Η προτεραιότητα των γεγονότων
H επικαιρότητα ή το ανεπίκαιρο της λογικής διαδικασίας που σκοπεύει στην κατανόηση της σημασίας των γεγονότων του περασμένου Νοέμβρη και στην επισήμανση των δυνατοτήτων ή των αδιεξόδων, τα οποία αποκαλύφτηκαν, κρίνεται από την ιδεολογική και ψυχική κατάσταση του καθενός. Υπάρχουν πράγματι διαθέσεις και άλλα συμφέροντα που υποχρεώνουν άτομα ή σύνολα σε διαφορετική στάση. Άλλοι αισθάνονται την ανάγκη για μια γρήγορη και εξαιρετικά βιαστική ερμηνεία των γεγονότων, προκειμένου να τα ευθυγραμμίσουν προς τις προκατασκευασμένες πολιτικές τους απόψεις κι έτσι να διατηρήσουν άθικτη την προσωπική τους ψυχική ισορροπία ή ανέπαφη την συνοχή της οργάνωσης-μηχανισμού, την οποία διευθύνουν ή στην οποία υποτάσσονται: είναι η περίπτωση των κρατικών οργάνων (που πιέζονται για να πληροφορήσουν), όπως κι εκείνη των πολιτικών σχηματισμών που αιφνιδιάστηκαν τόσο, που μόνο με την απόκρυψη και την εθελοτυφλία παρηγορούνται κι ελπίζουν. Αντίθετα, άλλοι δεν βλέπουν την ανάγκη για έξαρση και ιδιαίτερη απασχόληση με τα ίδια γεγονότα, τα οποία όσο απομακρύνονται από το κέντρο της παρατήρησης τόσο το καλύτερο – υπάρχει έτσι η ελπίδα ότι τα πράγματα θ’ ακολουθήσουν τον δρόμο τους όπως και πριν και ότι παροδική ήταν η ανακατοσούρα: είναι η περίπτωση των καιροσκόπων κάθε απόχρωσης κι όσων είτε δεν τολμούν να ανασυντάξουν τον εαυτό τους είτε παραδίδονται και παθητικά εναρμονίζονται με το κάθε αύριο. Και οι, χοντρικά, δυο και αντίθετες παραπάνω συμπεριφορές (βιαστική τακτοποίηση- παραμέληση) έχουν τούτο το κοινό: υποτάσσουν το αντικειμενικό στο υποκειμενικό με την ελπίδα πως θα γλυτώσουν από τις συνέπειες. Ανεξάρτητα όμως από τις προσδοκίες και τις αυταπάτες των υποκειμένων τούτων των στάσεων, είναι βέβαιο ότι η αναστολή της διαδικασίας για εμβάθυνση στα γεγονότα ή η μεμονωμένη και ατομική ενασχόληση συνεπάγεται, με την πάροδο του χρόνου, το λιγόστεμα ή και την εξαφάνιση ορισμένων δυνατοτήτων. Δηλαδή, η κατανόηση των γεγονότων και η πολιτική, ηθική και ιδεολογική απόσταξή τους είναι έργο των συνειδήσεων εκείνων, που, χωρίς να ξεπερνούν τους καθορισμούς της εποχής, μπορούν, μέσα από γεγονότα που χωροποιούν τον χρόνο, να καταλάβουν το χτες και να υποψιαστούν το αύριο. Γενική προϋπόθεση γι αυτό είναι η αναγνώριση της προτεραιότητας των γεγονότων, η παραδοχή της συμπυκνωμένης κι εξαιρετικής υφής τους, η έντονη προσπάθεια ν’ αποφύγουμε τον εμπειρισμό χωρίς να βουλιάξουμε στις γενικές και αφηρημένες αλήθειες. Η εξασφάλιση της προϋπόθεσης αυτής είναι μπορετή μόνο εφ’ όσον η συγκυρία το ’φερε έτσι, ώστε να μη μπορούμε να ησυχάσουμε παρά με την ανακάλυψη και με την εναρμόνιση προς τον ρυθμό, δηλ. τον νέο ρυθμό που αποτύπωσαν στις συνειδήσεις τα γεγονότα.
Ο Νοέμβρης, εστιακός μήνας
Ο περασμένος Νοέμβρης έγινε εστιακός πολιτικός μήνας. Κατά τη διάρκειά του συνέπεσαν αντικειμενικές διαδικασίες και διασταυρώθηκαν ρεύματα που μέχρι τότε κινούνταν σε διαφορετικά και σχετικά ανεξάρτητα επίπεδα. Τον ίδιο καιρό αναπτύχθηκαν πρωτοβουλίες και προκλήθηκαν διεργασίες που είναι αδύνατη η εκτίμησή τους. Ο κοινωνικά πιο μεστός από την εποχή της απελευθέρωσης τούτος μήνας απόκτησε τη φυσιογνωμία του στο Πολυτεχνείο, γιατί εκεί συντελέστηκε η διασταύρωση και το ξεπέρασμα των επιμέρους, των ποσοτικών μεγεθών. Αυτό είναι τόσο αναμφισβήτητο όσο προβληματική είναι η φυσιογνωμία της νέας ποιότητας. Η κορύφωση-Πολυτεχνείο αποτελεί στρόβιλο στο ξέσπασμα του οποίου συμβάλανε πολλά ρεύματα, είναι το επιστέγασμα μιας ολότητας πολλών αντιθετικών, νέων και παλαιών, γνησίων και πλαστών παραγόντων και καταστάσεων. Αν είναι έτσι, τότε χρειάζεται προσεκτική μελέτη των σχέσεων και των διαδικασιών και τολμηρή σύνδεση των εξωτερικά άσχετων φαινομένων, για να κατανοήσουμε το συντελεσμένο όλο και να σημειώσουμε τις τάσεις και τις ροπές που περιέχει. Ασφαλώς δεν θα’ ναι χρήσιμη η αντίληψη που υποτιμάει τον καθοριστικό ρόλο των γενικών κοινωνικών σχέσεων και αλληλουχιών, γιατί μονάχα έτσι μπορεί να δώσει υπόσταση και να απαιτήσει αναγνώριση για τη δραστηριότητα ατόμων ή κύκλων. Παρόμοια, κάθε απολογητική, δηλ. οποιαδήποτε προσέγγιση με έτοιμα και «αντικειμενικά» γενικά συμπεράσματα, δεν αποκλείεται να κάνει χρήσιμες παρατηρήσεις, αλλά δεν έχει καμιά πιθανότητα να συλλάβει τον ρυθμό και την ιδιομορφία του συνόλου. Ο Νοέμβριος συγκεφαλαιώνει, υπό εξαιρετικές συνθήκες, τις βασικές αντιθέσεις του εθνικού χώρου, ενώ το Πολυτεχνείο μετασχηματίζει σε συνείδηση και πρωτοβουλία, δηλ. μεταστοιχειώνει πολιτικά κι ανθρώπινα τα τυφλά κοινωνικά μεγέθη. Το Πολυτεχνείο, ένας τόπος που έγινε ορόσημο του χρόνου, αρμέγει και σπέρνει ταυτόχρονα, είναι τέρμα και ξεκίνημα. Αν θελήσουμε να ονοματίσουμε το περιεχόμενο του Νοέμβρη, που αποτελεί ημερομηνιακά το φόντο και την άμεση προέκταση της λαϊκής εξέγερσης της 17ης, θα βρούμε: α) την επίσημη αναγνώριση του ακατάσχετου πληθωρισμού με την ανοιχτή ανακοίνωση για αύξηση της τιμής των υγρών καυσίμων, β) τα επεισόδια κατά το μνημόσυνο του Γ. Παπανδρέου και την δίκη που ακολούθησε, γ) το αδιέξοδο στο πρώτο στάδιο του πολιτικού παζαριού και την ανακοίνωση για το άνοιγμα της δεύτερης φάσης – συνέντευξη Μαρκεζίνη, δ) την κατάληψη του Πολυτεχνείου από φοιτητές, στους οποίους προσχώρησαν μαθητές και νέοι εργάτες, και το κάλεσμα του λαού σ’ εξέγερση, ε) την κυριάρχηση των λαϊκών μαζών για 24 περίπου ώρες σε μεγάλο τμήμα της Αθήνας, στ) την κήρυξη και πάλι του στρατιωτικού νόμου και το ανηλεές ένοπλο κατασταλτικό χτύπημα των διαδηλωτών, ζ) το πραξικόπημα της 25ης και την ανατροπή των Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη με τη διατήρηση του στρατιωτικού νόμου.
