Του Βαγγέλη Σαρακινού από το slpress.gr
Ακόμα πιο εμφανή καθιστά ο Νίκος Δένδιας την αλλαγή της στάσης του απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα και κατ’ επέκταση στον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ αντιμετωπίζει την Άγκυρα. Ο υπουργός Εξωτερικών για δεύτερη φορά μέσα σε δύο εικοσιτετράωρα χρησιμοποιεί πιο άμεση γλώσσα όχι μόνο για την Τουρκία, αλλά και για τη Γερμανία σε ό,τι αφορά το ζήτημα επιβολής ευρωπαϊκών κυρώσεων.
Είναι αξιοσημείωτο, ωστόσο, ότι σκλήρυνση της ρητορικής του Δένδια δεν αντιστοιχίζεται με μία αντίστοιχη σκλήρυνση της ρητορικής του Μαξίμου, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει εμμέσως πλην σαφώς τις πληροφορίες ότι υπάρχει μία ολοένα και μεγαλύτερη διάσταση απόψεων με το πρωθυπουργικό περιβάλλον. Διάσταση, η οποία δεν είναι μόνο αμιγώς πολιτική, αλλά και ψυχολογική, αφού οι σχέσεις Μητσοτάκη-Δένδια –σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές– γίνονται όλο και ψυχρότερες.
Πριν δύο ημέρες γράφαμε ότι κάτι αλλάζει στην Αθήνα σε ό,τι αφορά την τοποθέτησή της για την Τουρκία στο πλαίσιο της ΕΕ και επισημαίναμε το γεγονός ότι ο Δένδιας υψώνει τους τόνους της κριτικής προς το Βερολίνο και όσα κράτη-μέλη το ακολουθούν, κάτι στο οποίο δεν μας έχει συνηθίσει. Τότε, λοιπόν, δεν είχαμε υπόψη την συνέντευξή του στο Politico. Ο υπουργός Εξωτερικών είχε μιλήσει μόνο στο πρακτορείο Bloomberg, τονίζοντας ότι «η Ευρώπη δεν μπορεί να προσποιείται πως η Τουρκία ενεργεί με αποδεκτό τρόπο στην περιοχή».
Δεν είχε μείνει, όμως, μόνο σε αυτό. Σημείωνε ότι κάποιες φορές «η ΕΕ επέτρεψε στην Τουρκία να καταλήξει σε λάθος συμπεράσματα». Αναφερόμενος δε στο εμπάργκο όπλων, που έχει ζητήσει η Ελλάδα, έβαζε για πρώτη φορά στο κάδρο το Βερολίνο, τονίζοντας ότι «η Γερμανία διαθέτει τους μηχανισμούς για να σταματήσει την εξαγωγή όπλων σε χώρες που πρόκειται να τα στρέψουν εναντίον δύο μελών της ΕΕ».
Με αιχμές ο Δένδιας κατά του Βερολίνου
Πριν όμως περάσουν δύο εικοσιτετράωρα από εκείνες τις δηλώσεις, ο Δένδιας ξαναχτύπησε. Αυτή τη φορά με δηλώσεις στο αμερικανικό Politico. Όχι μόνο επανέλαβε την κριτική του για την ευρωπαϊκή στάση, αλλά και έγινε ακόμα πιο αιχμηρός προς την Γερμανία. Προσπερνώντας το γεγονός ότι και οι δύο συνεντεύξεις του δόθηκαν σε αμερικανικά Μέσα (ο “άνεμος Μπάιντεν” φαίνεται πως φυσάει ήδη και στην Ανατολική Μεσόγειο), κρατούμε ως κοινό παρονομαστή την έκφραση κριτικής προς την ΕΕ και κυρίως την κλιμάκωσή της σε ό,τι αφορά τη Γερμανία.
Στην συνέντευξή του στο Bloomberg, ο Δένδιας είχε επισημάνει απλώς ότι «η Γερμανία, ως η μεγαλύτερη χώρα και οικονομία της ΕΕ, διαθέτει τους μηχανισμούς ελέγχου και ισορροπιών για να σταματήσει την εξαγωγή όπλων» στην Τουρκία. Στο Politico, όμως, υποστήριξε εμμέσως ότι το Βερολίνο δεν ανταποκρίνεται στον ηγετικό του ρόλο στην ΕΕ, όταν απορρίπτει τις εκκλήσεις της Αθήνας για επιβολή εμπάργκο όπλων στην Τουρκία.
«Αδυνατώ να καταλάβω τον δισταγμό της Γερμανίας να χρησιμοποιήσει την τεράστια ισχύ που έχει η οικονομία της για να δώσει ένα σαφές παράδειγμα ότι οι χώρες πρέπει να υπακούουν στο διεθνές δίκαιο» σημειώνει ο υπουργός Εξωτερικών για να αναφερθεί, στη συνέχεια, στην οικονομική διάσταση. Τα γερμανικά συμφέροντα, δηλαδή, που, όπως έχουμε γράψει επανειλημμένως, είναι και η τροχοπέδη για την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία.
