Οι νέες παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις του Νότου συντονίζονται και αμφισβητούν την πρωτοκαθεδρία του Βορρά
Του Πέπε Εσκομπάρ* από τη Ρήξη φ. 92
Οι αναλύσεις για τον πρώιμο θάνατο των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότιος Αφρική) υπερβάλλουν. Τα δυτικά ΜΜΕ είναι μπουκωμένα με τέτοιες ανοησίες, ενώ προσφάτως μια εκδοχή τους παρουσιάστηκε και από τον επικεφαλής της Διοίκησης Επενδύσεων της Μόργκαν Στάνλεϋ […].
Η πραγματικότητα κινείται σε διαφορετική κατεύθυνση. Τα BRICS συναντήθηκαν στο Ντάρμπαν της Νοτίου Αφρικής, αυτή την Πέμπτη, για να δημιουργήσουν, μεταξύ άλλων, μια δική τους υπηρεσία πιστοληπτικής ικανότητας, παρακάμπτοντας τη δικτατορία –ή τουλάχιστον την «καθοδηγούμενη ατζέντα», σύμφωνα με τη διπλωματική ορολογία του Νέου Δελχί– οίκων σαν των Μοοdy’s και της Standard & Poor. Επίσης, προώθησαν περαιτέρω την ιδέα για μια αναπτυξιακή τράπεζα των BRICS (με τις τεχνικές λεπτομέρειες να μένουν να κανονιστούν), η οποία θα διοχετεύει, με κεφάλαια ύψους 50 δισ.$, δάνεια για αναπτυξιακά προγράμματα και προγράμματα κατασκευής υποδομών.
Το σημαντικό είναι ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ δεν θα έχουν μερίδιο σε αυτή την τράπεζα του Νότου – μια ξεκάθαρη εναλλακτική λύση, που προωθείται ιδιαίτερα από την Ινδία και την Βραζιλία, ως αντίβαρο στην Παγκόσμια Τράπεζα και το σύστημα του Μπρέτον Γουντς, που κυριαρχούνται από τη Δύση.
Όπως παρατήρησε ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Ινδίας, Τζασαβάντ Σινγχ, μια τέτοια αναπτυξιακή τράπεζα θα μπορούσε, για παράδειγμα, να διοχετεύσει το κινέζικο know-how ώστε να βοηθήσει στην ικανοποίηση των τεράστιων αναγκών της Ινδίας σε υποδομές.
Οι τεράστιες πολιτικές και οικονομικές διαφορές μεταξύ των μελών των BRICS είναι προφανείς. Αλλά, καθώς εξελίσσονται ως ομάδα κρατών, το ζήτημά τους δεν είναι το πώς να προστατέψουν την παγκόσμια οικονομία από την ασταμάτητη κρίση του καπιταλισμού-καζίνο.
Το ζήτημα είναι ότι, πέρα από τα μέτρα που λαμβάνουν για τη διευκόλυνση του διμερούς εμπορίου, οι πράξεις τους γίνονται ολοένα και πιο πολιτικές – καθώς όχι μόνο διευρύνουν την οικονομική ισχύ τους αλλά πραγματοποιούν σημαντικά βήματα προς έναν πολυπολικό κόσμο. Η Βραζιλία είναι ιδιαίτερα ενεργή προς αυτήν την κατεύθυνση.
Αναπόφευκτα, οι συνήθεις ατλαντιστές της Ουάσιγκτον, φανατικοί της συναίνεσης, δεν βλέπουν τίποτα άλλο παρά μόνο, μυωπικά, ότι τα BRICS «απαιτούν περισσότερη αναγνώριση από τις δυτικές χώρες».
Βεβαίως υπάρχουν προβλήματα. Η ανάπτυξη της Βραζιλίας, της Κίνας και της Ινδίας επιβραδύνθηκε. Καθώς η Κίνα, για παράδειγμα, καθίσταται ο κορυφαίος εμπορικός εταίρος της Βραζιλίας –ξεπερνώντας τις ΗΠΑ– ολόκληροι κλάδοι της βραζιλιάνικης βιομηχανίας υποφέρουν από τον ανταγωνισμό των φτηνών κινέζικων βιομηχανικών προϊόντων.
