχε στόχο την Ελλάδα. Έτσι και αλλιώς αυτό το κεφάλαιο της ιστορίας έληξε το 1991. Σήμερα το κεφάλαιο αντιπαράθεσης Ρωσίας-ΗΠΑ και ΕΕ είναι ένα κακέκτυπο του τότε Ψυχρού Πολέμου το οποίο δυστυχώς μπορεί να καταλήξει σε μια κρίση, όχι μεταξύ των πρωταγωνιστών, αλλά των όσων καιροφυλακτούν, δηλαδή της Κίνας και της ισλαμικής κοσμογονίας.


Οι απειλές εναντίον μιας χώρας είναι κυρίως εδαφικές: μείωση της εθνικής της κυριαρχίας στην ξηρά, τον αέρα και τη θάλασσα. Υπάρχουν όμως και άλλες απειλές κατά μίας χώρας οι οποίες σήμερα έχουν αναδυθεί στο προσκήνιο και για τις οποίες θα μιλήσουμε πιο κάτω. Βέβαια, εν κατακλείδι, κάθε απειλή καταλήγει τελικά στη μείωση της εδαφικής ακεραιότητας και αυτονομίας της χώρας η οποία υφίσταται την επίθεση.


Η γεωγραφική θέση της δεν επέτρεψε ποτέ στην Ελλάδα να βρεθεί εκτός παγκοσμίων συρράξεων. Ακόμα δε περισσότερο, όταν οι συγκρούσεις είχαν να κάνουν με τις τοπικές ανακατατάξεις στον βαλκανικό χώρο. Στην πρώτη περίπτωση, η Μέση Ανατολή μας απασχόλησε ως θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων οι οποίες όμως είχαν βαρύτατες επιπτώσεις στη χώρα. Στον Α΄ΠΠ η περιπέτεια των Δαρδανελίων και η συμμετοχή μας ή μη σε αυτήν, όπως και στο βαλκανικό θέατρο επιχειρήσεων, μας δίχασαν και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Στον Β΄ΠΠ η προσπάθεια της αφρικανικής εκστρατείας του Άξονα δημιούργησε τις συνθήκες για την παρατεταμένη και σκληρότατη κατοχή της χώρας.
Πάντως, τότε, η εμπλοκή της Μ. Ανατολής και της χώρας μας σε πολέμους έγιναν κατόπιν των διενέξεων των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Αυτό δεν είναι πλέον αλήθεια. Η εμφάνιση του Ισραήλ και η πιο πρόσφατη ανάδυση του ισλαμικού ζητήματος έχει δημιουργήσει τις συνθήκες σύγκρουσης αμιγώς τοπικές, όπως αυτό συμβαίνει σε Ιράκ, Συρία, Λίβανο, Υεμένη και στην σύγκρουση σιιτών-σουνιτών.


Αυτός ο άξονας ο σχετικός με την ασφάλεια της χώρας όσον αφορά στη γεωγραφική μας γειτνίαση με αυτόν έχει πλήρως αποσταθεροποιήσει την περιοχή και αποτελεί τη δυνητική αιτία καταστροφών οι οποίες μπορεί να πάρουν α) τη μορφή ενός περιορισμένου πυρηνικού πολέμου β) πιο εμφανώς την καταστροφή χωρών και τη μετακίνηση εκατομμυρίων προσφύγων προς Ευρώπη μέσω Ελλάδος και γ) την αποσταθεροποίηση της Τουρκίας με απρόβλεπτες επιπτώσεις στο Αιγαίο και τη Θράκη.

Η πιθανότητα ενός πυρηνικού πολέμου στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου

Ακούγεται υπερβολικό πως η περιοχή μπορεί να γίνει θέατρο ενός πυρηνικού πολέμου, αλλά οι παράμετροι βρίσκονται εδώ. Το Ισραήλ κατέχει έναν αριθμό πυρηνικών όπλων, 60-80 κατά τα λεγόμενα των ειδικών. Η Περσία έχει ένα εκτεταμένο πυρηνικό πρόγραμμα για το οποίο της έχουν επιβληθεί οικονομικές κυρώσεις από τον ΟΗΕ και τις ΗΠΑ-ΕΕ. Πάνω σε αυτή την πραγματικότητα οι ΗΠΑ και η ΕΕ προχωρούν σε μια συμφωνία η οποία θα δεσμεύσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν σε αυστηρή επιτήρηση και ακύρωση των όποιων παραμέτρων ανάπτυξης πυρηνικών όπλων. Η συμφωνία φαίνεται πιθανή και ίσως μέσα στο καλοκαίρι υπογραφεί. Εναντίον της συμφωνίας αυτής είναι το Ισραήλ, αλλά και η Σαουδική Αραβία.