Οι μεγάλες αντιθέσεις της περιόδου
Και η απλή απαρίθμηση των γεγονότων υποψιάζει για το ξέσπασμα την περίοδο αυτή πολλών αντιθέσεων της δημόσιας ζωής. Πρώτο: είναι η αντίθεση του συνόλου των λαϊκών και μικροαστικών στρωμάτων, ιδίως των πόλεων, προς τα αποτελέσματα και τους φορείς της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής. Ο λαός αισθάνεται, από την αρχή του 1973 ήδη, την αόρατη απειλή του πληθωρισμού και ανησυχεί φοβούμενος ότι θα πληρώσει ο ίδιος τα μαζεμένα αδιέξοδα, χάνοντας τις ως τα χτες σταθερές καταναλωτικές ανέσεις του. Η ανησυχία τούτη τον ευαισθητοποιεί και πολιτικά. Δεύτερο: είναι η ενεργή αντίθεση της νεολαίας ενάντια στις διαδικασίες κοινοβουλευτικού μασκαρέματος του πολιτικού εξανδραποδισμού που την χειραφετεί από άνισες επιρροές ενδιαμέσων καιροσκοπικών πολιτικών τέως κομμάτων. Τρίτο: είναι η αντίθεση των φοιτητών προς το κρατούν σύστημα σχέσεων στα πανεπιστήμια και στην ελληνική κοινωνία γενικότερα και η ταχύτατη επαναστατικοποίηση του φοιτητικού κινήματος. Τέταρτο: είναι οι αντιθέσεις ανάμεσα στον Παπαδόπουλο και το Μηχανισμό του και στις αντιστασιαζόμενες (κοινοβουλευτικώς και φιλοσυμμαχικώς) προσωπικότητες και οργανώσεις. Η παρατεταμένη ακινησία των «χρονοδιαγραμμάτων» κοκάλωσε την οξύτητα των αντιθέσεων τούτων με αποτέλεσμα την έλλειψη της αναγκαίας ευλυγισίας και ετοιμότητας. Πέμπτο: είναι η αντίθεση ομογενών και ανταγωνιζομένων ομάδων στρατιωτικών προς την προσωπική πολιτική προοπτική που οικοδομεί ο Παπαδόπουλος με τα «πολιτικά» και «δημοκρατικά» ανοίγματα μετά το δημοψήφισμα. Αυτές είναι οι βασικές αντιθέσεις πρώτου επιπέδου της περιόδου. Ούτε λόγος ότι αυτές συμπληρώνονται από απειράριθμες άλλες μικρότερες (π.χ. αντιθέσεις ανάμεσα τους παπαδοπουλικούς: Μακαρέζος, ή ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγες της εκκλησιαστικής ιεραρχίας κ.λ.π).H επιλογή γίνεται επειδή αναγνωρίζεται ότι οι αντιθέσεις τούτες λειτουργούν άμεσα και είναι αποτυπωμένες στα γεγονότα του Νοεμβρίου. Επίσης χρειάζεται να υπομνησθεί ότι οι παραπάνω αντιθέσεις εκδηλώνονται σ’ ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων, το οποίο αυλακώνεται από άλλες βαθύτερες και χοντρύτερες αντιθέσεις, ότι δηλαδή υφαίνουν πάνω στον καμβά άλλων αντιθέσεων, ότι αντανακλούν άλλες και περιέχονται σε άλλες. Η εξιστόρηση της διαμόρφωσης και των σταδίων της κάθε μιας από τις ονομασθείσες αντιθέσεις ούτε δυνατή είναι προς το παρόν ούτε εντελώς απαραίτητη για τη κατανόηση του ρυθμού των γεγονότων τούτων και των συνεπειών τους. Αρκεί να σημειώσουμε σοβαρά την κύρια αντίθεση, που δεν μπορεί να’ ναι άλλη από κείνη που α) έχει δραστικότερο χαρακτήρα, β)έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια, γ) δεν χάνει τα σταθερά της γνωρίσματα, δ) δεν αφομοιώνεται μέσα σ’ άλλες- το αντίστροφο, ε) λειτουργεί διαπλαστικά και στ) πρώτη τροφοδοτεί την πρωτοβουλία. Είναι φανερό πως από τις πέντε αντιθέσεις της περιόδου, η αντίθεση ανάμεσα στον φοιτητικό ριζοσπαστισμό από τη μια και στις σχέσεις, τους θεσμούς και τους εκπροσώπους του καθεστώτος της επταετίας από την άλλη, είναι η θερμότερη και πάνω της καθρεφτίζονται διάφορες άλλες. Επειδή ακριβώς αυτή η αντίθεση ήταν η κυρίαρχη, γι’ αυτό ένας τόπος σπουδαστικός μετατράπηκε σε συμπυκνωτή και σύμβολο του γενικότερου αγώνα, και με τις διαδικασίες που συντελέστηκαν εκεί και τις ζυμώσεις που ακολούθησαν, καθόρισε ο φοιτητικός παράγοντας το περιεχόμενο των εξελίξεων και την κατεύθυνση των αναζητήσεων.
Οι διαδικασίες και το αυθόρμητο
Το Πολυτεχνείο και οι μέρες που το ακολούθησαν άλλαξαν ολοσχερώς το πολιτικό κλίμα και έθεσαν σε κίνηση μηχανισμούς και διαδικασίες απρόβλεπτες. Η πρώτη αναγκαία παραδοχή είναι η αναγνώριση του αυθόρμητου χαρακτήρα των γεγονότων. Πράγματι, το σύνολο των πρωτοβουλιών που εκδηλώθηκαν κατά την διάρκεια των γεγονότων λογοδοτούσε αποκλειστικά στις διαθέσεις των πρωταγωνιστών και στις καταστάσεις που αντιμετώπιζαν. Δηλ. το ανοιχτό ξέσπασμα της αντίθεσης των φοιτητών με το καθεστώς δεν βρέθηκε σε υπηρετική σχέση προς άλλους αντιπάλους του Παπαδόπουλου, είτε δεξιούς είτε αριστερούς. Η αναγνώριση του αυθόρμητου της εξέγερσης δεν σημαίνει καταλογισμό αδυναμίας ούτε άρνηση της ύπαρξης πολιτικής συνείδησης στα άτομα που έδωσαν τη δραστηριότητα, την υγεία ή και τη ζωή τους υπηρετώντας τα ιδανικά τους. Απλά σημαίνει πως πρέπει να σημειώσουμε το γεγονός, ότι και οι πρωταγωνιστές ακόμα των πιο συνειδητών πρωτοβουλιών δεν μπόρεσαν να καταλάβουν εκ των προτέρων την κρισιμότητά τους ούτε πρόβλεψαν τις αλυσιδωτές συνέπειες τους. Διατυπώνοντας διαφορετικά τη σκέψη, θα λέγαμε ότι περισσότερο η διαίσθηση, δηλαδή ο αυτόματος συντονισμός των αισθημάτων από ποικίλους ερεθισμούς, παρά η λογική και ο πολιτικός υπολογισμός κίνησαν το πλήθος. Η άρνηση του στοιχείου τούτου αποτελεί τον όρο για το ξεστράτισμα της προσπάθειας να συλληφθεί το βάθος της πρωτοβουλίας και να φτάσουμε στα σχετικά συμπεράσματα. Οι πιο διαφορετικές, και εχθρικές ακόμα μεταξύ τους, πολιτικές σκοπιμότητες συμπίπτουν στο σημείο τούτο. Άλλοι για να τρομάξουν με τη μυθολογία των υποκινητών (προβοκάτορες των μυστικών υπηρεσιών, πράκτορες των παρανόμων διεθνών αναρχικών ομάδων κ.α) κι άλλοι για να θρέψουν τον αυτάρεσκο υποκειμενισμό τους και να αισθανθούν ως ιστορικοί μοχλοί, αρνούνται άμεσα ή παραμερίζουν στη σκιά το πρωταρχικό τούτο γνώρισμα. Γιατί, πραγματικά, αν δεν νοθευτεί με τη δαιμονολογία ή αν δεν εκτραπεί στην πεπατημένη, ο στοχασμός για τα γεγονότα οδηγεί στην αυθεντική σύλληψη των στοιχείων που εγκυμονούν μια νέα, διαφορετική από τις κρατούσες και τις παραδοσιακές, πολιτική συνείδηση. Επειδή η αυτόματη κίνηση κάνει φανερή την αυθεντική, ώριμη όσο και ασαφή πολιτική τάση που ξεπηδάει στοιχειακά μέσα από τα γεγονότα.
Η πρωτοβουλία σε άλλα χέρια
Η σημασία των ημερών του Πολυτεχνείου είναι σεισμική για τις κατεστημένες μεταπολεμικά στην Ελλάδα πολιτικές σχέσεις και σημειώνει την αρχή για το νέο ξεκίνημα του αγώνα για την ελευθερία, την ανεξαρτησία και το δίκιο. Για πρώτη φορά μετά την απελευθέρωση ο ίδιος ο λαός αφαιρεί την πρωτοβουλία από τα όργανα του συστήματος και πρωταγωνίζεται για τον καθορισμό της τύχης του. Για πρώτη φορά και σε τέτοια έκταση αρνείται να γίνει όργανο για την προαγωγή επιδιώξεων των διαφόρων ομάδων της πολιτικής μηχανής. Για πρώτη φορά αντιστρέφεται η σχέση λαού από τη μια και κρατικών οργάνων ή πολιτικών ελίτ από την άλλη, με αποτέλεσμα να πέσουν στην αβουλία και στη σύγχυση και να υποχρεωθούν στη συμμόρφωση με την γενική κατεύθυνση της πρωτοβουλίας. Έτσι βλέπουμε τους «πολιτικούς» να τίθενται αλληλέγγυοι με τους έγκλειστους και να μην αποδοκιμάζουν γεγονότα που δεν εγκρίνουν και τους αξιωματικούς να παραμερίζουν τον Παπαδόπουλο, ταγό και σύμβολο των πολιτικών κι επαγγελματικών επιδιώξεών τους. Για τον ίδιο λόγο οι πρωταγωνιστές των γεγονότων φοιτητές συγκεντρώνουν τη γενική εμπιστοσύνη και τις λαϊκές προσδοκίες. Πρόκειται δηλαδή για αλλαγή ποιοτικής τάξης που βρίσκει απροετοίμαστους και συνεπώς αιφνιδιάζει τόσο τους μηχανισμούς του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού όσο και το σύστημα προστασίας του καθεστώτος της επταετίας.
Συγκριτική σημασιολόγηση
Η απήχηση των γεγονότων είναι τέτοια που τα τοποθετεί στην κορυφή των μεταπολεμικών λαϊκών απελευθερωτικών αποπειρών στην Ευρώπη. Έτσι καταστρέφεται ολοκληρωτικά η αντίληψη πως οι αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών (μετανάστευση, τουρισμός) άλλαξαν τάχα τον φιλελεύθερο και ανυπότακτο χαρακτήρα του σύγχρονου Έλληνα (σε αντίθεση με κείνον της Αντίστασης) και τον μετέτρεψαν σε βολικό χειραγωγούμενο κι εύπλαστο βολεψία. Τα γεγονότα υποχρεώνουν πράγματι στην αποκατάσταση συνειδητής σχέσης με την ιστορία των εθνικών και λαϊκών αγώνων και στον παραμερισμό όλων των επιφανειακών και βιαστικών γενικεύσεων, τις οποίες έθρεψε για μεγάλο διάστημα ο καιροσκοπισμός των διανοουμένων και η άμβλυνση των συνειδήσεων. Το κυριότερο είναι ότι η νεολαία σήμερα συνδέεται προσωπικά και άμεσα με τα μύχια της εθνικής και λαϊκής ψυχής παραμερίζοντας ταυτόχρονα τα αισθήματα αναξιότητας κι ενοχής ή εκείνα της ήττας και του πανικού τα οποία κουβαλάνε οι μεγαλύτερες ηλικίες: ιερό ολοκαύτωμα.
Η καταλυτική επενέργεια
Η εξέγερση της νεολαίας δοκίμασε όλες τις κατεστημένες ενότητες συμφερόντων, όλα τα συστήματα των κυρίαρχων σχέσεων, όλες τις ομάδες προσώπων με κοινωνικό χαρακτήρα. Ο παλμός της πρωτοβουλίας έτρωσε και διατάραξε αρκετές ισορροπίες του εθνικού και πολιτικού status quo. Χαρακτηριστικά: α) οι νεοπαγείς πολιτικές σχέσεις της « μεταπολίτευσης» και των αντιπολιτευομένων καταστράφηκαν ολοκληρωτικά με συνέπεια οι μεν να απομακρυνθούν οριστικά από την κατοχή της εξουσίας οι δε άλλοι να χάσουν κάθε πιθανότητα πολιτικής πρωτοβουλίας και να πέσουν σε φοβερή εσωτερική κρίση, β) η κρατική ενότητα θρυμματίστηκε με τη συνεχή κατάλυση και τον ανασχηματισμό της νομιμότητας, με την απουσία συντονισμού και την παράλυση στη λειτουργία των βασικών οργάνων, με την επικράτηση της νοοτροπίας του ανεξέλεγκτου, γ) η ενότητα των στελεχών του στρατεύματος αποτελεί ανάμνηση, επειδή ναι μεν οι αξιωματικοί ανέλαβαν πολιτική πρωτοβουλία αλλά σε τούτο υποχρεώθηκαν από τα γεγονότα χωρίς φυσικά να είναι έτοιμοι- κι έτσι οδηγήθηκαν στην ατέρμονη διαδικασία των διασπάσεων και επαναδιασπάσεων, δ) η ενότητα των σχέσεων της εξουσίας με τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς κηδεμόνες γνωρίζουν επίσης τις συνέπειες, ε) τέλος, ακόμη και οι «προσωπικές» σχέσεις των ανθρώπων υφίστανται τη δοκιμασία, εξαιτίας των ποικίλων ηθικών και ψυχολογικών προβλημάτων στα οποία μεταστοιχειώθηκε το γεγονός.
