Του Λαοκράτη Βάσση
α . Με πλήρη συνείδηση του χαρακτήρα και των ορίων τούτης της συγκινητικής «στιγμής», πολύ, όμως, περισσότερο με πλήρη συνείδηση των οριακών δυνατοτήτων μου να φωτίσω, έστω και λίγο, το μέγεθός του, θα περιοριστώ, ως προσκύνημα στον τάφο του, στο να αγγίξω ερμηνευτικά τρεις κύριες διαστάσεις του «φαινομένου: Μανώλης Γλέζος».
Διάσταση πρώτη: Ο μέγας άθλος της «Ακρόπολης».
Δεν πρόκειται, εδώ, παραβιάζοντας ανοιχτές θύρες, να μιλήσω για τον υπέρτατου συμβολισμού άθλο του: τότε, τώρα και πάντοτε, για την Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο! Που, με όλες τις αξιακές φορτίσεις του, ήταν, για τον Μανώλη, το πρώτο του «παιγνίδι» με τον θάνατο. Θα αρκεστώ μόνο στο να τονίσω πώς αυτός ο μέγας άθλος είχε και «πριν», είχε και «μετά».
Με το «πριν»: να είναι η αξιακή αρματωσιά του κι οι βαθιές ρίζες της στην αστείρευτη φλέβα της αντρειοσύνης και της αντιστασιακότητας, όπως το λέει ο Σβορώνος, του λαού μας. Που, όπως έξοχα το διαλαλεί η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, παραμένει ο ίδιος, υπό την έννοια της ιστορικής του συνέχειας, διαμέσου των αιώνων:
Με χίλια ονόματα, μια χάρη
ακρίτας είτε αρματολός
αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι
πάντα είν΄ ο ίδιος ο λαός.
Αλλά και με το «μετά»: να έχει την ακόμα μεγαλύτερη σημασία του ως επιβεβαίωση της δια βίου διάρκειας των αξιών, που οδήγησαν τα βήματά του, μαζί με τον Λάκη Σάντα, στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Ακατάβλητος σημαιοφόρος, ως την τελευταία του πνοή, του υψηλού διατακτικού του νεανικού του άθλου.
Διάσταση δεύτερη: Το ιδεώδες του «δημοκρατικού πατριωτισμού».
Πατώντας γερά στον Τόπο μας, απ’ όπου αγνάντευε όλο τον κόσμο, δεν μπορούσε παρά να έχει ως επιστέγασμα του αξιακού του συστήματος, οπότε και της αριστερής ιδεολογίας του, το ιδεώδες του «δημοκρατικού πατριωτισμού». Που, ως συναίρεση της φιλοπατρίας, της πολιτιστικής ιθαγένειας, της ελευθερίας , της ισότητας και του διεθνισμού, είναι απολύτως διεμβολιστικός: απ’ τη μια του νοσηρού και πατριδοκάπηλου «εθνοκεντρισμού», με όλα τα τοξικά του συνακόλουθα, κι απ’ την άλλη του επίσης νοσηρού και απάτριδος «αντι-εθνικισμού» της νεο-ταξικής α-τοπίας. Με τη διαλεκτική ενότητα «δημοκρατικού πατριωτισμού» και «εθνικής ανεξαρτησίας» να είναι πάντοτε, για τον Μανώλη, το μέγα προαπαιτούμενο της εθνικής αξιοπρέπειας. Όπως, λόγω τε και έργω, το απέδειξε σε όλη του τη ζωή. Ακόμα, μάλιστα, και μετά τη Χρεοκοπία του 2010, όταν μεταπέσαμε σε «μετανεωτερική αποικία» και σε χώρα «περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας». Οπότε και τον είδαμε, με τις πολλές δεκαετίες στους ώμους του, να είναι στην πρώτη γραμμή των διαδηλώσεων για την εθνική μας αξιοπρέπεια. Εισπράττοντας, με τον Μίκη Θεοδωράκη στο πλάι του, την προκλητική ασέβεια της μνημονιακής ελληνικής πολιτείας.
