του Αντώνη Σπυρόπουλου
Η ανησυχία της Τουρκίας για την αμυντική ισχυροποίηση της Ελλάδας, με την αύξηση του εξοπλιστικού της προγράμματος, όσον αφορά τα τρία σώματα στρατού αλλά και το Λιμενικό Σώμα, δεν οφείλεται φυσικά στο γεγονός μιας πιθανής επίθεσης της ελληνικής πλευράς στη γείτονα αλλά στο γεγονός πως η ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της Ελλάδας, η κινητικότητα στο διπλωματικό επίπεδο με τις συμφωνίες αμυντικής αρωγής με Γαλλία αλλά και οι συμφωνίες με ΗΠΑ και Αίγυπτο, λειτουργούν αποτρεπτικά στα σχέδιά της για επέκταση και κυριαρχία στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο με την υλοποίηση του σχεδίου: Γαλάζια Πατρίδα.
Η αμυντική αποτρεπτική ικανότητα της Ελλάδας ωστόσο, και η φρούρηση τόσο του Έβρου αλλά των νησιών ενισχύει τη φύλαξη των συνόρων στα μεταναστευτικά κύματα που η Τουρκία μέσω παρακρατικών μηχανισμών, δουλεμπόρων αλλά και διεφθαρμένων ΜΚΟ ωθεί προς την πατρίδα μας εργαλειοποιὠντας το μεταναστευτικό πρόβλημα και κηρύσσοντας έναν υβριδικό πόλεμο προς τη χώρα μας.
Η Ελλάδα από την πλευρά της έχοντας μια συνεχή πίεση από την αναχρονιστική, ανίκανη και αποτυχημένη αριστερά στο εσωτερικό αλλά και από τις αριστερές περισσότερο και σοσιαλδημοκρατικές λιγότερο, κυρίως, δυνάμεις στην Ευρώπη, αναλώνεται σε μια αμυντική θέση προσπαθώντας να εξηγήσει και να ερμηνεύσει τα αυτονόητα κάθε φορά. Πώς η φύλαξη των συνόρων από ανεξέλεγκτα μεταναστευτικά ρεύματα μέσα στα οποία παρεισφρύουν πράκτορες, μέλη του ISIS και άλλα ύποπτα στοιχεία έχει δυο αποτελέσματα: α) την επισφάλεια και αποδυνάμωση της εθνικής ασφάλειας β) την διατάραξη της κοινωνικής και πολιτική συνοχής από δυσανάλογα με τις ανάγκες της, μη ενσωματώσιμα μουσουλμανικά μεταναστευτικά ρεύματα.
Η Ελλάδα θα μπορούσε σε επίπεδο διπλωματίας να πάρει πρωτοβουλίες και να ξεπεράσει τα συμπλεγματικά σύνδρομα άμυνας και αιτιολόγησης των αυτονόητων: Πως κάθε έθνος, κάθε κράτος έχει αναμφισβήτητο και αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα να φυλάττει τα σύνορά του από απρόσκλητους μουσαφίρηδες, τηρώντας παράλληλα τις διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όσους χρήζουν φροντίδας και προστασίας προερχόμενοι από εμπόλεμες ζώνες και καθεστώτα από τα οποία απειλείται η ζωή τους.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική οφείλει να πάρει πρωτοβουλίες που θα ξεπερνούν τα στενά όρια της Ευρωπαϊκής, μυωπικής και στρεβλής τις περισσότερες φορές πολιτικής περί μεταναστευτικού. Ήδη διαπιστώνουμε πόσα προβλήματα δημιούργησε η διαχείριση του μεταναστευτικού στο εσωτερικό των κοινωνιών στην Ευρώπη. Σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Αγγλία, η Ισπανία και αλλού το πρόβλημα είναι υπαρκτό σε σημείο, σε πολλές από αυτές να ανατρέπει τις δημογραφικές ισορροπίες ανάμεσα στο ντόπιο πληθυσμό και τους μετανάστες. Το κυριότερο πρόβλημα που ανακύπτει από το μεταναστευτικό ωστόσο είναι η αδυναμία ενσωμάτωσης ισλαμικών πληθυσμών (σχ άρθρο: «Το Ισλάμ και η πρόσληψή του από τη Δύση», Άρδην, τ. 122 ), τα προβλήματα κοινωνικής συνοχής που δημιουργεί, αλλά και η άνοδος ακροδεξιών και ολοκληρωτικών πολιτικών που αναδεικνύονται πια στο προσκήνιο της Ευρωπαϊκής πολιτικής καθώς το πρόβλημα διαιωνίζεται.