Η εξέγερση και ο περίγυρος
Το Πολυτεχνείο και οι μέρες που το ακολούθησαν δημιούργησε γεγονότα και πραγματικές καταστάσεις που επιβάλανε διαφορετικούς ρυθμούς ζωής στο κέντρο της Αθήνας και αναστάτωσαν τις συνήθειες και την παντοδυναμία της ρουτίνας. Η ολοένα και πιο ενεργή συμπαράσταση των πολιτών τις πρώτες ημέρες της φοιτητικής πρωτοβουλίας και η πρόθυμη και άμεση συμμετοχή στις εκδηλώσεις του Πολυτεχνείου μαθητών και νέων εργαζομένων ενσαρκώνουν τις λαϊκές διαθέσεις και υλοποιούν τον επαναστατικό ριζοσπαστισμό της νεολαίας. Η ένοπλη επέμβαση εναντίον των εγκλείστων μετέτρεψε τις εκδηλώσεις σε καθαρά επαναστατικά γεγονότα και προκάλεσε σειρά πρωτογενών αντιδράσεων. Μέσα στις εκδηλώσεις του Πολυτεχνείου και των ημερών που το ακολούθησαν υπάρχουν συμπυκνωμένες οι δυνατότητες και τα κενά της πρωτοβουλίας των νέων καθώς και τα χαρακτηριστικά της αυθόρμητης λαϊκής εξέγερσης. Τα ίδια γεγονότα αποδεικνύουν την αστάθεια των μηχανισμών της εξουσίας και το αδιέξοδο της ίδιας. Οι παραστάσεις που κουβαλάει μαζί του το πλήθος που πρωταγωνίστησε σ’ αυτά, κι ακόμα οι συσχετισμοί στους οποίους υποχρεώνει το μυαλό η φορά των πραγμάτων, πλάθουν τα χαρακτηριστικά του αγωνιστή της αύριον.
Η ιδιοτυπία της μορφής
Το Πολυτεχνείο ως μορφή ανήκει στις εκδηλώσεις εκείνες της ανοικτής εξέγερσης κατά της εξουσίας, που επιδιώκουν είτε την υπογράμμιση κάποιου αιτήματος, είτε την επίδειξη δύναμης, είτε την κήρυξη της γενικής ανυπακοής και την ανατροπή της εξουσίας. Οι καταλήψεις των δημοσίων κτηρίων ή των παραγωγικών μονάδων αποτελούν τον πιο δραστικό τρόπο διαμαρτυρίας και θεωρούνται αμιγή επαναστατικά φαινόμενα. Στη μεταπολεμική Ελλάδα, η μορφή αυτή πάλης είναι σχετικά άγνωστη και τούτο οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απήχηση και τη γνωστή αποδοχή των κανόνων του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού από κόμματα και οργανώσεις. (Μπορούμε ν’ αναφέρουμε μια μονάχα εξαίρεση: την κατάληψη του νομαρχιακού μεγάρου στο Ηράκλειο της Κρήτης από τους εξεγερμένους σταφιδοπαραγωγούς το 1962). Η απεργία πείνας ήταν για ολόκληρη ιστορική περίοδο το ακρότατο σημείο της διαμαρτυρίας. Διεθνώς, η κατάληψη χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από το φοιτητικό κίνημα και τη νεολαία της αμφισβήτησης κι επιδιώκει τη μετατροπή των πανεπιστημιακών χώρων σε τόπους κοινής κι ελεύθερης συμβίωσης και σε βήμα προβολής εικονοκλαστικών κι επαναστατικών ιδανικών. Τώρα, για πρώτη φορά στη χώρα η φοιτητική νεολαία εισηγείται, αμέσως μόλις της δίνεται η ευκαιρία, την κατάληψη σαν το μέσο για την ανατροπή της δικτατορίας. Είναι ενδεικτικό ότι στην κατάληψη δεν φτάνει ύστερα από τη διαδικασία που θα εξαντλούσε πρώτα γνωστές μορφές πάλης – αποχή, απεργίες, διαδηλώσεις, εκλογικές αναμετρήσεις. Τούτο δείχνει πως οι κοινωνικές πιέσεις έχουν πάρει εκρηκτικό χαρακτήρα και δεν τιθασεύονται με τις συνηθισμένες τεχνικές. Η μετάπτωση από την ήρεμη αδιαφορία (για τη διαμάχη για τον έλεγχο των ανυπόληπτων φοιτητικών συλλόγων) στην ενεργή πρωτοβουλία της κατάληψης φανερώνει την ταχύτητα των συνειδητοποιήσεων, που μετατρέπει σε φιάσκο τις απόπειρες χειραγώγησης. Και ενώ η πρώτη κατάληψη- της Νομικής – για συγκεκριμένους λόγους έχει το γνώρισμα της προκλητικής διαμαρτυρίας (με γενικά συνθήματα- αιτήματα), η δεύτερη εξελίσσεται σε ανυπακοή, σε έπαλξη και κινητήρα της λαϊκής εξέγερσης (με προστακτική και λαϊκοριζοσπαστική συνθηματολογία).
Η περιφρούρηση απ’ έξω
Η πάλη για την προστασία του Πολυτεχνείου οδήγησε σ’ ένα περίπλοκο σχηματισμό, σε μια περίεργη διάταξη των αντιπάλων δυνάμεων στους χώρους γύρω και πέρα από το Πολυτεχνείο και σ’ εκδήλωση πρωτοβουλιών αξιοπαρατήρητων. Η εφευρετικότητα του εξεγερμένου πλήθους από τη μια προκάλεσε αντιπερισπασμό στις αστυνομικές δυνάμεις με τις απόπειρες κατάληψης άλλων δημοσίων κτηρίων και από την άλλη δημιούργησε τον μεγάλο προστατευτικό κλοιό γύρω από τις δυνάμεις επέμβασης. Δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής ο ρόλος που έπαιξε η διάταξη τούτη στην προστασία των έγκλειστων και στην αποτροπή γενικής σφαγής τους.
Η δημοκρατία από τα κάτω
Γενικό χαρακτηριστικό της εσωτερικής ζωής κατά την κατάληψη είναι η πλήρης επιβολή της δημοκρατίας των εγκλείστων μαζών. Το γεγονός αυτό είχε τις εξής συνέπειες: α) την ελεύθερη και απρόσκοπτη έκφραση του φρονήματος της νεολαίας: για πρώτη φορά μετά την κατοχή συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο οι ιδιότητες του συγγραφέα και του διανομέα των συνθημάτων, του εμπνευστή και του εκτελεστή, β) την κυριαρχία της δικτατορίας των μαζών πάνω σε εκπροσώπους κι άλλα όργανα εξουσίας, με τη μορφή των διαρκών συζητήσεων και την αξιοποίηση των συνελεύσεων. Οι αποφάσεις των συνελεύσεων είναι η πραγματική φωνή των μαζών. Η παρουσία και λειτουργία των συνελεύσεων παραλύει τη τάση της καπηλείας και τη διάθεση του πραξικοπηματισμού, γ) την επικράτηση σχέσεων αδελφικής αλληλεγγύης και αγωνιστικής συναδέλφωσης με βαθύτατη απήχηση στην ψυχολογία των εγκλείστων και στη διαμόρφωση ατμόσφαιρας ψυχικής ένωσης, δ) την εφέλκυση και αντίστροφη χρησιμοποίηση των οργανωμένων και ψηφοθηρούντων πολιτικών δυνάμεων, ε) τη γνωριμία ανάμεσα σε φοιτητές, μαθητές και νέους εργάτες και το σβήσιμο των διαφορών από την κοινή ιδιότητα του μαχόμενου, στ) την καλλιέργεια πνεύματος πρωτοβουλίας και αισθήματος ευθύνης σε κάθε άτομο με αποτέλεσμα τη ζωηρή κι εύτακτη δραστηριότητα, ζ) την άμεση επικοινωνία με τους διερχόμενους πολίτες και με τους ακροατές του ραδιοφωνικού σταθμού. με συνέπεια την εξέλιξη της πολιτικής προβληματικής των νέων.
Ο εσωτερικός συσχετισμός των δυνάμεων
Η πάλη για τον έλεγχο των σωμάτων (Συμβούλιο, Επιτροπές) και για την κατοχή των οργάνων (μεγάφωνα, ρ.σ., πολύγραφοι κ.α), που υλοποιούσαν την εξουσία μέσα στο Πολυτεχνείο, φαίνεται πως υποχρεώθηκε να διεξαχθεί μέσα στους όρους και τις συνθήκες που δημιούργησε η γενική μαχητική ατμόσφαιρα. Η διαρκής λειτουργία των οργάνων κυριαρχίας των μαζών, δηλ. των γενικών συνελεύσεων, δεν άφηνε ουσιαστικά περιθώρια για τη διαμόρφωση στεγανών και αποστάσεων μεταξύ των επάνω και των κάτω και για τη δημιουργία τετελεσμένων. Έτσι άλλωστε αντιμετωπίστηκαν τα προβλήματα ετοιμότητας και συντονισμού που δημιούργησε η κατάσταση. Στη διαπάλη αυτή φαίνεται να πήραν μέρος ουσιαστικά μόνο ομάδες της αριστεράς γενικώς. Ανεξάρτητα από τις ιδεολογικές κλίσεις τους και τον ειδικότερο πολιτικό προσανατολισμό, το στοιχείο που τις χωρίζει σε δυο ομάδες είναι η οργάνωση: δηλ. από το ένα μέρος είναι οι δυο πτέρυγες του Κ.Κ.Ε. (Δωδεκατικοί-Εσωτερικού) με οργανωμένες δυνάμεις και νοοτροπία καπάτσου κουμανταδόρου, που γεννήθηκε για να χειραγωγεί και να κατευθύνει τις «μάζες», και από το άλλο ποικίλες, χαλαρές και κατ’ ανάγκη πειθαρχικές στα κελεύσματα του πλήθους αντικομματικές (Αντιπολίτευση) αριστερές ομάδες. Φαίνεται πως οι ανοργάνωτοι, στηριγμένοι στις διαρκείς συνελεύσεις και αξιοποιώντας τη δύναμη του αυθόρμητου ριζοσπαστισμού, αφαίρεσαν από την αρχή την πρωτοβουλία από τους κομματικούς μηχανισμούς. Το γεγονός τούτο σημειώνει την κατίσχυση της δικτατορίας των μαζών ακόμα και μέσα στα ολιγομελή όργανα και επιβεβαιώνει ότι η οργανωτική ανάπτυξη δεν είναι ικανή να καλύψει το κενό που δημιουργεί η απουσία πολιτικών θέσεων αντίστοιχων με τις πραγματικές καταστάσεις, ιδιαίτερα σε περίοδο επαναστατικού αναβρασμού.