Διάσταση τρίτη: Το αξιακό «μαντέμι» τα ψυχής του.
Το μυστικό του «φαινομένου: Μανώλης Γλέζος», βρίσκεται στο αξιακό «μαντέμι» της ψυχής του. Έχοντας φυτρώσει στο ορεινό αιγαιοπελαγίτικο «μπαλκόνι» τ’ Απεράθου, αυτό το «μαντέμι» δημιουργήθηκε με μαγική μείξη «ά-υλων» και «υλικών» αξιών του τόπου του. Όπως: το κυκλαδίτικο φως, το αταξικό γαλάζιο της θάλασσας, για να θυμηθούμε Ρίτσο και Νερούδα, τα άγια νάματα της αιγαιο-πελαγίτικης παράδοσης, με τον μοναδικό αρχέγονο πλούτο της, αλλά κι η σκληρή «ναξία πέτρα», η «σμύρις», των αρχαίων προγόνων μας. Κι όπου, μέσα απ΄αυτά, εξηγείται μεταξύ πολλών: η ποιητική του φύση, η ταύτιση, βαθιά μες στη συνείδησή του, του ωραίου και του ηθικού, σε απόλυτη συμφωνία με το παραδοσιακό πολιτιστικό μας πρότυπο, η αγάπη για τη ζωή, ως «πρώτο καλό και μέγα», σαν τον Σολωμό. Ακόμα κι η ακατάβλητη αντοχή του στις μεγάλες δοκιμασίες της ζωής του: τρεις θανατικές καταδίκες και δεκαέξι χρόνια φυλακής, λες και «ανάγεται» μαγικά στη «σμύριδα», που βγαίνει απ’ τα σπλάχνα της ναξιώτικης γης. Κι ούτε λόγος πως στο αξιακό «μαντέμι» της ψυχής του έχουν τις βαθιές τους ρίζες, πλάι στους εθνικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς του καημούς, όλα τα μεράκια της ζωής του, όπως: η ιστορία, η γλώσσα, η ποίηση, η οικολογία, η ορυκτολογία κι η ερωτική σχέση με τ’ Απεράθου και τα Κυκλαδονήσια.
β. Πέραν των τριών αυτών διαστάσεων, κατανάγκην υποψιαστικά σηματοδοτημένων, παρ’ ότι αυτοδεσμευμένος να αποφύγω … διθυραμβικούς τόνους, δεν θα τους ήθελε ο ίδιος, δεν μπορώ να μην πω, πως ο Μανώλης είχε περάσει στην αθανασία πριν απ’ το θάνατό του: ως δια βίου ηρωική μορφή.
Με την αθανασία να είναι έπαθλο «θέωσης» των πολύ εκλεκτών της ανθρώπινης μοίρας και της Ιστορίας. Αυτών που υπερβαίνουν επ’ αγαθώ τα ανθρώπινα μέτρα, αψηφώντας ακόμα και τον θάνατο. Όταν η δικαίωση της ζωής, όπως ορίζεται απ’ τον αξιακό κώδικα της «ύπαρξής» τους, το απαιτεί.
Κι ο Μανώλης, λαμπρή φύτρα της αγωνιστικής παράδοσης του λαού μας, το έπαιξε από νωρίς το «παιγνίδι» με τον θάνατο όχι με αποκοτιά αλλά με λεβεντιά. Που κυοφορείται σε αξιακή μήτρα συνειδήσεων εμποτισμένων με αποσταγματικά μύρα Κάλβειας «αρετής και τόλμης». Κι η λεβεντιά δεν είναι … στιγμιαία ιδιότητα.
