611
Του Σταύρου Χριστακόπουλου από ιστολόγιο Ανεμογκάστρι
Θα πίστευε ποτέ κάποιος ότι, πριν από αυτές τις συγκεκριμένες εκλογές, θα επικρατούσε τόσο έκδηλος πανικός σε όλα τα επίπεδα της εξουσίας; Ότι η τρόικα, τα «μεγάλα» κόμματα, οι «μεγάλοι» επιχειρηματίες και τα εξαρτώμενα από αυτούς ΜΜΕ θα περιέγραφαν περίπου σαν Αρμαγεδδώνα το ενδεχόμενο να μην ψηφιστούν όλοι οι απαξιωμένοι καταστροφείς της χώρας; Κι όμως, συμβαίνει. Όπου όμως υπάρχει τόσο μεγάλη φασαρία υπάρχει και χρήμα. Πολύ χρήμα, κυριολεκτικό και μεταφορικό…
Οι τέσσερις αυτοί πυλώνες εξουσίας στην Ελλάδα – η τρόικα των δανειστών, τα κόμματα εξουσίας, οι κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες και τα εξαρτώμενα από αυτούς ΜΜΕ – έχουν πολλά να χάσουν σε αυτές τις εκλογές.
Τα τρία… δύο
Τα κόμματα εξουσίας γνωρίζουν κάτι πολύ απλό: Όταν στην κάλπη φτάσεις, εν μέσω γενικής καταστροφής, να «γράψεις» ποσοστά κοντά στο 20%, θα πρέπει να ξεχάσεις διά παντός τα σαρανταπεντάρια. Ακόμη και «τρία» να «γράψει» το ποσοστό σου, το πάρτι έχει τελειώσει. Ακόμη χειρότερα όταν ο κάθε κατακα(η)μένος που διασπά ένα «κόμμα εξουσίας» ή δημιουργεί μια σφήνα μεταξύ των δύο πολιτικών νταβατζήδων βλέπει στον μήνα τα δεκαράκια στις δημοσκοπήσεις να του έρχονται εύκολα. Πανεύκολα. Εκτός αν μιλάμε για την Ντόρα…
Σε τέτοιες πολιτικές συνθήκες, με τόση διάχυτη οργή, απόρριψη και απαξίωση των εν λόγω πολιτικών σχηματισμών, με άγριο αγώνα για να πιάσουν και οι δυο μαζί το 50%, ποιος θα βάλει τα – κυριολεκτικά και μεταφορικά – λεφτά του πάνω τους; Κανείς.
Με την κομματική πελατεία πληγωμένη και προδομένη, με τα πολύ χειρότερα να έρχονται και μάλιστα σύντομα, πώς αυτά τα κόμματα μπορούν να ελπίζουν όχι απλώς ότι θα διατηρήσουν κάποια ισχύ, αλλά ακόμη και ότι θα υπάρχουν αύριο; Χωρίς λαϊκή προίκα, κόμματα δεν στέκονται. Παύουν να είναι χρήσιμα στην ελληνική κοινωνία. Αλλά και σε όσους επιθυμούν να ελέγξουν τη χώρα. Όσο κι αν είναι πρόθυμοι να επενδύσουν πάνω τους, τα λεφτά τους μεσοπρόθεσμα θα πάνε χαμένα.
Ακόμη και αν σ’ αυτές τις εκλογές σώσουν, με κάποιον τρόπο, την παρτίδα – κάτι που κανείς δεν ξέρει σήμερα με βεβαιότητα σε ποιον βαθμό μπορεί να συμβεί – θα εξακολουθήσουν να είναι άδειοι τενεκέδες. Κι ένας άδειος τενεκές το μόνο που μπορεί να κάνει είναι περισσότερο θόρυβο. Τέτοια πολιτικά παραδείγματα στην εποχή μας ο καθένας μπορεί να σκεφθεί αρκετά.
