του Ν. Λεοντόπουλου, από το Άρδην τ. 28, Δεκέμβριος 2000-Ιανουάριος 2001
ν θα μπορούσαν να φαντασθούν αυτοί, που προεκλογικά σχεδίαζαν πως θα υλοποιήσουν το “δεύτερο κύμα του εκσυγχρονισμού” κατ’ επιταγή της ΟΝΕ και της αμερικάνικης “παγκοσμιοποίησης”, την τύχη των σχεδιασμών τους αλλά και αυτών των ίδιων.
Οι εργασιακές σχέσεις, το ασφαλιστικό, οι ιδιωτικοποιήσεις, η υλοποίηση εις βάρος μας της αμερικανόπνευστης ελληνοτουρκικής “προσέγγισης” αποτελούσαν το βασικό περιεχόμενο του “δεύτερου κύματος”, θεωρούσαν ότι, όπως στηρίχθηκε η πρώτη τετραετία της νεοδεξιάς διακυβέρνησης Σημίτη, έτσι θα συνέβαινε και με την επόμενη. Όλοι οι παράγοντες που τη στήριξαν σε συνδυασμό με τον επιτυχή, σ’ ένα βαθμό, παραμερισμό της συλλογικότητας του ελληνικού λαού, που δεν αντέδρασε ουσιαστικά στο “πρώτο κύμα”, τους έκανε να φαντάζονται “περιπάτους”.
Κι όμως κινδύνευσε να χάσει τις εκλογές , παρά τη σκανδαλώδη εύνοια των ξένων, του κεφαλαίου, των ΜΜΕ, απέναντι σε μια ΝΔ στη γωνία, υπονομευόμενη συνεχώς εκ των ένδον και χωρίς πολιτική. Παραμερίστηκε τότε η εικόνα του σοβαρού και αποφασιστικού Σημίτη, που αψηφά το πολιτικό κόστος προκειμένου να εφαρμόσει την πολιτική του. Το “Ελντοράντο” της ΟΝΕ, μοναδική άλλωστε πολιτική του Σημίτη, δεν αρκούσε για να προσελκύσει τα θύματα της. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Και επιδόθηκε σαν πανικόβλητος πολιτικάντης σε πλειοδοσία με τα δεκαχίλιαρα και τις συντάξεις. Σ’ εκμαυλισμό των πάντων προκειμένου να μη χάσει. Πύρρειος νίκη ήταν το εκλογικό αποτέλεσμα. Όσοι υπολόγιζαν μέσα κι έξω από τη χώρα ότι η νεοδεξιά στην Ελλάδα (κατ’ εικόνα και όχι ομοίωση με τη νεοδεξιά δυτικοευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία) είναι το ασφαλέστερο (και μακροβιότερο) όχημα για την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους έπαψαν πλέον να είναι βέβαιοι. Το πολιτικό σύστημα, που με τόση επιμέλεια έχτισαν, δεν επιθυμούν να έχει αναποτελεσματικούς πρωθυπουργούς και μάλιστα μιας χρήσης. Οι διεργασίες ξεκίνησαν.
Νέες εργασιακές σχέσεις: εργασία η άνθρωπος;
Μερικά από τα κυβερνητικά στελέχη δεν το συνειδητοποίησαν αμέσως, όπως ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, που μετεκλογικά με κεκτημένη ταχύτητα δήλωνε αγέρωχος για την αναγκαιότητα ενός ακόμη “μονόδρομου”, αυτού της δραστικής αλλαγής των εργασιακών σχέσεων. Βέβαια, όταν αργότερα αντελήφθη περί τίνος πρόκειται, ανέκρουσε πρύμναν στην εφαρμογή του “δεύτερου κύματος”.
Είχε υπόψη του τη βασική γραμμή που υπαγορεύει το διεθνές τραπεζικό και χρηματιστικό κεφάλαιο. Δηλ. ότι οι εργαζόμενοι πρέπει ν’ αποβάλουν την προσωπικότητά τους και η ζωή τους να εναρμονίζεται και να εξαρτάται από τα εργοδοτικά συμφέροντα. Οι υπόλοιποι θα προορίζονται ν’ αποτελούν το περιθώριο, “τα σκουπίδια της ευημερίας”.
