του Βασίλη Στοϊλόπουλου
Ήδη από το 2015, όταν ξεκίνησε στο Παρίσι το τελευταίο κύμα ισλαμικής τρομοκρατίας στην Ευρώπη, διεξάγεται συνήθως μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας ένας δημόσιος «διάλογος» σε ιδεολογικό – διανοητικό επίπεδο για το Ισλάμ και τον Ισλαμισμό, ενώ έχουν εκδοθεί και πλήθος σχετικών βιβλίων. Όμως, οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις κατά της Γαλλίας και της Αυστρίας έφεραν στο προσκήνιο με τον πιο μακάβριο τρόπο μια δημόσια αντιπαράθεση για την επιρροή του πολιτικού Ισλάμ στην «ανοιχτή» και «ανεκτική» Ευρώπη των αξιών, καθώς και το μέγεθος του ιστορικού και πολιτισμικού διακυβεύματος για τη χριστιανική Ευρώπη από την αθρόα και ανεμπόδιστη ισλαμική μετανάστευση.
Η προσπάθεια που καταβάλλεται σε γενικές γραμμές κυρίως από ισλαμιστές καθηγητές σε δυτικά πανεπιστήμια, που συχνά συνεπικουρούνται και από υψηλόβαθμους χριστιανούς ιεράρχες και πολιτικούς με επιρροή, εστιάζεται σε δύο βασικές παραμέτρους. Πρώτον, ν΄ αποσιωπηθούν οι σκοτεινές και δυσάρεστες πλευρές του Κορανίου, να ξεχαστούν η «βίαιη» ισλαμική παράδοση και ορισμένες χαντίθ (ρήσεις) του Προφήτη όπως και οι πολεμικές φράσεις του από την περίοδο της παρουσίας του στη Μεδίνας (π.χ. Κοράνιο 2:191, 9:5, 9:29). Δεύτερον, να παρουσιασθεί το Ισλάμ μόνο με τα ηθικά του προτάγματα ως «ειρηνικό» και «συμπονετικό», να εστιαστεί μόνο στις «προειδοποιήσεις» του Μωάμεθ από την εποχή της παρουσίας του στη Μέκκα (π.χ. Κοράνιο 88:12, 50:21, 6:52) και βεβαίως να εμφανιστεί η «τζιχάντ» ως ο «δρόμος της ειρήνης» και της «αμυντικής στάσης». Επιπλέον, εμφανίζονται και ανυπόστατοι ισχυρισμοί, όπως για παράδειγμα ότι ο Μωάμεθ τόσο στη διαμονή του στη Μέκκα όσο και αμέσως μετά τη αναγκαστική φυγή του στην Μεδίνα ήταν απλά ένας «κήρυκας μιας θεϊκής είδησης, χωρίς κάποιες απατήσεις» που δεν άσκησε ποτέ πολιτική εξουσία και ότι τα ιδανικά του Ισλάμ εκείνης της πρώιμης εποχής απλά προδόθηκαν από τους διαδόχους του. Μάλιστα υποβαθμίζεται ακόμα και το «βαθύ τραύμα» των μουσουλμανικών εμφυλίων μεταξύ των διαδόχων του Μωάμεθ που διαίρεσε τους πιστούς σε Σουνίτες και Σιίτες αλλά και το γεγονός ότι τρεις από τους τέσσερεις διαδόχους του δολοφονήθηκαν.
Προφανώς μια τέτοια προσπάθεια απόκρυψης γεγονότων ναρκοθετεί τον όποιο καλόπιστο διάλογο, ο οποίος ασφαλώς δεν μπορεί να διεξαχθεί χωρίς να περιλαμβάνει την ακριβή ιστορική διάσταση του Ισλάμ. Γιατί δεν χωρά αμφιβολία ότι το Ισλάμ είναι η θρησκεία με το μεγαλύτερο «δυναμικό βίας» απ΄ όλες τις άλλες θρησκείες και ότι η σημερινή ισλαμική βία και η αιτιολόγησή της βρίσκει αναφορά σε μερικές φράσεις του Κορανίου από την εποχή της παρουσίας του Προφήτη στη Μεδίνα (622-632 μΧ) και επομένως είναι βασισμένες στην πολιτική που ακολούθησε εκείνη την περίοδο. Όσο μεγάλη ήταν η αποτυχία του Μωάμεθ να ιδρύσει την Umma (ισλαμική κοινότητα) στη πολυθεϊστική Μέκκα (610-622), γεγονός που τον οδήγησε στην αναγκαστική φυγή του από εκεί, άλλο τόσο μεγάλος ήταν ο πολιτικός του θρίαμβος στη Μεδίνα, όπου ο ίδιος μετατράπηκε σε κοσμικό-πολιτικό ηγέτη μιας συνεχώς αναπτυσσόμενης κοινότητας.
Η «Συμφωνία της Μεδίνας» με τους τοπικούς άρχοντες υπήρξε για τον Μωάμεθ ένα «διπλωματικό αριστούργημα» και η απαρχή της «πολιτικής καριέρας» του προφήτη. Στη Μεδίνα ο Μωάμεθ «κατέστη ο απόλυτος άρχων της κοινότητας, ως διοικητής, δικαστής, στρατιωτικός ηγέτης και προφήτης ταυτόχρονα» (Nasr, Seyyed Hossein «Islam», 2003). Επρόκειτο όντως για ένα κοσμοϊστορικό γεγονός και μόλις δύο χρόνια αργότερα, το 624, άρχισε να εμφανίζονται τα βίαια επιθετικά χαρακτηριστικά που ξεκίνησαν με το «τέλος του διαλόγου» με τους άπιστους, τους Άραβες πολυθεϊστές-ειδωλολάτρες, τους ποιητές και τους Εβραίους. Μέσα σε μια εξαετία, από το 624 (Μάχη του Μπαντρ) μέχρι το 630 ο Μωάμεθ και οι οπαδοί του διεξήγαγαν μια σειρά από νικηφόρους επιθετικούς πολέμους, λεηλασίες, αρπαγές και βίαιους προσηλυτισμούς με θύματα Άραβες, Εβραίους Μπανού Κουρανταγιάχ και χριστιανούς της περιοχής του Νατζράν.
