του Χ. Ομέρ, από το Άρδην τ. 12, Φεβρουάριος-Μάρτιος 1998
Μου είναι αδύνατον να θύμηθώ πότε πρωτοαναρωτήθηκα για τη γλώσσα και την καταγωγή µου. Μικρός, στο χωριό, νόμιζα πως όλα ήταν απλά και δεδοµένα, Ποµάκοι ήμασταν. Και πήγα στο σχολείο όπου άρχισα να µαθαίνω ξένες γλώσσες: ελληνικά, τούρκικα, αράβικα, µόνο τῃ γλώσσα που µιλούσα δεν µάθαινα αλλά και δεν μπορούσα να την διαβάσω, γιατί ήταν άγραφη.
Έφυγα στην Ἀθήνα, φοίτησα σε σχολή τουριστικών επαγγελµάτων, δούλεψα κάποια χρόνια, επέστρεψα τελικά στην Κομµοτηνή. Το χωριό µου ήταν το ίδιο ξεχασμένο, Οἱ άνθρωποι πάντα στο περιθώριο, η γλώσσα µας ακόµα σχεδόν ντροπή. Όμως κάτι ελάχιστο Και µεγάλο µαζί είχε γίνει: ο Ριντβάν Καραχότζα, ένας Ποµάκος από την Ξάνθπ, είχε γράψει (Και εκδώσει µε την βοήθεια του Δ΄ Σώματος Στρατού) ένα ελληνοπομακικό λεξικό. Ἀμέσως σκέφτηκα να κάνω το επόμενο βήμα: ένα βιβλίο για τα µικρά ποµακόπουλα, ένα αναγνωστικό. Η ευτυχής σύμπτωση της γνωριµίας µου µε τον κ. Πρόδρομο Εμφιετζόγλου έκανε το όνειρο πραγματικότητα Και τον Ιούνιο του 1997 παρουσιάσαµε µε τον φίλο Αϊντίν Μουμίν το πρώτο ποµακικό αναγνωστικό.
Όσο διάστηµα δουλεύαµε αλλά και µετά την έκδοση του Άναγνωστικού, έκανα μεγάλα όνειρα. Σκεφτόµουν ότι το βιβλίο θα περάσει σιγά-σιγά στην Ειδική Παιδαγωγική Ακαδημία της Θεσσαλονίκης Και από ΄κει στα σχολεία των χωριών µας. Ότι το ελληνικό κράτος θα βοηθήσει την προσπάθεια, ότι θα ασχοληθούν µε το θέµα όλοι εκείνοι οἱ επώνυμοι που Κάθε τόσο θυμούνται τους Πομάκους της Θράκης, όταν μιλάνε για τη μειονότητα, ότι φίλοι και γνωστοί θα µας συγκαρούν για τη δουλειά µας, θα συγκινηθούν που γράφτηκε η λαλιά µας για πρώτη φορά στην Ἱστορία.
Ἡ αλήθεια ήταν τραγικά διαφορετική. Το ελληνικό κράτος δεν έδειξε το παραμικρό ενδιαφέρον, την παραμικρή διάθεση να βοηθήσει. Κάποιοι επώνυμοι περιορίστηκαν στα συγχαρητήρια της πρώτης παρουσίασης κι έκτοτε ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Η αγάπη των απλών ανθρώπων δυστυχώς δεν αρκούσε για να προχωρήσουμµε.
Άυτοί ωστόσο που έδειξαν αληθινό ενδιαφέρον ήταν άλλοι: η λεγόμενη Συμβουλευτική Ἐπιτροπή της Μειονότητας (παλιοί και νέοι βουλευτές, πρόεδροι μειονοτικών συλλόγων, Ψευτομουφτήδες, εκπρόσωποι τοπικής αυτοδιοίκησης) χαρακτήρισε σε ανακοίνωσή της την έκδοση του Ἀναγνωστικού σαν “μια ύπουλη προσπάθεια του Κράτους για αφομοίωσπ της μειονότητας”.
Για δύο µήνες η προηγούµενη ανακοίνωση δεν είχε συνέχεια. Με µια συνέντευξή µου στην τουρκόφωνπ “Μπατί Τράκια Εξπρές” τερματίστηκαν οι ελπίδες τους να συγκαλυφθεί το θέµα και ξεσπκώθηκε το σύμπαν. Μου ζητούσαν συνάντηση άγνωστοί µου ιµάμηδες, µε έψαχναν δηµοσιογράφοι της “Σαμπάχ”, µάθαινα ότι ο Τούρκος Πρόξενος ήθελε Φωτογραφία µου, γίνονταν κηρύγµατα σε τζαμιά εναντίον µου, “σινιστούσαν” στον Κόσμο στα Καφενεία να αποφεύγουν το κατάστηµά µου. Διέδιδαν ότι βαφτίστηκα Χριστιανός, ότι είμαι αγράµµατος, ότι είναι θέµα χρόνου να µε σκοτώσουν, ότι δεν πρέπει κανείς να μου μιλάει γιατί “τους πούλησα” (ποιους άραγε;). Δεν έµεινε οὔτε ένα ποµάκικο χωριό της Ῥοδόπης που να µην “υπέγραψε” καταγγελία σε βάρος µου, γιατί, λέει ανέφερα τους Ποµάκους ως “απόγονους του Μεγάλου Άλεξάνδρου και των Βυζαντινών”. Αξίζει να σηµειωθεί ότι σε όσες περιπτώσεις το ερεύνησα, διαπίστωσα ότι Κανένας σχεδόν στο χωριό που µε κατήγγειλε δεν ειχε Ιδέα περί του θέματος, ενώ δύο και µόνον άτοµα µάζεψαν τις “διαμαρτυρίες” πέντε χωριών της περιοχής του Κέχρου, χωρίς να ξέρουν τίποτε οἱ Κάτοικοι. Ἀποκορύφωµα του κλίματος τρομοκρατίας ένα εµπρηστικό δημοσίευμα της φασιστοφυλλάδας “Ἱλερί” που προκάλεσε νυχτερινά ανώνυμα τηλεφωνήματα στο σπίτι µου, που απειλούσαν τη ζωή της γυναίκας μου Και του οκτάµηνου παιδιού μου. φτάσαμε στο τραγελαφικό σηµείο Έλληνας αστυνομικός να έρθει φιλικά να µου συστήσει να ζητήσω συγγνώµπ από τον Τούρκο Πρόξενο, για να ησυχάσω!
