Για την κινητικότητα
Διαθέσιμοι Διοικητικοί από τη Ρήξη φ. 99
Είμαστε πλέον προκλητικά εξοικειωμένοι με την νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα, που αναφέρεται μονότονα στη συνταγή των απολύσεων και στην υπαγωγή δημόσιων υπηρεσιών στην ιδιωτική πρωτοβουλία, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του δημοσιονομικού ελλείμματος και να επέλθει η πολυπόθητη ανάπτυξη. Η προπαγάνδα αυτή, που τα τελευταία τρία χρόνια έχει θεσμοθετηθεί μέσω των μνημονίων και εφαρμόζεται με ακραίο τρόπο, έχει ως θεματοφύλακες τους εκπροσώπους των διεθνών τραπεζών και του γερμανικού κεφαλαίου και εκτελεστές τους υπαλλήλους τους: υπουργούς της δικομματικής κυβέρνησης.
Αυτό που έχει σημασία να τονιστεί -πριν δούμε τις επιμέρους λεπτομέρειες- είναι πως η επιχειρηματολογία περί πλεονάζοντος προσωπικού στις διάφορες δομές εκπαίδευσης, υγείας, πρόνοιας κ.λπ. δεν έχει προκύψει από καμία διαδικασία αξιολόγησης, πολλώ δε μάλλον από ένα σχέδιο για την αξιοποίηση του προσωπικού, στο πλαίσιο της αναγκαίας παραγωγικής ανασυγκρότησης. Αποτελεί απλώς, έναν συνολικό «μνημονιακό στόχο» που επιμερίζεται σε κάθε υπουργείο, το οποίο σε συγκεκριμένο (ασφυκτικό) χρονοδιάγραμμα θα πρέπει ν’ ανταποκριθεί. Από αυτό νομίζω ότι ξεκινάει ο τραγέλαφος που ενέχει έως και ποινικές (σίγουρα ηθικές) ευθύνες για τους υπουργούς και το πολιτικό προσωπικό που υπογράφουν διαπιστωτικές πράξεις, αλλάζοντας τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων και των οικογενειών τους σε μια νύχτα!
Αναφορικά με τους διοικητικούς υπαλλήλους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ο στόχος του υπουργείου Παιδείας ήταν η εφαρμογή του μέτρου της διαθεσιμότητας για 1.348 διοικητικούς υπαλλήλους επί συνόλου 6.213, που στην πλειοψηφία τους έγιναν υπάλληλοι αορίστου χρόνου με προεδρικό διάταγμα του Π. Παυλόπουλου και νόμο της Β. Παπανδρέου. Για να φανεί αντικειμενικός ο προσδιορισμός του προαποφασισμένου αριθμού, το υπουργείο επιχείρησε μια αρχική διαδικασία καταγραφής του υφιστάμενου προσωπικού ανά σχέση εργασίας. Από τη διαδικασία αυτή προέκυψε ότι η εύρυθμη λειτουργία των παν/μιακών δομών θα απαιτούσε επιπλέον 1.500 υπαλλήλους, δεδομένων των συνταξιοδοτήσεων και της διακοπής των προσλήψεων ακόμα και αυτών που πέτυχαν στο σχετικό διαγωνισμό του ΑΣΕΠ το 2009.
Οι απαιτήσεις αυτές –που ανατρέπουν το νεοφιλελεύθερο ισχυρισμό περί πλεοναζόντων– προκύπτουν μεταξύ άλλων και από το γεγονός ότι ο μέσος όρος αναλογίας διοικητικών υπαλλήλων προς φοιτητές στη χώρα μας είναι 3,5 ανά 100, όταν στην Αγγλία είναι 7,9 και στη «Μέκκα του καπιταλισμού» Αμερική 9,5!
Παρακάμπτοντας τα δεδομένα αυτά, το υπουργείο επανήλθε, προκειμένου να βρεθεί ο αριθμός των διαθεσίμων με την εφαρμογή ενός μαθηματικού αλγορίθμου, η εφαρμογή του οποίου:
α) περιορίστηκε μόνο στην αναλογία διοικητικών υπαλλήλων και ενεργών τμημάτων, αφήνοντας εκτός όλες τις υπόλοιπες δομές που υποστηρίζει ένα παν/μιακό ίδρυμα όπως: κλινικές, μουσεία, βιβλιοθήκες, φοιτητικές εστίες κ.ο.κ.