Η αιτία του πανικού λοιπόν είναι η μεταβολή του πολιτικού σκέλους του συστήματος εξουσίας σε κινούμενη άμμο – ικανή να καταπιεί τα συντρίμμια των μέχρι χθες πανίσχυρων πυλώνων του.
Όσο το χαρτί υγείας
Η τρόικα των δανειστών, της ευρωζώνης και όλων των άλλων που σήμερα καταδυναστεύουν τη χώρα είναι φυσικό να ιεραρχεί ως πρώτη προτεραιότητά της τον πολιτικό έλεγχο. Για να ασκηθεί όμως αυτός, η σημαντικότερη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη αξιόπιστων συνομιλητών και ικανών εγγυητών για τη συνέχιση και την ολοκλήρωση των σχεδιασμών τους.
Ποιος όμως σήμερα είναι αξιόπιστος συνομιλητής για την τρόικα; Και από πού κι ώς πού εγγυητής πολιτικών σχεδιασμών, όταν βλέπουμε ηγεσίες να εκπροσωπούν τους εαυτούς τους και ό,τι απέμεινε από την κάποτε ακμαία – ελέω ρουσφετιού – εκλογική πελατεία; Αυτή η πελατεία φθίνει συνεχώς και σε αριθμό και σε ευρύτερη κοινωνική επιρροή.
Τα πάσης φύσεως τροϊκάνια λένε ευθέως, ακόμη και σε υψηλό διεθνές επίπεδο, ότι πρέπει πάση θυσία να ψηφιστούν ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., διότι γνωρίζουν κάτι απλούστατο: αν δεν ελέγξουν αυτοί οι δύο το παιχνίδι μόνοι τους, θα πρέπει να ρυμουλκήσουν στελέχη μικρότερων συγγενικών κομμάτων ή και ολόκληρα τα κόμματα.
Όμως ήδη η πείρα από τον Καρατζαφέρη είναι κακή. Όταν ο μαιτρ της κωλοτούμπας αντελήφθη ότι συγκυβερνώντας λέει αντίο στη Βουλή, έκοψε ρόδα μυρωμένα και τους έκανε τα τρία (κόμματα της συγκυβέρνησης) δύο. Με την πολιτική εμπιστοσύνη στα Τάρταρα, οι τρόικες και οι λοιποί – πολιτικά έμπειροι άλλωστε – γνωρίζουν άριστα ότι, χωρίς ικανούς πολιτικούς εγγυητές, οι δανειακές συμβάσεις, μνημόνια και το αγγλικό δίκαιό τους αξίζουν όσο το χαρτί υγείας που περιποιείται τους πανίσχυρους, κατά τα άλλα, πισινούς τους.
Έμποροι χωρίς πραμάτεια
Σε ένα τέτοιο κλίμα δεν έχουν λόγο να αισθάνονται καλά ούτε οι ποικίλοι επιχειρηματίες που είχαν μάθει επί δεκαετίες να απομυζούν το δημόσιο χρήμα χωρίς οι ίδιοι να ρισκάρουν. Χωρίς τις πολιτικές παλλακίδες τους, δεν είναι σε θέση πλέον να παρασιτούν ασυστόλως, αφού το μέλι λιγοστεύει επικίνδυνα και πάει εξ ολοκλήρου σε ξένα χέρια.
Μέχρι τώρα, όπως έχει κατά καιρούς ομολογηθεί, διατηρούσαν μέχρι και κοινοβουλευτικές ομάδες. Και τώρα τις έχουν, αλλά τα καμάρια τους δεν μπορούν ούτε να πιουν καφέ δημοσίως. Πρόβλημα! Άλλοτε μπορούσαν να πειθαναγκάζουν και μια κρίσιμη μάζα από τους απρόθυμους του πολιτικού συστήματος χρησιμοποιώντας το καρότο και το μαστίγιο των ΜΜΕ.