Συγγνώμη φυσικά δεν ζήτησα από κανέναν και πέρασα στην επίθεση. Με επιστολή-πρόκληση στις µειονοτικές εφημερίδες προσπάθησα να αποκαταστήσω την αλήθεια και ζητούσα από όποιον έχει κάτι εναντίον µου να έρθει σε δημόσιο διάλογο µαζί μου σε ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό σταθμό, μπροστά σε όλον τον κόσµο. Πουθενά δεν δηµοσιεύτηκε (εκτός από ένα σχόλιο στο θρησκευτικό περιοδικό “Χακκά Νταβέτ”) και καμμία απάντηση δεν υπήρξε. Ἀναγκαστικά το έδωσα στις ελληνόφωνες εφηµερίδες έναν µήνα µετά, καταγγέλοντας τις τουρκοφυλλάδες που κάθε εβδομάδα διαμαρτύρονται για την αντιδηµοκρατική αντιµετώπισῃ της μειονότητας στην Ελλάδα.
Και την επιστολή μου µεν την έθαψαν, όµως εκείνο που τους τσάκισε Και δεν μπόρεσαν να πολεμήσουν ήταν η εφημερίδα µας η “Ζαγάλισα”, που κυκλοφόρησε (πάλι χάρη στην “ΜΗΧΑΝΙΚΗ”) από το “Κέντρο Ποµακικών Ερευνών” για πρώτη φορά τον περασµένο Οκτώβριο. Εδώ ούτε επίσηµες ανακοινώσεις μπορούσαν να βγάλουν, ούτε ομαδικές δια-αρτυρίες χωριών. Όσον αφορά το προσκήνιο περιορίστηκαν στις δηλώσεις κάποιων επώνυμων ανθρώπων της μειονότητας (του στυλ “δεν µας αφορά”, “δεν γνωρίζω”, κ.λπ.), εγώ παρασκπηνιακά π γνωστή Συμβουλευτική Ἐπιτροπή όργωσε τα χωριά µας, για να συστήσει στους Πομάκους να μην δέχονται την εφημερίδα µας που τους αποστελλόταν και να την επιστρέφουν αµέσως. Ορισμένοι -θέλοντας ή µῃ– υπάκουσαν και είχαμε επιστροφές, µερικές μάλιστα µε απειλητικά ή υβριστικά σημειώματα. Ἡ συντριπτική πλειοψηφία, ωστόσο, δέχτηκε µε ενθουσιασμό την “Ζαγάλισα”, είχαμε τηλεφωνήματα συµπαράστασης από τα περισσότερα χωριά µας, προσφορά εθελοντικής εργασίας, αναζητούσαν τα φύλλα που –εξατίας κάποιου εγκάθετου– δεν έφταναν. Προβλήµατα βέβαια συνεχίζουμε να ᾱντιμετωπίζουµε, όµως προχωράµε και δυναμώνουμε και πλέον ούτε ο κόσμος µπορεί να αστύοµεύεται, όπως πριν, ούτε οἱ εξελίξεις να χειραγωγούνται.
Οι Ποµάκοι της ελληνικής Θράκης είναι µια πραγµατικότητα που τώρα μόλις αναδύεται. Θεωρώ µεγάλη µου τιµή που υπήρξα από τους πρωταγωνιστές της εξέλιξης αυτής Και όλο το τεράστιο Κόστος που είχε για µένα αὖτά π αντιπαράθεση σβήνει στα µάτια µου, όταν σκέφτομαι την Κατάσταση λίγα χρόνια µετά, όταν η γλώσσα µας θα έχει πάρει τη θέση της στην εκπαίδευση, στα ΜΜΕ, στην καθημερινότητα. Όταν θα είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωµένοι οἱ μουσουλμάνοι βουλευτές της περιφέρειάς µας να αναφέρουν επιτέλους το όνοµά µας. Όταν οι Ποµάκοι, χωρίς κανένα αίσθηµα φόβου ή ντροπής αλλά µε γνώση και αυτοσυνειδήσία, θα μπορούν να ζήσουν και να δημιουργήσουν στον τόπο τους.
Ο Χαμδά Οµέρ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας µαζί µε τον Μουμίν Αϊντίν του ποµακικού Ἀναγνωστικού. Εκδίδει την ποµακική εφημερίδα “Ζαγάλισα”.
Κομοτηνίή, 17-1-1998
1 ΣΧΟΛΙΟ
Δεν μας γραφετε τι ακολουθησε απο τοτε μεχρι σημερα (2020). Ποιος ευθυνεται για οποιαδηποτε αρνητικη εξελιξη; Θα βαλουμε επιτελους μυαλο;