από το Άρδην τ. 38-39, Νοέμβριος 2002
Όταν προετοιμάζαμε το παρόν, ιδιαίτερα εκτεταμένο, αφιέρωμα στη Μικρασιατική Καταστροφή, δεν μπορούσανε να υποπτευθούμε πως θα συνέπιπτε με τόσο τραγικό τρόπο με την ολοκλήρωση των συνεπειών της, το ολοκληρωτικό ξεπούλημα της Κύπρου. Διότι όλοι γνωρίζομε πως το 1974 και ο Αττίλας αποτελούν συνέπεια του ’22. Ωστόσο δεν μπορούσαμε να φανταστούμε πως θα υπήρχε ελληνική κυβέρνηση που θα προσυπέγραφε «ειρηνικά» την εκχώρηση του τελευταίου μέρους του εξωελλαδικού ελληνισμού στην Τουρκία, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για τη συρρίκνωση και της «μητροπολιτικής Ελλάδας» στη συνέχεια.
Τα παπαγαλάκια του ενδοτισμού επαναλαμβάνουν καθημερινά, αυτές τις μέρες της αισχύνης, πως πρόκειται για μια «ιστορική στιγμή». Πράγματι πρόκειται για ιστορική στιγμή. Στο εξής, αν υλοποιηθεί η ολοκληρωτική εγκατάλειψη της Κύπρου στην Τουρκία, τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς, η Ελλάδα ως ανεξάρτητο έθνος-κράτος θα έχει κλείσει τον ιστορικό της κύκλο. Στο εξής θα αποτελεί μια «ελεύθερη ζώνη» της Νέας Τάξης και της Τουρκίας. Η διαδικασία που άνοιξε με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας θα ολοκληρωθεί με την εκχώρηση της Κύπρου, το μοίρασμα του Αιγαίου, και την παραχώρηση ειδικού καθεστώτος στη Θράκη. Με τον ένα ή άλλο τρόπο. Και η Ελλάδα θα μεταβληθεί σε κράτος μειωμένης κυριαρχίας, όχι μόνο έναντι των Αμερικανών και των Ευρωπαίων αλλά και των Τούρκων, που επιστρέφουν. Όλα αυτά τα γνωρίζομε και τα νιώθουμε πολύ βαθιά μέσα μας. Αλλά δεν έχουμε το κουράγιο να αντισταθούμε. Γιατί χρόνια παρασιτισμού, ενδοτικότητας, ψευδοκινημάτων ως άλλοθι της υποταγής, προετοίμασαν το έδαφος για την αποδοχή της Νέας Τάξης.
Μας λένε καποιοι, ακόμα και φίλοι και σύντροφοι: Ίσως δεν υπάρχει άλλος δρόμος εκτός από την προσαρμογή στη Νέα Τάξη και την επιβίωσή μας, μέχρι να έλθουν καλύτερες μέρες. Γιατί το σημαντικότερο είναι η «επιβίωση». Τέτοιες κουβέντες ακούγονταν πολλές όταν άρχισε η ρωμαιοκρατία ή λίγο πριν την οριστική πτώση του Βυζαντίου. Και πράγματι ο ελληνισμός επιβίωσε. Ωστόσο κάθε φορά όλο και πιο συρρικνωμένος. Και τίποτε δεν μπορεί να μας βεβαιώσει πως αυτή τη φορά θα αντέξουμε και πάλι αν παραδοθούμε. Ωστόσο το ότι επιβίωσε μπορέσαμε να το διαπιστώσουμε εκ των υστέρων, συχνά πολλούς αιώνες μετά. Τη στιγμή της Άλωσης, όσοι υποστήριζαν τέτοια «προσαρμοστικά» είτε ήταν πράκτορες του αντιπάλου είτε εύκαμπτοι διανοούμενοι, ανίκανοι να κατανοήσουν πως η επιβίωση των επομένων έγινε δυνατή γιατί αντιστάθηκαν οι παρόντες. «Υπέρ Αχαϊκής συμπολιτείας», όσοι πολέμησαν τους Ρωμαίους, οι λίγοι του Παλαιολόγου που έπεσαν μαζί του στα μισογκρεμισμένα τείχη της βασιλεύουσας. Ο αγώνας αυτών, των λίγων, μπόρεσε να τροφοδοτήσει και να θρέψει την αντίσταση εκείνων που ακολούθησαν, και την επόμενη Αναγέννηση που ήρθε. Γιατί βεβαίως οι Έλληνες που ξεσηκώθηκαν το ’21 είχαν ως σύμβολό τους τον Κωνσταντίνο Δραγάση Παλαιόλογο και όχι τον Τραπεζούντιο που έγραφε ποιήματα για τον Σουλτάνο.
Δεν γνωρίζουμε, στην περίπτωση που υποχωρήσουμε τώρα, αν θα υπάρξει επόμενη αναγέννηση. Ούτως ή άλλως όμως αυτή θα οικοδομηθεί πάνω στον αγώνα που θα πρέπει να δώσουμε σήμερα. Οι Κούισλινγκ, οι Εφιάλτες και οι Ράλληδες δεν μπορούν να είναι το πρότυπό μας.
Υ.Γ. Πολύ συχνά ακούγεται αυτές τις ημέρες στις διάφορες συζητήσεις και «πάνελς» πως «κανείς δεν είναι περισσότερο πατριώτης από τους άλλους», πράγμα που είναι ψεύδος. Διότι προφανώς ο Γλέζος και ο Σάντας ήταν περισσότερο πατριώτες από τους ταγματασφαλίτες, ο Κολοκοτρώνης από τον Νενέκο .