Το Ισραήλ πιστεύει, με τη νυν κυβέρνηση, πως το Ιράν αποτελεί υπαρξιακό κίνδυνο για αυτό. Μια συμφωνία η οποία θα αποκαθιστούσε το Ιράν ως κράτος αποδεκτό από τη διεθνή κοινότητα και με ανοικτές τις πύλες για ξένες επενδύσεις θα μετέτρεπε το νυν Ιράν σε έναν ισχυρό παράγοντα οικονομικής και πολιτικής επιρροής για ολόκληρη την περιοχή και έναν ισχυρό αντίπαλο για τη συνέχεια της ισραηλινής ηγεμονίας σε Μεσοποταμία και Βόρεια Αφρική. Το ισχυρό ισραηλινό λόμπυ στις ΗΠΑ προσπαθεί να ακυρώσει τη συμφωνία αν και πρόεδρος Ομπάμα έχει πίσω του την κοινή γνώμη.

Οι Σαουδάραβες από την άλλη πλευρά βρίσκονται σε κατάσταση νευρικής κρίσης σε σχέση με τη συμφωνία αλλά και σε σχέση με την αμερικανική πολιτική στην περιοχή. Η Αραβική Άνοιξη άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για το καθεστώς του Ριάντ και για τα Σεϊχάτα του Κόλπου. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα αναδύθηκε ως εχθρική εξέλιξη και στη συνέχεια ο εμφύλιος της Συρίας άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για όλα τα ακραία ισλαμιστικά κινήματα με πρωταγωνιστή την Αλ-Κάιντα και τις παραφυάδες της, έως τη στιγμή που στο προσκήνιο εμφανίστηκε η ISIS ή το Χαλιφάτο. Σε αυτή την εξελικτική φάση του ισλαμικού δράματος η Μέση Ανατολή πήρε τον δρόμο μιας ανεξέλεγκτής ιστορικής καμπής. Αυτό που αποτελεί το κύριο στοιχείο της νέας φάσης του ισλαμικού ζητήματος είναι η ανελέητη αντιμετώπιση κάθε μη ορθόδοξης σουνιτικής έκφανσης και κυρίως η παθολογική αντιπαλότητα με το σιιτισμό, εκφραστής του οποίου είναι το Ιράν και το νέο Ιράκ, δηλαδή το Ιράκ με σιιτική κυβέρνηση. Αποτέλεσμα αυτού είναι η ενίσχυση της φοβίας των Σαουδαράβων έναντι του Ιράν, μια και το Χαλιφάτο γίνεται ο εκφραστής του αντισιιτικού αγώνα και ταυτόχρονα απειλεί την ίδια τη Σαουδική Αραβία με τρομοκρατικές επιθέσεις οι οποίες στόχο έχουν την κατάλυση του καθεστώτος.

Σε αυτό το σκηνικό υπεισέρχεται το ζήτημα των πυρηνικών όπλων. Οι Σαουδάραβες είναι πεπεισμένοι πως το Ιράν επιζητεί με κάθε τρόπο την απόκτηση πυρηνικών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ίδια η Σαουδική Αραβία να αισθάνεται αδύναμη απέναντι σε ένα Ιράν με πυρηνικές δυνατότητες. Για κάποιους αναλυτές, οι Σαουδάραβες δεν θα επιζητήσουν ατομικά όπλα. Άλλοι θεωρούν πως οι Σαουδάραβες είναι έτοιμοι να αρχίσουν να στοχεύουν προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό μπορεί να το κάνουν είτε με ένα πρόγραμμα για ειρηνική χρήση πυρηνικής ενέργειας όπως το Ιράν, η με αγορά τέτοιων όπλων με προμηθευτή το Πακιστάν. Ένδειξη αυτού του σχεδίου είναι η απόκτηση κινεζικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς, οι οποίοι έχουν ικανότητα μεταφοράς και πυρηνικών κεφαλών.

