του Νίκου Φιλιππίδη από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο
Καμία έκπληξη δεν προκάλεσαν τα χθεσινά στοιχεία για τον πληθωρισμό. Με ανάπτυξη πάνω από 2%, το 2,9% μεγέθυνσής του είναι μάλλον φυσιολογικό ποσοστό. Λογικό επίσης που καταγράφουμε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά πληθωρισμού στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όταν σημειώνουμε και μια από τις μεγαλύτερες επιδόσεις στην ανάπτυξη. Ακόμα και τα επιμέρους στοιχεία των αγαθών και υπηρεσιών που κατέγραψαν αύξηση εξηγούνται. Οι τιμές των τροφίμων «τσίμπησαν» πράγματι προς τα πάνω, απλώς αν αφαιρεθούν το ελαιόλαδο και οι επαναλαμβανόμενες διαχρονικά εποχικές διακυμάνσεις των φρούτων και των λαχανικών, η… αύξησή τους τείνει προς το μηδέν. Ανοδικά κινήθηκαν και οι τιμές της ενέργειας, αλλά και αυτές ελάχιστα μπορούν να επηρεαστούν από εθνικές αποφάσεις, άρα βρίσκονται εκτός της εξίσωσης.
Πίσω από τα μεγέθη του ήπιου πλέον πληθωρισμού κρύβεται ένα πανίσχυρο σπιράλ ακρίβειας σε τομείς στους οποίους δεν δικαιολογούνται εύκολα οι επιβαρύνσεις. Είναι αυτοί που έχουν στήσει «πάρτι» στις πλάτες μας, κερδίζοντας σε μια περίοδο που λίγοι το προσέχουν, καθώς οι περισσότεροι είχαν μάθει να κοιτούν στους συνήθεις ύποπτους τομείς των τροφίμων και της ενέργειας.
Για να εξηγηθούμε. Το +36,4% στα εισιτήρια των αεροπλάνων δεν εξηγείται με όρους αύξησης του κόστους λειτουργίας. Το πετρέλαιο πριν από μερικές εβδομάδες κινούνταν στην περιοχή των 68 δολαρίων το βαρέλι, σε χαμηλά πολλών ετών. Εξηγείται μόνο για λόγους αυξημένης ζήτησης και μειωμένης προσφοράς και τελικά κερδοφορίας των εταιρειών.
Το +14% στα ασφάλιστρα υγείας κρύβει από πίσω του μια ολόκληρη αγορά υπηρεσιών υγείας, όπου τα κόστη, άλλοτε ελεγχόμενα από το κράτος, έχουν αυξηθεί, σε βαθμό που να προεξοφλείται από τώρα μια αντίστοιχη αύξηση και για την επόμενη χρονιά. Προφανώς η αυξημένη τιμολόγηση επηρεάζεται επίσης από την αυξημένη ζήτηση υπηρεσιών υγείας και ασφαλίστρων, ύστερα από χρόνια καχεξίας, και τη μεγάλη συγκέντρωση που εμφανίζεται μεταξύ των επιχειρήσεων του χώρου. Και εδώ οι εταιρείες ακμάζουν, με τη σωστή για αυτές τιμολόγηση.
Το +5,4% στα δίδακτρα της ιδιωτικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το +3,7% και +3% των τιμών στα φροντιστήρια και τα ιδιωτικά σχολεία της δευτεροβάθμιας και της προσχολικής ή πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, επίσης δεν δικαιολογούνται από εξωγενείς παράγοντες. Η ζήτηση για τις υπηρεσίες των συγκεκριμένων επιχειρήσεων είναι τόσο μεγάλη που πρωταγωνιστούν και στις προσλήψεις εργαζομένων. Η επιστροφή της ζήτησης για υπηρεσίες ιδιωτικής εκπαίδευσης στα προ κρίσης επίπεδα δημιουργεί ευκαιρίες για βελτίωση των οικονομικών των συγκεκριμένων επιχειρήσεων.
Αν προστεθεί και το ευρύτερο τουριστικό πακέτο (+7,3%), στο οποίο εντάσσονται τα εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία και τα ξενοδοχεία, το οποίο επίσης επηρεάζεται από την αυξημένη ζήτηση αγαθών λόγω της συνεχούς ανόδου του τουρισμού και όχι μόνο, καταλήγουμε σε αβίαστα συμπεράσματα.
Πρώτα απ’ όλα, είναι ξεκάθαρο ότι έχουμε περάσει στη φάση που οι πληθωριστικές τάσεις αποδίδονται στην αυξημένη ζήτηση και όχι στη μειωμένη προσφορά. Σημαντική ποιοτική διαφορά σε σχέση με την πρώτη φάση της μεγάλης πληθωριστικής πίεσης, όπου οι υψηλές τιμές οφείλονταν σε ελλείψεις σημαντικών εμπορευμάτων. Στην τωρινή φάση οι καταναλωτές με τις αγορές μας τροφοδοτούμε όχι μόνο μέρος της ανάπτυξης αλλά και μέρος της ακρίβειας. Το υπόλοιπο μερτικό της «νέας» ακρίβειας οφείλεται στην καρτελοποίηση συγκεκριμένων αγορών και στην έλλειψη ανταγωνισμού.