“Το πρωί εφημεριδοπώλης, το μεσημέρι λογιστής και το βράδυ δάσκαλος”. Ένα πρότυπο σχήμα “ελαστικών” εργασιακών σχέσεων, που ευαγγελίζονται οι εμπνευστές της παγκοσμιοποίησης και του εοκικού κακέκτυπού της, της ΟΝΕ. Ώστε να διαχυθεί στην κοινωνία ο ατομισμός, η ανασφάλεια, το άγχος και ο φόβος του περιθωρίου, που απομακρύνει τη συλλογική αντίδραση. Η γραμμή αυτή αφορά βεβαίως παραγωγικές οικονομίες με στόχο την ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των κερδών και κατ’ επέκταση της κυριαρχίας του κεφαλαίου. Ειδικότερα αφορά: -Τις παραδοσιακές επιχειρήσεις, που λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης, περιορίζουν τις θέσεις εργασίας ανειδίκευτου προσωπικού και τις αναπληρώνουν με μικρότερο αριθμό μεσαίων στελεχών πλήρους ή μερικής απασχόλησης.
-Τις ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις του δημοσίου, που είναι σ’ ένα σημαντικό βαθμό μονάδες έντασης εργασίας, που χρειάζονται μεγάλο αριθμό ανειδίκευτου ή μερικώς ειδικευμένου προσωπικού πλήρους ως και υπερωριακής απασχόλησης. -Τις επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας που έχουν περιορισμένες θέσεις υψηλής ειδίκευσης πλήρους ή μερικής απασχόλησης. -Τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων με στόχο των περιορισμό των δαπανών και θύματα τους εργαζόμενους, που είτε απολύονται (συνήθως κατά χιλιάδες), είτε υποχρεώνονται σε υποδεέστερη εργασιακή και οικονομική θέση.
Ψευδεπίγραφο
Το εγχείρημα στην Ελλάδα ανέλαβε ο πρωθυπουργικός υπουργός. Με εφόδιο την “μακροχρόνια φιλία”. Αυτό αρκούσε. Γι’ αυτό, άλλωστε, δεν είναι ούτε κομματικό μέλος. Τα μέτρα προωθούνται, όχι επειδή εξυπηρετούν, έστω, ελληνικά εργοδοτικά συμφέροντα. Με το εργασιακό καθεστώς, που ισχύει τώρα, οι μεγάλες, κυρίως, επιχειρήσεις αύξησαν τα κέρδη τους κατά 300 % (!)
Καμώθηκε ο πρωθυπουργικός υπουργός ότι κόπτεται για τους ανέργους. Υπολόγιζε μάλιστα πριν το καλοκαίρι πόσοι θα μένουν άνεργοι για κάθε μήνα καθυστέρησης ισχύος του νέου εργασιακού. Όταν με το νομοσχέδιο αυξάνονται οι απολύσεις και καταργείται, στην ουσία, η υπερωριακή αμοιβή (11 ώρες χωρίς υπερωρία την ημέρα). Έτσι ισχυρίζονται, ότι θα δημιουργηθούν 100.000 νέες θέσεις εργασίας σε δύο χρόνια (τότε που προβλέπουν να κάνουν εκλογές), δηλ. κι άλλα κέρδη με θύματα μονίμως τους εργαζόμενους.
Στην πραγματικότητα τα μέτρα θα ευνοήσουν μόνο τις μεγάλες ξένες αλυσίδες καταστημάτων, που απασχολούν χαμηλόμισθο προσωπικό (μισθοί έως 200.000 δρχ.) καθώς και το ξένο, κατά τεκμήριο, κεφάλαιο που ετοιμάζεται ν’ αναλάβει τις προς ιδιωτικοποίηση δημόσιες επιχειρήσεις, αν τελικά πραγματοποιηθούν. Το νομοσχέδιο δεν ασχολείται με τα πραγματικά προβλήματα στο χώρο των εργασιακών σχέσεων, που απορρέουν από τη μεταπρατική και μη παραγωγική φύση της οικονομίας μας. Οι εργαζόμενοι στη χώρα μας, για το λόγο αυτό, καλύπτουν ένα φάσμα κοινωνικών στρωμάτων και δεν αποτελούν, κατά την κλασική έννοια, μία κοινωνική τάξη.
Ανθεί το φαινόμενο της ανειδίκευτης “μαύρης” εργασίας, που καλύπτεται από λαθρομετανάστες. Δεν προβλέπεται κανένα μέτρο προγραμματισμού εργασιακής και κοινωνικής ένταξής τους, που να περιορίζει την εκ-μετάλλευσή τους. Όλα αφήνονται στη τύχη τους.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, είναι παροχής υπηρεσιών, ενώ η βιομηχανική παραγωγή είναι ήσσονος σημασίας. Το προσωπικό τους είναι ειδικευμένο μέσης και υψηλής ειδίκευσης, που ενώ παρέχει μισθωτή εργασία, υποχρεώνεται, τις περισσότερες φορές, να αμείβεται, όχι με μισθό αλλά, με δελτία παροχής υπηρεσιών ή με σύμβαση έργου κ.λ.π. Έτσι καταστρατηγούνται τα ασφαλιστικά και εργασιακά (αποζημίωση κ.λ.π.) δικαιώματα και ταυτόχρονα χειμάζονται τα ασφαλιστικά ταμεία.