Στην συνέντευξή του στο Politico, ο Δένδιας δεν φείδεται χαρακτηρισμών, αφού αποκαλεί ως «ορισμό της αντίφασης» τη στάση της Γερμανίας και ιδιαίτερα το γεγονός ότι «παρέχει επιθετικά όπλα σε μια χώρα που απειλεί την ειρήνη και τη σταθερότητα δύο χωρών της ΕΕ». Αναφερόμενος μάλιστα στο εμπάργκο, υπογραμμίζει ότι δεν θα έπρεπε καν να το θέσει η ελληνική κυβέρνηση, αλλά η Γερμανία «να συνειδητοποιήσει από μόνη της», ότι η πρακτική της «δεν είναι συμβατή με τον ρόλο της στην Ευρώπη».
Κάτι τρέχει με το Μαξίμου
Με μια επιχειρηματολογία, η οποία δεν έχει προηγούμενο στο πλαίσιο της παρούσας κυβέρνησης, ο υπουργός Εξωτερικών καλεί τους ηγέτες της ΕΕ, στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής, να στείλουν ένα σαφές μήνυμα στην Τουρκία. Σημειώνει επίσης, ότι αν οι ηγέτες κάνουν τα ίδια που έκαναν τον Οκτώβριο, ακόμα και αν αποχωρήσει τελικά το “Όρουτς Ρέις”, «αυτό θα σήμαινε ότι δεν έμαθαν το μάθημά τους». Χαρακτηρίζει δε, επιεικώς, «αφέλεια» μια τέτοια εξέλιξη.
Αυτή η αλλαγή στάσης του Δένδια δεν έχει υποστηριχθεί, μέχρι στιγμής, από το Μαξίμου, γεγονός που ενισχύει τις πληροφορίες περί διάστασης απόψεων. Ο υπουργός Εξωτερικών, μάλιστα, εμμέσως πλην σαφώς παίρνει αποστάσεις από χειρισμούς του πρωθυπουργού. Αυτό αφορά στο κρίσιμο ζήτημα της στρατιωτικής συμμαχίας με τη Γαλλία, που έχει συνδεθεί με την αγορά των φρεγατών Belharra, αλλά επίσης και στο ζήτημα της σύγκλησης της πολυμερούς διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο, την οποία επιμόνως προωθεί ο Ζοζέπ Μπορέλ και για την οποία είχε συμφωνήσει, χωρίς συνεννόηση με το υπουργείο Εξωτερικών ο Μητσοτάκης στη Σύνοδο Κορυφής του Οκτωβρίου.
Δεν είναι, άλλωστε, μόνο οι δύο αυτές περιπτώσεις που το Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών αποκλίνουν. Αντίστοιχα φαινόμενα έχουν παρατηρηθεί και σε άλλα μικρότερης, όμως, σημασίας ζητήματα. Σε ό,τι αφορά, όμως, το κλίμα στις σχέσεις του πρωθυπουργού με τον υπουργό Εξωτερικών είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Μάνιας Τελαλιάν.
Ο Δένδιας την είχε αποπέμψει την άνοιξη από επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας του υπουργείου Εξωτερικών, αλλά την “μάζεψε” ο Μητσοτάκης στο επιτελείο του, διορίζοντάς την σύμβουλο. Το κακό, ωστόσο, είναι ότι το χάσμα που χωρίζει τους δύο μόλις δύο εβδομάδες πριν την κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής, βαθαίνει κατά τρόπο που ενδέχεται να επηρεάσει και την αποτελεσματικότητα της ελληνικής παρέμβασης εκεί.
Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, καθώς υπάρχουν πληροφορίες, ότι το λεγόμενο Επιτελικό Κράτος, ο “μικρός Λευκός Οίκος” που δημιούργησε ο πρωθυπουργός στο Μαξίμου –σύμφωνα με επίσης αξιόπιστες πληροφορίες– δείχνει να παρακάμπτει και τον υπουργό Άμυνας, ο οποίος επίσης αποτελεί θεσμικό πυλώνα στον χειρισμό των εθνικών θεμάτων.
Όπως έχει φανεί και από σειρά γεγονότων, το Μαξίμου έχει την τάση να παρακάμπτει τον υπουργό και να συνεννοείται απευθείας με τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ. Και επειδή αυτό έχει γίνει αντιληπτό, ακόμα και ξένοι παράγοντες, όπως π.χ. ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Κούπερ στρέφονται προς τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ και όχι προς τον υπουργό. Και αυτό παρά το γεγονός, ότι ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είναι χαμηλού προφίλ πολιτικός, ο οποίος, στις δημόσιες τοποθετήσεις του, περιορίζεται στα θέματα του χαρτοφυλακίου του.
Είναι κοινός τόπος, άλλωστε, ότι τα υπουργείο Άμυνας και Εξωτερικών οφείλουν να είναι σε στενή και αδιατάρακτη σύμπλευση με το πρωθυπουργικό γραφείο. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για την Ελλάδα που αντιμετωπίζει πρόβλημα εθνικής ασφάλειας και ειδικά στη σημερινή κρίσιμη περίοδο, όπου η τουρκική επιθετικότητα έχει χτυπήσει κόκκινο, χωρίς να μπορεί κάποιος να αποκλείσει και έναν στρατιωτικό τυχοδιωκτισμό εκ μέρους της Άγκυρας.