«Τρώει τις σφαίρες σαν χαλάζι
από τον τσολιά,
κι όλο στρατηγούς αλλάζει
για να βρει δουλειά»
Του Χρόνη Βάρσου
Οι στίχοι από το διάσημο τραγούδι της Σοφίας Βέμπο, «Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του», που διακωμωδούσε τις ήττες των Ιταλών στρατηγών από τον ελληνικό στρατό στο Έπος του 1940 στην Πίνδο και τα βορειοηπειρωτικά βουνά, θα μας θυμίζουν για πάντα την ντροπιαστική ήττα που υπέστη η υπερφίαλη ανώτατη ιταλική στρατιωτική ηγεσία και την κρίση στην οποία περιήλθε με τις συνεχείς αλλαγές διοικητών στο μέτωπο. Κάτι παρόμοιο, σε απείρως μεγαλύτερη κλίμακα, συνέβη και στα χρόνια της Επανάστασης, όταν ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’ (1808-1839) ματαίως προσπαθούσε να την καταστείλει και να υποτάξει τους «απείθαρχους ραγιάδες», αντικαθιστώντας τον έναν μετά τον άλλο διοικητή στα ανώτατα κλιμάκια της ηγεσίας.
Η εκκαθάριση ξεκίνησε με την εξόντωση μέσα στο 1821 σχεδόν όλων των Φαναριωτών που κατείχαν κρίσιμες θέσεις στον διοικητικό μηχανισμό της αυτοκρατορίας. Με την έναρξη της Επανάστασης από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στις Ηγεμονίες, τον Φεβρουάριο του 1821, εξορίστηκε (24 Φεβρουαρίου) στην Κιουτάχεια, ο Μεγάλος Διερμηνέας της Πύλης, Ιωάννης Καλλιμάχης, όπου και εκτελέστηκε οχτώ μήνες μετά. Η Επανάσταση στην κυρίως Ελλάδα προκάλεσε την εκτέλεση του διαδόχου του, Κωνσταντίνου Μουρούζη (4 Απριλίου), όπως και του αδελφού του, Νικολάου Μουρούζη, εν ενεργεία τελευταίου Διερμηνέα του Στόλου ένα μήνα μετά (6 Μαΐου). Την ίδια τύχη είχαν νωρίτερα και οι πρώην Διερμηνείς του Στόλου, Μιχαήλ Μάνος (24 Μαρτίου) και Μιχαήλ Χαντζερής (5 Απριλίου). Τέλη Ιουνίου εξορίστηκε στην Καισάρεια ο ηγεμόνας της Βλαχίας, Σκαρλάτος Καλλιμάχης και εκτελέστηκε τέσσερις μήνες μετά στο Μπολού. Τον Δεκέμβριο του 1821 εκτελέστηκε και ο πρώην Μεγάλος Διερμηνέας της Πύλης, Αλέξανδρος Καλλιμάχης, ενώ στα τέλη του 1822 εξορία και εκτέλεση υπέστη και ο τελευταίος εν ενεργεία Διερμηνέας της Πύλης, Σταυράκης Αριστάρχης.
Ο οθωμανικός θεσμός όμως που κλυδωνίστηκε, όσο κανένας άλλος, την περίοδο της Επανάστασης, ήταν αυτός του Μεγάλου Βεζύρη, δεύτερος τη τάξει μετά τον Σουλτάνο. Συνολικά εννέα διαφορετικά πρόσωπα άσκησαν εξουσία την περίοδο 1821-1829, καθήμενοι στην κυριολεξία σε μια «ηλεκτρική καρέκλα». Τον Μάρτιο του 1821 ο εν ενεργεία Μ. Βεζύρης, Σεγίντ Αλής, καθαιρέθηκε και στη θέση του ανήλθε ο Μπεντερλή Αλής, για μόλις εννέα μέρες. Λίγο μετά, λόγω της αδυναμίας του να καταστείλει την Επανάσταση, αλλά και της σύγκρουσής του με τον πανίσχυρο αρχι-γραμματέα του Διβανίου (οθωμανική κυβέρνηση) Μεχμέτ Σαΐτ Χαλέντ Εφέντη, εξορίστηκε και εκτελέστηκε τέλη Απριλίου. Νέος Μ. Βεζύρης (3ος κατά σειράν) ανέλαβε τον Απρίλιο ο Χατζή Σαλίχ.
Μέσα στον Μάρτιο παύθηκε και ο επί τέσσερα χρόνια Ρεϊζ Εφέντης (υπουργός Εξωτερικών), Τζανίμπ Μεχμέτ Μπασίμ, λόγω σύγκρουσης με τον Χαλέντ, που προώθησε στη θέση του τον ευνοούμενό του, Χαμίντ, που όμως επτά μήνες μετά έπεσε κι αυτός σε δυσμένεια και εξορίστηκε στη Σεβάστεια. Ακόμη και ο θρησκευτικός αρχηγός, Σεΐχ-ουλ-ισλάμ, Χατζή Χαλήλ Εφέντης, παύθηκε μέσα στον Μάρτιο κατ’ εντολήν του Χαλέντ, ταυτόχρονα με τον Μ. Βεζύρη Σεγίντ Αλή, αρνούμενος να υπογράψει τον φετφά γενικής σφαγής των χριστιανών, ενώ στη συνέχεια εξορίστηκε και εκτελέστηκε. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο Αβδούλ Βεχάμπ Εφέντης.
