Αρχική » Η ΕΟΚΑ, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Κυπρίων και η στρατηγική των δύο ελληνικών κρατών

Η ΕΟΚΑ, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Κυπρίων και η στρατηγική των δύο ελληνικών κρατών

από Γιώργος Ρακκάς

του Γιώργου Ρακκά

Η 1η Απριλίου 1955, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της Κύπρου, και η σημερινή κοινή στρατηγική των δύο ελληνικών κρατών που παραμένει ακόμα ζητούμενο όχι μόνον στο επίπεδο της κρατικής πολιτικής και του συντονισμού των πολιτικών συστημάτων ΑΛΛΑ στην συνείδηση της κοινωνίας. Ηρωικό το διάβημα του κυπριακού ελληνισμού εναντίον της Βρετανικής Αποικιοκρατίας –ένα κίνημα που έδωσε άφταστα πρότυπα ηθικής ηγεσίας, αυτοθυσίας, παλλαϊκής ενότητας, αλλά και στρατιωτικής σύλληψης και μαχητικότητας (το νησιωτικό αντάρτικο που εξέθεσε την κατά τα άλλα πιο αποτελεσματική στην καταστολή των εθνικοαπελευθερωτικών εγχειρημάτων αποικιακή δύναμη). Τραγική η μετέπειτα εξέλιξη της κυπριακής υπόθεσης, από την Ζυρίχη μέχρι την εισβολή και την τραγωδία του 1974.

«Είναι η Κύπρος που οι έμποροι την μισούνε» τραγουδούσε στα τέλη του 1970 Διονύσης Σαββόπουλος. Αυτήν την φορά όμως αξίζει να μιλήσουμε για τους ιδεολογικούς μεταπράτες –κυρίως για το πόσο τους εκθέτει η Κύπρος: δεν αντέχουν, λοιπόν, οι αριστεροί τον Γρίβα και αναρωτιούνται πως στην στρατιωτική ηγεσία ενός αντιαποικιακού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, να βρίσκεται ο επικεφαλής της οργάνωσης Χ που έδρασε στα τελευταία χρόνια της Κατοχής με γνώμονα έναν αντικομμουνισμό ο οποίος την έφερε σε συνεργασία με τους Γερμανούς (η απάντηση είναι πως μπορεί, γιατί κατ’ αρχάς και κατ’ αρχήν η ζωή ουδεμία σχέση έχει με τις ασκήσεις ιδεολογικών ευθυγραμμίσεων, κι επίσης, μπορεί, όπως μπορεί και το αριστερό ΑΚΕΛ να γυρίζει την πλάτη του και να αρνείται την συμμετοχή σ’ έναν αντιαποικιακό αγώνα).

Από την άλλη για την τουρκική εισβολή της Κύπρου και την κατοχή του βορείου τμήματος του νησιού, τεράστιες είναι οι ευθύνες της Δικτατορίας, στις δύο εκδοχές της μάλιστα, του Παπαδόπουλου και του Ιωαννίδη: η κυπριακή τραγωδία του 1974 αποδεικνύει πόσο εθνικά καταστροφική μπορεί να αποβεί η εθνικοφροσύνη σαν πόζα, και σαν «πουκάμισο αδειανό» του δεξιού απολυταρχισμού.

Κι αυτό ήταν μόνον η αρχή, καθώς, στη συνέχεια ήταν η Κύπρος που εξέθετε σύσσωμη την μεταπολίτευση για την αμεριμνησία της, τις ελίτ γιατί το ότι ποτέ δεν στάθηκαν στο ύψος των ευθυνών μιας συμπόρευσης των δύο ελληνικών κρατών, τους αριστερούς που ήξεραν να περιφέρουν μόνον την μορφή του «σαμπκομαντάτε Μάρκος» (σαν αποικιακό μπιζουδάκι από τις ζούγκλες του Μεξικού) και να διαλαλούν την απόλυτη απαξίωσή τους για τον Παλληκαρίδη και τον Αυξεντίου. Τους ακροδεξιούς, ακόμη, που απαξιώνουν τον υψηλό πολιτισμό και την βαθιά ιστορία του κυπριακού ελληνισμού με την προσπάθεια να την μεταβάλουν σε σπιθαμιαίο ξόανο του δικού τους ασφυκτικού πολιτικού γκέτο. Τους ρωσόφιλους, που θυμούνται τις πομπές των Άγγλων, των Αμερικάνων, και των Ευρωπαίων μόνον όταν βάλλεται και αμφισβητείται η Μόσχα, και που ποτέ δεν αναφέρονται στο ρόλο της Ρωσίας, στο πράσινο φως που έδωσε ως ΕΣΣΔ για την εισβολή, και στην σημερινή ευρασιανική σύμπλευσή της με την Τουρκία του Ερντογάν. Στους κατευναστές, πάλι, που δηλώνουν υπέρ της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης την ίδια στιγμή που την χαντακώνουν υποστηρίζοντας μια λύση στην Κύπρο που θα βάλει αυτήν την επεκτατική, στρατοκρατική, και αντιδημοκρατική Τουρκία από την πίσω πόρτα στην Ευρώπη.

Και ο κατάλογος δεν έχει τέλος, γιατί είναι η Κύπρος που οι έμποροι της ιδεολογίας την μισούνε.

Συνηθίζεται σε μια τέτοια εθνική επέτειο, που για πρώτη φορά εορτάζεται επίσημα στα σχολεία του Ελλαδικού κράτους και καλά κάνει, να μιλάμε γι’ αυτά που έγιναν. Καθώς όμως ένας νέος αιώνας ξεπροβάλλει μπροστά μας με τις αγωνίες του, τις αβεβαιότητές του, τον «πάταγο και την οχλοβοή» ενός παλιού κόσμου διαλύεται μπροστά στα μάτια μας, και ενός νέου που γεννιέται με δάκρυα και αίμα, σκέφτεται κανείς ότι το ζήτημα είναι τι κάνουμε τώρα. Μετά από έναν μεγάλο κύκλο αρνητικού συμψηφισμού, να αφήσουμε θετικό ισοζύγιο για τον Ελληνισμό σε αυτές τις πρώτες δεκαετίες του νέου αιώνα –αυτό ίσως να είναι το συλλογικό στοίχημα της δικής μας εποχής. Και σε αυτήν την πρόκληση, ο αγώνας της ΕΟΚΑ έχει να προσφέρει το παράδειγμα των μαρτύρων του: «Ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα, αλλά περί αρετής».

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