Σε όλες αυτές τις πολεμικές συγκρούσεις ο Προφήτης παρουσιάζεται από τους σημερινούς απολογητές του ως «προειδοποιητής» και κήρυκας «χαρμόσυνων νέων». Οι αναφορές του Κορανίου από την εποχή της Μεδίνας (2:191, 9:5, 9:29) που αποτελούν τη βάση για το πολιτικό Ισλάμ του Προφήτη και του Ιερού Πολέμου παραμένουν συνήθως στο σκοτάδι. Αφήνοντας στην άκρη τα ιστορικά γεγονότα και με έκδηλη διάθεση θυματοποίησης («θύμα της ιστορίας») αναγορεύουν τον Μωάμεθ σε «τραγική φιγούρα ήρωα και θύματος συγχρόνως», η διδασκαλία του οποίου έχει παρεξηγηθεί και οι ισλαμικές του διδαχές «προδοθεί». Όμως δεν χωρά αμφιβολία, όπως λέει και ο έγκυρος ισλαμολόγος Josef van Ess, ότι ο Μωάμεθ της Μεδίνας «ήταν αναγκασμένος να ασκεί βία. Με άλλα λόγια: έκανε πολέμους, λεηλατούσε καραβάνια για να χρηματοδοτήσει τις επιχειρήσεις του και για να αποδυναμώσει την οικονομία των κατοίκων της Μέκκα». Αυτό άλλωστε φαίνεται και στο Κοράνιον (8:41) σύμφωνα με το οποίο ο Μωάμεθ συμμετείχε στους πολέμους και έπαιρνε μέρος στις λεηλασίες, κρατώντας για τον εαυτό του το 1/5 της λείας. Ουσιαστικά με την «θυματοποίηση» του Προφήτη προσπαθούν να διαψεύσουν την ύπαρξη του πολιτικού Ισλάμ και να υποβαθμίσουν την ισλαμική τρομοκρατία.
Άλλωστε, μια ματιά στον χάρτη της ισλαμικής επέκτασης από το 622 μ.Χ. μέχρι το 1500 μ.Χ. αρκεί για να τεθούν κάποια ερωτήματα που οι απολογητές του Προφήτη είτε αρνούνται ν΄ απαντήσουν είτε τα αποσιωπούν. Για παράδειγμα:
• Ήταν οι Σταυροφορίες μια από ιστορικής άποψης «νόμιμη» και αναμενόμενη αντίδραση της χριστιανικής Δύσης και μια «απάντηση» στην προηγηθείσα για σχεδόν 470 χρόνια ισλαμική επιθετικότητα (632 – 1099 μ. Χ) που σταματούσε πότε στο Πουατιέ της Γαλλία και πότε μπροστά στις πύλες της Κωνσταντινούπολης;
• Αρκούν η βαναυσότητα και οι ιμπεριαλιστικές πρακτικές των Σταυροφόρων, που εξακολουθούν να λειτουργούν σαν αξεπέραστα «αισθήματα ενοχής» της δυτικής χριστιανοσύνης, ώστε να μετατρέπουν τον αιματοβαμμένο ισλαμικό ιμπεριαλισμό από την Ινδία και τη Δυτική Κίνα μέχρι την Ισπανία και το Μαλί σε «μαύρη τρύπα της ιστορίας» μερικών αιώνων που παραμένει για ανεξήγητους λόγους άγνωστη;
• Θα μπορούσαν οι Άραβες, οι Μαυριτανοί, οι Σελτζούκοι ή Οθωμανοί Τούρκοι να καταλάβουν τόσες χώρες (χριστιανικές, ινδουιστικές, ζωροαστρικές, βουδιστικές) χωρίς την κινητήρια επεκτατική ιδεολογία του Ισλάμ και το καλοτροχισμένο μαχαίρι της τζιχάντ; Πόσες δεκάδες εκατομμύρια «άπιστοι» σφαγιάστηκαν, πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα ή αλλαξοπίστησαν βιαίως; Κάποιοι μιλούν έως και 250 εκατομμύρια.
Μπορούν άραγε όλα αυτά (και πολλά άλλα ακόμη) να σκεπαστούν τόσο εύκολα με γενικολογίες, ωραιοποιήσεις, θυματοποίηση και συνεχείς εξωραϊσμούς των απολογητών του Μωάμεθ;
Το σημαντικότερο όλων βέβαια είναι να αντιληφτούν οι Ευρωπαίοι και οι πολιτικές τους ηγεσίες ότι μετά την πρώτη (Άραβες και Μαυριτανοί) και δεύτερη φάση (Τούρκοι και Τάταροι) του ισλαμικού επεκτατισμού, είναι πλέον σαφές ότι βρισκόμαστε τώρα στην έναρξη της τρίτης φάσης «Ισλαμικής Αναβίωσης» (Σάμιουελ Χάντινγκον) μέσω της μαζικής «ειρηνικής» μετανάστευσης μουσουλμάνων στην Ευρώπη και της ισλαμικής τρομοκρατίας. Μακρόν και Κουρτζ φαίνεται να το έχουν κατανοήσει. Κάποιοι άλλοι ακόμα περιμένουν, ίσως το επόμενο χτύπημα της ισλαμικής τρομοκρατίας.
1 ΣΧΟΛΙΟ
Εξαιρετικό άρθρο!