Η απόκτηση πυρηνικών όπλων από τη Σαουδική Αραβία, σε περίπτωση που τα αγοράσουν από τους Πακιστανούς, θα γίνει εν κρυπτώ και εύκολα. Μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει ένα κλίμα πιθανού θερμού επεισοδίου μεταξύ Σαουδαράβων και Ιράν.

Ταυτόχρονα όμως, μετά τις εξελίξεις στη Συρία και Ιράκ, με το Χαλιφάτο να βρίσκεται στο προσκήνιο σε ολόκληρη την περιοχή, υπάρχει μια νέα απειλή. Όπως δήλωσε ο Πακιστανός πυρηνικός επιστήμων Pervez Hoodbhoy, η ριζοσπαστικοποίηση των ισλαμιστών στο Πακιστάν και στις τάξεις του στρατού ενέχει τον κίνδυνο να υποκλαπούν πυρηνικά όπλα από εξτρεμιστές.

Αυτή η δεύτερη απειλή για μεταφορά πυρηνικών όπλων στην Αραβική Χερσόνησο από την επέκταση του Χαλιφάτου τους τελευταίους δώδεκα μήνες γίνεται πιο πιθανή αν κανείς υπολογίσει τις σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ του Χαλιφάτου και των τζιχαντιστών σε Πακιστάν και Αφγανιστάν. Μερικές από αυτές τις ομάδες έχουν δηλώσει πίστη στο Χαλιφάτο.

Βλέπουμε, λοιπόν, πως η περιοχή δεν είναι πλέον ασφαλής από έναν πυρηνικό «ατύχημα». Θα πρέπει να προστεθεί σε όλα τα παραπάνω η αλλαγή των σχέσεων ΗΠΑ και των παραδοσιακών της συμμάχων οι οποίοι πλέον θεωρούν πως η υπερδύναμη τους έχει εγκαταλείψει. Αυτός είναι και ο λόγος που η Σαουδική Αραβία και ο νέος βασιλιάς της επενέβησαν στρατιωτικά στην Υεμένη. Είναι η πρώτη φορά που οι Σαουδάραβες χρησιμοποιούν στρατιωτικά μέσα αντί για οικονομικά για να αλλάξουν πολιτικά την περιοχή. Η απειλή μιας Υεμένης με σιιτικές εστίες ισχύος και μια Αλ Κάιντα σε λειτουργική ετοιμότητα έχει κάνει το Ριάντ νευρικό και καχύποπτο για όλα και για όλους.

Αν οι ΗΠΑ και οι 3+3 καταφέρουν τελικά να συμφωνήσουν με το Ιράν και να αρθούν οι κυρώσεις, τότε θα δούμε το διπλωματικό και στρατιωτικό παιγνίδι στην περιοχή να βαθαίνει και να απλώνεται σε μεγαλύτερη έκταση. Κανείς βέβαια δεν πρέπει να παραγνωρίζει τις οικονομικές παραμέτρους, όπου οι Σαουδάραβες και τα Εμιράτα έχουν βαθιές τσέπες, αλλά βρίσκονται στην ουσία σε κατάσταση άμυνας. Βέβαια το Πακιστάν αρνείται πως θα πουλήσει ατομικά όπλα στη Σαουδική Αραβία, αλλά αυτό είναι ζήτημα που δεν μπορεί να το εγγυηθεί κανείς.

Το σκηνικό γίνεται πιο πολύπλοκο λόγω Τουρκίας και των σχέσεών της με την Τεχεράνη και την Αίγυπτο, όπως και την αντιπαλότητά της προς το Ισραήλ. Με τόσες παραμέτρους αστάθειας η περιοχή κάθε άλλο παρά το παρελθόν θυμίζει και αυτό ανοίγει ένα ολόκληρο νέο μέτωπο για την Ελλάδα και την ασφάλειά της.

Βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα σελίδα στην περιοχή, όπου το γνωστό σενάριο Ισραήλ – Παλαιστίνη – Άραβες έχει πλέον μπει στο περιθώριο και οι νέες προκλήσεις για όλους δεν έχουν προηγούμενο. Αν και είναι εύκολο και ιδεολογικά προσφιλές να εξηγούν πολλοί τις εξελίξεις ως ένα νέο ιμπεριαλιστικό σχέδιο, η αλήθεια είναι πιο σύνθετη. Η περιοχή βρίσκεται σε μια ιστορική έκρηξη η οποία δεν μπορεί να κατηγοριοποιηθεί με νοήματα γνωστών γενικών θεωριών. Ως εκ τούτου, η πολιτική της ΕΕ και των ΗΠΑ, καθώς και της Ελλάδος, πρέπει να επανασχεδιαστεί ριζικά πριν οι εξελίξεις πάρουν το σχήμα μιας αμμοθύελλας η οποία μπορεί να σαρώσει τα πάντα στην περιοχή.

Οι μετακινήσεις πληθυσμών ως βασική απειλή για την Ελλάδα

Το κύμα που συγκρότησε το φαινόμενο της παράνομης μετανάστευσης και ξεκίνησε από την πτώση του σοβιετικού μπλοκ δεν αποτελεί πια σήμερα μια περιορισμένη μετακίνηση των Ανατολικοευρωπαίων και των Βαλκάνιων λόγω του ανοίγματος των συνόρων και της οικονομικής τους κατάστασης, αλλά μια τεράστια μάζα ανθρώπων από Ασία και Αφρική, η οποία δεν έχει καμία πολιτιστική σχέση με την Ευρώπη ή την Ελλάδα, ούτε καμία δυνατότητα να ενσωματωθεί σε αυτές σε σύντομο χρονικό διάστημα τη στιγμή μάλιστα όπου ο ευρωπαϊκός Νότος βρίσκεται σε ύφεση με μεγάλη ανεργία και υπολείπεται σε ανάπτυξη από τον βορρά.

Οι μεταναστεύσεις σε σημαντικούς αριθμούς που αυτή τη στιγμή βιώνουμε δεν είναι μια απλή αναζήτηση καταφυγίου, αλλά μετατρέπεται εν τοις πράγμασι σε εισβολή. Είναι μια ειρηνική εισβολή με ανθρωπιστικά αιτήματα για καταφύγιο-σωτηρία από πολέμους, αλλά και από οικονομικές συνθήκες οι οποίες δεν επιτρέπουν την επιβίωση των μεταναστών στις χώρες τους. Και, βέβαια, πρέπει να σημειώσουμε εδώ πως ένας αριθμός μεταναστών-προσφύγων αναγκάζεται να μετακινηθεί διότι απειλείται είτε θρησκευτικά, είτε ιδεολογικά, είτε πολιτιστικά, είτε πολιτικά, είτε ως εθνότητα ή μειονότητα. Σε πολλά μέρη της Αφρικής και της Ασίας ακραία στοιχεία έχουν περάσει σε ανεξέλεγκτη βία κατά μειονοτήτων παντός είδους και αναγκάζουν ολόκληρες κοινότητες να γίνουν πρόσφυγες.

Αυτή η πραγματικότητα για την Ελλάδα αποτελεί έναν κίνδυνο ο οποίος έχει βέβαια υποβαθμιστεί λόγω των εγγενών οικονομικών προβλημάτων της χώρας, αλλά δυστυχώς δεν απομακρύνεται μόνον διά της αποστροφής του βλέμματός μας από αυτόν. Ο κίνδυνος δεν είναι ορατός και άμεσος όσο κρατάει η αγωνία μιας πτώχευσης και της εξόδου της Ελλάδος από το ευρώ και την ΕΕ. Επειδή αυτό είναι δύσκολο να αποφευχθεί για πολλούς λόγους, η χώρα θα βρεθεί με αριθμούς ανθρώπων οι οποίοι δεν θα έχουν καταφύγιο, τροφή και ασφάλεια σε μια χώρα σε κρίση με πολλαπλές οικονομικές επιπτώσεις. Πέραν αυτού, οι μεγάλοι αριθμοί δημιουργούν μια δική τους δυναμική η οποία θα αναγκάσει τις μάζες αυτές να απαιτήσουν τα ελάχιστα προς το ζην και θα βρεθούν στην ίδια μοίρα ως μειονότητες όπως ήσαν στις περιοχές απ’ όπου έφυγαν. Δημιουργία μειονοτήτων δεν αποτελεί εκδημοκρατισμό, αλλά οπισθοδρόμηση προς μια διασπασμένη και με αντιπαλότητες κρατική οντότητα, η οποία θα αναγκαστεί να καταφύγει στη βία όσο και αν αυτό ακούγεται απεχθές. Στην Ελλάδα υπάρχει οντολογικός κίνδυνος, δηλαδή η αλλοτρίωση της ταυτότητός της, αλλά και υπαρξιακός κίνδυνος, δηλαδή απώλεια ελέγχου της αυτονομίας της και της εσωτερικής της ασφάλειας με κατάληξη την απώλεια της εθνικής της κυριαρχίας.