Τα εξαιρετικά γνωρίσματα
Οι θερμές σχέσεις που σχηματίστηκαν μεταξύ των εγκλείστων του Πολυτεχνείου και η κοινή μοίρα που τους έδεσε μαζί σφιχτά κλόνισαν σοβαρά στη συνείδησή τους, για τις ημέρες εκείνες τουλάχιστον, τον τρόπο θεώρησης του κόσμου μέσα από το ατομικό συμφέρον και από την προσωπική φιλοδοξία και έπληξαν καίρια τη φιλαυτία. Ισχυρότατα συμπιέστηκε το άνοιγμα ανάμεσα στο «εγώ» και στο «αυτοί», η ψυχολογική απόσταση ανάμεσα στον ένα και στους άλλους- έσπασε δηλ. η απομόνωση του ατόμου, που ανακάλυψε την ιστορική και την κοινωνική του διάσταση μέσα στην πυρετική δραστηριότητα του συνόλου, με το οποίο δέθηκε άμεσα και από το οποίο δεν μπορούσε να διαχωρίσει την τύχη του. Η λυτρωτική τούτη ταύτιση του ατόμου με το σύνολο είναι φαινόμενο των επαναστατικών στιγμών, που ζωντανεύει και μετατρέπει σε υλική χειροπιαστή δύναμη τα γενικά ιδανικά. Η νέα σχέση που δημιουργείται έτσι, δηλ. η ανύψωση του ατόμου, η απομάκρυνσή του από ό,τι σχετικά ασήμαντο, δευτερεύον και στενά προσωπικό, πολλαπλασιάζει τις ικανότητές του, ενώ οι αξιολογήσεις του για πλείστα ζητήματα, ακόμα και για τη σημασία της προσωπικής ζωής, αλλάζουν. Είναι ακριβώς αυτές οι αλλαγές και οι νέες εξαρτήσεις που εξηγούν τη συμπεριφορά των ατόμων στις στιγμές αυτές: τη δραστηριότητα, το θάρρος, την αυτοθυσία, τη μετριοφροσύνη.
Η προστακτική βούληση
Τα συνθήματα που μεταδίδονται ακουστικά και οπτικά χαρακτηρίζονται από τον ακραίο ριζοσπαστισμό, από τον προστακτικό τόνο και από τις απειράριθμες φόρμες και τις ποικίλες εκδοχές που τους προσδίδει η εφευρετικότητα των στιγμών, που αποφεύγει το μονότονο και τη στερεοτυπία. Στα συνθήματα αποτυπώθηκε η ψυχική κατάσταση και η πολιτική και ιδεολογική φυσιογνωμία των συγκεντρωμένων. Τα συνθήματα επίσης έπαιξαν τον βασικό συνεκτικό ρόλο και συνέδεσαν άτομα κι ομάδες στους ίδιους ρυθμούς. Τα συνθήματα δεν επιλέγονται μεταξύ εκείνων που χρησιμοποιούσε η αντιπολίτευση στον αγώνα της κατά του Παπαδόπουλου ή στο παιχνίδι της με το Μαρκεζίνη, π.χ. οι λέξεις «Δημοκρατία», «Ομαλότητα» κ.ά., αλλά αποτελούν εξέλιξη και προέκταση των πιο ριζοσπαστικών από εκείνα που ακούστηκαν κατά την κατάληψη της Νομικής τον περασμένο Φεβρουάριο. Έτσι βλέπουμε την εξέλιξη των συνθημάτων να βρίσκεται σ’ αντιστοιχία με την ανάπτυξη του κινήματος και να είναι σχετικά ανεξάρτητα από τον τρέχοντα πολιτικό συναγωνισμό και τα αδιέξοδά του. Τα συνθήματα και οι ομιλίες αποτελούν αξιόλογη πολιτική υποθήκη της νεολαίας στον γενικότερο απελευθερωτικό αγώνα. Αξονική θέση κατέχει η υπογράμμιση της απαίτησης για κατάκτηση και κατοχύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας. Η προβολή της γίνεται θετικά αλλά και με την ονομαστική καταγγελία των μηχανισμών και των συμβόλων της εξάρτησης και της κηδεμονίας από τους ξένους (Ν.Α.Τ.Ο, Αμερικανοί). Δεύτερη στη σειρά έρχεται η λαϊκή κυριαρχία με τη διαπόμπευση των φορέων, των συμβόλων και της καταγωγής της εξουσίας του Παπαδόπουλου και με την έξαρση της πληβειακής αντίληψης της κυριαρχίας, δηλ. της Λαοκρατίας. Τα όρια και το κύριο σώμα της συνθηματολογίας αποτελούνται είτε από καταγγελίες συγκεκριμένων καταστάσεων (Ε.Σ.Α.), είτε, συχνότερα, από διάφορους συνδυασμούς αναγκών, ιδανικών και αιτημάτων (ψωμί, παιδεία, ελευθερία). Αξιοσημείωτη είναι η ολοκληρωτική απόρριψη των διατυπώσεων που χρησιμοποιούν τα κόμματα (ομαλότητα, δημοκρατία, εκλογές), απόρριψη που ανατρέπει τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής τους φιλοσοφίας, δηλ. την αντίληψη εκείνη που διακηρύσσει ότι προτεραιότητα έχει η αποκατάσταση της πολιτικής δημοκρατίας, δια της οποίας θα κατακτηθεί η ανεξαρτησία της χώρας και η κυριαρχία του λαού. Αντίθετα, έντονη προβάλλει η τάση για συμπόρευση με γνήσια λαϊκά αιτήματα (Μέγαρα) και η προτροπή για ενιαία συμπαράταξη με το λαό (Εργάτες, Αγρότες, Φοιτητές). Είναι φανερό ότι επιβάλλεται ο συσχετισμός των γεγονότων με τις αντιλήψεις που εκφράστηκαν, από τα πλήθη που πρωταγωνίστησαν, κατά την διάρκειά τους, γιατί έτσι μονάχα γίνεται μπορετή η αναμέτρηση της σημασίας τους και, το σημαντικότερο, η ανακάλυψη του νέου στοιχείου που εναποθέτουν στην πολιτική συνείδηση του λαού.
Η Αθήνα ξεμουδιάζει
Η πόλη, οι δρόμοι της, οι διαβάτες δέχονται άμεσα τον αντίκτυπο του πολυτεχνειακού πυρετού. Οι περιοχές γύρω από το Πολυτεχνείο είναι ο χώρος όπου παίρνουν υπόσταση οι εξής διαδικασίες: α) επαφή και άμεση γνωριμία πολλών Αθηναίων με τη μαχητική φοιτητική νεολαία που την ακολουθούν οι μαθητές, και το ιερολοχίτικο πνεύμα της (τώρα ή ποτέ) με συνέπεια την ηθική τόνωσή τους και αφύπνιση της πολιτικής τους συνείδησης, β) κατάληψη κι έλεγχος των δημοσίων χώρων για 24 ώρες από πολίτες, που σπάζουν το αίσθημα της ανημπόριας και ζουν στους ρυθμούς του Πολυτεχνείου, γ) το σκοτάδι της φοβίας και το φίδι της δυσπιστίας στον διπλανό, αρχίζουν να υποχωρούν από τη δημόσια ζωή και να τυλίγουν τους μηχανισμούς που τα χρησιμοποιούσαν: τα κολλημένα στις εξωτερικές επιφάνειες των οχημάτων συνθήματα και οι μεταδόσεις του ρ/σ αιφνιδιάζουν τις αισθήσεις και ταράζουν τα μυαλά των Αθηναίων, δ) εδώ πέφτει ο σπόρος της λαϊκής αγωνιστικής ενότητας, η οποία θα προαχθεί αργότερα στις οδομαχίες και στα κρατητήρια, ε) οι ιδιωτικοί χώροι (γραφεία, διαμερίσματα) γίνονται το καταφύγιο για τους έγκλειστους και αποδείχνονται μεγάλο μετόπισθεν για τους μαχόμενους.
Η ρωγμή στην αποξένωση
Τα μέτρα καταστολής της εξέγερσης και ιδιαίτερα η απαγόρευση της κυκλοφορίας των πολιτών για διάστημα μιας εβδομάδας και παραπάνω είχανε ιδιόμορφη επίδραση στις σχέσεις μεταξύ των κατοίκων και ειδικότερα όσων διαμένουν στις πολυκατοικίες της πρωτεύουσας. Από τη μια μεριά μετατρέψανε τους υποτιθέμενους τόπους προσωπικού και οικογενειακού ασύλου σε χώρους περιορισμού, μετατρέψανε τους Αθηναίους σ’ έγκλειστους μέσα στα ίδια τους τα σπίτια, και από την άλλη τους υποχρέωσαν να μικρύνουν τη μεγάλη απόσταση που ψυχικά τους χώριζε, παρότι πολλά χρόνια μπαίνανε και βγαίνανε από την ίδια πόρτα. Η πολυκατοικία, χώρος απομόνωσης και αδιαφορίας για τον διπλανό, σύγχρονο μοναστήρι και κιβωτός αλλοτρίωσης, σύμβολο της μεταπολεμικής φυσιογνωμίας της ελληνικής κοινωνίας, λειτούργησε για πρώτη φορά ανθρώπινα. Εξαιτίας του εξωτερικού περιορισμού, οι ένοικοι υποχρεώθηκαν να σπάσουν τις αγκυλώσεις και να καταφύγουν στην αλληλεγγύη και στην ανάπτυξη των σχέσεών τους για την θεραπεία αμέσων αναγκών (φάρμακα κ.λ.π). Έχει μεγάλη σημασία που η προσέγγιση αυτή έγινε όχι εξαιτίας ενός φυσικού αλλά ενός κοινωνικού γεγονότος, εξαιτίας ενός κοινωνικού σεισμού. Παρόμοιες επιπτώσεις των γεγονότων, που συντελούν στην αλλαγή της ποιότητας των σχέσεων των ανθρώπων, υπήρξαν και άλλες. Γενικά δεν είναι υπερβολή ο ισχυρισμός ότι τα γεγονότα προσφέρουν νέο περιεχόμενο και καινούργιους παλμούς στην καθημερινή ζωή.