Αλλά ορισμένες μακροπρόθεσμες προοπτικές είναι αναπόφευκτες. Τα BRICS θα καταστούν τελικά πιο απαιτητικά στο εσωτερικό του ΔΝΤ. Επίσης, θα συναλλάσσονται μέσω των δικών τους νομισμάτων, συμπεριλαμβανομένου και ενός παγκόσμια μετατρέψιμου Γουάν, όλο και πιο μακριά από το αμερικάνικο δολάριο και το πετροδολάριο.
Η επιβράδυνση της Κίνας
Αυτός που εισήγαγε τον όρο BRIC (τότε δεν συμμετείχε ακόμα η Νότιος Αφρική), το 2001, ήταν ο Τζιμ Ο’ Νηλ της Γκόλντμαν Σακς. Είναι διαφωτιστικό το τι πιστεύει σήμερα για την περίφημη «επιβράδυνση» της Κίνας.
Ο Ο’ Νηλ ισχυρίζεται ότι η Κίνα αναπτύσσεται ακόμα με ένα «ισχνό» 7,7%, «δημιουργώντας το ισοδύναμο μιας ελληνικής οικονομίας κάθε 11 ½ εβδομάδες». Σύμφωνα με αυτόν, η επιβράδυνση της Κίνας είναι «δομική και κυκλική» – μια «σχεδιασμένη ύφεση» για τον έλεγχο της υπερθέρμανσης και του πληθωρισμού.
Η τάση των BRICS αποτελεί κομμάτι μιας ευρύτερης παγκόσμιας τάσης. Αυτή αναλύεται σε μια νέα έκθεση του Αναπτυξιακού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών. Το συμπέρασμα είναι ότι ο Βορράς ξεπερνιέται από τον Νότο, στην παγκόσμια οικονομική κούρσα, με τρομακτική ταχύτητα.
Σύμφωνα με την έκθεση, «για πρώτη φορά, σε 150 χρόνια, το συνδυασμένο προϊόν των τριών μεγαλύτερων οικονομιών του αναπτυσσόμενου κόσμου –της Βραζιλίας, της Κίνας και της Ινδίας– είναι ισοδύναμο με εκείνο των παραδοσιακών βιομηχανικών δυνάμεων του Βορρά».
Το προφανές συμπέρασμα είναι ότι «η άνοδος του Νότου αναδιαμορφώνει ριζικά τον κόσμο κατά τον 21ο αιώνα, με τις αναπτυσσόμενες χώρες να καθοδηγούν την οικονομική ανάπτυξη, βγάζοντας εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια και προσθέτοντας δισεκατομμύρια σε μια νέα παγκόσμια μεσαία τάξη».
Και στο μέσο αυτής της δαδικασίας, εξελίσσεται ένα ευρασιατικό έπος: η ανάπτυξη της στρατηγικής συνεργασίας Ρωσίας και Κίνας.
Πάντα οι αγωγοί
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είναι ασταμάτητος. Θέλει να κατευθύνει τους BRICS προς «έναν πλήρη μηχανισμό στρατηγικής συνεργασίας που θα μας επιτρέψει να αναζητήσουμε από κοινού λύσεις σε κεντρικά ζητήματα της παγκόσμιας πολιτικής».
Αυτό θα οδηγήσει τα BRICS σε μια κοινή εξωτερική πολιτική – και όχι μόνον σε επιλεκτική συνεργασία πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα. Κάτι τέτοιο θα είναι δύσκολο και θα πάρει χρόνο. Ο Πούτιν το γνωρίζει πολύ καλά.
Το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι ο Πούτιν ανέπτυξε αυτές τις ιδέες στη διάρκεια της τριήμερης επίσκεψής του στην Κίνα, όπου συνάντησε τον νέο Κινέζο πρόεδρο, Ζι Τζινπίνγκ. Ταξίδεψε εκεί για να δηλώσει ότι οι ρωσο-κινεζικές σχέσεις είναι «στην καλύτερη στιγμή της μακραίωνης ιστορίας τους».
