Του Γιώργου Μαλούχου από Το Βήμα
Θες να… αγιάσεις και δεν σ’ αφήνουν: Τι είπε πάλι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε; Είπε μιλώντας στο CBS: «Δεν θέλουμε να κατακτήσουμε κανέναν. Κατά το παρελθόν η Γερμανία προσπάθησε αποτυχημένα να κατακτήσει, να το κάνει. Σήμερα δεν θέλει να ξαναπροσπαθήσει κάτι τέτοιο»…
Λοιπόν, έχει πολύ ενδιαφέρον η δήλωση του Σόιμπλε, ο οποίος χρησιμοποιεί τη λέξη «αποτυχημένα»: δηλαδή, δεν λέει ότι αυτό ήταν κάτι που δεν έπρεπε να συμβεί, δεν το απαξιώνει ηθικά. Το απαξιώνει ως αποτέλεσμα: λέει απλώς ότι απέτυχε και χωρίς πολλά λόγια απλώς διαβεβαιώνει ότι δεν επιχειρείται πια, χωρίς να εξηγεί ούτε γιατί επιχειρήθηκε τότε, ούτε γιατί δεν επιχειρείται τώρα, που οι πάντες μιλούν πλέον ξανά γι αυτό…
Όμως, η δήλωσή του έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και για έναν άλλο λόγο: επειδή αφήνει στην άκρη το παραμύθι που μεγάλωσε δύο μεταπολεμικές γενιές: «δεν φταίνε οι Γερμανοί, φταίνε οι κακοί ναζί».
Παραμύθι χοντρό, γιατί τους ναζί τους εξέλεξαν οι Γερμανοί πολίτες στις κάλπες – δεν πήραν την εξουσία με κανένα πραξικόπημα. Πήραν πολλά εκατομμύρια ψήφους στις κάλπες. Αλλά και γιατί δεν ήταν μόνο οι ναζί που προσπάθησαν να κατακτήσουν τον κόσμο: την εποχή που η Γερμανία το επιχειρούσε για πρώτη φορά, ο Χίτλερ ήταν δεκανέας στα χαρακώματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου: ούτε αγκυλωτοί σταυροί υπήρχαν τότε, ούτε Φύρερ, ούτε τίποτα…
Το μόνο που υπήρχε, ήταν το εθνικό όραμα μιας μεγάλης ηγεμονικής Γερμανίας. Δηλαδή, αυτό ακριβώς που σε νέα μορφή και με διαφορετικό «οπλισμό» και σε διαφορετικό περιεχόμενο και έκφανση, υπάρχει και τώρα…
Γιατί απλούστατα αυτό είναι το περιεχόμενο της εθνικής εκπλήρωσης μιας χώρας που από το 1871 που πρωτογεννήθηκε ως ενιαίο κράτος, απλώς «δεν χωράει» στην Ευρώπη: της πέφτει πολύ μικρή, όπως συμβαίνει και σήμερα με τη γερμανική οικονομία που κοντεύει να «σκάσει» από την ανάγκη επέκτασής της στην οποία επιχειρεί να προσαρμόσει με βίαιο τρόπο τα πάντα γύρω της δημοσιονομικά, θεσμικά και, φυσικά, επί της ουσίας πολιτικά…
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ακριβώς λόγω του μεγέθους, της κτηνωδίας και της καταστροφής που επέφερε στον πλανήτη, έχει ρίξει στη λήθη τον Πρώτο Παγκόσμιο. Δεν θα έπρεπε: γιατί ο Πρώτος Παγκόσμιος ήταν εκείνος που καθόρισε το τι επιχειρούσε να κάνει η ενωμένη Γερμανία στην Ευρώπη.
Ο Πρώτος Παγκόσμιος ήταν εκείνος που γέννησε και προσδιόρισε τελικά και τον Δεύτερο που, ουσιαστικά, υπήρξε η συνέχειά του από κάθε άποψη: γονατισμένη από την ήττα και από τις πολεμικές αποζημιώσεις της συνθήκης ειρήνης του Πρώτου Πολέμου, η Γερμανία του Χίτλερ επιχείρησε απλώς να πάρει τη ρεβάνς: όχι τόσο με την έννοια της εκδίκησης, όσο με εκείνη της επιτυχίας του χαμένου στόχου…
Την επομένη της Συμφωνίας του Μονάχου, της ημέρας που οι δυτικές δυνάμεις αποφάσισαν να θυσιάσουν την Τσεχοσλοβακία για να κατευνάσουν τη Γερμανία, τα πρωτοσέλιδα των μεγάλων εφημερίδων της Ευρώπης, ήταν γεμάτα από θριαμβολογίες: η Ευρώπη θα ζήσει για πάντα ειρηνικά, διεθνής ενθουσιασμός για την ειρήνη και άλλες τέτοιες εκτιμήσεις κυριαρχούσαν στους τίτλους τους…
Ήταν ζήτημα λίγων μηνών να αντιληφθούν την πραγματικότητα…
Όταν ξεκίνησε αυτή η κρίση πριν από δύο χρόνια, όποιος αναφερόταν στο νέο εθνικιστικό γερμανικό ηγεμονισμό και στους κινδύνους που εγκυμονεί, ήταν περίπου για το απόσπασμα: φανατικός, λαϊκιστής, εκτός πραγματικότητας, δεν ήξερε τι του γινόταν… Περίπου κανείς δεν τολμούσε να μιλήσει γι’ αυτό, και, ακόμα χειρότερα, κανείς περίπου δεν τολμούσε ούτε να το σκεφτεί…
Σήμερα, η συζήτηση αυτή, είναι πλέον κοινός τόπος διεθνώς. Ακόμα και εκείνοι που κάτω από το βάρος της φοβερής απειλής διάλυσης για τη χώρα και την Ευρώπη παραμένουν υπέρμαχοι της πολιτικής που επιβάλλουν δια πυρός και σιδήρου οι Γερμανοί, παραδέχονται πια ανοιχτά ότι ζούμε πια ήδη σε μια γερμανική Ευρώπη.
Αυτή είναι μια σημαντική εξέλιξη: αργή, αλλά σημαντική. Το τι συμβαίνει έχει πλέον συνειδητοποιηθεί από τους πάντες. Η κατανόηση του γιατί συμβαίνει αυτό που συμβαίνει, ακόμα υστερεί. Αλλά το τι, το βλέπουν και το παραδέχονται πια όλοι.
Αργούμε λίγο, αλλά είμαστε σε καλό δρόμο… Αν επιβιώσουμε, μπορεί, κάποτε, και να καταλάβουμε. Ίσως και να αντιδράσουμε… Μέχρι τότε, ας κοιμηθούμε ήσυχοι… Κι εμείς και οι φίλοι μας οι Ισπανοί, που τα βλέπουν όλα αυτά να πλησιάζουν…