της Νταϊανας Τζονστοουν, αναδημοσίευση από το Counterpunch
Από το Άρδην τ. 93, Μάιος-Ιούλιος 2013
Η υπόθεση Σνόουντεν αποκάλυψε πολύ περισσότερα για την Ευρώπη από ό, τι για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Βεβαίως, το γεγονός της κατασκοπείας της NSA είναι σημαντικό. Αλλά πολλοί άνθρωποι υποψιάζονταν ότι κάτι τέτοιο συνέβαινε. Όμως, η άρνηση της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας να επιτρέψουν στο ιδιωτικό αεροσκάφος του προέδρου της Βολιβίας να διασχίσει τον εναέριο χώρο τους, με την απλή υποψία ότι ο Έντουαρντ Σνόουντεν μπορεί να επέβαινε σε αυτό, είναι ακόμα πιο εκπληκτικό.
Παράλληλα, αυτές οι αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν ότι έχει ολοκληρωθεί η μετατροπή των «δυτικών δημοκρατιών» σε κάτι άλλο, σε μια οντότητα που ακόμη δεν έχει αναγνωρισμένο όνομα.
Η προσβολή απέναντι στον Πρόεδρο της Βολιβίας επιβεβαίωσε ότι αυτή η διατλαντική οντότητα δεν δείχνει κανέναν απολύτως σεβασμό για το διεθνές δίκαιο, έστω και αν οι ηγέτες της το επικαλούνται όποτε τους βολεύει. Αλλά ο σεβασμός αυτού του δικαίου μας επιτρέπει να εμποδίσουμε τις δράσεις τους με οποιονδήποτε τρόπο; Σίγουρα όχι.
Και αυτή η έλλειψη σεβασμού προς το δίκαιο συνδέεται με μια πιο θεμελιώδη θεσμική αλλαγή: την καταστροφή της πραγματικής δημοκρατίας σε εθνικό επίπεδο. Αυτή έχει πραγματοποιηθεί, με τη δύναμη του χρήματος, στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι υποψήφιοι μοιάζουν με άλογα αγώνων που ανήκουν σε δισεκατομμυριούχους. Στην Ευρώπη έχει πραγματοποιηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η γραφειοκρατία της οποίας, σταδιακά, έχει αναλάβει τις κρίσιμες οικονομικές λειτουργίες των ανεξάρτητων κρατών, αφήνοντας στις εθνικές κυβερνήσεις την αρμοδιότητα να ασχολούνται με διαμάχες γύρω από ιδιωτικά ζητήματα όπως ο γάμος, τη στιγμή που η δημόσια πολιτική υπαγορεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες.
Αλλά, πίσω από την εν λόγω επιτροπή, και πίσω από το εκλογικό παιχνίδι των ΗΠΑ, βρίσκεται η ίδια ανώνυμη εξουσία, που υπαγορεύει τις επιθυμίες της σε αυτήν τη διατλαντική οντότητα: το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο.
Αυτή η εξουσία έχει προγραμματιστεί να επεκταθεί επισήμως, στο εγγύς μέλλον, με τη δημιουργία μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η εξέλιξη αυτή είναι το αποκορύφωμα του λεγόμενου «ευρωπαϊκού οικοδομήματος» που, εδώ και αρκετές δεκαετίες, έχει μεταβιβάσει τις εξουσίες των κυρίαρχων ευρωπαϊκών κρατών στην ΕΕ, η οποία, με τη σειρά της, θα μεταφέρει την εξουσία της σε διατλαντικούς θεσμούς, όλους κάτω από τον αποφασιστικό έλεγχο των «αγορών» – ευφημισμός για το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο.
Οι πολίτες ενημερώνονται για το τελευταίο στάδιο αυτής της εν εξελίξει διαδικασίας απαξίωσης της δημοκρατίας μόνο όταν έχει προχωρήσει για τα καλά. Το αποτέλεσμα είναι ένα συνεχώς διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στην «πολιτική τάξη» –η οποία περιλαμβάνει τόσο τους πολιτικούς όσο και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης– από τη μία πλευρά και τον γενικό πληθυσμό από την άλλη. Το κυριότερο καθήκον που έχει απομείνει στην πολιτική τάξη είναι να τρέφει τον γενικό πληθυσμό με την ψευδαίσθηση ότι εξακολουθεί να ζει σε μια δημοκρατία και ότι οι αξιωματούχοι τους οποίους εκλέγει ενεργούν προς το συμφέρον του.