Όμως και αυτό το σύστημα υπολειτουργεί. Συνεπώς ούτε τα γνωστά επιχειρηματικά παράσιτα έχουν σοβαρές ελπίδες να συνεχίσουν αδιατάρακτα το ανωφελές έργο τους – αφού οι δανειστές είναι τώρα αυτοί που απομυζούν κάθε ικμάδα της Ελλάδας και του ελληνικού λαού – ούτε ο μιντιακός τους βραχίονας χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης στον εξαπατημένο, πτωχευμένο και ασυστόλως καθυβριζόμενο και εκβιαζόμενο πελάτη του.
Η αντίληψη των περισσοτέρων ότι η διάλυση και το ξεπούλημα του κράτους και της χώρας ολόκληρης θα τους μετατρέψει σε αδιαφιλονίκητους – και χωρίς πολιτικούς «μεσάζοντες» – διαχειριστές και νομείς του δημοσίου χρήματος δεν είναι νέα. Κάτι παρόμοιο είχαμε δει και την περίοδο της γερμανικής κατοχής τη δεκαετία του 1940, όταν το… αφάν γκατέ της ελληνικής επιχειρηματικότητας έκανε μεγάλες δουλειές με τους ναζί.
Όμως σήμερα η αντίληψη αυτή μοιάζει – και είναι – εντελώς ανόητη. Όσο ανόητοι είναι εκείνοι που την εμπνεύστηκαν.
Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι θα παραμεριστούν και ένα νέο σύστημα εξουσίας, απολύτως ελεγχόμενο από τους ξένους επικυρίαρχους, θα επιχειρήσει να αναλάβει το κουμάντο της χώρας παραμερίζοντας το παλιό, τραυματισμένο και εν πολλοίς ξοφλημένο εγχώριο σύστημα οικονομικής, πολιτικής και μιντιακής ισχύος. Ελάχιστοι θα επιβιώσουν την «επόμενη μέρα» – και μάλιστα οι περισσότεροι κυρίως σε προσωπικό και όχι απαραιτήτως σε επιχειρηματικό επίπεδο.
Το ίδιο ισχύει και με όσα ΜΜΕ αποτελούν «ενημερωτικούς» βραχίονές τους ή απλώς εξαρτώμενα εργαλεία τους. Δεν έχουν πια εύκολο τρόπο να χειραγωγήσουν. Πόσο ακόμη – και σε πόσους; – θα πωλούν την καταστροφή ως σωτηρία; Δεν υπάρχει πλέον πολιτική πραμάτεια να πουλήσουν. Έμειναν με τις ύβρεις και τους εκβιασμούς. Κι αυτοί όμως παλιώνουν και απαξιώνονται συν τω χρόνω.
Σε συνθήκες ταχείας πολιτικής τήξεως, ακόμη και τυχόν «νέα» σχήματα ή πρόσωπα, στημένα προχείρως με τα υλικά κατεδαφίσεως της χώρας, θα μπαγιατεύουν προτού φτάσουν στον υποψήφιο πελάτη.
Ακόμη χειρότερα, γνωρίζουν ότι, όσο περνάει ο καιρός χωρίς η χώρα να ανατάσσεται, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα μιας άγριας και ανεξέλεγκτης έκρηξης. Χωρίς κανόνες και ίσως χωρίς όρια.
Η απονομιμοποίηση και η αποδόμηση του συστήματος εξουσίας, σε όλες τις μορφές του, είναι ήδη εμφανής. Κι όσο περισσότερο απαξιώνεται και φτωχαίνει σε περιεχόμενο τόσο πιο πολύ θα γίνεται ένας άδειος τενεκές. Αυτό ίσως το καταστήσει, το αμέσως επόμενο διάστημα, πολύ πιο επικίνδυνο για τη χώρα από όσο σήμερα εμφανίζεται.
Μόνο που, σε αυτή την περίπτωση, απλώς θα επιταχύνει αυτό ακριβώς που απεύχεται: την καταστροφή του. Χωρίς ωστόσο απαραίτητα να είναι σαφές τι θα το διαδεχθεί…