β) εφαρμόστηκε σε οχτώ ιδρύματα, αφού προέκυψε ότι τα υπόλοιπα δεν είναι πλεονασματικά. Όλως τυχαίως, μεταξύ των εξαιρεθέντων ιδρυμάτων ήταν το Παν/μιο Πειραιά (εκλογικής περιφέρειας του κου Αρβανιτόπουλου) και το Πάντειο (στο οποίο είναι καθηγητής ο κος υπουργός).
γ) οδηγεί τα ιδρύματα σε υπολειτουργία, αφού η αναλογία διοικητικού προσωπικού ανά 100 φοιτητές και 100 μέλη ΔΕΠ πέφτει στο ένα που αποτελεί το χαμηλότερο ποσοστό στο δυτικό κόσμο!
Αποτέλεσμα, η διαδικασία της εφαρμογής του μέτρου να επιβαρύνει τελικά κυρίως το Παν/μιο Αθηνών και το Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τα οποία καλύπτουν τα 2/3 του συνολικού αριθμού της διαθεσιμότητας –μόνο από το ΕΚΠΑ οδηγούνται στην κινητικότητα-διαθεσιμότητα 498 υπάλληλοι, σε σύνολο 1300.
Λόγω της άρνησης των πρυτανικών αρχών να εφαρμόσουν την μοριοδότηση του προσωπικού τους, ζητήθηκε η ατομική απογραφή των υπαλλήλων σε ηλεκτρονική πλατφόρμα του υπουργείου, με αποστολή των σχετικών δικαιολογητικών, δεδομένων των κινδύνων αυθαιρεσίας που εγκυμονεί μια τέτοια διαδικασία. Επίμαχο ζήτημα που προέκυψε ήταν η καταχρηστική δήλωση πολλών υπαλλήλων περί προσλήψεων που έγιναν υπό τον έλεγχο του ΑΣΕΠ, προσθέτοντας στη σχετική κατηγορία 4, 20 επιπλέον μόρια.
Ενώ αρχικά δόθηκε το περιθώριο ενστάσεων, προκειμένου να διευθετηθούν οι αυθαιρεσίες και να γίνει η σχετική επεξεργασία των δικαιολογητικών, εκδόθηκαν οι τελικοί πίνακες μοριοδότησης και οι διαπιστωτικές πράξεις διαθεσιμότητας εν μία νυκτί, προκειμένου να έχουν διευθετηθεί τα νούμερα του πρώτου κύματος διαθεσιμότητας εν όψει της συνάντησης Μέρκελ–Σαμαρά στο Βερολίνο! Για την απρόσκοπτη ολοκλήρωση, μάλιστα, ο κος Αρβανιτόπουλος έφτασε στο σημείο να ζητήσει την αντικατάσταση δύο μελών του τριμελούς υπηρεσιακού συμβουλίου, γιατί ζήτησαν τον έλεγχο στοιχείων και παραστατικών! Θέλοντας δε να αποποιηθεί των ευθυνών του από τη συνολικά έωλη διαδικασία, προέτρεψε τους διοικητικούς υπαλλήλους που εντάχθηκαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας να ξεκινήσουν προσφυγές εναντίον συναδέλφων τους που δήλωσαν επιπλέον μόρια ή ψευδή στοιχεία…. προδικάζοντας το σκεπτικό των ιθυνόντων περί πρόκλησης ανοιχτού πολέμου όλων εναντίον όλων για την εφήμερη ατομική επιβίωσή τους.
Η επόμενη μέρα της εφαρμογής του μέτρου βρίσκει το ΕΚΠΑ και το Μετσόβιο κλειστά λόγω της συνέχισης των απεργιακών κινητοποιήσεων και παρά τις υποσχέσεις του κου υπουργού περί αποκατάστασης της πλειοψηφίας των 1348 μέσω της διαϊδρυματικής κινητικότητας, της πρόωρης συνταξιοδότησης κ.λπ. Ειδικά για το ΕΚΠΑ, η προφορική πρόταση συνίσταται στον περιορισμό του αριθμού των διαθεσίμων από 498 σε 399 –συμπεριλαμβανομένων εκ των υστέρων όσων δεν απογράφηκαν ηλεκτρονικά- και το χωρισμό τους σε ομάδες με διαφορετική αντιμετώπιση: π.χ. μεταπήδηση στο εργαστηριακό διδακτικό προσωπικό όσων έχουν διδακτορικά, συμβάσεις ορισμένου χρόνου μέσω του Ειδικού Λογαριασμού, μετακίνηση σε άλλα ιδρύματα, τοποθέτηση σε οργανικές θέσεις του νέου οργανισμού.