Το νομοσχέδιο στη δίνη των εξελίξεων
Ευελπιστούσαν ότι το εργασιακό θα περνούσε αβρόχοις ποσί, όπως άλλα αντίστοιχα κατά την πρώτη τετραετία. Οι καιροί όμως δεν είναι πια ίδιοι. Η αβεβαιότητα για το μέλλον Σημίτη σε συνδυασμό με τις αμερικανικές εκλογές (αναμένουν αλλαγές στα πρόσωπα που θα στηρίξουν οι αμερικάνοι) αλλά και η πραγματική, σ’ ένα βαθμό, ενδοκομματική συνδικαλιστική αντίδραση άλλαξαν την πολιτική κατάσταση. Κορυφαία κυβερνητικά και κομματικά στελέχη, που πριν έσπευδαν να στηρίξουν, στην καλλίτερη περίπτωση σιωπούν, διαγκωνιζόμενοι μπρος στο ενδεχόμενο της
διαδοχής. Οι προσκείμενοι στον “εκσυγχρονισμό” υπουργοί και στελέχη αποψιλώνονται ενώ άλλοι αποστασιοποιούνται. Η πρωθυπουργική αυλή συρρικνώνεται.
Οι συνδικαλιστές του κυβερνώντος κόμματος αντιλαμβάνονται ότι η αλλαγή των εργασιακών σχέσεων και οι σχεδιαζόμενες ιδιωτικοποιήσεις υπονομεύουν άμεσα πια τη δική τους ύπαρξη, που σημειολογικά είναι συνυφασμένη με τον “προοδευτικό” χαρακτήρα του κόμματος τους, το οποίο χρησιμοποιεί ο σημιτικός “εκσυγχρονισμός” για να υπερβεί τα πιο δεξιά όρια. Δεν μπορούν να ελπίζουν όλοι σε κυβερνητικές θέσεις, ενώ είναι μάρτυρες των αντιδράσεων των εργαζομένων. Ένας ακόμη συμβιβασμός των συνδικαλιστών του κυβερνώντος κόμματος υπό τις παρούσες ρευστές συνθήκες μοιάζει δύσκολος. Ανάλογο πρόβλημα έχουν τα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη. Χάνουν τη δυνατότητα ν’ απευθύνονται σ’ ένα κοινό που τους θεωρεί προοδευτικούς αν υποστηρίξουν τις ακραίες νεοδεξιές επιλογές του “δεύτερου κύματος”.
Οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων, αυτές του 10 % ή του 20 % συμμετοχής, έχουν προκαλέσει πανικό στο “εκσυγχρονιστικό” στρατόπεδο. Μπροστά στο φάσμα μιας επερχόμενης ήττας επιδίδονται σε συνεχείς εκπτώσεις του νομοσχεδίου (όπως και με το νόμο Αρσένη στην Παιδεία).
“Αυτό είναι νίκη”
Υποχρεώθηκε ο Σημίτης που δήλωνε, πρόσφατα, ότι θα τηρήσει απαρέγκλιτα τις δεσμεύσεις του (απευθυνόταν όχι βέβαια στον ελληνικό λαό αλλά στους “προστάτες”) υπό την πίεση αυτού του, έστω και μικρού, λαϊκού κινήματος να υποχωρήσει. Είναι νίκη ακόμη κι αν ψηφισθεί το νομοσχέδιο. Νίκη που καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την προώθηση της επόμενης “δέσμευσης”, δηλ. του ασφαλιστικού. Φαίνεται ότι το νομοσχέδιο αυτό, κι αν ακόμη ψηφισθεί, θα έχει την τύχη του προηγουμένου, δηλ. δεν θα εφαρμοσθεί στην πράξη.
Τα πραγματικά αίτια
Αν όντως ήταν ειλικρινής η πρόθεση για την καταπολέμηση της ανεργίας, θα έπρεπε να αντιμετωπισθούν τα πραγματικά αίτια που την προκαλούν, που ασφαλώς δεν είναι οι εργασιακές σχέσεις. Το κύριο πρόβλημα είναι ότι η χώρα μας, παρ’ όλο που διαθέτει όλα τα στοιχεία που χρειάζεται για να έχει μια ακμαία παραγωγική οικονομία (πρώτες ύλες, υψηλής στάθμης δυναμικό, δυνατότητα παραγωγής νέας τεχνολογίας, αγοραστικό περίγυρο κ.λ.π.), έχει καταδικασθεί σε μόνιμο παραγωγικό μαρασμό εξαιτίας της κατάρας της εξάρτησης από τις ισχυρές χώρες της Δύσης, που υπηρέτησαν και υπηρετούν οι ηγεσίες μας, εκτός ελάχιστων φωτεινών εξαιρέσεων.