Η πολιτική πρωτοπορία του φοιτητή
Κύριος συντελεστικός παράγων στα γεγονότα υπήρξαν οι φοιτητές. Πράγματι, ενώ μέχρι το Μάιο του 1972 απουσιάζει εντελώς από τη δημόσια ζωή (ο παράγων «φοιτητής»), τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου τον βλέπουμε να αποκτά ίδια φυσιογνωμία και να παίρνει κοινωνική διάσταση τέτοιας λογής και με τέτοια ταχύτητα που να μη χωράει ούτε να προσαρμόζεται στα βαφτιστικά των διαφόρων νονών του, δηλ. εκείνων που τον θέλουν εξάρτημα του κρατικού μηχανισμού τους ή των άλλων που τον προτιμούν υπηρέτη των σκοπιμοτήτων τους. Η ιδιαίτερη φυσιογνωμία της φοιτητικής πρωτοβουλίας (δηλ. τα κοινά γνωρίσματα των γεγονότων από τα τέλη Οκτωβρίου 1972 μέχρι τις 16 Νοέμβρη) καθορίζεται κατά πρώτο λόγο από τη συγκυρία των πολιτικών σχέσεων της περιόδου αυτής και κατά δεύτερο από την ενσάρκωση στα πρόσωπα των δραστήριων στοιχείων, γνωρισμάτων και στάσεων που αναπτύχθηκαν την περίοδο της δικτατορίας. Όλη αυτή την περίοδο (’72-’73) κορυφώνεται το αδιέξοδο των ανταγωνιζομένων για την εξουσία δυνάμεων (δηλ. η αντίσταση των διανοουμένων και των πολιτευτών του χθες λήγει χωρίς να συνδεθεί ούτε καν πρόσκαιρα με τις μάζες, ενώ, από την άλλη, η χρεοκοπία της πολιτικής των κυβερνούντων επιταχύνεται εξαιτίας και των διεθνών εξελίξεων) και αρχίζει η φάση των βιαστικών πειραματισμών με τα δημοψηφίσματα, την πολιτικοποίηση και το γνωστό παζάρι. Πράγματι καμία από τις πολιτικές δυνάμεις δεν ελέγχει τα φρονήματα ούτε μπορεί να προβλέψει τις διαθέσεις του κόσμου και όλα γίνονται χωρίς λαϊκό αντίκρυσμα. Η ετσιθελική διαχείριση εξάλλου της εξουσίας από τους επιβήτορες της 21ης Απριλίου διέκοψε τη συνέχεια του ελέγχου της εθνικής και ιδιαίτερα της εκπολιτιστικής ζωής από το ευρύ φάσμα των κοινοβουλευτικών δυνάμεων, χωρίς να μπορεί να εμπνεύσει τίποτα άλλο. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η ανάπτυξη πρωτοβουλιών που οδήγησαν στο φαινόμενο της εκδοτικής δημοκρατίας, που, παρά τις αντιφάσεις του, συνέβαλε στην πολιτική φόρτιση της πνευματικής ζωής και στην υπονόμευση των ιδεολογικών και των πολιτικών αυθεντιών των παραδοσιακών μηχανισμών μέσα στη συνείδηση και τα μυαλά των νεότερων. Η δημοκρατία στην κίνηση των ιδεών που λειτουργεί πραγματικά την περίοδο ’68-’73, παρ’ ότι μπορεί να θεωρηθεί ως λύση ανάγκης και να αμφισβητηθεί ο συνειδητός χαρακτήρας της, αποτυπώνεται οπωσδήποτε σ’ εκείνους που ως μόνο αυθεντικά ανεξάρτητο τομέα της δημόσιας ζωής βρίσκουν τον εκπολιτιστικό και ειδικά τον εκδοτικό – και αυτοί είναι οι φοιτητές. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθεί το γεγονός ότι από το ’68 έως το ’72, ανανεώνεται ολοκληρωτικά το έμψυχο περιεχόμενο των Πανεπιστημίων (οι παλαιοί, με τις κοινοβουλευτικές αναμνήσεις, φοιτητές φεύγουν). Έτσι η απουσία δραστικής πολιτικής κηδεμόνευσης, από τη μεριά των κοινοβουλευτικών, η οργανική ανικανότητα της δικτατορίας για ελαστική χειραγώγηση του μαζικού κινήματος (το οποίο η ίδια επιτάχυνε με τη συχνή επανάληψη του σοβαρού πολιτικού σφάλματος της μετάπτωσης από την αδιαλλαξία στο μαλακό) και οι γενικές ιδεολογικές επιρροές που ασκούνται πάνω στους φοιτητές προσδιορίζουν τις αρχικές συγκυρίες που στα χνάρια τους πρωτοεκδηλώνεται η φοιτητική πρωτοβουλία.
Τα ψυχικά και πνευματικά χαρακτηριστικά
Οι συγκυρίες αυτές επέτρεψαν στη φοιτητική κίνηση: α) να διέλθει πολύ γρήγορα, σχεδόν σαν ενδομήτρια φάση, το στάδιο του ενδιαφέροντος για τα στενά φοιτητικά προβλήματα, β) να συνδεθεί με τα γενικότερα, και ειδικά με το πολιτικό πρόβλημα, με τρόπο ανεξάρτητο και πρωτότυπο, γ) να κάνει κοινό κτήμα συσχετισμούς και ν’ αναδείξει αλήθειες που για μεγάλη περίοδο τις σκιάζανε ο βερμπαλισμός και η πολιτική σοφιστεία, δ) να δώσει δείγματα και μέτρα για το ήθος του μαχόμενου και την αυτοθυσία του αγωνιστή, ε) να καταστεί η φοιτητική νεολαία εκφραστής της πολιτικής συνείδησης του λαού κι εστία διαφοροποιήσεων και ανακατατάξεων. Σαν γνωρίσματα της φοιτητικής πρωτοβουλίας θα μπορούσαν ν’ αναφερθούν: α) ο πολιτικός αυθορμητισμός – και μ’ αυτό πρέπει να εννοήσουμε την αυτόματη σύνδεση οποιουδήποτε προβλήματος με το ζήτημα της εξουσίας· ο αυθορμητισμός τούτος είναι κάτι πολύ ουσιαστικότερο και περισσότερο βαθύ από την εκάστοτε κομματική σκοπιμότητα, η οποία σπανιότατα δεν στενεύει και ουδέποτε παραιτείται από τη νοθεία του περιεχομένου στην πολιτική συνείδηση των μαζών, β) η ιδεολογική ρευστότητα, σα να λέμε η κατάσταση εκείνη στην οποία περιέρχονται οι σκέψεις των ανθρώπων μετά από αιφνίδιες εξελίξεις, για την κατανόηση των οποίων δεν αρκούν ούτε οι αγοραίες απλουστεύσεις ούτε οι δασκαλίστικες πανάκειες, γ) το ακμαίο φρόνημα, δηλαδή το ηθικό και ψυχολογικό αποτέλεσμα της σταθερά ανοδικής και τελικά νικηφόρας πορείας των φοιτητικών πρωτοβουλιών και η αίσθηση της καθολικής συμπαράστασης, δ) η προσεχής διάσπασή του, ήτοι η αναπόφευκτη διαδικασία για να υπερβεί, και συνειδητά, τον εαυτό του ή η εσωτερική κρίση που θα του δημιουργήσει η επαφή με τη ζωή και το κίνημα των μαζών, ε) η ακτινοβολία του ως προτύπου, δηλ. η γενική αναγνώριση κι εκτίμηση για την εφευρετικότητα, την τόλμη, την ωριμότητα και την ευστοχία των εκδηλώσεων.
Η καθυστερημένη λαϊκή αφύπνιση
Κι ενώ με την πρωτοβουλία των φοιτητών της Αθήνας συντονίζονται αμέσως οι συνάδελφοί τους των επαρχιακών κέντρων Θεσσαλονίκης και Πάτρας και προβαίνουν σε καταλήψεις πανεπιστημιακών κτηρίων, μεταφέροντας τον πυρετό της ανυπακοής σ’ όλη τη χώρα, δεν επαναλαμβάνεται το ίδιο με την εργατική τάξη της Αθήνας, παρά μονάχα συμβολικά, και οι λαϊκές συνοικίες μένουν αδρανείς παρά τις συνεχείς εκκλήσεις των εγκλείστων του Πολυτεχνείου. Όσο για τους μικροαστούς του κέντρου, προτιμούν τη θέση του ψυχικά συμπάσχοντος παρατηρητού και ανταποκρίνονται ανθρωπιστικά στις κλήσεις για φάρμακα και για περίθαλψη. Ιδιαίτερη ευαισθησία έδειξε η νεολαία γενικά και ειδικά οι μαθητές των γυμνασίων, των φροντιστηρίων και των τεχνικών σχολών, οι οποίοι και πρωτοστάτησαν στην ανέγερση των οδοφραγμάτων την Παρασκευή το βράδυ και το πρωί του Σαββάτου. Γενικά οι Αθηναίοι δεν υποψιάστηκαν (όπως και οι κρατούντες άλλωστε) τη δύναμη του αιφνιδιασμού, στον οποίο εξελίχθηκε η φοιτητική πρωτοβουλία, και έμειναν παθητικοί παρατηρητές.
Δεκ. 1973 – Ιαν. 1974
2 ΣΧΟΛΙΑ
Πέραν του μηνυμάτος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, που σωστά αναλύεται κι αναπτύσσεται στο άρθρο, οφείλει κανείς να πει μερικά πράγματα και για τη σκοτεινή πλευρά της δύναμης που δεν είναι άλλη από την επονομαζόμενη Γενιά του Πολυτεχνείου…
Ο λαός μπορεί να μην “ξεχνάει” τι σημαίνει “Δεξιά”, αλλά τελευταία με τους Αλαβάνους και τους Κουβέληδες έχει αρχίσει και “θυμάται” τι σημαίνει “Αριστερά”. Ο λαός έχει αρχίσει να μην θυμάται αυτά που “πρέπει” και αυτό είναι που μειώνει τα κέρδη των “ηρώων” της Αριστεράς. Μειώνει την “κληρονομιά” τους …και έχουν παιδιά ν’ αποκαταστήσουν. Ας μην ξεχνάμε τη μισή ΦΩΝΗ του Πολυτεχνείου που την ταΐζουμε τώρα στην Ευρώπη και είναι η διαβόητη Δαμανάκη.
Να ζήσουν ήθελαν τα μετέπειτα golden boys της μεταπολίτευσης. Να ζήσουν άκοπα και πλούσια. Ξεκίνησαν τις ζωές τους χωρίς κεφάλαιο και θέλησαν να το αποκτήσουν πίσω από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου. Στην “αυλή” του φύτεψαν ένα “δένδρο” και παίρνουν κάθε χρόνο τη “σοδειά” τους. Τα πιο golden boys απ’ όλα. Τα boys και τα girls που πήραν το πιο πλούσιο μεροκάματο που δόθηκε ποτέ στην Ελλάδα. Πάρα πολύ πλούσιο, αν σκεφτεί κάποιος ότι εκείνο το “μεροκάματο” της Δαμανάκη εξακολουθεί ακόμα να της αποδίδει χιλιάδες ευρώ μηνιαίως.