Οπότε, δεν είναι τυχαίο , που η αυτο-στράτευσή του στα ωραία και υψηλά προηγήθηκε της αριστερής πολιτικής του στράτευσης, πάντοτε χωρίς ούτε υποψία … ετερονομίας. Όπως και το ότι ήταν εαμικός πριν από το Ε.Α.Μ. και επονίτης πριν από την Ε.Π.Ο.Ν. Αλλά και δια βίου εαμικός και υπέρμαχος του «Εαμικού Πατριωτισμού». Που, επίσης έξοχα και με σοφή ιεράρχηση, υμνήθηκε απ’ τη γενιά του (στίχοι Νίκου Καρβούνη):
Θέλουμε λεύτερη εμείς Πατρίδα
Και πανανθρώπινη τη Λευτεριά!
γ. Μη μπορώντας να αναφερθώ σε άλλα σημαντικά, όπως, για παράδειγμα, στην αριστερή ιδεολογία του και στη μακρά πολιτική του δράση … ως το Ευρωκοινοβούλιο, με βαθιά πίστη στον λαό ως συλλογικό υποκείμενο της ιστορίας του και στους ενεργούς πολίτες ως δρώντα υποκείμενα της ιστορίας τους, στο πείραμα «άμεσης δημοκρατίας» της Απειράνθου, στο πολυδιάστατο συγγραφικό του έργο, στην αναγεννησιακή «υπόστασή» του, υπό την έννοια του πολυδιάστατου και καθολικού ανθρώπου, στο ότι ήταν βαθιά Σολωμικός, με πάθος κι αυτός για «ελευθερία και γλώσσα», αλλά και στο μέγα θέμα των «γερμανικών οφειλών», με τη φιλοσοφία που το αντιμετώπιζε, θα ολοκληρώσω με ένα μικρό δείγμα της ποιητικής του γραφής. Είναι απ’ την ποιητική του συλλογή: « Η αίσθηση στο φως». Όπου, ο ποιητικός διάλογος με τα Κυκλαδονήσια και τη μαγεία τους, μεταμορφώνεται, ελληνικώ τω τρόπω, μέσα από ένα μεγάλο προσκλητήριο νεκρών, σε διάλογο με τους νεκρούς. Προπαντός μ’ αυτούς που εκτελέστηκαν στον ανθό της νιότης τους. Που είναι ένας βαθύς λυρικός λυγμός κι ένας ύμνος στη ζωή. Σας διαβάζω απ’ το ποίημα: «Αδερφέ μου Νίκο»:
΄Αναψα παντού καντήλια της μνήμης
με το δαυλό της θυσίας σου.
΄Αρπαξα το χωνί της Αντίστασης
Και φώναξα στεντόρεια:
Ελάτε να ανταποκριθούμε στο προσκλητήριο
των καιρών.
Η Ιστορία χτυπά την πόρτα μας. Δεν την ακούτε;
Ελάτε να της ανοίξουμε τις θύρες να περάσει.
΄Ερχεται να συνυπογράψουμε
τη συνθήκη με το μέλλον.
δ. Η μνήμη του Μανώλη, « πρώτου παρτιζάνου της Ευρώπης» (Ντε Γκωλ) και με δια βίου «παρτιζάνικη ψυχή», που δεν γίνεται να … βαλσαμωθεί και να «βολευτεί», ήσυχα κι ακίνδυνα, ως άλλοθι, στα μουσεία της ιστορίας, θα είναι πάντα ζωντανή και οδηγητική: με αναπεπταμένα τα λάβαρα των πατριωτικών και των οικουμενικών του ιδεωδών.
Άλλη τιμή, σε τέτοια μνήμη, απ’ το να μένουν υψωμένα τα λάβαρά του, δεν υπάρχει.
– Τρεις μήνες απ’ το θάνατό του κι είναι σαν χτες. Αλλά θα είναι πάντα σαν χτες. Γιατί, ο Μανώλης ήταν, είναι και θα είναι το αθάνατο σύμβολο της εθνικής μας υπερηφάνειας!
⃰⃰ Ομιλία στο μνημόσυνο, στο Α΄ Νεκροταφείο, τρεις μήνες απ’ το θάνατό του.
Αθήνα, 28-06-2020