Την τελευταία εικοσαετία η ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ κατέστρεψε τις παραγωγικές δομές σε τομείς, που θα μπορούσαν ν’ ανταγωνισθούν τα δυτικοευρωπαϊκά προϊόντα. Η χώρα μας έχει καταδικασθεί να είναι μονίμως ελλειμματική με αυξανόμενο δανεισμό και διογκούμενο χρέος. Φυσική συνέπεια μιας μη παραγωγικής χώρας με αποδιαρθρωμένη οικονομία είναι η αυξανόμενη ανεργία. Η ΟΝΕ έδεσε ακόμη χειρότερα τη χώρα στη βούληση του γερμανογαλλικού διευθυντηρίου και επιτείνει τα προβλήματα αυτά. Η πολυδιαφημισμένη οικονομική σταθερότητα της ΟΝΕ αποδείχθηκε ένας ακόμη μύθος από τους πολλούς που έχει περιβληθεί το εοκικό οικοδόμημα. Ας θυμηθούμε τι μας έλεγαν όταν υπέγραφαν την ένταξη.
Τα διάφορα πακέτα (Ντελόρ, Σαντέρ κ.λπ.), που επικαλούνται οι υποστηρικτές της ΕΟΚ ως παροχές που στηρίζουν την οικονομία, προορίζονται για τη διατροφή και συντήρηση της εοκικής φάρας. Τα ποσά αυτά είναι ένα ελάχιστο ποσοστό αυτών που έχουν επωφεληθεί. Η χώρα λόγω της ένταξης της στην ΕΟΚ επιβαρύνεται, εκτός της εισφοράς στον προϋπολογισμό της ΕΟΚ και το μεγαλύτερο μέρος του ΦΠΑ, από τα τεράστια εμπορικά ελλείμματα, που συνεχώς διευρύνονται, τους τόκους των υπερδανεισμών, τις αποζημιώσεις για την ανεργία και κυρίως το κοινωνικό κόστος της ανθρώπινης περιθωριοποίησης και, όταν αποφασίσει ν’ αποδεσμευτεί, τις δαπάνες ανασύστασης των αποδιαρθρούμενων τομέων της οικονομίας.
Η οικονομία είναι η μία όψη της ένταξης. Υπάρχουν κι άλλες πιο σημαντικές όπως η υποστήριξη από πλευράς τους όσων προβάλλουν απαιτήσεις κατά της Ελλάδας (Τουρκία, Σκόπια, Αλβανία), η κοινωνική και πολιτιστική διάβρωση, η διαφθορά, η παραγωγή πειθήνιων πολιτικών στελεχών. Κοινών c που δεν ελέγχει την οικονομία της είναι καταδικασμένη σε μαρασμό kc οπισθοδρόμηση αρχών και άξιων.
Ασφαλώς και υπάρχουν λύσεις Όμως ως πρώτη προϋπόθεση για τη εφαρμογή τους είναι η άμεση αποχώρηση της χώρας από την ΕΟΚ (στην πραγματικότητα έτσι θα πρεπει να λέγεται και όχι Ευρωπαϊκή Ένωση, επειδή η πολιτική και στρατηγτική πλευρά έχει εκχωρηθεί de fac:o στις ΗΠΑ). Λύσεις προς το συμφέρον της χώρας και της κοινωνίας με νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης Με κοινωνικό έλεγχο των μέσων παραγωγής. Ώστε η οικονομία να ανακάμψει, να λειτουργεί προς όφελος της χώρας και του κοινωνικού συνόλου. Με σεβασμό στο περιβάλλον -ελληνική κοινωνία ν’ αποκτήσει δυναμισμό, οράματα και αξίες. Τα προβλήματα των εργασιακών σχέσεων και της ανεργίας σ’ αυτό το πλαίσιο μπορούν ν’ αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά.
Οι μύθοι που συντηρούν την ΕΟΚ στον ελληνικό λαό είναι ρηχοί. Τι έπαθε η, έστω και καπιταλιστική, Νορβηγία που είναι εκτός; Ευημερεί. Οι λαοί δεν αποδέχονται να γίνουν βορά στα κέρδη του αχαλίνωτου κεφαλαίου. Δεν δέχονται τη μοίρα τους. Κινητοποιούνται κατά της παγκοσμιοποίησης και της ευρωπαϊκής εκδοχής της.
Γιατί όχι και εμείς;
*Ο Νίκος Λεοντόπουλος είναι μέλος της Ε. Ε. του ΑΣΚΕ