Του Άριστου Μιχαηλίδη από τον Φιλελεύθερο
Είναι σε έξαρση αυτές τις μέρες, σαν την πανδημία, η αγωνία της προσάρτησης των κατεχομένων από τον Ερντογάν. Επί μέρες μας έλεγαν ότι θα έρθει 20 Ιουλίου να ανακοινώσει την προσάρτηση, από χθες μας λένε ότι δεν θα έρθει γιατί έχει να πάει στο Ιράν.
Παρότι με αυτούς τους ανισόρροπους δικτάτορες τα πάντα είναι απρόβλεπτα, διερωτώμαι γιατί να είναι ορατή αυτή η απειλή σήμερα. Συμφέρει στην Τουρκία η προσάρτηση; Τη συμφέρει, δηλαδή, να κάνει μια τυπική ανακήρυξη προσάρτησης ευρωπαϊκών εδαφών για να επισημοποιήσει και να προκαλέσει αντιδράσεις για ένα γεγονός, που επιβάλλει ήδη επί του εδάφους χωρίς να αντιδρά κανένας;
Η κατεχόμενη Κύπρος είναι ευρωπαϊκό έδαφος και παραμένει υπό τον απόλυτο έλεγχο της Τουρκίας κάτω από συνθήκες που γίνονται αποδεκτές -ή, πάντως, δεν προκαλούν καμιά πίεση στην τουρκική ηγεσία- και από την ΕΕ και από τα Ηνωμένα Έθνη και σε μεγάλο βαθμό από τους Ελληνοκύπριους. Παράλληλα, επιβάλλοντας στους Τουρκοκύπριους μια πολιτική ηγεσία εγκάθετων, μπορεί να λυμαίνεται τις κατεχόμενες περιοχές σε όλα τα επίπεδα. Οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά. Η επισημοποίηση αυτής της κατάστασης με μια ένταξη των εδαφών στην τουρκική κυριαρχία είναι πιθανό να της δημιουργήσει «πονοκεφάλους», που δεν χρειάζεται.
Άλλωστε, αν θα προχωρήσει σε τέτοιο βήμα θα το κάνει αφού πρώτα πάρει «αίτημα» από τους Τουρκοκύπριους για να αποκτήσει νομιμοφάνεια. Δηλαδή, θα ακολουθήσει το παράδειγμα της Ρωσίας, που αφού έλεγξε στρατιωτικά και πολιτικά την Κριμαία, οργάνωσε δημοψήφισμα και όταν πήρε λαϊκή «έγκριση» προχώρησε στην προσάρτηση Κριμαίας και Σεβαστούπολης.
Το πρόβλημα του Ερντογάν έγκειται και στο γεγονός πως παρότι ελέγχει και τις ψηφοφορίες μέσω των εποίκων, δεν μπορεί να αγνοήσει το ότι μεγάλο μέρος των Τουρκοκυπρίων θέλει να διατηρήσει την ταυτότητα της κοινότητας. Ένα δημοψήφισμα αυτή τη στιγμή πιθανό να μην του δώσει το αποτέλεσμα που θα επιθυμούσε. Το ερώτημα, βέβαια, είναι κατά πόσον αντιλαμβάνονται οι Τουρκοκύπριοι τον κίνδυνο να βρεθούν κάποια στιγμή απόλυτα εξαρτημένοι από μια ψηφοφορία μέσω της οποίας δεν θα ορίζουν οι ίδιοι το μέλλον τους, αλλά ο Ερντογάν και οι έποικοι.
Δεν έχει κανένα λόγο ο Ερντογάν να προχωρήσει σε προσάρτηση αυτή τη στιγμή. Στην ουσία έχει μετατρέψει τα κατεχόμενα σε τουρκική επαρχία, με το νερό, με τον ηλεκτρισμό, με τα οικονομικά πρωτόκολλα μέσω των οποίων αγοράζει την τουρκοκυπριακή υποτέλεια (βάζει όρους για τη θρησκεία, την παιδεία, για τη Δικαιοσύνη, ακόμα και για τις συντεχνίες και τα κοινωνικά δίκτυα), η τουρκοκυπριακή ηγεσία λειτουργεί ως «ύπατος αρμοστής» σε αποικία, με τον εποικισμό ελέγχει τις ψηφοφορίες αλλά και τις όποιες εναντίον του αντιδράσεις, τα μεγάλα έργα τα κάνουν τουρκικές εταιρείες, καζίνο, ξενοδοχεία και άλλα τα ελέγχει η τουρκική μαφία…
Αυτό που συμφέρει στην Τουρκία, και δεν είναι ανόητοι οι Τούρκοι πολιτικοί, ούτε ο Ερντογάν, για να ακυρώσουν την πιθανότητα, είναι μια συμφωνία διευθέτησης, μέσω της οποίας θα συνεχίσει να ελέγχει όπως σήμερα τα κατεχόμενα, αλλά θα επεκτείνει και τον έλεγχο σε ολόκληρη την Κύπρο μέσω της συμμετοχής της τουρκοκυπριακής κοινότητας σε μια κεντρική κυβέρνηση. Η ΔΔΟ με τους δικούς της όρους, το σχέδιο Ανάν με τους δικούς της όρους, μια συνομοσπονδιακή λύση με τους δικούς της όρους, είναι πολύ πιο συμφέροντα για την Τουρκία από μια προσάρτηση, που δεν θα αποδεχτεί κανένας στη διεθνή κοινότητα. Εξάλλου, το μόνο που ενδιαφέρει την Άγκυρα αυτή τη στιγμή είναι να αποκτήσει ρόλο στις γεωπολιτικές εξελίξεις της ενέργειας στην ανατολική Μεσόγειο. Πώς μπορεί να το πετύχει αυτό με την προσάρτηση; Αφού ο μόνος τρόπος να έχει λόγο στα κοιτάσματα είναι, όπως ισχυρίζεται, για να προστατεύει δήθεν τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων, που πάνε να τους τα αρπάξουν οι Ελληνοκύπριοι. Με την προσάρτηση θα λύσει υποτίθεται αυτό το ζήτημα, θα «προστατευθούν» μια και καλή οι Τουρκοκύπριοι, αλλά θα πρέπει να κάνει συμφωνία καθορισμού ζωνών με την Κυπριακή Δημοκρατία.