Όταν συμβαίνει ένα γεγονός, σαν το τραγελαφικό περιστατικό με το βολιβιανό προεδρικό αεροπλάνο, που αποκαλύπτει τη δουλικότητα των αξιωματούχων της χώρας, τότε μπορούμε να υπολογίζουμε στα συστημικά ΜΜΕ για να το συσκοτίσουν. Η γαλλική τηλεόραση αγνόησε σε μεγάλο βαθμό το γεγονός-παρασιώπηση, που διευκολύνθηκε από τον πρόσφατο ξεσηκωμό στην Αίγυπτο. Για τα ΜΜΕ, ένα μεγάλο διεθνές γεγονός την ημέρα είναι αρκετό για ένα κοινό του οποίου η βασική ειδησεογραφική δίαιτα συνίσταται στην πρόγνωση του καιρού, τα αθλητικά νέα και τα σεξουαλικά εγκλήματα.
Για να προσμετρήσουμε τον βαθμό της συρρίκνωσης της γαλλικής ανεξαρτησίας, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι, στη δεκαετία του 1970, η κυβέρνηση της κεντροδεξιάς, με πρόεδρο τον Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, χορήγησε με μεγάλη ευκολία άσυλο στους Μαύρους Πάνθηρες που εγκατέλειπαν τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σήμερα, ο υπουργός Εσωτερικών μιας δήθεν κεντροαριστερής κυβέρνησης, αρνείται να χορηγήσει άσυλο σε πολίτη των Ηνωμένων Πολιτειών, με το αιτιολογικό ότι οι ΗΠΑ είναι «φίλη» χώρα και μια «δημοκρατία» με ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα.
Στη Γερμανία, όπου η αντικομμουνιστική προπαγάνδα χρησιμοποιούσε συστηματικά τις καταγγελίες κατά της Στάζι, προσπαθώντας να εξαλείψει κάθε ανάμνηση από τις χαμένες αρετές του καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας, όπως την πλήρη απασχόληση, τη φροντίδα των παιδιών και την κοινωνική ισότητα για τις γυναίκες, οι αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις της NSA δεν μπορούσαν να αγνοηθούν. Ακόμα και κορυφαίοι πολιτικοί στη Γερμανία έδειξαν ειλικρινή αγανάκτηση.
Στη Γαλλία, οι πολιτικοί ηγέτες ψέλλισαν κάποιες φράσεις αποδοκιμασίας και γρήγορα άλλαξαν θέμα. Ακόμα και όταν αναφέρθηκε, έστω και ελάχιστα, το περιστατικό, η γραμμή ήταν ότι δεν υπήρχε νόημα να κάνει κανείς μεγάλη φασαρία σχετικά με πρακτικές που εμείς οι εξελιγμένες Μεγάλες Δυνάμεις γνωρίζουμε πολύ καλά και που, ούτως ή άλλως, τις χρησιμοποιούμε κι εμείς οι ίδιοι. Η αυτάρεσκη αυτο-ενοχοποίηση του στυλ «το κάνουμε κι εμείς» είναι ένας τρόπος για να διατρανώσουν ότι και η Γαλλία εξακολουθεί να είναι μια μεγάλη κακή δύναμη, και όχι ένας απλός δορυφόρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Πρόσφατα, σε μια τηλεοπτική συνέντευξη με τον Γάλλο υπουργό Εξωτερικών, Λοράν Φαμπιούς, προβλήθηκε ένα βίντεο του προέδρου Ομπάμα, όπου ο τελευταίος αναφέρεται επανειλημμένα στον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, ως «Πρόεδρο Ουλόν». Ο Φαμπιούς άλλαξε γρήγορα θέμα συζήτησης, εγκωμιάζοντας τον σημαντικό ρόλο της Γαλλίας στον πόλεμο της Συρίας. Το γεγονός ότι ο Γάλλος πρόεδρος θεωρείται τόσο ασήμαντος, ώστε ο Ομπάμα να μην μπαίνει καν στον κόπο να μάθει σωστά το όνομά του, δεν άξιζε να αναφερθεί.