Δυστυχώς από τη μία ο μυωπικός οικονομισμός, η ανάγκη κερδοφορίας των ανοικτών αγορών και του παγκοσμιοποιημένου μοντέλου ανάπτυξης στο οποίο στηρίχθηκαν, κυρίως οι ηγέτιδες οικονομικά ευρωπαϊκές δυνάμεις, με προεξάρχουσα τη Γερμανία, και η υιοθέτηση του στρεβλού και ανεπιτυχούς αφηγήματος της πολυπολιτισμικότητας από την άλλη, παρέβλεψαν και αδιαφόρησαν, την κρισιμότητα του μεταναστευτικού προβλήματος τις προηγούμενες δεκαετίες.
Η Ελλάδα ως σύνορο του Δυτικού κόσμου, την Ασία αλλά και τη Αφρική, οφείλει να λάβει πρωτοβουλίες όπως η σύγκλιση ενός διεθνούς φόρουμ με θέμα το μεταναστευτικό με χώρες του Αραβικού κόσμου αλλά και της Αφρικής. Ένα φόρουμ όπου θα τεθούν επί τάπητος όλα τα μεγάλα και καυτά ζητήματα του μεταναστευτικού, να προχωρήσει σε διαβουλεύσεις, συνεννόηση αλλά και σε συνεργασία με τις χώρες αυτές να διαμορφωθεί μια συγκεκριμένη ατζέντα θεμάτων προς συζήτηση και δράση. Και όλα αυτά με πίεση, πρωτοβουλίες και συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ως πρεσβευτής του Δυτικού κόσμου, η χώρα μας, η οποία επί χιλιετίες συγχρωτίζεται με τους λαούς αυτούς είναι η μόνη που μπορεί να ξεπεράσει τις συμπλεγματικές και προβληματικές αντιλήψεις του αφηγήματος των ανοιχτών και ανεξέλεγκτων συνόρων το οποίο το μόνο που κάνει είναι να αυξάνει την κερδοφορία και τα υπερκέρδη εταιρειών αλλά να δημιουργεί κοινωνική αποδιάρθρωση και πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών δίχως να λύνει το πρόβλημα των ανθρώπων αυτών. Αντιθέτως.
Μια τέτοια πρωτοβουλία αυτόχρημα αποδυναμώνει την ικανότητα των αναθεωρητικών δυνάμεων (κυρίως της Τουρκίας) να εργαλειοποιούν το μεταναστευτικό και να το χρησιμοποιούν ως μοχλό πίεσης και διεκδίκησης των αναθεωρητικών σχεδιασμών τους απέναντι στις Δυτικές χώρες αλλά και ως παράγοντα αποσταθεροποίησης και πολιτικής πίεσης στο εσωτερικό της Ευρώπης αλλά παράλληλα εδραιώνει και δημιουργεί μια συνεχή διαβούλευση και επικοινωνία ανάμεσα στις χώρες που αντιμετωπίζουν το ζήτημα σε μόνιμη και διαρκή βάση.
Όσο το πρόβλημα τίθεται ως θέμα αντιπαράθεσης και αντιμαχιών ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική τόσο θα μετατρέπεται ως ζήτημα μελλοντικών συγκρούσεων και αποσταθεροποίησης αλλά και αιτία διάλυσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Πρέπει άμεσα να ξεκινήσει ένας διάλογος ανάμεσα στα ενδιαφερόμενα μέρη με σκοπό τη συγκρότηση ενός διεθνούς θεσμικού οργάνου συνεννόησης, λήψης συγκεκριμένων μέτρων που θα αφορά στο ζήτημα αυτό, και η Ελλάδα μπορεί και οφείλει να πρωτοστατήσει σε επίπεδο διπλωματίας.