Το Βαλκανικό μέτωπο

Στα Βαλκάνια αυτή την περίοδο, οι αλβανικοί πληθυσμοί στο Κόσοβο, την ΠΓΔΜ και το Μαυροβούνιο βρίσκονται σε αναταραχή γύρω από αιτήματα τα οποία περιέχουν οικονομικά προβλήματα, ανεργία και την ιδεολογία της Μεγάλης Αλβανίας. Πρόσφατα οι συγκρούσεις στη ΠΓΔΜ μεταξύ Αλβανών από το Κόσοβο και δυνάμεων ασφαλείας είχε σαν αποτέλεσμα αρκετούς νεκρούς και μια τελετή αναγνώρισης των νεκρών ως μελών του UCK σε στάδιο της Πρίστινας. Στις 6/6/2015 η ΠΓΔΜ απαγόρευσε την εισαγωγή λαχανικών από την Αλβανία. Τα Βαλκάνια μετά τις εθνικιστικές και θρησκευτικές καταστροφές του ’90 δεν δείχνουν να έχουν γυρίσει σελίδα παρ’ όλο που η ΕΕ έχει παρέμβει με οικονομικά καρότα και μαστίγια και οι ΗΠΑ διατηρούν τη νατοϊκή επιτήρηση στην περιοχή. Η Ρωσία κατηγόρησε τις συγκρούσεις στην ΠΓΔΜ ως μια νέα χρωματιστή επανάσταση λόγω της ανακοίνωσης του Turkish Stream και της διέλευσής του από τα Σκόπια.
Σε κάθε περίπτωση στα Βαλκάνια, πέραν των οικονομικών προβλημάτων Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Σερβίας, Ελλάδος και Αλβανίας, το αποτυχημένο εγχείρημα της δημιουργίας ενός βιώσιμου κράτος στο Κόσοβο έχει αρχίσει να δείχνει τον αποσταθεροποιητικό παράγοντα ενός αλβανικού εθνικισμού ο οποίος ως παράδειγμα ενός ανεκπλήρωτου οράματος μέχρι στιγμής δεν θα κατασιγάσει έως ότου φτάσει σε μια κάποια φάση ολοκλήρωσης. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν θα θέσει ζήτημα συνόρων και μειονοτήτων με την Ελλάδα. Σε αυτή την περίπτωση, όπως ήδη συνέβη με την αμφισβήτηση των χωρικών μας υδάτων και της υφαλοκρηπίδας, η Ελλάδα θα βρεθεί σε μια κατ’ ευθείαν απειλή, η οποία θα μπορέσει να αντιμετωπισθεί μόνον μέσω ΕΕ και ΝΑΤΟ. Εάν τα δύο αυτά σταθερά σημεία αναφοράς της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ακυρωθούν για κάποιους λόγους, τότε η σταθερότητα στην περιοχή θα περάσει σε ένα παιγνίδι ανταγωνισμών ΕΕ, ΗΠΑ, Ρωσίας και ίσως Κίνας, πράγμα το οποίο θα μετατρέψει την περιοχή σε μια νέα εστία ανάφλεξης συγκρούσεων. Δεν πρέπει καθόλου να υποτιμάται η ρεβανσιστική προδιάθεση των Σέρβων μετά από τη βίαιη απόσχιση του Κοσόβου μέσω της παρέμβασης της Δύσης. Εάν λοιπόν η αντιπαράθεση Ρωσίας, ΗΠΑ και ΕΕ η οποία αναδύθηκε λόγω Ουκρανίας δεν εξομαλυνθεί, τα Βαλκάνια θα μετατραπούν σε ένα νέο πεδίο αντιπαράθεσης όπου Βουλγαρία, Αλβανία, Ρουμανία, Κροατία θα βρίσκονται δίπλα στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ και η Σερβία και μια αποκομμένη Ελλάδα θα σχηματίζουν μια αβέβαιη και απροσδιόριστη παράταξη δίπλα στη Ρωσία, με μια ΠΓΔΜ σε εμφύλιο.