Αυτό δεν είναι ακριβώς εκείνο που θέλουν να ακούσουν οι ατλαντιστές – οι οποίοι επιμένουν ακόμα στους όρους του Ψυχρού Πολέμου.
Εκείνο που βρίσκεται στο επίκεντρο της συμπληρωματικής σχέσης των BRICS είναι οι αγωγοί.
Οι ανάγκες της Κίνας για το ρωσικό αέριο και πετρέλαιο είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Η Ρωσία επιθυμεί να πουλάει ολοένα και περισσότερο στην Κίνα, ώστε να απαγκιστρωθεί από τις δυτικές αγορές. Επίσης, θα υποδεχόταν με μεγάλη ευχαρίστηση τις κινεζικές επενδύσεις στις απω-ανατολικές περιοχές της – στις τεράστιες εκτάσεις της Τρανσβαϊκάλης.
[…]
Μια άμεση συνέπεια της συνάντησης Πούτιν-Ζι είναι ότι, από εδώ και πέρα, το Πεκίνο θα πληρώνει με μετρητά το ρωσικό πετρέλαιο – ως αντάλλαγμα για μια σειρά κοινών επιχειρηματικών προγραμμάτων, για παράδειγμα, την από κοινού εξερεύνηση από την Rosneft και την CNPC των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων στη Θάλασσα του Μπάρεντς και σε άλλες περιοχές στην ηπειρωτική Ρωσία.
Η Γκάζπρομ, από την πλευρά της, επικύρωσε μια μεγάλη συμφωνία με την CNPC, που αναμενόταν από καιρό: πρόκειται για την παράδοση 38 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ετησίως, που θα περνούν μέσα από τον αγωγό ESPO, που διασχίζει τη Σιβηρία, αρχής γενομένης από το 2018. Και μέχρι το τέλος του 2013, αναμένεται να ολοκληρωθεί ένα νέο συμβόλαιο με την Γκάζπρομ, που θα περιλαμβάνει τη συμφωνία για την παροχή φυσικού αερίου για τα επόμενα 30 χρόνια.
Οι γεωπολιτικές συνέπειες είναι τεράστιες. Η εισαγωγή περισσότερου αερίου από τη Ρωσία βοηθάει την Κίνα να απαλλαγεί από την εξάρτησή της από τα στενά της Μαλάκας και του Χορμούζ – για να μην μιλήσουμε για τη δυνατότητα να βιομηχανοποιήσει τις τεράστιες ανατολικές επαρχίες της, που έχουν μείνει πίσω στην οικονομική ανάπτυξη και παραμένουν εξαιρετικά προσκολλημένες στην αγροτική παραγωγή.
Με αυτόν τον τρόπο, το ρωσικό αέριο εντάσσεται στα σχέδια του κινέζικου Κομμουνιστικού Κόμματος: Να διαμορφώσει την κινεζική ενδοχώρα, ως κέντρο παραγωγής, για τη ζήτηση της ολοένα και πλουσιότερης, ευημερούσας μεσαίας τάξης των 400 εκατομμυρίων, που ζει στα ανατολικά παράλια της χώρας.
Όταν ο Πούτιν επισήμανε ότι δεν βλέπει τα BRICS ως «γεωπολιτικό ανταγωνιστή» της Δύσης, έριξε ένα καρφί. Ήταν η επίσημη διάψευση που επιβεβαιώνει την αλήθεια. Το Ντάρμπαν αποτελεί μόνον την αφετηρία ενός τέτοιου ανταγωνισμού. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι οι δυτικές ελίτ, εγκλωβισμένες πάντα στη στασιμότητα και τη χρεοκοπία, δεν θα εγκαταλείψουν τα προνόμιά τους δίχως να δώσουν μια σκληρή μάχη.
*από τους atimes.com