Είναι φανερό ότι βασικός στόχος του υπουργού είναι να σπάσει τις απεργίες και να ανοίξουν τα ιδρύματα, χρησιμοποιώντας και τη γνώριμη επωδό των αγανακτισμένων φοιτητών και των οικογενειών τους για το χαμένο εξάμηνό τους, παρά τις εγγυήσεις περί μη απώλειάς του με σχετική διάταξη.
Ακόμα όμως και αν άνοιγαν τα Πανεπιστήμια, και ιδιαίτερα αυτά που υπέστησαν τη μεγαλύτερη διαρροή προσωπικού, όπως το ΕΚΠΑ, θα ήταν αδύνατον, να λειτουργήσουν αφού, σύμφωνα με τα στοιχεία του σωματείου εργαζομένων σ’ αυτό στο τμήμα νομικής κλείνουν δύο τομείς, ενώ μένουν χωρίς προσωπικό τριάντα έξι υπηρεσίες, τα μεταπτυχιακά, οι βιβλιοθήκες, τα προγράμματα Εράσμους, το τμήμα λοιμώξεων στο Νοσοκομείο Παίδων, το Ευγενίδειο Θεραπευτήριο, το κυτταρολογικό τμήμα του Αρεταίειου, πολλές μονάδες στο Αττικό Νοσοκομείο κ.ο.κ.
Καθόλου τυχαία, βεβαίως, η πρόταση του υπουργού για κάλυψη των κενών αυτών, όπως επίσης της φύλαξης και της καθαριότητας από ιδιωτικές εταιρείες με έκτακτη χρηματοδότηση, που θα είναι πιθανόν υψηλότερη από το μισθολογικό κόστος των διαθέσιμων υπαλλήλων. Είναι γνωστή άλλωστε η αγαστή σχέση του κου Αρβανιτόπουλου με τα ιδιωτικά ΙΕΚ, που θα αυξήσουν την πίτα τους, όσο πτωχεύουν σχολές του δημόσιου Παν/μίου. Τέλος, η σπασμωδική κίνηση του υπουργού να θέσει σε αργία τον πρύτανη του ΕΚΠΑ, κο Πελεγρίνη, γεγονός κατάργησης του αυτοδιοίκητου του Παν/μίου, που μόνο σε δικτατορικά καθεστώτα έχει γίνει πράξη, φανερώνει τον πανικό της κυβέρνησης, ενώ ο πολιτικός χρόνος του υπουργού φαίνεται πως έχει λήξει.
Στην παρούσα φάση, και προκειμένου να αποτραπούν η αλληλοεξόντωση των υπαλλήλων και των σχολών, καθώς και οι συντεχνιακές-κομματικές εκμεταλλεύσεις, θα πρέπει να αποτελέσει κοινή συνισταμένη των εργαζομένων η απόσυρση της ΚΥΑ με αναστολή του μέτρου έως τη σύσταση των οργανισμών των πανεπιστημίων και τον ορισμό ανεξάρτητης αρχής για την αξιολόγηση δομών και οργανισμών, στην οποία θα πρέπει να συμμετέχουν εκλεγμένοι εκπρόσωποι των υπαλλήλων.
Σ’ αυτό το διάστημα, το κάθε ίδρυμα θα πρέπει να εκπονήσει σχέδιο αξιοποίησης της ιδιωτικής περιουσίας του, ν’ αναζητήσει ανταποδοτικά οφέλη από τη διασύνδεση της έρευνας με την παραγωγή, καθώς και να εκπονήσει σχέδιο δημιουργίας κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του. Το δε σχέδιο αξιολόγησης θα πρέπει να συσχετίζεται με το μοντέλο ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης του τόπου και να θέτει σε προτεραιότητα την ενίσχυση της τεχνικής εκπαίδευσης και την αποκέντρωση, επιδιώκοντας όσο γίνεται την παραμονή των νέων για σπουδές στην περιφέρειά τους. Μόνο μέσα από μια ενδογενή διαδικασία είναι δυνατή η εφαρμογή ενός μακροπρόθεσμου και βιώσιμου μοντέλου κινητικότητας για τις ανάγκες της χώρας και όχι απολύσεων και διάλυσης που προωθούν οι δανειστές μας και οι νεο-άποικοι.