Εδώ μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης τι σημαίνει Golden Boy. Να καταλάβει αυτά, τα οποία γνώριζαν από τότε οι “ήρωες” του Πολυτεχνείου. Αυτά, τα οποία όλοι οι υπόλοιποι εργαζόμενοι, για να τα καταλάβουν, έπρεπε να περάσουν δεκαετίες και αφού πρώτα δουν τη Goldman Sachs. Να καταλάβουν οι άνθρωποι του μόχθου και του μεροκάματου τις αναλογίες κόπου και αμοιβής, που καθιστούν κάποιον Golden. Για μια βραδιά υποτιθέμενης αντίστασης κάποιοι ζούνε για πάνω από τριανταπέντε χρόνια σαν βασιλείς. Χιλιάδες ώρες έχουν καταναλώσει από τις ζωές τους, για να μας περιγράψουν ένα συγκεκριμένο εικοσάλεπτο της μίζερης ζωής τους.
Το σκουπίδι με το όνομα Ανδρέας Παπανδρέου. Αυτόν ανέλαβαν να “φτιάξουν” οι μυστικές υπηρεσίες των ισχυρών σαν τον “πρώτο” και αυτός ήταν που καταδίκασε την κοινωνία στην περίεργη λειτουργία της. Όταν μια κοινωνία έχει σαν “πρώτο” έναν άνθρωπο όπως ο Ανδρέας, είναι θέμα χρόνου να την “πατήσει”. Γιατί; Γιατί αυτός, προκειμένου να διατηρήσει τα “πρωτεία”, θα πλαισιωθεί από ομοίους του, οι οποίοι θα δημιουργήσουν συνθήκες συμμορίας. Όμως, συμμορία με την ισχύ των ξένων ιμπεριαλιστών και του κρατικού μηχανισμού, είναι ανίκητη.
Αυτό, το οποίο πρέπει να δούμε, είναι το πώς ο Ανδρέας εμφανίστηκε σαν “πρώτος”. Εμφανίστηκε σαν “πρώτος”, γιατί απλά ήταν ασυναγώνιστος. Κανένας δεν μπορούσε να τον συναγωνιστεί, γιατί απλά έπαιζε μια παράσταση σε συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες των ισχυρών. Ακόμα και ο πιο γενναίος Έλληνας δεν μπορούσε να πει αυτά, τα οποία έλεγε ο “θεατρίνος”. Ακόμα και ο πιο δημοκράτης Έλληνας δεν μπορούσε να πει αυτά, τα οποία έλεγε ο “αντιδεξιός” Ανδρέας. Ακόμα και ο πιο αντι-ιμπεριαλιστής Έλληνας δεν μπορούσε να πει αυτά, τα οποία έλεγε ο “σοσιαλιστής” Ανδρέας. Ακόμα και ο πιο αντιαμερικανός Έλληνας δεν μπορούσε να πει αυτά, τα οποία έλεγε ο Αμερικανός υπήκοος Ανδρέας. Ακόμα και ο πιο φιλοπαλαιστίνιος Έλληνας δεν μπορούσε να πει αυτά, τα οποία έλεγε ο Σιωνιστής Ανδρέας.
Να τα κάνουμε όλα αυτά μια “σούμα”, για να δούμε τι θα βγει; Ένας λαός κατά κανόνα δημοκρατικός, αντι-ιμπεριαλιστικός, αντιαμερικανικός και φιλοπαλαιστίνιος ποιον θα είχε ως “πρώτο”; Αυτόν, ο οποίος θα τον εξέφραζε απόλυτα. Άρα; Άρα τον Ανδρέα. Τον Ανδρέα, ο οποίος είχε συνεννοηθεί με την τοπική αμερικανική πρεσβεία να λέει ό,τι θέλει, προκειμένου να μην απειλείται το “πρωτείο” του. Ο “πρώτος” των Ελλήνων της μεταπολίτευσης με αυτόν τον τρόπο “κατασκευάστηκε”. Ο “πατέρας” της γενιάς του Πολυτεχνείου. Ο πιο πατριώτης, ο πιο μάγκας, ο πιο γενναίος, ο πιο γενναιόδωρος, ο πιο… …Ο πιο “Έλληνας”.
Γύρω από αυτό το “σκουπίδι” των μυστικών υπηρεσιών χτίστηκε το μεταπολιτευτικό σταρ-σύστεμ. Το σταρ-σύστεμ, που χρησιμοποίησε ως συνεκτικό του στοιχείο το “Πολυτεχνείο”. Τον “ήρωα” Ανδρέα πλαίσιωσαν οι “ήρωες” του Πολυτεχνείου και από εκεί συνδέθηκαν φίλοι και κολλητοί όλοι σε μια ενιαία δομή.
Το ατομικό “πρωτείο” με αυτόν τον τρόπο έγινε συλλογικό “πρωτείο” …Το “πρωτείο” της συμμορίας του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα …Το πρωτείο της συμμορίας, που κυβερνά τη χώρα σχεδόν στο σύνολο της μεταπολίτευσης …Το πρωτείο της συμμορίας, που δηλώνει αυθαίρετα “σοσιαλιστική” και “αριστερή”, γιατί αυτό επιβάλει το πολιτικό μάρκετινγκ του τύπου …”ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά”. Γι’ αυτόν τον λόγο ακόμα και σήμερα η νεολαιίστικη οργάνωση του ΠΑΣΟΚ αντιλαμβάνεται το Πολυτεχνείο και το σύμβολό του, που είναι μια ελληνική σημαία, ως ιδιοκτησία του. Σε μπαούλα της ΠΑΣΠ βρίσκεται η σημαία του Πολυτεχνείου.
Αυτή η συμμορία ήταν το απόλυτο κατακάθι της κοινωνίας. Με “θεμέλιο” τον Ανδρέα και “ακρογωνιαίους” λίθους τους “ήρωες” του Πολυτεχνείου “χτίστηκε” το άθλιο “οικοδόμημα” της μεταπολίτευσης. Με τη βοήθεια του παρακράτους, των ξένων ιμπεριαλιστών και των ντόπιων χαφιέδων τους, όλοι αυτοί σταδιακά κατέλαβαν όλους τους ζωτικούς μηχανισμούς της κοινωνίας. Με “μαγνήτη” τον Ανδρέα όλοι αυτοί άρχισαν να μονοπωλούν τους ευαίσθητους χώρους της κοινωνικής λειτουργίας. Αυτοί αυτοαναγορεύτηκαν “Αριστεροί” και “Σοσιαλιστές” και προσπαθούσαν να ζήσουν με το σύνθημα ο “λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά”. Αυτοί ήταν η “Αριστερά” της μεταπολίτευσης.
Απλό κόλπο, στο οποίοι οι πάντες ήταν “μιλημένοι”. Όσο “Αριστεροί” ήταν αυτοί, άλλο τόσο “Δεξιοί” ήταν οι απέναντί τους. Όλοι στο κόλπο. Θωράκισε το “μαγαζί” του ο Καραμανλής με το δήθεν “αντιδεξιό” παπανδρεϊκό σύνθημα. Θωράκισε το “μαγαζί” του ο Παπανδρέου με τη δήθεν “αντικομμουνιστική” άμυνα της Δεξιάς απέναντί του. Ο υπόδικος παιδεραστής έδειχνε τον καταδικασμένο βιαστή, για να εμφανιστεί σαν “καθαρός”. Το παιχνίδι είχε ήδη στηθεί αριστοτεχνικά. Μέχρι να μάθει ο λαός τι σημαίνει “Αριστερά”, θα έπρεπε να ζει, “μη ξεχνώντας” τι σημαίνει “Δεξιά”. Για να μην του βάλουν “χέρι” οι “Δεξιοί”, θα τον έσπρωχναν λίγο από “πίσω” οι “Αριστεροί”.
Η επιτυχία αυτού του σχεδιασμού οφείλεται στην “ιδιοσυχνότητα” του παπανδρεϊσμού, τον οποίο εξέφραζε με τον πιο απόλυτο τρόπο ο ίδιος Ανδρέας. Ο παπανδρεϊσμός μοιάζει με ιδεολογία σ’ ό,τι αφορά τον διαχωρισμό τόσο των φίλων και των εχθρών του όσο και των στόχων του. Είναι η “ιδεολογία” του ανίκανου, ο οποίος θέλει να προοδεύσει εις βάρος του ικανού. Είναι η “ιδεολογία” του τεμπέλη, ο οποίος θέλει να προοδεύσει εις βάρος του εργατικού. Είναι η “ιδεολογία” του βλάκα, ο οποίος θέλει να “καπελώσει” τον έξυπνο. Είναι η “ιδεολογία” του δειλού, ο οποίος θέλει να δοξαστεί εις βάρος του γενναίου. Είναι η “ιδεολογία” του “μη χειρότερου” Ανδρέα, που θέλει να “καπελώσει” μια κοινωνία αξίων ανθρώπων. Ανθρώπων, οι οποίοι είναι πιο έξυπνοι, πιο τίμιοι, πιο γενναίοι, πιο πατριώτες, πιο αξιόλογοι, πιο…. από αυτόν.
Ακριβώς εδώ βρίσκεται το μυστικό του παπανδρεϊσμού. Επειδή αναζητά το δύσκολο σε μια σύγκρουση και το οποίο είναι η νίκη του “αδύναμου” απέναντι στον δικαίως πιο ισχυρό, είναι “συμπαθές” στους αναξιοπαθούντες της κοινωνίας. Ο δικαίως ικανός ταυτίζεται με τον αδίκως ισχυρό και αυτό προκαλεί παρανοήσεις. Προκαλεί τα ένστικτα της κοινωνίας και δημιουργεί μια παράλογη ταύτιση μεταξύ των ανίκανων της κοινωνίας και των αδυνάμων της. Ταύτιση ανάμεσα σ’ αυτούς που θέλουν να διακριθούν χωρίς προσόντα και σ’ αυτούς που βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό. Επειδή αυτοί οι δεύτεροι μοιάζουν “επιφανειακά” με τους πρώτους, τους “ακολουθούν”. Ενώ οι φτωχοί και οι αποκλεισμένοι είναι αδύναμοι για άλλους λόγους, εντούτοις ευθυγραμμίζονται με τους τεμπέληδες, τους δειλούς και τους ανίκανους, όταν μάχονται υπό δυσμενείς συνθήκες. Αυτό είναι όλο το μυστικό.