Η περιφρόνηση του Ομπάμα για τον Ολάντ, η περιφρόνηση του Ολάντ για τον πρόεδρο της Βολιβίας, όλα αυτά είναι χαρακτηριστικά αυτής της νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, που δεν καθοδηγείται από τα συμφέροντα των ανθρώπων αλλά από «τις αγορές». Δεν είναι ότι οι αγορές δίνουν άμεσα εντολές για τέτοια ζητήματα. Αλλά, με τη μετατροπή της κυβέρνησης σε «διακυβέρνηση», κύρια λειτουργία της οποίας είναι να διατηρεί σε ησυχία τους λαούς, την ώρα που θεσμοί, νόμοι και ένοπλες δυνάμεις συνεχίζουν το έργο τους ασφαλίζοντας τις επενδύσεις του κεφαλαίου, ώστε αυτό να αποκομίζει τα μέγιστο κέρδος, οι λαοί χάνουν τη δύναμή τους και η πολιτική μεταβάλλεται σε μια κενή άσκηση στη συμμόρφωση.
Η εξήγηση αυτής της έκλειψης της ανεξαρτησίας έγκειται στην ιδεολογία που έχει κυριαρχήσει στην Ευρώπη, και στη Γαλλία ίσως περισσότερο από παντού, κατά τον τελευταίο μισό αιώνα. Μια ιδιαίτερη ερμηνεία της ιστορίας, κατά τα μέσα του εικοστού αιώνα, έχει υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στη λαϊκή κυριαρχία, η οποία κατηγορείται (λανθασμένα) ότι οδηγεί στον «ολοκληρωτισμό». Αυτή η ιδεολογία έχει προετοιμάσει τις ελίτ να παραιτηθούν προς όφελος των τεχνολογικών θεσμών και των «αγορών», που εμφανίζονται απαλλαγμένες από όλες τις πολιτικές αμαρτίες. Η εξουσία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και του πρωταθλητή του, των ΗΠΑ, είναι λιγότερο η αιτία και περισσότερο το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής παραίτησης.
Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η εξαιρετική προθυμία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να υπακούουν στην παραμικρή ιδιοτροπία του Αμερικανού ηγεμόνα, τις παραμονές των διαπραγματεύσεων για τη διατλαντική ζώνη ελεύθερου εμπορίου, την οποία οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα παρουσιάσουν στους λαούς τους ως αποζημίωση για τη συνεχιζόμενη καταστροφή του ευρωπαϊκού μοντέλου κοινωνικού κράτους. Αρχές, διπλωματική αξιοπρέπεια, ο Έντουαρντ Σνόουντεν, όλα πρέπει να θυσιαστούν σε αυτή την απελπισμένη τελευταία προσπάθεια να προστατευθεί η Ευρώπη από την επιρροή των λαών της.
Κάποιοι σχολιαστές προχώρησαν ακόμα περισσότερο, προτείνοντας ότι ο Έντουαρντ Σνόουντεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να δείξουν στους λαούς πως η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι παντοδύναμη. Με την προσβολή στον Πρόεδρο της Βολιβίας αυτό απεικονίζεται ακόμη πιο εντυπωσιακά. Μακροπρόθεσμα, όμως, η συνειδητοποίηση των στόχων αυτής της εξουσίας είναι το πρώτο βήμα προς την απελευθέρωση.
Δευτέρα, 8 Ιουλίου 2013
* Η Diana Johnstone είναι συγγραφέας του βιβλίου, Fools Crusade: Yugoslavia, NATO and Western Delusions. Είναι Αμερικανή ακτιβίστρια που ζει μόνιμα στο Παρίσι και συνεργάζεται με την ιστοσελίδα του Νόαμ Τσόμσκι, ZSpace. Ανήκει στους ελάχιστους προοδευτικούς διανοούμενους που, την εποχή της μαζικής υστερίας στη Δ.