Δεν πρέπει επίσης να παραγνωρίζεται πως η εμπλοκή μας στα Βαλκάνια, με ταυτόχρονη εμπλοκή των μεγάλων δυνάμεων, μόνο δεινά θα επιφέρει στη χώρα μας. Σε κάθε περίπτωση, οι σχέσεις των Δυτικών με την Τουρκία θα καθορίσουν και τις σχέσεις τους με εμάς.

Προς το παρόν, οι ΗΠΑ δεν έχουν εγκαταλείψει τον παράγοντα Ελλάδα. Είναι ενδιαφέρον πως το think tank Stratfor σε πρόσφατη ανάλυση θεωρεί πως οι ΗΠΑ δεν μπορούν να χάσουν την Ελλάδα τη στιγμή που είναι γνωστό πως το συγκρότημα αυτό είναι άκρως φιλοτουρκικό και πως σε άλλη ανάλυση, λίγα χρόνια, πριν θεωρούσε πως η Ελλάδα είναι μόνη και δεν έχει πλέον καμία γεωστρατηγική αξία για τη Δύση.

Είναι προφανές πως η Ελλάδα έχει αποκτήσει μια ιδιαίτερη γεωστρατηγική σημασία με την άνοδο του Χαλιφάτου, την κρίση στην Ουκρανία και μια Τουρκία η οποία, λόγω Ερντογάν δεν είναι πλέον ένας σίγουρος σύμμαχος της Δύσης εφόσον έχει μια δική της ατζέντα, η οποία δεν συνάδει σε πολλά σημεία με αυτή των ΗΠΑ και ΕΕ.

Εν κατακλείδι, για εμάς οι εξελίξεις αυτές είναι ταυτόχρονα μια ευχή και μια κατάρα. Στην οικονομική αδυναμία που βρισκόμαστε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το νεοαποκτηθέν πλεονέκτημά μας, αλλά με σωφροσύνη. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορούμε να επιδεικνύουμε τη διάθεσή μας να βρούμε αλλού τη λύση των προβλημάτων μας, αφήνοντας τις ήδη υπάρχουσες συμμαχίες να ατονήσουν ή και να εκπέσουν. Δεν μπορούμε βέβαια να είμαστε «χρήσιμοι» αν δεν έχουμε λογικά ανταλλάγματα σε αυτήν τη στιγμή της ανάγκης μας. Για να υπάρξει μια συνεννόηση, πρέπει να δοθούν και ανάλογες αντιπαροχές οι οποίες να διευκολύνουν τις εκατέρωθεν υποχωρήσεις και τη δημιουργία συναντίληψης.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ο κίνδυνος να παίξουμε το παιγνίδι πέραν των ορίων των δυνάμεών μας και του ειδικού μας βάρους. Αυτό μπορεί να έχει βαρύτατες συνέπειες για τη χώρα. Από εσωτερική διαίρεση, διάσπαση του εθνικού χώρου με ανακηρύξεις αυτόνομων περιοχών, έως και κατάληψη εδαφών από χώρες όπως Αλβανία ή Τουρκία, ακόμα και από Βουλγαρία σε πιο ακραίες περιπτώσεις.

Η γεωγραφία της χώρας ήταν ανέκαθεν το ισχυρό της χαρτί για τον πολιτισμό και την ανάπτυξή της, αλλά ταυτόχρονα και η κατάρα της σε περιόδους αστάθειας και μεγάλων ανακατατάξεων σε περιοχές με μεγάλους πληθυσμούς και μεγάλα συμφέροντα. Ο σιμούν της ερήμου έχει ήδη σκοτεινιάσει τον ορίζοντα. Δυστυχώς, περί άλλα τυρβάζομεν.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