Η αποτυχία της στρατιάς του Ομέρ Βρυώνη και του Κιοσέ Μεχμέτ στη Στερεά (Απρίλιος-Οκτώβριος 1821), η καταστροφή της στρατιάς του Μπεϋράν στα Βασιλικά (26 Αυγούστου), η πτώση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου), αλλά και οι γενικότερες επιτυχίες των Ελλήνων στα πολεμικά μέτωπα, έφεραν ταχείες εξελίξεις. Ο αρχι-σερασκέρης στα Γιάννενα και Μόρα-βαλεσή, Χουρσίτ Αχμέτ Πασάς, που από τον Μάρτιο είχε αντικαταστήσει στο μέτωπο της Ηπείρου εναντίον του Αλή Πασά τον αποτυχόντα Ισμαήλ Πασόμπεη, σχεδίαζε την ανακατάληψη της Πελοποννήσου. Παράλληλα όμως σχέδια κατέστρωνε και ο Χαλέντ στην Κωνσταντινούπολη επιβάλλοντας, τον Σεπτέμβριο του 1821, ως νέο Σερασκέρη στον Μοριά τον πρώην Μ. Βεζύρη, Σεγίντ Αλή. Ο διαφωνών με την επιλογή αυτή, Ερίπ Αχμέτ, Κεχαγιάς της Μ. Βεζυρείας (υπουργός Εσωτερικών), απεπέμφθη.
Η εντυπωσιακή ναυτική δράση του ελληνικού στόλου ταυτόχρονα με την κραυγαλέα αδράνεια και την ανικανότητα του αντίστοιχου οθωμανικού, οδήγησαν τον Οκτώβριο του 1821 στην καθαίρεση του Ντελή Αβδουλλάχ, μέχρι τότε Καπουδάν Πασά (υπουργός Ναυτικών και διοικητής του στόλου, 3ος τη τάξει στην αυτοκρατορία). Τη θέση του πήρε ο δραστήριος και μαχητικός Καπετάν Μπέης, Νασούχ Ζαντέ Καρά Αλής (ο σφαγέας της Χίου που ανατινάχθηκε από τον Κανάρη στις 7 Ιουνίου 1822), δεύτερος κατά σειράν ναύαρχος από τους συνολικά έξι που έδρασαν κατά την Επανάσταση. Ο Καρά Αλής είχε διακριθεί στο Ιόνιο με τον ναυτικό αποκλεισμό του αποστάτη Αλή Πασά, αλλά και στην εκστρατεία εναντίον της Σάμου τον Ιούλιο, καθώς και στις επιχειρήσεις του Κορινθιακού με την καταστροφή του Γαλαξιδίου και τη ναυμαχία στο Κατάκολο.
Το σώμα των πάντα απείθαρχων, επικίνδυνων, αλλά και προκλητικά αδρανών γενιτσάρων, που αντιδρούσε έντονα σε κάθε απόπειρα να υιοθετηθούν δυτικά πρότυπα στον οθωμανικό στρατό, άλλαξε συνολικά δέκα διοικητές μέχρι την οριστική εξόντωσή του από τον Σουλτάνο τον Ιούνιο του 1826.
Η Ελληνική Επανάσταση, ιδίως κατά την έναρξή της όσο και κατά την 9ετή διάρκειά της, προκάλεσε σοβαρότατο κλυδωνισμό στο εσωτερικό του οθωμανικού κράτους, σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο. Εμφατικό παράδειγμα το φθινόπωρο του 1822, που σημαδεύτηκε από την ηχηρή πτώση, εξορία και εκτέλεση του Χαλέντ, καθώς χρεώθηκε το σύνολο των μέχρι τότε αποτυχιών. Ταυτόχρονα καθαιρέθηκαν ο Μ. Βεζύρης Χατζή Σαλήχ, o Καπουδάν Πασάς Καρά Μεχμέτ (ο Καπετάν Μπέης Ιμπραήμ εκτελέστηκε), ο Γενιτσάραγας Ισμαήλ και ο Σεΐχ ουλ Ισλαμ Αβδούλ Βεχάμπ. Στο διάστημα εκείνο πέθαναν στην Κόρινθο ο Μόρα-βαλεσή Μαχμούτ Δράμαλης, ο διάδοχός του Μαχμούτ Ζίχναλη και ο Ερίπ Αχμέτ. Στη Λάρισα αυτοκτόνησε ο Χουρσίτ, ενώ στο Διδυμότειχο εκτελέστηκε ο εξόριστος Ισμαήλ Πασόμπεης. Σχεδόν πενήντα πρόσωπα άλλαξαν στις ανώτατες θέσεις έως το 1829: Εννέα Μεγάλοι Βεζύρηδες, έξι Καπουδάν Πασάδες, έξι Σεΐχ ουλ Ισλάμηδες, τέσσερις Ρεΐζ-εφέντες, δέκα Γενιτσαραγάδες, έξι Βαλήδες της Ρούμελης και οχτώ του Μοριά.
Η μακρόχρονη κρίση ηγεσίας στα ανώτατα κλιμάκια διοίκησης κατέδειξε τη δυναμική του Αγώνα των Ελλήνων και απείλησε σοβαρά τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα της αχανούς αυτοκρατορίας. Οι προσδοκίες για γρήγορη καταστολή της Επανάστασης αποδείχθηκαν φρούδες και τελικά η Ελληνική Ανεξαρτησία συντάραξε συθέμελα τον ήδη «ασθενή του Βοσπόρου», οδηγώντας τον τα επόμενα 90 χρόνια σε ταχεία παρακμή και οριστική διάλυση.