Το ΠΑΣΟΚ είχε μόνιμη επαφή με την εξουσία, γιατί κατόρθωνε και έπειθε τους φτωχούς και τους κοινωνικά αποκλεισμένους ότι θα τους βοηθήσει να “σπάσουν” τα “στεγανά” της κοινωνίας. Ότι θα τους βοηθήσει να “νικήσουν” στη ζωή τους. Το ΠΑΣΟΚ είχε μόνιμη επαφή με την εξουσία, γιατί ο παπανδρεϊσμός δημιουργούσε μαζικά συνενόχους σε ομόκεντρους “κύκλους”. Στον έναν ανάξιο “ήρωα”, που ο παπανδρεϊσμός εξασφάλιζε μεγάλη καριέρα, ερχόταν το ΠΑΣΟΚ και έδινε σε αρκετούς φτωχούς μια ταπεινή θέση στο δημόσιο. Στον έναν δειλό “ήρωα”, που ο παπανδρεϊσμός εξασφάλιζε μεγάλη δόξα, ερχόταν το ΠΑΣΟΚ και έδινε σε ανθρώπους χωρίς μέσον μια καλή προαγωγή ή μια προνομιακή μετάθεση. Στον έναν τεμπέλη “ήρωα”, που ο παπανδρεϊσμός εξασφάλιζε ένα καλό δάνειο, ερχόταν το ΠΑΣΟΚ και έδινε σε ταλαίπωρους μια αυθαίρετη σύνταξη. Τζάμπα πράμα… και μάλιστα με έξοδα του δημοσίου, αν σκεφτεί κάποιος τα κέρδη των πονηρών.
Αυτή η πυραμίδα συμφερόντων είναι εκείνη, που δίνει στο ΠΑΣΟΚ τη μακροβιότητα και την ισχύ του. Ο μικρός “κύκλος” βολεμένων γύρω από τον “πατέρα” του Πολυτεχνείου δημιουργεί μεγαλύτερους “κύκλους” βολεμάτων, οι οποίοι φτάνουν στα απώτατα όρια της κοινωνίας. Έτσι εξασφαλίζονται για την οικογένεια Παπανδρέου κοινωνικοί σύμμαχοι, που την καθιστούν πανίσχυρη. Οι λίγοι “παπανδρεϊκοί”, οι οποίοι έχουν γίνει διάσημοι και πλούσιοι εξαιτίας της και χρωστάνε πολλά στην οικογένεια Παπανδρέου, ταυτίζονται με τους πολλούς “πασόκους”, οι οποίοι απλά φάγανε λίγο “ψωμάκι” εξαιτίας του κόμματος. Το ένα συντηρεί το άλλο και η πορεία μέσα στον χρόνο είναι εξασφαλισμένη. Η οικογένεια βρίσκει “ορκισμένους” πανίσχυρους οπαδούς να την υπερασπιστούν ό,τι κι αν κάνει και παράλληλα δεν χάνεται, γιατί την στηρίζει μια μεγάλη μάζα φουκαράδων, που αισθάνεται μια ηθική “υποχρέωση” απέναντί της.
Όλοι οι Παπανδρέου είχαν τις δυνατότητες να συντηρήσουν αυτήν την “ιδεολογία”. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους και εξαιτίας των δικών του χαρακτηριστικών διαιώνισαν την κατάσταση. Έτσι γεννήθηκε ο παπανδρεϊσμός του δειλού Γεωργίου, ο οποίος ήθελε να διακριθεί σε μια γενναία κοινωνία, που είχε αντισταθεί στους Ναζί κατακτητές. Έτσι επέζησε ο παπανδρεϊσμός του τεμπέλη Ανδρέα, ο οποίος ήθελε να διακριθεί σε μια κοινωνία σκληρά εργαζομένων, που είχε ρίξει μια Χούντα. Έτσι φιλοδοξεί να επιβιώσει ο παπανδρεϊσμός του βλάκα Γιωργάκη, ο οποίος θέλει να διακριθεί σε μια σύγχρονη κοινωνία, η οποία —δεν γνώρισε την ανέχεια και έχει μορφωθεί— αναζητά το “βήμα” της.
Με αυτόν τον τρόπο συντηρείται ακόμα και σήμερα η κοινωνική “πυραμίδα”, που διατηρεί τον πάτο στη κορυφή. Με αυτόν τον τρόπο η ελληνική κοινωνία λειτουργεί ανάποδα και βασιλεύει η αναξιοκρατία. Η αναξιοκρατία, η οποία θίγει την κοινωνία και άρα τους πολλούς και δυστυχώς διαιωνίζεται πολλές φορές με ψήφους των πολλών. Αυτή ήταν η επιτυχία του παπανδρεϊσμού, που “διαπότισε” τη γενιά του Πολυτεχνείου. Στήριζε ο κόσμος με την ψήφο του αυτήν την αθλιότητα.
Τα αποτελέσματα ήταν αυτά, τα οποία “απολαύσαμε” καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Το “κατακάθι” εγκαταστάθηκε μόνιμα στην κορυφή της κοινωνίας. Οι “τελευταίοι” ανέλαβαν σαν “πρώτοι” να “ηγηθούν” της κοινωνίας. Οι προδότες ανέλαβαν να εκφράσουν τους πατριώτες. Οι τεμπέληδες και οι άεργοι ανέλαβαν να διεκδικήσουν δικαιώματα για λογαριασμό των εργαζομένων. Οι δημόσιοι υπάλληλοι ανέλαβαν να “προστατεύσουν” τους ιδιωτικούς υπάλληλους. Οι αστοί ανέλαβαν να εκφράσουν τα “δίκια” της αγροτιάς.
Άνθρωπος, ο οποίος δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τη φασολιά από τη μηλιά μιλούσε, σαν εκπρόσωπος των αγροτών, επειδή είχε επαναστατικό “μπακγκράουντ”, άσχετα αν η μόνη τσάπα που είχε ποτέ στη ζωή του ήταν σε επάργυρο μπρελόκ της ΠΑΣΕΓΕΣ. Ό,τι μέχρι τότε απαγόρευε η λογική, έγινε μια καθημερινότητα. Γιατί; Γιατί επικεφαλής δεν ήταν οι κοινοί εκπρόσωποι των κοινωνικών τάξεων. Επικεφαλής αυτών των τάξεων ήταν οι “ήρωες”. Ο “Όλυμπος” είχε κατέβει στην Ελλάδα και οδηγούσε την ελληνική κοινωνία στη “θέωση”. Οι “ήρωες” του Πολυτεχνείου που θα οδηγούσαν την γενιά τους στον “παράδεισο”.
Δεν μιλάμε για απλή επιβίωση. Μιλάμε για υψηλούς στόχους. Οι άνθρωποι ήταν “ημίθεοι”. Δεν θα άλλαζαν μόνον την Ελλάδα, αλλά και όλο τον κόσμο. Ο “ήρωας” Ανδρέας θα έσωζε τον Τρίτο Κόσμο και οι “ήρωες” του Πολυτεχνείου θα έσωζαν την Ελλάδα. Δεν ήταν κοινοί δημόσιοι υπάλληλοι ή αστοί ή τεμπέληδες …Ήταν “ήρωες”. Ο “ηρωισμός” τους τραγουδιόταν κάθε χρόνο. Όλοι οι επίδοξοι “διάδοχοί” τους έκαναν “πρόβες” ηρωισμού και πετροπόλεμου εκείνη την ημέρα με την αστυνομία. Κάθε χρόνο την ίδια μέρα καίγονταν η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, για να “θυμάται” ο λαός τη μεγάλη “πυρκαγιά”.
Ο ένας χώρος μετά τον άλλο “αλώνονταν” από τους “ήρωες”. Στον συνδικαλισμό κυριαρχούσαν σκουπίδια τύπου Πρωτόπαπα, Πολυζωγόπουλου και Παναγόπουλου. Στη δημοσιογραφία κυριαρχούσαν σκουπίδια τύπου Φυντανίδη, Ψυχάρη και Κωστόπουλου. Στην πολιτική κυριαρχούσαν σκουπίδια τύπου Τσοχατζόπουλου, Σιφουνάκη και Μαντέλη. Στην πνευματική κοινότητα κυριαρχούσαν σκουπίδια τύπου Βερέμη, Βέλτσου και Μεταξόπουλου, κοκ. Όλοι αυτοί είχαν συνθέσει μια συμμορία ανίκητη.
Όποιον και να αμφισβητούσες, έρχονταν οι υπόλοιποι και σε “σακάτευαν”. Όποιον και να πολεμούσες, είχες απέναντί σου ένα πανίσχυρο μπλοκ με άπειρα μέσα και δύναμη να αμυνθεί και να σου προκαλέσει ζημιά. Ένα μπλοκ, το οποίο απειλούσε ακόμα και με βία, εφόσον συνδεόταν άμεσα με παρακρατικές και δήθεν τρομοκρατικές οργανώσεις. Ένα μπλοκ, το οποίο αντιλήφθηκε γρήγορα την αξία της “διαπλοκής” και φρόντισε να δημιουργήσει και να συνδεθεί με μια οικονομική ελίτ όμοιας καταγωγής και ανάλογης ποιότητας. Ποιότητας του χειρίστου είδους τύπου Κόκκαλη, Μπόμπολα και Λαμπράκη. Όλοι “δημοκράτες”, “αριστεροί” φίλοι του Ανδρέα και βέβαια κλέφτες του δημοσίου πλούτου.
Αυτή το στίφος είναι που σήμερα χρεοκόπησε. Η συμμορία, που αφού συμμετείχε σε ένα πρωτοφανές πλιάτσικο τριάντα και πλέον χρόνων, αφήνει πίσω της “συντρίμμια”. Η κλίκα, η οποία μας έβαλε στο ΔΝΤ. Η νομενκλατούρα, η οποία παρέδωσε το ελληνικό κράτος σε ξένους κατακτητές. Η οποία κληρονόμησε τα πάντα και αφήνει στους κληρονόμους της μόνον χρέη. Όχι απλά δεν αφήνουν τίποτε ως “κληρονομιά” για τους επόμενους, αλλά υποθηκεύουν τα πάντα εις βάρος όλων των μελλοντικών γενιών. Κατέστρεψαν ό,τι παρέλαβαν και άρα τις διαδοχικές κληρονομιές πολλών γενιών Ελλήνων και ταυτόχρονα “κληροδοτούν” απίστευτα χρέη στους επόμενους.
Τίποτε δεν έχουν αφήσει. Ακόμα κι αυτά που θεωρούνται ως αδύνατον να πειραχθούν, τα έχουν πειράξει. Μοιράζουν υπηκοότητες χωρίς κριτήρια και απειλούν με αλλοίωση το ίδιο το ελληνικό έθνος. Έχουν συμφωνήσει με τους ξένους ν’ αλλάξουν την ελληνική γραμματική, για να μην “μπερδεύονται” οι λαθρομετανάστες. Έχουν συμφωνήσει με τους ξένους να δώσουν στους Έλληνες και δεύτερη επίσημη γλώσσα. Έχουν συμφωνήσει με τους ξένους να “αμβλύνουν” τις “γωνίες” της ελληνικής ιστορίας, για να μην ενοχλούνται οι γείτονες. Έχουν συμφωνήσει να παραδώσουν το κεφάλαιο “Μακεδονία” στους σκοπιανούς χασισέμπορους του Σόρος. Στο μέλλον δεν θα υπάρχουν αυθεντικοί Έλληνες στο νότιο άκρο των Βαλκανίων. Θα υπάρχουν κάποιοι περίεργοι φτωχοί “σερβιτόροι” των ισχυρών, οι οποίοι δεν θα μιλάνε κανονικά ελληνικά και θα σκοτώνονται σε συνωστισμούς, όπως κάποιοι πρόγονοί τους. Όταν δεχόμαστε σήμερα οι “Μακεδόνες” να μιλάνε σλαβικά, γιατί να μιλάνε στο μέλλον οι Έλληνες ελληνικά;
Αυτά έχουν συμφωνήσει με τα αφεντικά τους. Με τους “δανειστές” μας. Εκτελώντας τις εντολές αυτών των δανειστών, έχουν αρχίσει να δημιουργούν συνθήκες μη αναστρέψιμες. Συνθήκες, οι οποίες δεν θα μπορούν ν’ ανατραπούν από τους Έλληνες, ακόμα κι αν το θέλουν. Με τον προδοτικό Καλλικράτη και τα δικαιώματα που έδωσαν αυθαίρετα στη μωαμεθανική μειονότητα και στους λαθρομετανάστες, στην πραγματικότητα “παγιδεύουν” με “δυναμίτες” το σύνολο του εθνικού κρατικού “οικοδομήματος”. Ακυρώνουν τον κόπο και τη θυσία της γενιάς του πολέμου. Ταυτόχρονα με την αθλιότητά τους ακυρώνουν τον κόπο και τη θυσία της ανασυγκρότησης. Έχουν ξεπουλήσει το σύνολο των μεγάλων κερδοφόρων και ζωτικής σημασίας για την κοινωνική λειτουργία ΔΕΚΟ. Έχουν αδειάσει τα ασφαλιστικά ταμεία και έχουν φτάσει στο σημείο να ενοχλούνται που ζουν οι προηγούμενοι και πρέπει να εισπράξουν τις συντάξεις τους.
Όμως, ως γνήσια παράσιτα, δεν αρκούνται στο να λεηλατήσουν τις προηγούμενες γενιές …Λεηλατούν και τις επόμενες. Δεν ξεπούλησαν τα πάντα και κατέφαγαν τα πάντα …Υποθήκευσαν τα πάντα. Δεν έφαγαν μόνον τα υπάρχοντα …Τρώνε και τα μη υπάρχοντα. Παίρνουν διαρκώς νέα δάνεια, υποθηκεύοντας και το μέλλον της νέας γενιάς. Υποθήκευσαν τα πάντα γι’ αυτά τα δάνεια. Γι’ αυτόν τον λόγο μπήκαν στο ΔΝΤ. Γι’ αυτόν τον λόγο μας έβαλαν στο ΔΝΤ. Προκειμένου οι ίδιοι ν’ αποφύγουν το κόστος της καταστροφής, την οποία οι ίδιοι προκάλεσαν, μετακινούν την εκδήλωσή της. Προκειμένου να εισπράξουν τις δικές τους συντάξεις, θα ξεπουλήσουν και τη λιγοστή κληρονομιά, η οποία απέμεινε για την επόμενη γενιά. Προκειμένου να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων στο “βάθος” του χρόνου, που αφορά μόνον τους ίδιους, βάζουν το μέλλον του ελληνισμού στο “σφαγείο”.
Αυτό είναι που φοβούνται τα σκουπίδια της ελίτ. Φοβούνται τους σαραντάχρονους και σαρανταπεντάχρονους δικαστές και πολιτικούς, οι οποίοι πολύ σύντομα θα αναλάβουν να παραλάβουν τη διαχείριση. Φοβούνται τους ανθρώπους, οι οποίοι δεν κινούνται από τα ίδια “ελατήρια” κι ούτε ελέγχονται με τις ίδιες συλλογικές συνενοχές. Αυτό βέβαια δεν είναι μόνον ελληνικό φαινόμενο. Παντού στην Ευρώπη της χρεοκοπίας το ίδιο συμβαίνει. Για όσο διάστημα θα επιμένουν οι προηγούμενοι να φορτώνουν τα κόστη των λαθών τους στους επόμενους, τόσο πιο πολύ “λάδι” θα ρίχνουν σε μια “φωτιά”, η οποία θα απειλεί τα πάντα με “πυρκαγιά”. Όλο και πιο συχνά θα βλέπουμε φαινόμενα αμφισβήτησης και προσπάθειας ανατροπής της σημερινής κυρίαρχης και φθαρμένης ψευδο-ηγεσίας. Τους επαγγελματίες “επαναστάτες” των μυστικών υπηρεσιών θα τους απειλήσουν αυθεντικοί επαναστάτες.
Αυτά και συγγνώμη γιατο μακροσκελές κείμενο με το οποίο εκφράζω τις ανησυχίες αλλά και τις ελπίδες μου ταυτόχρονα να μην είμαι μέλος της τελευταίας γενεάς των Ελλήνων. Να είσθε καλά…
Αφωτίστου Φιλέλληνος, Σχέδιο αφηγήματος “ΔΕΚΑ ΕΞΙΜΙΣΗ ΝΟΕΜΒΡΗ”
ΝΟΕ17Κατηγορία: Αναγνώσεις, καταχώρηση από: Σωτήρης Παστάκας
(ΕΝΩ ΕΧΕΙ ΔΙΑΝΥΘΕΙ Η ΜΙΣΗ ΜΕΡΑ ΤΗΣ 16 ΝΟΕΜΒΡΗ
ΚΑΠΟΙΑ ΑΛΛΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ ΠΡΙΝ ΕΡΘΕΙ Η 17 ΝΟΕΜΒΡΗ 1973)
ΚΑΙ ΑN ΓΙΝΟΤΑΝ ΕΤΣΙ;
Σκηνή πρώτη :
(Παρασκευή απόγευμα 16 Νοεμβρίου 1973)
Μετά από τριήμερη κατάληψη του Πολυτεχνείου, και εξαιτίας της καταπίεσης, της πρωτόγνωρης φτώχειας και των προβλημάτων λόγω της πρώτης ενεργειακής κρίσης, ο λαός της Αθήνας, έχει συγκεντρωθεί στο κέντρο της πόλης και οι πιο επαναστατικοί ήδη έχουν καταλάβει κρατικά κτίρια.
Βέβαια, φάνηκε κάτι περίεργο : ανάμεσα στο επαναστατημένο πλήθος που ήδη από το βράδυ της Πέμπτης είχε καταλάβει κρατικά κτίρια, είχαν ανακατευτεί και έλληνες φοιτητές από την Ιταλία και την Γαλλία, με μερικούς “φιλέλληνες’ επαναστάτες από τον Μάη του 68, φέροντες όπλα που τα είχαν εισάγει σταδιακά και λαθραία τα καλοκαίρια, από το ’70 κι ύστερα, την περίοδο των διακοπών.
Δυό μελαχροινές κοπέλες η Μαρίνα και η Αρετή και δύο φοιτητές, o Λάκης με λεπτά χαρακτηριστικά και κατσαρά μαλλιά κι ο Μάκης, συντοπίτης των δυό φοιτητριών, κοντός με ελάχιστο λαιμό απ’ όπου φύτρωνε ένα πελώριο κεφάλι, από την κατάληψη του Πολυτεχνείου μιλάνε με έναν αγριεμένο νέο φοιτητή που γυάλιζε το μάτι του, τον Λέοντα.
Ο Λέων, ήταν ο γεροδεμένος μοναχογιός αριστερού μικροεργολάβου, ντυμένος με αμπέχωνο, χοντρό μπουτζίν και άρβυλα, αξύριστος. Έσερνε μια μπετόβεργα μήκους ενός μέτρου, διαμέτρου 12 χιλιοστών, που την είχε προσάγει για αυτοάμυνα μαζί με τσέρκια από κοντινή οικοδομή για να κάνει “φιόγκο’ τις πόρτες της περίφραξης του ΕΜΠ.
Πρώτος μίλησε o Λάκης :
– “Ο αέρας μυρίζει μπαρούτι , πρέπει να διαλύσουμε την κατάληψη’.
– “Μα τι λετε τώρα , ο λαός έχει ξεσηκωθεί, δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω θα γίνουμε ρεζίλι’, είπε ο Λέων
– “Είσαι προβοκάτορας’, του είπε προκλητικά o Λάκης.
Ήδη από την Τετάρτη, οι οργανωμένοι φοιτητές προσπαθούσαν να σταματήσει η κατάληψη, γιατί δεν μπορούσαν να ελέγξουν το αυθόρμητο.
Η Μαρίνα, μία νοστιμούλα φοιτήτρια, μέλος της ΑΝΤΙΕΦΕΕ , κόρη αξιωματικού της χωροφυλακής, με ένρινη φωνή του είπε :
-“Συνάδελφε έχει δίκιο ο Λάκης, αν δεν φύγουμε θα χυθεί αίμα.’
-“Πρέπει να κρατήσουμε τις Θερμοπύλες’, είπε ο Λέων και σκέφθηκε ότι έπρεπε να δέσει με πρόσθετους φιόγκους από τσέρκια τις σιδερένιες πόρτες της Στουρνάρη και της Τοσίτσα
-“Είσαι προβοκάτορας’, επανέλαβε ο Λάκης.
Ο Λέων εκνευρίσθηκε, οι φλέβες στο λαιμό του διογκώθηκαν, ένοιωσε κάτι σαν να τον τσίμπησε αλογόμυγα και ουρλιάζοντας «φύγε ρε πούστη μη σε σκοτώσω» πήρε στο κυνήγι τον Λάκη στην αυλή του κτιρίου των Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων, αλλά ο Λάκης ήταν ταχύτατος και άρχισε να κάνει κύκλους γύρω από τις μπασκέτες. Σύντομα, ο Λέων αντιλήφθηκε το γελοίον του πράγματος και παράτησε το κυνηγητό.
Σκηνή δεύτερη :
(Παρασκευή απόγευμα 16 Νοεμβρίου 1973, 16:17)
Μέχρι το ηλιοβασίλεμα (18:11) οι πιο επαναστατικοί είχαν πλαισιωθεί από αγριεμένους άνεργους οικοδόμους που είχαν πληγεί από την κρίση και αγωνιστικά στοιχεία από το Θριάσιο πεδίο (απόγονους ομόθρησκων αρβανιτών που με τους έλληνες είχαν συμμετάσχει στην ελληνική επανάσταση) .
Οι καταλήψεις κρατικών κτιρίων, συνέχισαν επιτυχημένα, με εκθετικό ρυθμό, έως το βράδυ, λόγω της ελάχιστης αντίστασης που έδειχναν οι αστυνομικοί και της σφοδρότητας των επιθέσεων από τους αγριεμένους άνεργους οικοδόμους και από έλληνες φοιτητές εξωτερικού, ενώ οι λίγοι “φιλέλληνες’ επαναστάτες του Μάη του 68, έπαιζαν περισσότερο οργανωτικό ρόλο.
[…]
http://www.poiein.gr/archives/11622/index.html